ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 2 ΑΑΔ 505
25 Νοεμβρίου, 2011
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΤΑΥΡΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΗΣ,
Eφεσείων,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 194/2009)
Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας σε υπόθεση απόπειρας ληστείας ― Ήταν ορθή και δεν παρεχόταν πεδίο επέμβασης του Εφετείου για παραμερισμό της ετυμηγορίας του Κακουργιοδικείου περί της ενοχής του Κατηγορούμενου ― Το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι σε καλύτερη θέση να αξιολογήσει τη μαρτυρία, το δε Εφετείο δεν επεμβαίνει, εκτός αν καταδειχθούν ικανοποιητικοί λόγοι που να οδηγήσουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Απόδειξη ― Περιστατική μαρτυρία ― Απόπειρα ληστείας ― Καταδίκη με αποδοχή περιστατικής μαρτυρίας.
Ο εφεσείων εκρίθη ένοχος από Κακουργιοδικείο ύστερα από ακροαματική διαδικασία, ως ένας από τους δυο δράστες απόπειρας ληστείας.
Το Κακουργιοδικείο είχε αναγνωρίσει την έλλειψη άμεσης μαρτυρίας που να συνέδεε τον εφεσείοντα με τη σκηνή της απόπειρας, πλην όμως, στηριζόμενο σε περιστατική μαρτυρία, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο δεύτερος δράστης ήταν ο εφεσείων.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την καταδίκη του προβάλλοντας κυρίως την έλλειψη μαρτυρίας που να τον συνέδεε με τη σκηνή ενώ αμφισβήτησε και την απόρριψη της μαρτυρίας του.
Ο συνήγορος για τον εφεσείοντα ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων και ότι κανένας μάρτυρας δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει, τον εφεσείοντα, ως ένα από τους δράστες.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το Κακουργιοδικείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε ταύτιση γενετικού υλικού, που απομονώθηκε από το εσωτερικό χερούλι στην πλευρά του οδηγού του αυτοκινήτου -που αναγνωρίστηκε από μάρτυρα ως το αυτοκίνητο που είδε τους δράστες της απόπειρας της ληστείας να χρησιμοποιούν- με γενετικό υλικό του εφεσείοντα. Υπήρξε ταύτιση γενετικού υλικού που απομονώθηκε από δύο άσπρα χειρουργικά γάντια, που εντοπίστηκαν σε πολύ κοντινή απόσταση από τη Σ.Π.Ε. όπου έγινε η απόπειρα ληστείας, με το γενετικό υλικό του εφεσείοντα. Άσπρα γάντια έφεραν οι δράστες της απόπειρας, όμοια γάντια με αυτά που βρέθηκαν εντός του αυτοκινήτου, εντοπίστηκαν και σε απόσταση 200-300 μέτρων από τη Σ.Π.Ε.. Τα εν λόγω γάντια εντοπίστηκαν προς την κατεύθυνση από την οποία διέφυγαν οι δράστες μετά την απόπειρα.
2. Αυτές, μεταξύ άλλων οι διαπιστώσεις του Δικαστηρίου, δεν αμφισβητήθηκαν από την Υπεράσπιση, όπως σημειώνεται από το κακουργιοδικείο, αλλά έγινε προβολή ισχυρισμών με σκοπό την εξήγηση του τρόπου με τον οποίο πιθανώς, το συγκεκριμένο γενετικό υλικό, να έφθασε στα εν λόγω αντικείμενα.
3. Το Κακουργιοδικείο, σε μια εμπεριστατωμένη και ταυτοχρόνως τεκμηριωμένη προσέγγιση, ανέλυσε τους λόγους για τους οποίους κατέληξε ότι η προφορική μαρτυρία του εφεσείοντα ήταν αναξιόπιστη, σημειώνοντας μεταξύ άλλων διαφοροποιήσεις από τις αρχικές του τοποθετήσεις για σημαντικά ζητήματα που του τέθηκαν όταν προέβαινε στην κατάθεση του ως επίσης και αναιρέσεις θέσεων και αντιφάσεις.
4. Δεν υπήρχε οποιονδήποτε έρεισμα που να δικαιολογούσε επέμβαση στο συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι η μαρτυρία του εφεσείοντα έπρεπε να απορριφθεί.
5. Το Κακουργιοδικείο παρέθεσε τις νομικές αρχές που διέπουν το θέμα της αναγνώρισης ενός κατηγορούμενου και ιδιαιτέρως στις περιπτώσεις όπου η υπόθεση, εξ ολοκλήρου ή ουσιαστικώς, στηρίζεται στην ορθότητα της αναγνώρισης ενός κατηγορουμένου. Ήταν ορθή η καθοδήγηση του Δικαστηρίου και περαιτέρω, η αναλυτική εξήγηση που έγινε με αναφορά στους μάρτυρες, δεν άφηνε κανένα περιθώριο ως προς την ορθότητα της κατάληξης του.
6. Το Δικαστήριο εξήγησε, σε έκταση, τους λόγους για τους οποίους δεν έγινε αποδεκτή η μαρτυρία των μαρτύρων υπεράσπισης και, όπως νομολογιακά έχει καθιερωθεί, το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι σε καλύτερη θέση να αξιολογήσει τη μαρτυρία, το δε Εφετείο δεν επεμβαίνει, εκτός αν καταδειχθούν ικανοποιητικοί λόγοι που να οδηγήσουν προς αυτή την κατεύθυνση.
7. Κανένα σημείο, από όσα ανέφερε ο ευπαίδευτος συνήγορος, δεν συνηγορούσαν υπέρ της υιοθέτησης της πιο πάνω γραμμής και το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν περιορίστηκε στο να απορρίψει τη μαρτυρία, βασιζόμενο μόνο στο γεγονός ότι ο ένας μάρτυρας ήταν συνάδελφος και κουμπάρος του εφεσείοντα, η δε άλλη μάρτυρας, σύζυγος του.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Καταδίκης και Ποινής.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λάρνακας (Παναγή, Π.Ε.Δ., Ζωμενής, Α.Ε.Δ., Δαυΐδ, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 6274/08), ημερομηνίας 9/9/09.
Α. Ευτυχίου, για τον Εφεσείοντα.
Χρ. Κυθραιώτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Κ. Παμπαλλή.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων βρέθηκε από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας, μετά από ακροαματική διαδικασία, ότι ήταν ένας από τους δυο δράστες της απόπειρας ληστείας, που έγινε στη Σ.Π.Ε. Ψεματισμένου στις 5 Ιουλίου 2007.
Το καίριο σημείο με το οποίο επιχειρείται να αμφισβητηθεί η ορθότητα της πιο πάνω απόφασης είναι η έλλειψη μαρτυρίας που να συνδέει τον εφεσείοντα με τη σκηνή.
Το Κακουργιοδικείο είχε καταλήξει στα πιο κάτω συμπεράσματα.
«Στις 5.7.2007 περί ώρα 09.50 ένα αυτοκίνητο χρώματος άσπρου αφού ήλθε με μεγάλη ταχύτητα από το δρόμο που περνά από τη Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Ψεματισμένου («Σ.Π.Ε.») σταμάτησε απότομα έξω από το κατάστημα της Σ.Π.Ε.. Αμέσως μετά ενώ άφησε το αυτοκίνητο ξεκινημένο, κατέβηκαν από αυτό δύο άτομα, φορώντας ρούχα παραλλαγής, άσπρα γάντια και κουκούλες, που κάλυπταν το πρόσωπο τους, τα οποία τρέχοντας εισήλθαν στο κατάστημα της Σ.Π.Ε.. Το άτομο που κατέβηκε από την πλευρά του οδηγού του αυτοκινήτου κρατώντας μικρό μαύρο πιστόλι και σπρώχνοντας δυνατά την πόρτα της Σ.Π.Ε. εισήλθε σε αυτήν φωνάζοντας σε κυπριακή διάλεκτο στη μοναδική υπάλληλο που εργαζόταν κατά την πιο πάνω ημερομηνία Αναστασία Μηνά «πέσε κάτω δώσ ΄μου τα χρήματα.» Όταν η Μηνά είδε το πρόσωπο αυτό να εισέρχεται στη Σ.Π.Ε., με το όπλο που κρατούσε στραμμένο προς το μέρος της φοβήθηκε για τη ζωή της. Πάτησε το κουμπί του συναγερμού ενώ παρέμεινε στο γραφείο της. Τότε το πρόσωπο αυτό την πλησίασε και παίρνοντας την από τα χέρια της είπε στα αγγλικά «down, down» και την έβαλε να καθήσει στο πάτωμα πίσω από το γραφείο ενώ τραβώντας την μετακίνησε ένα μέτρο φωνάζοντας της συνέχεια «δώσ' μας τα λεφτά». Τότε, η Μηνά αντιλήφθηκε ακόμα ένα πρόσωπο να βρίσκεται πάνω από το γραφείο της και να ανακατεύει τα συρτάρια γυρεύοντας χρήματα. Όταν σε κάποια φάση το πρόσωπο αυτό φώναξε στο πρόσωπο που βρισκόταν μαζί της ότι δεν βρίσκει τα χρήματα, ο τελευταίος του είπε «εν τζιαμέ έσιει λεφτά κοίταξε» ενώ ταυτόχρονα άφησε τη Μηνά και πήγε κοντά στο άλλο πρόσωπο για να το βοηθήσει να βρουν τα χρήματα. Τότε η Μηνά ξαναπάτησε το κουμπί του συναγερμού που βρίσκεται στο γραφείο της γραμματέως της Σ.Π.Ε.. Στο μεταξύ ο Κωνσταντίνος Στυλιανού, ιδιοκτήτης mini market που βρίσκεται δίπλα από το κατάστημα της Σ.Π.Ε., ο οποίος είδε τα δυο πιο πάνω άτομα να εισέρχονται στη Σ.Π.Ε., είπε στη σύζυγο του Μαριέττα Στυλιανού να ηχήσει το συναγερμό, όπως και έκανε. Όταν ήχησε ο συναγερμός του mini market τα δύο πρόσωπα που είχαν εισέλθει στη Σ.Π.Ε. πετάχτηκαν πάνω από τον πάγκο και έφυγαν με το άσπρο αυτοκίνητο. Στη συνέχεια η Μηνά ειδοποίησε τηλεφωνικώς την Αστυνομία. Οι κινήσεις των δραστών καταγράφηκαν από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης το οποίο βρισκόταν εγκαταστημένο στο χώρο της Σ.Π.Ε. ενώ η καταγραφή σε εικόνες μεταφέρθηκαν σε ψηφιακό δίσκο, (τεκμ.27). από το περιεχόμενο του ψηφιακού δίσκου η Αστυνομία εκτύπωσε 19 φωτογραφίες, (τεκμ.43).»
Με αυτό το δεδομένο πραγματικό πλαίσιο, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον εφεσείοντα ισχυρίστηκε ότι κανένας μάρτυρας δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει, τον εφεσείοντα, ως ένα από τους δράστες. Στο σημείο αυτό σημειώνουμε ότι ο Δημήτρης Χρυσοστόμου «Κανάρης», είχε παραδεχθεί ότι ήταν ένας από τους δράστες της απόπειρας ληστείας και καταδικάστηκε σε πολυετή ποινή φυλάκισης.
Το Κακουργιοδικείο είχε αναγνωρίσει την έλλειψη άμεσης μαρτυρίας που να συνδέει τον εφεσείοντα με τη σκηνή της απόπειρας, πλην όμως, στηριζόμενο σε περιστατική μαρτυρία, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο δεύτερος δράστης να ήταν ο εφεσείων.
Θεωρούμε απαραίτητο στο σημείο αυτό να παραθέσουμε τα περαιτέρω συμπεράσματα του Δικαστηρίου τα οποία καθόρισαν, σε μεγάλο βαθμό, και τη συλλογιστική του, την οποία θα την αναλύσουμε πιο κάτω, συζητώντας το λόγο έφεσης, που άπτεται της αποδοχής εύρεσης γενετικού υλικού του εφεσείοντα.
1. Αποτελεί, όπως επισημαίνεται παραδεκτό γεγονός, ότι στις 10.20 της ίδιας ημέρας αστυνομικοί εντόπισαν στον παλιό δρόμο Λευκωσίας προς Λεμεσό παρά τη συμβολή με το χωριό Ψεματισμένος ένα αυτοκίνητο άσπρο με αριθμούς εγγραφής ΕΚΜ227 το οποίο ήταν ξεκινημένο, ξεκλείδωτο χωρίς στο μέρος να βρίσκεται κανένας. Στο εν λόγω αυτοκίνητο μάρκας Nissan Pulsar παραλήφθηκαν διάφορα αντικείμενα ως τεκμήρια και το αυτοκίνητο οδηγήθηκε στην Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας. Το εν λόγω αυτοκίνητο διαπιστώθηκε ότι είχε κλαπεί από γκαράζ μια εβδομάδα πριν την απόπειρα ληστείας.
2. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο Ν.Ανδρέου (Μ.Κ.Ε) κάτοικος Ψεματισμένου εντόπισε έξω από το χωριό σε απόσταση 200 με 300 μέτρα από το κατάστημα της ΣΠΕ, σε παγκέτο του δρόμου που ενώνει το ως άνω χωριό με τον παλιό δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού άσπρα χειρουργικά γάντια τα οποία αφού παρέλαβε παρέδωσε στην Αστυνομία.
3. Το εν λόγω αυτοκίνητο, ΕΚΜ227 αναγνωρίστηκε από μάρτυρα ως το αυτοκίνητο που είδε τους δράστες της απόπειρας της ληστείας να χρησιμοποιούν. Είχε συγκρατήσει ότι ήταν χρώματος άσπρου και από τις πινακίδες τα γράμματα ΕΚΜ. Μια άλλη μάρτυρας είχε αντιληφθεί το αυτοκίνητο να περνά από το χωριό 3, 4 φορές και είχε συγκρατήσει τα γράμματα Ε και Μ. Το αναγνώρισε δε βλέποντας το μετά αφού της υποδείχθηκαν οι φωτογραφίες. Στο χαλάκι της θέσης του οδηγού η Αστυνομία εντόπισε μια άσπρη κόλλα στην οποία αναγραφόταν «Treasury Department Foreign Exchange Rates" με χειρόγραφες σημειώσεις πάνω σ' αυτήν. Η Α.Μηνά ανεγνώρισε το εν λόγω έγγραφο και τις δικές της σημειώσεις εξηγώντας ότι το πρωί της ημέρας εκείνης το εν λόγω έγγραφο βρισκόταν στο γραφείο της και μετά την απόπειρα ληστείας δεν το είχε εντοπίσει.»
Αυτά ήταν τα στοιχεία τα οποία οδήγησαν το Κακουργιοδικείο στο να θεωρήσει, με βεβαιότητα, ότι το αυτοκίνητο με αριθμό εγγραφής ΕΚΜ227, είχε χρησιμοποιηθεί, από τους δράστες, για την απόπειρα ληστείας και τη μετέπειτα διαφυγή τους.
Η εν λόγω κατάληξη του Δικαστηρίου δεν αμφισβητήθηκε από την Υπεράσπιση. Είναι η σύνδεση ευρημάτων γενετικού υλικού στο αυτοκίνητο και σε αντικείμενα εντός αυτού, με τον εφεσείοντα, που αποτελούν τον πυρήνα της αμφισβήτησης.
Το Κακουργιοδικείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε ταύτιση γενετικού υλικού, που απομονώθηκε από το εσωτερικό χερούλι του αυτοκινήτου ΕΚΜ227, στην πλευρά του οδηγού, με γενετικό υλικό του εφεσείοντα. Υπήρξε ταύτιση γενετικού υλικού που απομονώθηκε από δύο άσπρα χειρουργικά γάντια, που εντοπίστηκαν σε πολύ κοντινή απόσταση από τη ΣΠΕ, με το γενετικό υλικό του εφεσείοντα. Άσπρα γάντια έφεραν οι δράστες της απόπειρας, όμοια γάντια με αυτά που βρέθηκαν εντός του αυτοκινήτου εντοπίστηκαν και σε απόσταση 200-300 μέτρων από τη ΣΠΕ. Τα εν λόγω γάντια εντοπίστηκαν προς την κατεύθυνση από την οποία διέφυγαν οι δράστες μετά την απόπειρα.
Αυτές, μεταξύ άλλων οι διαπιστώσεις του Δικαστηρίου επί του θέματος αυτού, δεν αμφισβητήθηκαν από την Υπεράσπιση, όπως σημειώνεται από το κακουργιοδικείο, αλλά έγινε προβολή ισχυρισμών με σκοπό την εξήγηση του τρόπου με τον οποίο πιθανώς, το συγκεκριμένο γενετικό υλικό, να έφθασε στα εν λόγω αντικείμενα. Αυτό μας φέρνει στον πρώτο λόγο έφεσης με τον οποίο ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του Δικαστηρίου να απορρίψει τη μαρτυρία του εφεσείοντα. Το Κακουργιοδικείο, σε μια εμπεριστατωμένη και ταυτοχρόνως τεκμηριωμένη προσέγγιση, αναλύει τους λόγους για τους οποίους καταλήγει ότι η προφορική μαρτυρία του εφεσείοντα ήταν αναξιόπιστη.
«παρουσιάζει διαφοροποιήσεις από τις αρχικές του τοποθετήσεις για σημαντικά ζητήματα που του τέθηκαν όταν προέβαινε στην κατάθεση του τεκμ.63 αναιρέσεις θέσεων και αντιφάσεις ενώ πτυχές της μαρτυρίας του δεν πείθουν. Καταδεικνύει μαρτυρία εκ των υστέρων κατασκευασμένη κατά τρόπο που να δύναται να συνάδει ή να συμπλέει με την υπόλοιπη μαρτυρία που βρισκόταν πλέον στα χέρια των ανακριτικών αρχών και ιδιαίτερα με αποτελέσματα επιστημονικών εξετάσεων τα οποία δεν ήταν υπόψη του κατά το στάδιο που προέβαινε στην κατάθεση του τεκμ.63. Δικαιολογίες που όχι μόνο δεν πείθουν αλλά αντίθετα η ανεπιτυχής προβολή τους πλήττει στο τέλος της ημέρας την αξιοπιστία του και κλονίζουν γενικότερα την ποιότητα της μαρτυρίας του.»
Το Κακουργιοδικείο ασχολείται εκτενώς με τις απαντήσεις που έδωσε ο εφεσείων, όταν του λήφθηκε η πρώτη κατάθεση τεκμ.63, που σημειώνουμε έγινε μετά τη σύλληψη του «Κανάρη» και σημειώνει την πλήρη άρνηση του όχι μόνο για εμπλοκή στο εξεταζόμενο αδίκημα, αλλά και στις επιμέρους πτυχές της υπόθεσης, για τις οποίες είχε ερωτηθεί, τόσο σε συνάρτηση με το άσπρο αυτοκίνητο, όσο και για τη χρήση, από τον ίδιο, γαντιών.
Σε μεταγενέστερο στάδιο, όταν του είχε ληφθεί η ανακριτική κατάθεση, δεν έδωσε και πάλιν οποιαδήποτε εκδοχή και επιχείρησε να διαφοροποιηθεί, όπως επισημαίνεται, και να εξηγήσει ενόρκως, πλέον, την ανεύρεση του γενετικού υλικού, με ένα τρόπο, που δεν έγινε από το Κακουργιοδικείο αποδεκτός και ούτε μπορούσε να είναι πειστικός, όπως εξηγείται, με πληρότητα και σαφήνεια στην εκκαλούμενη απόφαση.
Συναφώς, δεν βρίσκουμε οποιονδήποτε έρεισμα που να δικαιολογεί την επέμβαση μας στο συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι η μαρτυρία του εφεσείοντα έπρεπε να απορριφθεί.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα αμφισβητεί την ορθότητα της προσέγγισης του Κακουργιοδικείου, που βασιζόμενο στην περιγραφή της σωματικής διάπλασης και των φυσικών χαρακτηριστικών του δράστη της απόπειρας ληστείας, τα συνέδεσε με τον εφεσείοντα. «Αποτελεί αναντίλεκτο γεγονός», όπως επισημαίνει το Κακουργιοδικείο «ότι οι δράστες φορούσαν κουκκούλα, ενώ σύμφωνα με την αποδεκτή μαρτυρία η κουκκούλα του πρώτου εισερχόμενου στο κατάστημα της Σ.Π.Ε. δηλαδή του άγνωστου δράστη είχε οπές από τις οποίες φαινόντουσαν τα μάτια και τα φρύδια του».
Το Κακουργιοδικείο παραθέτει τις νομικές αρχές που διέπουν το θέμα της αναγνώρισης ενός κατηγορούμενου και ιδιαιτέρως στις περιπτώσεις όπου η υπόθεση, εξ ολοκλήρου ή ουσιαστικώς, στηρίζεται στην ορθότητα της αναγνώρισης ενός κατηγορουμένου. Είναι ορθή η καθοδήγηση του Δικαστηρίου και περαιτέρω, η αναλυτική εξήγηση που γίνεται με αναφορά στους μάρτυρες δεν αφήνει κανένα περιθώριο ως προς την ορθότητα της κατάληξης του. Συναφώς, ούτε ο λόγος αυτός έχει έρεισμα.
Έχουμε ήδη αναλύσει το θέμα του γενετικού υλικού του εφεσείοντα, που αναπτύσσεται με τον τρίτο λόγο έφεσης.
Με τον τελευταίο λόγο έφεσης, αμφισβητείται η κατάληξη του Δικαστηρίου, με την οποία, η μαρτυρία των μαρτύρων υπεράσπισης Ανδρέα Λαζάρου και Ελένης Αυγουστή, κρίθηκε αναξιόπιστη. Δεν συμμεριζόμαστε αυτή την εισήγηση. Το Δικαστήριο εξηγεί, σε έκταση, τους λόγους για τους οποίους δεν γίνεται αποδεκτή αυτή η μαρτυρία και, όπως νομολογιακά έχει καθιερωθεί, το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι σε καλύτερη θέση να αξιολογήσει τη μαρτυρία, το δε Εφετείο δεν επεμβαίνει, εκτός αν καταδειχθούν ικανοποιητικοί λόγοι που να οδηγήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Κανένα σημείο, από όσα ανέφερε ο ευπαίδευτος συνήγορος, δεν συνηγορούν υπέρ της υιοθέτησης της πιο πάνω γραμμής και το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν περιορίστηκε στο να απορρίψει τη μαρτυρία, βασιζόμενο μόνο στο γεγονός ότι ο Λαζάρου ήταν συνάδελφος και κουμπάρος του εφεσείοντα, η δε Αυγουστή, σύζυγος του. Όπως σημειώσαμε, έδωσε πειστικούς λόγους για την αρνητική αυτή κατάληξη του.
Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση κρίνεται ως αβάσιμη και απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.