ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 2 ΑΑΔ 111
22 Φεβρουαρίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΤΑΣΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 121/2011)
Τροχαία αδικήματα ― Στάθμευση εντός απόστασης δεκαπέντε μέτρων από στάση λεωφορείου ― Οι περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμοί του 1984 ― Επικύρωση καταδίκης κατ' έφεση.
Ο εφεσείων αμφισβήτησε με έφεση την καταδίκη του για τη διάπραξη τροχαίου αδικήματος σχετικά με την στάθμευση οχήματος εντός απόστασης 15 μέτρων από στάση λεωφορείου, κατά παράβαση των σχετικών Κανονισμών.
Πρωτοδίκως, ο εφεσείων παραδέχτηκε ότι είχε σταθμεύσει το όχημά του εντός του κόλπου στάθμευσης λεωφορείων, υποστήριξε ωστόσο ότι υπήρχε διακεκομμένη άσπρη γραμμή, γεγονός που του έδιδε το δικαίωμα να ισχυριστεί ότι οποιοσδήποτε μπορούσε να σταθμεύσει εκεί ελεύθερα. Το πρωτόδικο δικαστήριο αποδεχόμενο τη μαρτυρία του Μ.Κ.1, απέρριψε τις θέσεις του εφεσείοντα.
Με την έφεση υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι:
α) Η κατηγορούσα αρχή απέτυχε να αποδείξει τα συστατικά στοιχεία στα οποία βάσισε την ενοχή του, ενώ το δικαστήριο εσφαλμένα στηρίχτηκε στην κατάθεση του μοναδικού μάρτυρα κατηγορίας.
β) Εάν δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κόλπο, τότε η αρμόδια αρχή οφείλει να τοποθετήσει την κατάλληλη σήμανση.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το δικαστήριο, το οποίο αποδέχτηκε ως αληθή τη μαρτυρία του Μ.Κ.1, δέχτηκε ότι υπήρχε πινακίδα για στάση λεωφορείου και ότι το αυτοκίνητο του εφεσείοντα ήταν σταθμευμένο σε απόσταση μόλις 1,60 μέτρων από αυτή. Ήταν συνεπώς δεδομένο ότι υπήρχε στο σημείο στάση λεωφορείου και ότι ο εφεσείων, όχι μόνο στάθμευσε το όχημά του σε απόσταση μικρότερη των 15 μέτρων από τη στάση, όπως προβλέπεται στο σχετικό κανονισμό, αλλά το στάθμευσε εντός του κόλπου στάθμευσης. Γεγονός που και ο ίδιος παραδέχτηκε.
2. Τυχόν παράλειψη της αρμόδιας αρχής να σηματοδοτήσει το κατάστρωμα του δρόμου, δεν επηρέαζε την παρούσα υπόθεση. Σαφώς ο κανονισμός 58(9)(δ) προβλέπει την απαγόρευση στάθμευσης, μεταξύ άλλων, σε απόσταση μικρότερη των 15 μέτρων από καθορισμένη διάβαση πεζών ή στάση λεωφορείου.
3. Το ότι το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στον κανονισμό 58 (9) (iv) και όχι στον κανονισμό 58(9)(δ) ουδόλως επηρέαζε το αποτέλεσμα. Εξ ίσου άνευ σημασίας ήταν και το επιχείρημα ότι ο Μ.Κ.1 παρέλειψε να μετρήσει το μήκος του κόλπου.
4. Η ύπαρξη πινακίδας στάσης λεωφορείων επιβεβαιώθηκε στην κατάθεση του Μ.Κ.1 και συνεπώς δεν ήταν απαραίτητη.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση κατά της Καταδίκης.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Μουγή, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 1927/11), ημερομηνίας 29/6/11.
Ο εφεσείων απών.
Α. Αριστείδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου απαγγέλλεται από τον Δικαστή Φρ. Νικολαΐδη.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων καταδικάστηκε για στάθμευση οχήματος εντός απόστασης 15 μέτρων από στάση λεωφορείου, κατά παράβαση των Κανονισμών 58 (9)(δ) και 72 των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984. Με την παρούσα έφεση προσβάλλει την πιο πάνω απόφαση.
Ο εφεσείων στις 12.3.2011 στάθμευσε το υπ' αριθμό εγγραφής ΗΗΕ 124 όχημά του, σε απόσταση μικρότερη των 15 μέτρων από στάση λεωφορείου, στη λεωφόρο 1ης Απριλίου, στο Παραλίμνι της Επαρχίας Αμμοχώστου.
Ο Μ.Κ.1 Αστυφύλακας 2645 Ανδρέας Μιχαηλίδης, κατέθεσε ότι το αυτοκίνητο του εφεσείοντα ήταν σταθμευμένο μέσα σε κόλπο λεωφορείου και σε απόσταση περίπου 1,60 μέτρων από την πινακίδα στάσης λεωφορείου. Στο σημείο δεν υπήρχε συνεχόμενη κίτρινη γραμμή, ενώ επιβεβαίωσε ότι μέτρησε την απόσταση του 1,60 μέτρων.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αποδεχόμενο τη μαρτυρία του Μ.Κ.1, απέρριψε τις θέσεις του εφεσείοντα, οι οποίες ουσιαστικά είναι οι ίδιες με εκείνες που εξέθεσε και ενώπιόν μας. Ο εφεσείων παραδέχτηκε ότι είχε σταθμεύσει το όχημά του εντός του κόλπου στάθμευσης λεωφορείων, αλλά υποστηρίζει ότι υπήρχε διακεκομμένη άσπρη γραμμή, γεγονός που του δίδει το δικαίωμα να ισχυριστεί ότι οποιοσδήποτε μπορούσε να σταθμεύσει εκεί ελεύθερα.
Με τους λόγους έφεσης ο εφεσείων ουσιαστικά προβάλλει τους ίδιους ισχυρισμούς. Υποστηρίζει ότι η πρωτόδικη απόφαση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη και σε κάποια μάλιστα σημεία είναι αντιφατική, αφού στην απόφαση γίνεται αναφορά στον Κανονισμό 58 (9)(iv), αντί του ορθού 58 (9)(δ). Ισχυρίζεται ότι το δικαστήριο λανθασμένα δέχτηκε τη μαρτυρία του Μ.Κ.1 ότι το αυτοκίνητό του ήταν σταθμευμένο σε απόσταση 1,60 μέτρων από την πινακίδα. Είναι η θέση του ότι ο Μ.Κ.1 παρέλειψε να μετρήσει το μήκος του κόλπου, ενώ δεν έχει αποδειχθεί, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, η κατηγορία, αφού η κατηγορούσα αρχή δεν έχει προσκομίσει μαρτυρία ότι υπήρχε πινακίδα, σε ποιο σημείο και πόσο μακριά από το δρόμο ήταν η πινακίδα αυτή, για το μήκος του κόλπου, το μήκος του οχήματος και ποια η αρχή που είχε αρμοδίως τοποθετήσει την πινακίδα. Αν επιτρέπεται η είσοδος σε κόλπο όπου υπάρχει άσπρη διακεκομμένη γραμμή, η αστυνομία, σύμφωνα πάντα με τον εφεσείοντα, δεν νομιμοποιείται να καταγγέλλει.
Ο εφεσείων περαιτέρω υποστηρίζει ότι η κατηγορούσα αρχή απέτυχε να αποδείξει τα συστατικά στοιχεία στα οποία βάσισε την ενοχή του, ενώ το δικαστήριο εσφαλμένα στηρίχτηκε στην κατάθεση του μοναδικού μάρτυρα κατηγορίας. Το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι ο Μ.Κ.1 έκαμε καλή εντύπωση στο δικαστήριο αποτελεί εσφαλμένη καθοδήγηση.
Τέλος, ο εφεσείων υποστηρίζει ότι δεν είναι δυνατόν σε όλες σχεδόν τις υποθέσεις οι μάρτυρες κατηγορίας και ειδικά οι αστυνομικοί, να κάνουν καλή εντύπωση στο δικαστήριο. Αν, συνεχίζει, δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κόλπο, τότε η αρμόδια αρχή οφείλει να τοποθετήσει την κατάλληλη σήμανση για σωστή ενημέρωση των οδηγών, δηλαδή διακεκομμένη κίτρινη γραμμή στην είσοδο του κόλπου και συνεχόμενη διπλή κίτρινη γραμμή στο εσωτερικό του.
Η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί. Ο εφεσείων παραδέχτηκε ότι στάθμευσε το όχημά του εντός του κόλπου στάσης λεωφορείων και το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται με σχεδιάγραμμα, το οποίο ο ίδιος ετοίμασε και κατάθεσε. Το δικαστήριο, το οποίο αποδέχτηκε ως αληθή τη μαρτυρία του Μ.Κ.1, δέχτηκε ότι υπήρχε πινακίδα για στάση λεωφορείου και ότι το αυτοκίνητο του εφεσείοντα ήταν σταθμευμένο σε απόσταση μόλις 1,60 μέτρων από αυτή. Είναι συνεπώς δεδομένο ότι υπήρχε στο σημείο στάση λεωφορείου και ότι ο εφεσείων, όχι μόνο στάθμευσε το όχημά του σε απόσταση μικρότερη των 15 μέτρων από τη στάση, όπως προβλέπεται στο σχετικό κανονισμό, αλλά το στάθμευσε εντός του κόλπου στάθμευσης. Γεγονός που και ο ίδιος παραδέχτηκε.
Η τυχόν παράλειψη της αρμόδιας αρχής να σηματοδοτήσει το κατάστρωμα του δρόμου, με τις κατάλληλες γραμμές σηματοδότησης, δεν επηρεάζει την παρούσα υπόθεση. Σαφώς ο Κανονισμός 58 (9)(δ) προβλέπει την απαγόρευση στάθμευσης, μεταξύ άλλων, σε απόσταση μικρότερη των 15 μέτρων από καθορισμένη διάβαση πεζών ή στάση λεωφορείου. Η υποχρέωση μη στάθμευσης που πηγάζει από το σχετικό κανονισμό αφορά τη μη στάθμευση σε απόσταση 15 μέτρων από τη στάση λεωφορείου.
Το επιχείρημα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στον Κανονισμό 58 (9)(iv) και όχι στον Κανονισμό 58 (9)(δ) δεν σηκώνει πολλή κριτική, αφού ουδόλως επηρεάζει το αποτέλεσμα. Εξ ίσου άνευ σημασίας είναι και το επιχείρημα ότι ο Μ.Κ.1 παρέλειψε να μετρήσει το μήκος του κόλπου. Ο εφεσείων παραδέχτηκε ότι είχε σταθμεύσει το όχημά του εντός της στάσης λεωφορείου και μάλιστα σε απόσταση μόλις 1,60 μέτρων από τη σχετική πινακίδα και αυτό αρκεί για να βρεθεί ένοχος για το σχετικό αδίκημα.
Η ύπαρξη πινακίδας στάσης λεωφορείων επιβεβαιώθηκε στην κατάθεση του Μ.Κ.1 και συνεπώς δεν ήταν απαραίτητη η προσκόμιση περαιτέρω μαρτυρίας από την κατηγορούσα αρχή, ούτε και το ποια η αρμόδια αρχή που την είχε τοποθετήσει.
Τα δικαστήρια δέχονται ή όχι συγκεκριμένη μαρτυρία και στηριζόμενα σ' αυτήν προχωρούν στην απόφασή τους. Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση ότι το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου για την αξιοπιστία του Μ.Κ.1 συνιστά εσφαλμένη καθοδήγηση, ούτε και με τη γενικότερη διατύπωση στον πέμπτο λόγο έφεσης ότι συνήθως σε όλες σχεδόν τις υποθέσεις οι μάρτυρες κατηγορίας κάνουν καλή εντύπωση στο δικαστήριο.
Εν όψει όλων των πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.