ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 3 ΑΑΔ 477
3 Μαΐου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,
Εφεσείων-Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΔΙΟΙΚΗΤΗ 631 ΤΠ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2784)
Στρατός της Δημοκρατίας ― Αξιωματικοί ― Πειθαρχική καταδίκη ― Κανονισμός 6 των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς του 1964 ― Απαιτείται η προσκόμιση του ανακριτικού φακέλου στον Διοικούντα Αξιωματικό ― Παράληψη της προϋπόθεσης αυτής, καθιστά άκυρη την απόφαση της πειθαρχικής καταδίκης.
Ο εφεσείων προσέβαλε, ανεπιτυχώς, πρωτόδικα, την πειθαρχική καταδίκη του και εφεσίβαλε στη συνέχεια την εκκαλούμενη απόφαση. Στο στάδιο εκδίκασης της έφεσης, έγινε γνωστό, πως ενώπιον του Διοικούντος Αξιωματικού, που έλαβε την καταδικαστική απόφαση, δεν είχε προσκομιστεί ο διοικητικός φάκελος της ανάκρισης.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Ο Κ.6(2) των Κανονισμών καθιστά προϋπόθεση για την άσκηση της εξουσίας, που παρέχεται στο διοικούντα αξιωματικό, την παραλαβή της «αναφοράς», δηλαδή του φακέλου της ανάκρισης. Εφόσον δεν παραλήφθηκε, προφανώς γιατί δεν επισυνάφθηκε στο έγγραφο παραπομπής, απουσίαζε μια από τις προϋποθέσεις για την ανάληψη και άσκηση πειθαρχικής εξουσίας από το Διοικούντα Αξιωματικό.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Νικολάου, Δ.) Αρ. Προσφυγής 736/97, ημερομηνίας 31/12/98 με την οποία απέρριψε την προσφυγή του κατά της καταδίκης του από το Διοικούντα Αξιωματικό για πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο αφορούσε παρέκκλιση από την εκτέλεση του καθήκοντος φύλαξης του υλικού της μονάδας.
Σ. Οικονομίδης, για τον Εφεσείοντα.
Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο εφεσείων πρόσβαλε την καταδίκη του από το Διοικούντα Αξιωματικό για πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο αφορούσε παρέκκλιση από την εκτέλεση του καθήκοντος φύλαξης του υλικού της μονάδας, ως πεπλανημένη και αντικείμενη προς τις διατάξεις του Κ.6 των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς του 1964 όπως τροποποιήθηκαν, (οι «Κανονισμοί»). Δεν αμφισβήτησε την ποινή που του επιβλήθηκε, πενθήμερη φυλάκιση (έκτιση στο σπίτι), που αυξήθηκε από την ανώτερη αρχή σε οκταήμερη.
Πρωτοδίκως κρίθηκε ότι η απόφαση λήφθηκε σύννομα και επικυρώθηκε. Το Δικαστήριο προέβη στη διαπίστωση ότι η ανάκριση, προς διερεύνηση των συνθηκών απώλειας των υλικών και μη έγκαιρης αναφοράς του γεγονότος, που προηγήθηκε της καταδίκης, είχε γενικό χαρακτήρα. Τα στοιχεία που προέκυψαν δικαιολογούσαν την πειθαρχική δίωξη του εφεσείοντος ενώπιον του Διοικούντος Αξιωματικού της μονάδας του. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ορθά ο Διοικών Αξιωματικός επελήφθη του θέματος βάσει των διατάξεων του Κ.6(2) των Κανονισμών. Ο Κ.6(2) προβλέπει:-
«(2) Ο διοικών αξιωματικός του τοιούτου μέλους λαμβάνων την αναφοράν, επιλαμβάνεται προσωπικώς της ερεύνης του αναφερομένου παραπτώματος, ασκεί τον προσήκοντα έλεγχον και επιβάλλει αμέσως την κατά την κρίσιν του και εντός των ορίων της δικαιοδοσίας αυτού διαγραφομένην ποινήν άνευ ετέρας τινός διαδικασίας.»
Από τα στοιχεία, που τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, καθίσταται πρόδηλο ότι ο Διοικών Αξιωματικός ενήργησε χωρίς να τεθεί υπόψη του ο διοικητικός φάκελος και χωρίς να λάβει γνώση του περιεχομένου του.
Στην υπό έφεση απόφαση, διαπιστώνεται ότι ο Διοικών Αξιωματικός επιλήφθηκε της υπόθεσης βάσει της παραγράφου (2) του Κ.6 των Κανονισμών. Αυτό δεν είναι ορθό, όπως αναγνώρισε και ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων, δεδομένου ότι δεν τέθηκε ενώπιόν του ο ανακριτικός φάκελος. Ο ίδιος ο Διοικών Αξιωματικός, με βεβαίωση του, η οποία κατατέθηκε ως τεκμήριο ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αναφέρει ότι δεν είχε ενώπιόν του τον ανακριτικό φάκελο. Η διαπίστωση αυτή αναιρεί το βάθρο της πρωτόδικης απόφασης και κλονίζει το θεμέλιο της επίδικης διοικητικής απόφασης. Η καταδίκη του εφεσείοντος δεν μπορεί να συναρτηθεί προς οποιοδήποτε στοιχείο του φακέλου, είναι δε, αφ' εαυτής, αναιτιολόγητη. Ως εκ τούτου, η επίδικη διοικητική απόφαση υπόκειται σε ακύρωση, όπως ορθά αναγνώρισε και ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων.
Το έγγραφο παραπομπής του θέματος στο Διοικούντα Αξιωματικό, το οποίο κατατέθηκε ως Παράρτημα Γ στην ένσταση, ρητά αναφέρει ότι συναπτόταν σ' αυτό ο φάκελος της διενεργηθείσας ανάκρισης, εις διπλούν μάλιστα. Το γεγονός αυτό, πιθανολόγησε ο κ. Μαππουρίδης, δημιούργησε την εσφαλμένη εντύπωση ότι ο φάκελος της ανάκρισης, που προηγήθηκε, ήταν υπόψη του Διοικούντος Αξιωματικού. Στην πραγματικότητα δεν ήταν ενώπιόν του, όπως βεβαίωσε με δήλωσή του ο Διοικών Αξιωματικός.
Ο Κ.6(2) των Κανονισμών καθιστά προϋπόθεση για την άσκηση της εξουσίας, που παρέχεται στο διοικούντα αξιωματικό, την παραλαβή της «αναφοράς», δηλαδή του φακέλου της ανάκρισης. Εφόσον δεν παραλήφθηκε, προφανώς γιατί δεν επισυνάφθηκε στο έγγραφο παραπομπής, απουσίαζε μια από τις προϋποθέσεις για την ανάληψη και άσκηση πειθαρχικής εξουσίας από το Διοικούντα Αξιωματικό.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ του εφεσείοντος πρωτοδίκως και κατ' έφεση.
Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η επίδικη διοικητική απόφαση ακυρώνεται.
Η�έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.