ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1990) 3 ΑΑΔ 4464
21 Δεκεμβρίου, 1990
[ΣΑΒΒΙΔΗΣ, Δ/στής]
(Yπόθεση Αρ. 868/87)
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΤΟΥΡΑΠΗ,
Aιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Kαθ' ων η αίτηση.
(Yπόθεση Aρ. 963/87)
ΠANAΓIΩTA A. KOYMH,
Aιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υποθέσεις Αρ. 868/87, 963/87).
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Έννομο συμφέρον — Θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης στην ειδικότητα των Γαλλικών — Η μη υποβολή αίτησης για προαγωγή αποστερεί την αιτήτρια του απαιτούμενου έννομου συμφέροντος να προσβάλει την επίδικη απόφαση — Η ύπαρξη ή μη έννομου συμφέροντος εξετάζεται αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Συμβουλευτική Επιτροπή — Συστάσεις — Υποβολή καταλόγου υποψηφίων — Υπόκειται στον έλεγχο της Ε.Ε.Υ. με την εξέταση των ενστάσεων και την κατάρτιση των τελικών καταλόγων των υποψηφίων που γίνεται από την Ε.Ε.Υ..
Διοικητική πράξη — Αιτιολογία — Μπορεί να συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου.
H Ε.Ε.Υ., αφού δέκτηκε τις τρεις συσταθείσες υποψήφιες σε προσωπικές συνεντεύξεις, επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος για προαγωγή που συγκέντρωσε τις περισσότερες μονάδες.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή 963/87 λόγω της απουσίας έννομου συμφέροντος από πλευράς της αιτήτριας, η οποία δεν είχε υποβάλει αίτηση για προαγωγή στην επίδικη θέση.
Η προσφυγή 868/87 επίσης απορρίφθηκε αφού οι πιο κάτω λόγοι ακυρώσεως που προβλήθηκαν από την αιτήτρια κρίθηκαν αβάσιμοι:
1. Η σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν παράνομη γιατί σ' αυτή συμμετείχε ο κ. Φιλιππίδης, ως Πρόεδρός της, ο οποίος δεν κατείχε νόμιμα τη θέση Γενικού Επιθεωρητή.
2. Η Ε.Ε.Υ. επικύρωσε μόνο τις αποφάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής, χωρίς να διεξαγάγει δική της έρευνα.
3. Η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής στερείται αιτιολογίας.
4. Η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν κατάρτισε κατάλογο προσοντούχων υποψηφίων κατά παράβαση του Νόμου και δε φαίνεται πουθενά ότι η αιτήτρια θεωρήθηκε προσοντούχα υποψήφια και ότι λήφθηκε υπ' όψιν για προαγωγή.
Οι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Ιορδάνου και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4515,
Κοτσώνη v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 648.
Προσφυγές.
Προσφυγές εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση να προάξουν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στη θέση Bοηθού Διευθυντή Σχολείων Mέσης Γενικής Eκπαίδευσης, στην ειδικότητα των Γαλλικών, αντί των αιτητριών.
Λ. Παπαφιλίππου, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση Αρ. 868/87.
Τ. Κουμής, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση Αρ. 963/87.
Ε. Λοϊζίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση στην Υπόθεση Αρ. 868/87.
Ρ. Βραχίμη-Πετρίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας A΄, για τους Kαθ' ων η αίτηση, στην Υπόθεση Αρ. 963/87.
Α. Μαρκίδης, για το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Cur. adv. vult.
ΣΑΒΒΙΔΗΣ, Δ.: Με τις προσφυγές αυτές, που ακούστηκαν μαζί γιατί προσβάλλουν την ίδια διοικητική πράξη και έχουν κοινά νομικά και πραγματικά σημεία, οι αιτήτριες ζητούν την ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 6.10.1987, να προάξουν από 6.9.1987 στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης στην ειδικότητα των Γαλλικών το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Αίγλη Καμμίτση, αντί αυτών.
Οι υποθέσεις αυτές ακούστηκαν μαζί με αριθμό άλλων υποθέσεων που αφορούσαν προαγωγές στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης (βλέπε Ανθή Ιορδάνου και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4515). Κατά την εξέταση των φακέλων των υποθέσεων όμως προέκυψε ότι οι υποθέσεις αυτές αφορούσαν άλλη διοικητική πράξη και για το λόγο αυτό αποφάσισα να τις εξετάσω χωριστά.
Τα γεγονότα που αφορούν τις υποθέσεις αυτές είναι σε συντομία τα ακόλουθα:
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας με επιστολή του ημερομηνίας 28.7.1987 ζήτησε την πλήρωση 5 κενών θέσεων Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης ανάμεσα στις οποίες και μια για την ειδικότητα των Γαλλικών.
Οι θέσεις, που είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, προκηρύχθηκαν με δημοσίευση στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας, με τελευταία ημερομηνία υποβολής αιτήσεων τις 22.8.1987. Μετά τη λήξη της προθεσμίας αυτής, οι αιτήσεις διαβιβάστηκαν στην αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή, που αφού τις εξέτασε και έκαμε την αριθμητική αποτίμηση της αξίας, προσόντων και αρχαιότητας των υποψηφίων, όπως προνοείται από το Νόμο, σύστησε τρεις υποψηφίους για προαγωγή στην επίδικη θέση. Οι αιτήτριες δε συστήθηκαν.
Στη συνεδρία της, ημερομηνίας 2.10.1987, η Ε.Ε.Υ., αφού δέχτηκε σε προσωπικές συνεντεύξεις τις τρεις συστηθείσες υποψήφιες και αξιολόγησε την απόδοσή τους, επέλεξε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για προαγωγή, που συγκέντρωσε τις περισσότερες μονάδες.
Κατά τη μελέτη των φακέλων των υποθέσεων για σκοπούς σύνταξης της απόφασης προέκυψε ότι στον κατάλογο των ονομάτων των αιτητών που υπέβαλαν αίτηση για την επίδικη θέση δεν εμφανίζετο το όνομα της αιτήτριας στην προσφυγή αρ. 963/87, Παναγιώτας Κουμή (Παράρτημα 1 στην ένσταση). Όπως επίσης φαίνεται από τα πρακτικά της συνεδρίας της Ε.Ε.Υ ημερομηνίας 29.9.1987 (Παράρτημα Γ στην ένσταση) δεν εξετάστηκε αίτηση της αιτήτριας αυτής, παρόλο που ο δικηγόρος της ισχυρίστηκε στη γραπτή του αγόρευση ότι υπέβαλε ένσταση. Για το λόγο αυτό επανάνοιξα τις υποθέσεις για ν' ακούσω τους δικηγόρους επί του σημείου αυτού.
Κατά την επανάνοιξη έγινε αποδεκτό από το δικηγόρο της αιτήτριας ότι η αιτήτρια δεν υπέβαλε αίτηση για την επίδικη θέση γιατί ήταν με την εντύπωση ότι η διαδικασία αυτή αποτελούσε μια ενιαία διαδικασία με την προκήρυξη που έγινε το Μάϊο του 1990 για αριθμό κενών θέσεων Βοηθού Διευθυντή για την οποία είχε καταχωρήσει την προσφυγή αρ. 789/87. (Βλέπε Ανθή Ιορδάνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, όπως πιο πάνω). Για τον ίδιο λόγο καταχώρησε και την παρούσα προσφυγή, προσβάλλοντας την προαγωγή του ενδιαφερόμενου προσώπου.
Με τη δήλωση αυτή του δικηγόρου της αιτήτριας προκύπτει το θέμα του έννομου συμφέροντός της στην παρούσα διαδικασία, το οποίο μπορεί το Δικαστήριο να εξετάσει αυτεπάγγελτα.
Το γεγονός ότι η αιτήτρια δεν ανταποκρίθηκε στην προκήρυξη της θέσης και δεν υπέβαλε αίτηση, πράγμα που έγινε παραδεκτό, τη στερεί του έννομου συμφέροντος να προσβάλει την επίδικη απόφαση στην οποία οι καθ' ων η αίτηση προέβηκαν βασιζόμενοι στις αιτήσεις που είχαν ενώπιόν τους, αφού με τυχόν ακύρωση της επίδικης απόφασης και πάλι δε θα μπορούσε η αιτήτρια να διορισθεί/προαχθεί, εφόσο δεν υπέβαλε αίτηση. Για το λόγο αυτό η προσφυγή αρ. 963/87 απορρίπτεται.
Θα εξετάσω τώρα τους ισχυρισμούς που εγέρθηκαν στην προσφυγή αρ. 868/87, που είναι οι ακόλουθοι:
1) Η σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν παράνομη γιατί σ' αυτή συμμετείχε ο κ. Φιλιππίδης, ως Πρόεδρός της, ο οποίος όμως δεν κατείχε νόμιμα τη θέση Γενικού Επιθεωρητή.
2) Ενώ το αρμόδιο όργανο για να διενεργεί τις προαγωγές είναι η Ε.Ε.Υ., στην ουσία οι προαγωγές έγιναν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή δεσμεύοντας έτσι τη διακριτική ευχέρεια της Ε.Ε.Υ., που περιορίσθηκε μόνο στο να επικυρώσει τις αποφάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής, χωρίς να διεξαγάγει δική της έρευνα.
3) Η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν είναι αιτιολογημένη.
4) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν κατάρτισε κατάλογο προσοντούχων υποψηφίων κατά παράβαση του Νόμου και δε φαίνεται πουθενά ότι η αιτήτρια θεωρήθηκε προσοντούχα υποψήφια και ότι λήφθηκε υπόψη για προαγωγή.
Με το θέμα της συμμετοχής του κ. Φιλιππίδη στη Συμβουλευτική Επιτροπή έχω ήδη ασχοληθεί τόσο στην υπόθεση Κοτσώνη ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 648, όσο και στην υπόθεση Ιορδάνου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4515.
Υιοθετώ τα όσα είπα στις πιο πάνω υποθέσεις σχετικά με το θέμα αυτό και βρίσκω ότι η συμμετοχή του κ. Φιλιππίδη ως Πρόεδρου της Συμβουλευτικής Επιτροπής και επομένως και η σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν ήταν παράνομη.
Και ο δεύτερος ισχυρισμός της αιτήτριας είναι αβάσιμος. Ο ρόλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι να προετοιμάζει την τελική απόφαση για την Ε.Ε.Υ. με προκαταρκτική και βοηθητική εργασία η οποία διενεργείται με προκαθορισμένο από το Νόμο τρόπο. Υπάρχουν σαφείς πρόνοιες στο Νόμο για τον τρόπο αριθμητικής αποτίμησης των κριτηρίων (άρθρο 35Β(4)) και η Συμβουλευτική Επιτροπή απλά και μόνο εφαρμόζει τις πρόνοιες αυτές. Επιπλέον οι ενέργειές της αυτές ελέγχονται τελικά από την Ε.Ε.Υ. με την εξέταση των τυχόν ενστάσεων που υποβάλλονται από οποιουσδήποτε υποψηφίους (άρθρο 35Β(7)). Τον τελικό λόγο έχει πάντοτε η Ε.Ε.Υ. που με την εξουσία που της δίνει το άρθρο 35Β(10)(β) του Νόμου, μπορεί να αυξήσει τις μονάδες των υποψηφίων από 1 μέχρι 5 μονάδες και επομένως και ν' αλλάξει τη σειρά των υποψηφίων στον τελικό κατάλογο. Ο μόνος περιορισμός που τίθεται με το Νόμο είναι ότι οι προαγωγές πρέπει να γίνονται από τους τελικούς καταλόγους των υποψηφίων που καταρτίζονται (άρθρο 35Β(10)). Κι εδώ όμως πάλι ο κατάλογος που υποβάλλει η Συμβουλευτική Επιτροπή με τις συστάσεις της ελέγχεται από την Ε.Ε.Υ με την εξέταση των ενστάσεων και την κατάρτιση των τελικών καταλόγων των υποψηφίων που γίνεται από την Ε.Ε.Υ. (άρθρο 35Β(8)).
Σχετικά με το τελευταίο θέμα που εγείρεται, η αιτιολογία για τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής συνάγεται από τα στοιχεία του φακέλου και την ίδια την έκθεσή της όπου αναφέρεται ότι έκανε την αριθμητική αποτίμηση των κριτηρίων της αξίας, της αρχαιότητας και των προσόντων των υποψηφίων όπως προνοεί ο Νόμος και με βάση τις μονάδες που συγκέντρωσαν οι υποψήφιοι έκανε τις συστάσεις της. Ας σημειωθεί ότι σύμφωνα με το άρθρο 35Β(5)(β) του Νόμου (αρ. 65/87) η Συμβουλευτική Επιτροπή μπορεί να συστήσει μόνο 3 υποψήφιους, αυτούς που συγκεντρώνουν τις περισσότερες μονάδες. Στην προκείμενη περίπτωση η Συμβουλευτική Επιτροπή σύστησε τους 3 υποψηφίους που συγκέντρωσαν το μεγαλύτερο αριθμό μονάδων (201.2, 199.5, 198.35). Έπεται, σύμφωνα με το τεκμήριο της νομιμότητας, ότι όλοι οι άλλοι υποψήφιοι συγκέντρωσαν λιγότερες μονάδες. Ο ισχυρισμός αυτός του δικηγόρου της αιτήτριας επομένως απορρίπτεται.
Τέλος θα ήθελα να ασχοληθώ με τον ισχυρισμό ότι η αιτήτρια δε λήφθηκε υπόψη ως προσοντούχα υποψήφια εφόσο δε γίνεται αναφορά στο όνομά της. Όπως φαίνεται από τον κατάλογο των αιτητών για την επίδικη θέση, που επισυνάφθηκε ως Παράρτημα 1 στην ένσταση (βλέπε φάκελο υπόθεσης αρ. 963/87) το όνομα της αιτήτριας περιλαμβάνεται στον κατάλογο αυτό, που στάληκε στη Συμβουλευτική Επιτροπή.
Στην έκθεσή της (παράρτημα Γ στην ένσταση) η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρει ότι, όπως διαπίστωσε -
"Όλοι οι υποψήφιοι είχαν διορισμό στη θέση καθηγητή Γαλλικών.
Η υποψήφια Κεφάλα Μιχαηλίνα δεν έχει διδακτικό έργο 10 ετών, όπως απαιτείται στο σχέδιο υπηρεσίας. Όλοι οι υπόλοιποι υποψήφιοι, είχαν τα προσόντα που καθορίζονται από το σχέδιο υπηρεσίας."
Το συμπέρασμα είναι ότι σύμφωνα με το τεκμήριο της νομιμότητας, η αιτήτρια θεωρήθηκε ως προσοντούχα υποψήφια. Πέραν τούτου, το γεγονός ότι λήφθηκε υπόψη για σκοπούς προαγωγής τεκμηριώνεται και από το γεγονός ότι, όπως φαίνεται από τα πρακτικά της Ε.Ε.Υ. ημερομηνίας 29.9.1987, σελ. 20, η ένσταση της αιτήτριας για τη μη περίληψή της στον κατάλογο των συστηθέντων εξετάστηκε από την Ε.Ε.Υ, που έκρινε ότι οι μονάδες των προσόντων και της αρχαιότητάς της υπολογίσθηκαν σωστά από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.
Με βάση τα πιο πάνω οι παρούσες προσφυγές απορρίπτονται. Δεν κάμνω διαταγή για έξοδα.
Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.