ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2011) 2 ΑΑΔ 402
27 Σεπτεμβρίου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
(Ποινική Έφεση Αρ. 138/2011)
ΠΕΤΡΟΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 139/2011)
ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 138/2011, 139/2011)
Ποινή ― Έκδηλα υπερβολική ποινή ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Οι μετριαστικοί παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη, θα πρέπει να βρίσκουν αντανάκλαση στην ποινή ― Μείωση τρίμηνης ποινής φυλάκισης ώστε να εξέπνεε κατά την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης στην έφεση.
Προσωπικά Δεδομένα ― Ο περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμος του 2001 (Ν. 138(Ι)/2001) ― Παράνομη διατήρηση αρχείου δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πελατών οι οποίοι καταγράφονταν εν αγνοία τους από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης που εγκαταστάθηκε σε ινστιτούτο μασάζ ― Αποφασιστική η στάση των Δικαστηρίων μπροστά σ' αυτά τα νέα φαινόμενα που η τεχνολογία της εποχής καθιστά δυνατά.
Προσωπικά Δεδομένα ― Ν. 138(Ι)/2001- Προϋπόθεση για τη διατήρηση αρχείου, η παροχή άδειας από τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ― Υποχρέωση προηγούμενης ενημέρωσης υποκειμένου επεξεργασίας.
Συνταγματικά δικαιώματα ― Θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες ― Άρθρο 15 του Συντάγματος ― Πτυχή του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή, προστατεύει ο περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμος του 2001 (Ν. 138(Ι)/2001).
Στους εφεσείοντες επεβλήθη ποινή φυλάκισης τριών μηνών για παράνομη διατήρηση αρχείου προσωπικών δεδομένων πελατών τους.
Οι τελευταίοι καταγράφονταν από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης που οι εφεσείοντες είχαν εγκαταστήσει στο ινστιτούτο μασάζ που διατηρούσαν. Η ποινή επεβλήθη κατόπιν παραδοχής στην κατηγορία για διατήρηση αρχείου δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα χωρίς άδεια από τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων, κατά παράβαση του Άρθρου 26(1)(β) του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου του 2001 (Ν. 138(Ι)/2001).
Σύμφωνα με τα όσα υποστήριξαν οι εφεσείοντες, δεν γνώριζαν πως η ενέργειά τους ήταν παράνομη, προέβαιναν στην καταγραφή μόνο για σκοπούς ασφάλειας των γυναικών που παρείχαν τις υπηρεσίες και δεν χρησιμοποίησαν το αρχείο για οποιοδήποτε σκοπό.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη όλους τους μετριαστικούς παράγοντες υπέδειξε, πως εύκολα θα μπορούσε να γίνεται ενημέρωση των πελατών και να μην διατηρούνταν τα δεδομένα.
Έκρινε δε πως η ποινή άμεσης φυλάκισης ήταν αναπόφευκτη, τονίζοντας το γεγονός πως με τη διάπραξη του αδικήματος παραβιάστηκε το θεμελιώδες ατομικό δικαίωμα, της ιδιωτικής ζωής, που προστατεύεται ειδικώς και κατ' ευθείαν από το Άρθρο 15 του Συντάγματος.
Με τις εφέσεις που άσκησαν οι εφεσείοντες κατά της ποινής υποστήριξαν μεταξύ άλλων ότι:
α) λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στο Άρθρο 15 του Συντάγματος αφού η κατηγορία διατυπώθηκε στη βάση άρθρου του σχετικού νόμου 138(Ι)/2001.
β) η αναφορά του πρωτόδικου δικαστηρίου στους μετριαστικούς παράγοντες που έλαβε υπόψη, δεν συνοδεύτηκε με το ανάλογο αντίκρισμα κατά την επιμέτρηση της ποινής.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Δεν ήταν λανθασμένη η αναφορά του πρωτόδικου δικαστηρίου στο Άρθρο 15 του Συντάγματος. Αυτό προστατεύει το θεμελιώδες ατομικό δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής, πτυχή της παραβίασης του οποίου, ποινικοποιεί ο Νόμος.
2. Η ενέργεια των εφεσειόντων ήταν εντελώς απαράδεκτη και μπροστά σ' αυτά τα νέα φαινόμενα που η τεχνολογία της εποχής καθιστά δυνατά, η στάση των Δικαστηρίων πρέπει να είναι αποφασιστική. Η ποινή θα πρέπει να λειτουργεί και ως μέτρο αποτροπής ώστε να μην εξαρτάται η έκθεση των ανυποψίαστων ανθρώπων στις όποιες διαθέσεις των παρανομούντων.
3. Ορθά σημείωσε το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι οι εφεσείοντες θα έπρεπε να είχαν γνωστοποιήσει την πρόθεσή τους στον πελάτη για να μπορεί και εκείνος να αντιδράσει, όπως θα έκρινε σκόπιμο. Ασφαλώς δε, η τεχνολογία επέτρεπε και την άμεση διαγραφή.
4. Η ποινή της φυλάκισης ήταν, κάτω από τις περιστάσεις, ορθή, όμως, εκδήλως υπερβολική κατά την έκτασή της.
5. Θα έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη όλοι οι μετριαστικοί παράγοντες και να έβρισκαν αντανάκλαση στην ποινή ως επίσης και ο χρόνος των τριών χρόνων που παρήλθε αλλά και η μεγάλη ταλαιπωρία των εφεσειόντων για όλο αυτό το χρονικό διάστημα όταν είχαν να αντιμάχονται πολύ σοβαρότερες κατηγορίες που τελικά δεν διατηρήθηκαν.
Η έφεση πέτυχε. Η ποινή της φυλάκισης μειώθηκε ώστε αυτή να εξέπνεε κατά την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Χαραλάμπους, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 14561/08), ημερομηνίας 2/8/11.
Ν. Παναγιώτου, για τους Eφεσείοντες.
Π. Ευθυβούλου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για την Eφεσίβλητη.
Οι Εφεσείοντες παρόντες.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ:Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες παραδέχτηκαν ενοχή σε κατηγορία για διατήρηση αρχείου δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα χωρίς άδεια από τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων, κατά παράβαση του Άρθρου 26(1)(β) του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου του 2001 (Ν. 138(Ι)/2001).
Η εφεσείουσα διατηρούσε Ινστιτούτο μασσάζ στο Στρόβολο. Ο εφεσείων είναι σύζυγός της με άλλη επαγγελματική απασχόληση. Κατά τις λεπτομέρειες της κατηγορίας και τα γεγονότα, όπως αυτά εξετέθηκαν πρωτοδίκως, μέσω κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης με κρυφή κάμερα και μικρόφωνο, βιντεογραφούσαν πελάτη όταν γυναίκα υπάλληλος τού πρόσφερε υπηρεσίες μασσάζ. Αυτό, χωρίς τη συγκατάθεση του ανύποπτου πελάτη. Την επομένη, μετά από έρευνα από την αστυνομία που κινήθηκε στη βάση πληροφοριών που είχε, διαπιστώθηκε πως το βίντεο παρέμεινε αποθηκευμένο σε αρχείο ηλεκτρονικού υπολογιστή που βρισκόταν σε διπλανό δωμάτιο και με τον οποίο είχε συνδεθεί το κλειστό κύκλωμα. Όπως, όμως, ήταν δεκτό από την αστυνομία, χωρίς κάποια χρήση του από τους εφεσείοντες. Ιδιαιτέρως από την εφεσείουσα που ήταν η ιδιοκτήτρια του Ινστιτούτου. Όπως εξηγήθηκε, ούτως ή άλλως, ο ρόλος του εφεσείοντα συνίστατο στη διευθέτηση εγκατάστασης του κλειστού κυκλώματος μετά από παράκληση της συζύγου του. Σημειώνουμε και την εξήγηση που δόθηκε από τους εφεσείοντες. Δεν σκόπευαν να χρησιμοποιήσουν το βίντεο με οποιοδήποτε τρόπο. Η καταγραφή γινόταν μόνο για σκοπούς ασφάλειας των γυναικών που παρείχαν τις υπηρεσίες και δεν γνώριζαν πως η ενέργειά τους ήταν παράνομη.
Το πρωτόδικο δικαστήριο σημείωσε ότι έλαβε υπόψη την άγνοια που πρόβαλαν ως μετριαστικό παράγοντα, όπως και το λευκό ποινικό τους μητρώο. Επίσης την ομολογία τους αν και στην περίπτωση του εφεσείοντα θεώρησε πως ήταν υποβαθμισμένη σε βαθμό που εξισορροπούσε το μειωμένο ρόλο του στη διάπραξη του αδικήματος. Αυτό επειδή ο εφεσείων δεν παραδέχτηκε αμέσως ενοχή αλλά το έκαμε κατά την εξέλιξη της διαδικασίας. Σημείωσε τη μεταμέλειά τους και το γεγονός ότι η εφεσείουσα βοηθούσε οικονομικά την οικογένειά της στη Ρωσσία. Μαζί με αυτά και το χρόνο που παρήλθε από το 2008 οπότε διαπράχθηκε το αδίκημα μέχρι την επιβολή της ποινής στις 2.8.11. Τελικά και το κίνητρό τους αν και, ως προς αυτό, πρόσθεσε πως εύκολα θα μπορούσε να γίνεται ενημέρωση των πελατών και πάντως να μην διατηρούνται τα δεδομένα. Θεώρησε, όμως, το πρωτόδικο δικαστήριο πως η ποινή άμεσης φυλάκισης ήταν αναπόφευκτη και τους επέβαλε τρίμηνη τέτοια ποινή. Αναφέρθηκε στην ποινή του ενός έτους ή και του προστίμου που προβλέπει ο Νόμος και τόνισε το γεγονός πως με τη διάπραξη του αδικήματος παραβιάστηκε θεμελιώδες ατομικό δικαίωμα, εκείνο της ιδιωτικής ζωής, που προστατεύεται ειδικώς και κατ' ευθείαν από το Άρθρο 15 του Συντάγματος.
Διατυπώθηκαν επτά λόγοι έφεσης. Ο πρώτος σε σχέση με κατ' ισχυρισμόν αντικανονικότητα της διαδικασίας, εγκαταλείφθηκε. Οι υπόλοιποι είναι επάλληλοι και είναι αρκετό να συνοψίσουμε τις θέσεις όπως αυτές αναπτύχθηκαν ενώπιόν μας: Κακώς αναφέρθηκε το πρωτόδικο δικαστήριο στο Άρθρο 15 του Συντάγματος. Η κατηγορία διατυπώθηκε στη βάση του σχετικού άρθρου του Νόμου και σε εκείνο μόνο δικαιολογείτο αναφορά κατά την εκτίμηση ως προς τη σοβαρότητα του αδικήματος. Η αναφορά του πρωτόδικου δικαστηρίου στους μετριαστικούς παράγοντες που έλαβε υπόψη, δεν συνοδεύτηκε με το ανάλογο αντίκρισμα κατά την επιμέτρηση της ποινής. Στην περίπτωση δε του κινήτρου, ενώ από τη μια φαινόταν να το αποδεχόταν, από την άλλη, στην ουσία, το αμφισβητούσε, αντίθετα και προς τη θέση της κατηγορούσας αρχής. Εν πάση περιπτώσει, δεν είχαν χρόνο για τη διαγραφή των δεδομένων αφού την επομένη συνελήφθηκαν. Μάλιστα συνελήφθηκαν για σειρά άλλων αδικημάτων σε σχέση με τα οποία κρατήθηκαν και ταλαιπωρήθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Προσάφθηκαν εναντίον τους 14 κατηγορίες που περιλάμβαναν μαστρωπία, διατήρηση οίκου ανοχής, εκμετάλλευση πορνών και συγκάλυψη. Αρνήθηκαν ενοχή, η ακροαματική διαδικασία συνεχίστηκε για περίπου ένα χρόνο και, στο τέλος, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα καταχωρήθηκε για όλες τις κατηγορίες, πλην της παρούσας, αναστολή ποινικής δίωξης. Οπότε και παραδέχθηκαν ενοχή στην παρούσα κατηγορία που αρχικώς αφορούσε μόνο στον εφεσείοντα. Αυτά συνιστούσαν μεγάλη ταλαιπωρία και επάγονταν μεγάλη δαπάνη και οικονομική ζημιά από τον επηρεασμό των εργασιών του Ινστιτούτου. Με την περαιτέρω επίπτωση, ενόψει των άλλων κατηγοριών, να τους απαγορευθεί η έξοδος από τη Δημοκρατία για μεγάλο χρονικό διάστημα κατά το οποίο και ήταν υποχρεωμένοι να παρουσιάζονται στην αστυνομία κατά τακτά χρονικά διαστήματα.
Η εφεσίβλητη δεν αμφισβήτησε πως η ποινή ήταν αυστηρή. Υποστήριξε όμως πως δεν ήταν εσφαλμένη κατ' αρχήν ούτε εκδήλως υπερβολική. Ορθώς, όπως εξήγησε, το πρωτόδικο δικαστήριο είδε την ανάγκη να αποδοκιμαστεί η πράξη των εφεσειόντων που αφορούσε στο ιδιαιτέρως ευαίσθητο ζήτημα της ιδιωτικής ζωής ανδρός που, σχεδόν γυμνός, ανυποψίαστος βιντεογραφείται.
Δεν συμφωνούμε πως ήταν λανθασμένη η αναφορά του πρωτόδικου δικαστηρίου στο Άρθρο 15 του Συντάγματος. Αυτό προστατεύει το θεμελιώδες ατομικό δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής, πτυχή της παραβίασης του οποίου, ακριβώς, ποινικοποιεί ο Νόμος. Περαιτέρω, συμμεριζόμαστε πλήρως την κεντρική σκέψη που διατρέχει την πρωτόδικη απόφαση. Η ενέργεια των εφεσειόντων ήταν εντελώς απαράδεκτη και μπροστά σ' αυτά τα νέα φαινόμενα που η τεχνολογία της εποχής μας καθιστά δυνατά, η στάση των Δικαστηρίων πρέπει να είναι αποφασιστική. Για να λειτουργεί η ποινή και ως μέτρο αποτροπής ώστε να μην εξαρτάται η έκθεση των ανυποψίαστων ανθρώπων στις όποιες διαθέσεις των παρανομούντων. Εδώ οι εφεσείοντες είπαν πως δεν είχαν σκοπό να χρησιμοποιήσουν το βίντεο, αλλά, όπως ορθά σημείωσε το πρωτόδικο δικαστήριο, ασφαλώς θα έπρεπε να είχαν γνωστοποιήσει την πρόθεσή τους στον πελάτη για να μπορεί και εκείνος να αντιδράσει, όπως θα έκρινε σκόπιμο. Εν πάση δε περιπτώσει, ασφαλώς η τεχνολογία επιτρέπει την άμεση διαγραφή.
Συμφωνούμε πως η αρχική άρνηση ενοχής από τον εφεσείοντα δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από το γεγονός ότι αντιμετώπιζε τότε μεγάλο αριθμό κατηγοριών. Από την άλλη, όμως, δεν δεχόμαστε πως στη βάση των δεδομένων, η ποιότητα της εμπλοκής του διέφερε ουσιαστικά από εκείνη της εφεσείουσας. Ήταν σύζυγός της και μερίμνησε για την εγκατάσταση, εν πλήρη γνώση του σκοπού για τον οποίο προοριζόταν. Εξ ου και η παραδοχή του στην κατηγορία με τις λεπτομέρειες όπως αυτές είχαν εξειδικευθεί.
Η ποινή της φυλάκισης ήταν, κάτω από τις περιστάσεις, ορθή. Δεχόμαστε, όμως, πως ήταν εκδήλως υπερβολική κατά την έκτασή της. Έχουμε δει τη μέγιστη ποινή που προβλέπει ο Νόμος και ασφαλώς, κατά την επιμέτρηση, θα έπρεπε να συνυπολογιστούν το λευκό ποινικό μητρώο των εφεσειόντων και τα άλλα που αναφέρθηκαν ως προς τη μεταμέλεια και τις προσωπικές τους περιστάσεις. Μαζί με αυτά, όμως, θα έπρεπε να βρούν αντανάκλαση στην ποινή όχι απλώς ο χρόνος που παρήλθε από τη διάπραξη του αδικήματος μέχρι την ημερομηνία της ποινής, περίπου τρία χρόνια, αλλά και όσα είχαν μεσολαβήσει τα οποία πράγματι επάγονταν μεγάλη ταλαιπωρία των εφεσειόντων για όλο αυτό το χρονικό διάστημα όταν είχαν να αντιμάχονται πολύ σοβαρότερες κατηγορίες που τελικά δεν διατηρήθηκαν και, συναφώς, τα άλλα που αναφέρθηκαν.
Η έφεση επιτυγχάνει. Μειώνουμε την ποινή της φυλάκισης ώστε αυτή να εκπνέει σήμερα.
Η έφεση επιτυγχάνει. Η ποινή της φυλάκισης μειώνεται ώστε αυτή να εκπνέει κατά την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης.