ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 3 ΑΑΔ 895
29 Οκτωβρίου, 2001
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
KΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,
Eφεσείουσα-Καθ' ης η αίτηση,
ν.
THE GREAT AMERICAN SUCCESS (HAMBERGERS) LTD,
Εφεσιβλήτων-Αιτητών.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2865)
Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Άρθρο 6(8) του Νόμου 246/90 ― Έννοια του όρου «παροχή υπηρεσιών» για διάθεση περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας για χρήση για σκοπούς άλλους από της επιχείρησης ― Ουσιώδες κριτήριο βάσει του άρθρου είναι η διάθεση να αφορά περιουσιακά στοιχεία που «κατέχονται» ή «χρησιμοποιούνται» για τους σκοπούς της επιχείρησης ― Δεν είχε αυτά τα χαρακτηριστικά η αγορά και διάθεση ψυγείων στους μεταπωλητές.
Η Δημοκρατία επεδίωξε ανατροπή του ακυρωτικού αποτελέσματος της πρωτόδικης απόφασης, με την παρούσα έφεση. Επέμεινε πως η απόφαση του Εφόρου να θεωρήσει την παραχώρηση από την εφεσίβλητη ψυγείων στους μεταπωλητές των προϊόντων της, ενέπιπτε στις πρόνοιες του Άρθρου 6(8) του Νόμου 246/90 και αποτελούσε φορολογητέα παροχή υπηρεσιών.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Προϋπόθεση για την εφαρμογή της διάταξης είναι τα αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία που αναφέρονται σ΄ αυτή να κατέχονται ή να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης, δηλαδή να βρίσκονται σε λειτουργία ή να προορίζεται η λειτουργία τους για τους σκοπούς της επιχείρησης. Εφόσον υπάρχει αυτή η προϋπόθεση έπεται το στάδιο μεταβολής της ιδιότητας τους αυτής με τη διάθεση τους για να χρησιμοποιηθούν για ιδιωτικούς σκοπούς από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, για σκοπούς άλλους από αυτούς της επιχείρησης που κατέχει τα αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία. Στην υπόθεση που συζητείται, και στη βάση των δοσμένων περιστατικών της, τα ψυγεία δεν χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή ή αποθήκευση από την ίδια του παγωτού, αλλά αποκτήθηκαν ειδικά για να δίδονται απ' ευθείας στους μεταπωλητές ώστε να τοποθετούνται σ' αυτά μόνο τα προϊόντα της.
Η έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Λοΐζος Λουκά & Υιοί Λτδ v. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1,
Κυπριακή Εταιρεία Κονσερβοποιΐας Λτδ v. Δημοκρατίας, Προσφ. Αρ. 608/98, ημερ. 29.3.2000.
Έφεση.
Έφεση από την καθ' ης η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 728/97) ημερομηνίας 28/5/99 με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση με την οποία ο Έφορος ΦΠΑ δεν αποδέχθηκε τη διεκδίκηση από την αιτήτρια εταιρεία πιστωτικού υπολοίπου για σκοπούς ΦΠΑ η οποία αφορούσε την αξία των ψυγείων της τα οποία διέθετε σε μεταπωλητές ώστε να τοποθετούνται σ' αυτά προϊόντα δικής της παραγωγής θεωρώντας την πράξη αυτή ως παροχή υπηρεσιών κατά το άρθρο 6, εδάφιο 8 του Ν. 246/90.
Στ. Χούρη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσείουσα.
Καμιά εμφάνιση για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Τα γεγονότα της υπόθεσης, που είναι πολύ απλά, και στη βάση των οποίων συζητήθηκε η προσφυγή της εφεσίβλητης πρωτοδίκως και η έφεση της Δημοκρατίας εδώ, είναι τα πιο κάτω:
Η εφεσίβλητη παρασκευάζει παγωτά τα οποία διανέμει στην αγορά μέσω μεταπωλητών στους οποίους διαθέτει ψυγεία, στα οποία διατηρεί την ιδιοκτησία, με τον όρο να τοποθετούνται σ' αυτά μόνο τα παγωτά δικής της παραγωγής. Ο Έφορος Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ο Έφορος) δεν αποδέκτηκε τη διεκδίκηση από την εφεσίβλητη πιστωτικού υπολοίπου για σκοπούς ΦΠΑ που αφορούσε στην αξία των ψυγείων που διέθετε στους μεταπωλητές, όπως αναφέραμε πιο πάνω. Στην επίδικη απόφαση του ο Έφορος επικαλέστηκε τις διατάξεις του εδαφίου 8 του άρθρου 6 του Νόμου 246/90, που προβλέπει τα πιο κάτω:
«(8) Όταν αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται ή χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης, με οδηγίες ή παραλείψεις ή ανοχή του προσώπου που ασκεί την επιχείρηση, διατίθενται για ιδιωτικούς σκοπούς ή χρησιμοποιούνται ή προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν από οποιοδήποτε πρόσωπο για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς της επιχείρησης, με αντιπαροχή ή χωρίς αντιπαροχή, τότε αυτό αποτελεί παροχή υπηρεσιών.»
Ενώπιον του συναδέλφου μας, που δίκασε πρωτόδικα την προσφυγή, προβλήθηκε επιχειρηματολογία για να υποστηριχθούν οι εκατέρωθεν αντίθετες θέσεις αναφορικά με την ερμηνεία και εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων. Η δικηγόρος της Δημοκρατίας εισηγήθηκε πως με την τοποθέτηση από τους μεταπωλητές στα ψυγεία της εφεσίβλητης των προϊόντων της, οι πωλήσεις γίνονταν αποκλειστικά προς όφελος των μεταπωλητών, και όχι για τους σκοπούς της επιχείρησης της εφεσίβλητης. Κατά συνέπεια, υποστήριξε, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του επίμαχου εδαφίου του άρθρου 8 του Νόμου. Αντίθετη ήταν η τοποθέτηση του δικηγόρου της εφεσίβλητης, ο οποίος πρότεινε πως, εφόσον τα ψυγεία παρέμειναν στην ιδιοκτησία της εφεσίβλητης και χρησιμοποιούνταν για τους σκοπούς της επιχείρησης της, δηλαδή της προώθησης των πωλήσεων της, δεν ετίθετο θέμα εφαρμογής της υπό συζήτηση διάταξης.
Η κατάληξη του συναδέλφου μας ήταν πως ο Έφορος πλανήθηκε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή της υπό κρίση διάταξης γιατί, ενώ στην αιτιολογία της απόφασης του Εφόρου αναφέρεται γενικά «σε παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης σας (ψυγεία) σε τρίτα πρόσωπα» παραγνώρισε την επόμενη φράση στη διάταξη που τα περιορίζει, «σε όσα κατέχονται ή χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης». Είχε δε πει ο συνάδελφος μας στα προηγούμενα της απόφασης του, πως, κατά την άποψη του, μπορούσε να υποστηριχθεί βάσιμα ότι η διάθεση των ψυγείων από την εφεσίβλητη στους μεταπωλητές γινόταν αποκλειστικά για τους σκοπούς της δικής της επιχείρησης, δηλαδή για την προώθηση, διαφήμιση και αύξηση των πωλήσεων της, αποκλίνοντας έτσι υπέρ της θέσης που προωθούσε ο δικηγόρος της.
Η δικηγόρος της Δημοκρατίας μας κάλεσε να ανατρέψουμε την πρωτόδικη απόφαση, υιοθετώντας τη νομική θέση που πρόβαλε πρωτοδίκως. Η δική μας άποψη σε ότι αφορά την ερμηνεία και εφαρμογή της επίμαχης διάταξης ξεκινά από ολωσδιόλου διαφορετική βάση. Φρονούμε πως αυτή δεν έχει καμιά εφαρμογή στα γεγονότα της υπόθεσης, όπως αυτά έχουν από κοινού αξιολογηθεί για τους σκοπούς της προσβαλλόμενης απόφασης. Κατά τη γνώμη μας προϋπόθεση για την εφαρμογή της διάταξης είναι τα αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία που αναφέρονται σ΄αυτή να κατέχονται ή να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης, δηλαδή να βρίσκονται σε λειτουργία ή να προορίζεται η λειτουργία τους για τους σκοπούς της επιχείρησης. Εφόσον υπάρχει αυτή η προϋπόθεση έπεται το στάδιο μεταβολής της ιδιότητας τους αυτής με τη διάθεση τους για να χρησιμοποιηθούν για ιδιωτικούς σκοπούς από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, για σκοπούς άλλους από αυτούς της επιχείρησης που κατέχει τα αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία. Στην υπόθεση που συζητούμε, και στη βάση επαναλαμβάνουμε των δοσμένων περιστατικών της, τα ψυγεία δεν χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή ή αποθήκευση από την ίδια του παγωτού, αλλά αποκτήθηκαν ειδικά για να δίδονται απ' ευθείας στους μεταπωλητές ώστε να τοποθετούνται σ' αυτά μόνο τα προϊόντα της.
Στη γραπτή αγόρευση της δικηγόρου της Δημοκρατίας γίνεται κάποια αναφορά σε γεγονότα, που διαφοροποιούν αυτά που παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο. Την παραθέτουμε:
«Ως εκ τούτου εφόσον τα ψυγεία αυτά οι Εφεσίβλητοι-Αιτητές τα είχαν χρησιμοποιήσει αρχικά (δηλαδή τα κατείχαν και τα χρησιμοποιούσαν) οι ίδιοι και αργότερα τα διέθεταν σε τρίτους (τους μεταπωλητές) για να τα χρησιμοποιήσουν για σκοπούς της δικής τους επιχείρησης, είναι φανερό ότι η πώληση του παγωτού στο καταναλωτικό κοινό εντάσσετο στους σκοπούς της επιχείρησης των μεταπωλητών και όχι των Εφεσιβλήτων-Αιτητών.»
Δεν θα σχολιάσουμε άλλο τη διαφορά αυτή, γιατί η κατάληξη μας είναι να απορρίψουμε την έφεση της Δημοκρατίας για νομική πλάνη του Εφόρου, για τους λόγους που εξηγούμε πιο πάνω, και που είναι διαφορετικοί απ' αυτούς του συναδέλφου μας, που δίκασε πρωτόδικα την προσφυγή. Τα οποιαδήποτε άλλα στοιχεία που αφορούν στην υπόθεση θα είναι το αντικείμενο της επανεξέτασης.
Το νομικό σημείο εμφανίζεται λεπτό στην προσέγγιση του, ελπίζουμε όμως να το θέσαμε με όση καθαρότητα μπορούσαμε. Στην προσέγγιση μας υιοθετήσαμε δυο αποφάσεις του αδελφού δικαστή Κωνσταντινίδη, όπου συζητείται αναλυτικότερα το ίδιο ζήτημα.
(α) Λοϊζου Λουκά & Υιών Λτδ. v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω 1. Υπουργού Οικονομικών, 2. Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, (1997) 4 Α.Α.Δ.1,
(β) Κυπριακή Εταιρεία Κονσερβοποιίας Λτδ v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω 1. Υπουργείου Οικονομικών, 2. Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, προσφυγή αρ.608/98, 29.3.2000.
Στην πρώτη είπε τα εξής:
«Φαίνεται πως πράγματι η μόνη χρήση για την οποία προόριζαν οι αιτητές τα περιουσιακά στοιχεία ήταν η τοποθέτηση σ΄αυτά των προϊόντων τους, όχι από τους ίδιους αλλά από τους πελάτες τους. Και αν αυτή ήταν η πραγματικότητα, αν ουδέποτε δηλαδή τα περιουσιακά στοιχεία κατέχονταν ή χρησιμοποιούνταν σε πρώτο στάδιο από τους αιτητές, για τους σκοπούς της επιχείρησης τους, δεν θα μπορεί να τίθεται ζήτημα διάθεσής τους κλπ για ιδιωτικούς σκοπούς ή άλλους σκοπούς. Η περίπτωση θα βρισκόταν έξω από την εμβέλεια του άρθρου, εμφανής σκοπός του οποίου είναι η φορολόγηση της υπηρεσίας που προκύπτει από τη διάθεση ή χρήση αγαθών ή περιουσιακών στοιχείων για ιδιωτικούς ή άλλους σκοπούς, όταν αυτά κατέχονται ή χρησιμοποιούνται, εννοείται κατά το χρόνο της χρησιμοποίησης τους από τους τρίτους (ή και από τον ίδιο τον ασκούντα την επιχείρηση όταν είναι φυσικό πρόσωπο, ενόψει του άρθρου 6(9)) της διάθεσης ή της προσφοράς τους για χρησιμοποίηση από αυτούς, για τους σκοπούς της επιχείρησης. Εξ΄ου και το άρθρο αναφέρεται σε διάθεση, χρησιμοποίηση ή προσφορά για χρησιμοποίηση «με οδηγίες ή παραλείψεις ή ανοχή του προσώπου που ασκεί την επιχείρηση».
Και στη δεύτερη:
«Το άρθρο 6(8) προϋποθέτει αλλαγή στο σκοπό των περιουσιακών στοιχείων. Πρέπει αυτά να είναι περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται ή χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης και, ενώ είναι τέτοια, χρησιμοποιούνται ή προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς της επιχείρησης ή διατίθενται για ιδιωτικούς σκοπούς. Είναι την ανάγκη για διαπίστωση τέτοιας αλλαγής που θέλησα να επισημάνω στην υπόθεση Λουκά. Αν τα περιουσιακά στοιχεία αποκτήθηκαν ευθύς εξ αρχής με σκοπό τη χρήση τους από τους λιανοπωλητές και για κανένα άλλο λόγο, δεν είναι νοητό να τίθεται ζήτημα αλλαγής στο σκοπό που είναι η βασική προϋπόθεση για τη λειτουργία του άρθρου 6(8).»
Η συζήτηση της έφεσης έγινε στην απουσία του δικηγόρου της εφεσίβλητης γιατί ο τελευταίος δεν εμφανίστηκε. Η έφεση επομένως απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.