ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 2 ΑΑΔ 62
22 Φεβρουαρίου, 2010
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΟΡΠΙΔΗΣ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 176/2008)
Απόδειξη ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Αξιολόγηση αξιοπιστίας μαρτύρων σε υπόθεση επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης ― Ήταν ορθή και δεν παρεχόταν πεδίο για επέμβαση του Εφετείου για παραγκωνισμό της ετυμηγορίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο κατηγορούμενος ήταν ένοχος.
Ο παραπονούμενος και ο κατηγορούμενος (εφεσείων) είχαν διαφορές ως ανταγωνιστές στον τομέα εφοδιασμού μηχανών παροχής νερού στο κοινό, που συνήθως τοποθετούνται έξω από περίπτερα.
Η έφεση αυτή στρέφεται εναντίον της καταδίκης του εφεσείοντος σε κατηγορία επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης. Τα σχετικά με την υπόθεση γεγονότα διαδραματίστηκαν κατά τη διάρκεια επεισοδίου μεταξύ του παραπονούμενου και του κατηγορούμενου έξω από περίπτερο στη λεωφόρο Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ' στην Αραδίππου, όταν ο κατηγορούμενος έριξε χάρτινο κυτίο χυμού και κτύπησε με αυτό στο πρόσωπο τον παραπονούμενο. Αμέσως μετά το επεισόδιο ο παραπονούμενος, φέροντας κεφαλαιμάτωμα, κατήγγειλε την υπόθεση στην Αστυνομία και στη συνέχεια παραπέμφθηκε στο νοσοκομείο όπου κρατήθηκε για προληπτικούς λόγους. Ο εφεσείων τόνισε ιδιαίτερα κατ' έφεση πως δεν ήταν, υπό τις περιστάσεις, δικαιολογημένο το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως πράγματι έριξε το χάρτινο κυτίο χυμού και κτύπησε με αυτό τον παραπονούμενο στο πρόσωπο με αποτέλεσμα την πρόκληση του κεφαλαιματώματος, αφού απορρίφθηκε το μεγαλύτερο μέρος της μαρτυρίας του παραπονούμενου. Επικαλέσθηκε επίσης αντιφάσεις και αδυναμίες στη μαρτυρία του παραπονούμενου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν διαπίστωσε βάσιμο λόγο για ανατροπή της διαπίστωσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως αιτία τραυματισμού του παραπονούμενου ήταν το κτύπημα που αυτός δέκτηκε στο κεφάλι με το κυτίο του χυμού, και ότι δεν υπήρχε απλή λογομαχία χωρίς οτιδήποτε άλλο μεταξύ εφεσείοντος και παραπονούμενου, για να καταλήξει ο τελευταίος στον αστυνομικό σταθμό και, στη συνέχεια, στο νοσοκομείο με κεφαλαιμάτωμα.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Καταδίκης.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Γεωργίου-Αντωνίου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 13382/07), ημερομηνίας 27/6/08.
Α. Δημητρίου, για τον Eφεσείοντα.
Α. Κάρνου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Ex tempore
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε τον κατηγορούμενο ένοχο σε κατηγορία για επίθεση με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης και του επέβαλε ποινή φυλάκισης ενός μηνός με αναστολή. Η έφεση αφορά στην καταδίκη μόνο.
Προκύπτει από το σύνολο της μαρτυρίας, όπως τη συνοψίζει το πρωτόδικο Δικαστήριο αλλά και από το πλαίσιο της γραμμής που ακολουθήθηκε κατά τη δίκη, πως δημιουργήθηκε επεισόδιο μεταξύ του παραπονούμενου και του κατηγορούμενου έξω από το περίπτερο του Στέλιου Ελευθερίου, ΜΥ1, στη λεωφόρο Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ' στην Αραδίππου. Αμέσως μετά το επεισόδιο ο παραπονούμενος, φέροντας κεφαλαιμάτωμα, υπέβαλε καταγγελία στον αστυνομικό σταθμό και, στη συνέχεια, παραπέμφθηκε στο νοσοκομείο. Στο νοσοκομείο τον εξέτασε η ιατρός Ε. Παπανικολάου που έδωσε οδηγίες για την κράτησή του για προληπτικούς λόγους. Το κεφαλαιμάτωμα, όπως εξήγησε, μπορούσε να είχε προκληθεί είτε με γροθιά είτε και με άλλο αντικείμενο.
Στις λεπτομέρειες της καταγγελίας που υπέβαλε ο παραπονούμενος θα αναφερθούμε στη συνέχεια. Σημειώνουμε τώρα πως ο κατηγορούμενος αρχικά δήλωσε στον αστυφύλακα Α. Γιωργαλλή που ανέλαβε τη διερεύνηση πως ό,τι είχε να πει θα το έλεγε στο Δικαστήριο και, στη συνέχεια, σε απάντηση της γραπτής κατηγορίας που του απαγγέλθηκε, ότι «δεν ξέρω τίποτε εγώ». Στο δικαστήριο επέλεξε να παραμείνει σιωπηλός. Κάλεσε όμως δυο μάρτυρες υπεράσπισης που είχαν δώσει κατάθεση στην αστυνομία εξ αρχής και που φέρονταν από τον παραπονούμενο να ήταν παρόντες στη σκηνή κατά το χρόνο κατά τον οποίο είχε δεχτεί την επίθεση του κατηγορούμενου κατ' αρχάς με το ρίψιμο ενός χάρτινου κυτίου χυμού που τον κτύπησε στο πρόσωπο. Περαιτέρω, με δυνατό σφίξιμο του λαιμού και με τρείς γροθιές στο πρόσωπο.
Προκύπτει πως ο παραπονούμενος και ο κατηγορούμενος είχαν διαφορές ως ανταγωνιστές στον τομέα του εφοδιασμού μηχανών παροχής νερού στο κοινό που, συνήθως, τοποθετούνται έξω από περίπτερα. Ήταν η μαρτυρία του παραπονούμενου πως όταν τον είδε εκεί ο κατηγορούμενος του είπε να μην παραδίδει νερό στους πελάτες του και αμέσως του έριξε ένα χάρτινο κυτίο χυμού που κρατούσε το οποίο τον κτύπησε στο πρόσωπο. Στη συνέχεια, τον άρπαξε από το λαιμό και τον κτύπησε τρεις φορές με τη γροθιά του. Παρενέβησαν οι παρόντες, το επεισόδιο έληξε και μετέβη στον αστυνομικό σταθμό όπου υπέβαλε την καταγγελία του.
Ως παρόντες αναφέρθηκαν ο ιδιοκτήτης του περιπτέρου και ο Σταύρος Χατζηχαραλάμπους. Ο ιδιοκτήτης του περιπτέρου βεβαίωσε πως ο παραπονούμενος αγόρασε χυμό σε χάρτινο κυτίο αλλά τοποθέτησε τον εαυτό του μέσα στο περίπτερο καθ' όλον τον ουσιώδη χρόνο. Άκουσε φωνές αλλά δεν είδε τίποτε. Ο Σταύρος Χατζηχαραλάμπους τοποθέτησε τον εαυτό του στη σκηνή αλλά κατά τη μαρτυρία του υπήρξε μόνο λογομαχία. Τους χώρισε και δεν έγινε τίποτε άλλο. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, όταν ο παραπονούμενος έφυγε «έμοιαζε με άνθρωπο που μόλις είχε τελειώσει την εργασία του».
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν δέχτηκε τη μαρτυρία των δυο μαρτύρων υπεράσπισης. Εκτίμησε πως ο πρώτος σκόπιμα τοποθέτησε τον εαυτό του εκτός οπτικής επαφής και ότι ο άλλος σκόπιμα εμφάνισε το επεισόδιο να είχε εξαντληθεί σε κάποιας μορφής λογομαχία, στην προσπάθειά τους να μην εμπλακούν στις διαφορές των δυο. Δεν δέχτηκε, όμως, και τη μαρτυρία του παραπονούμενου στο σύνολό της. Θεώρησε πως η μαρτυρία του για το σφίξιμο από το λαιμό και για τις τρεις γροθιές ήταν υπερβολή στην προσπάθειά του να πείσει το Δικαστήριο για τη σοβαρότητα του τραυματισμού του, κατ' αντίθεση προς τα ιατρικά ευρήματα της ιατρού Παπανικολάου. Θα ήταν θέμα για συζήτηση το κατά πόσο αυτής της μορφής η αιτιολόγηση της απόρριψης αυτού του μέρους της μαρτυρίας του παραπονούμενου είναι ορθή. Η κάκωση που υπέστη ο παραπονούμενος ήταν συγκεκριμένη και την είχε διαπιστώσει η ιατρός. Επομένως, δεν μπορούσε να τίθεται ζήτημα υπερβολής σε σχέση με τη σοβαρότητα του τραυματισμού. Όπως και αν αυτός είχε προκληθεί, ήταν ο τραυματισμός που διαπίστωσε η ιατρός. Περαιτέρω, δεν προκύπτει ότι η ιατρός απέκλεισε το ενδεχόμενο να είχε πράγματι δεχτεί ο παραπονούμενος την επίθεση που εκείνος περιέγραψε και να μην δημιουργήθηκαν οποιασδήποτε μορφής άλλες εξωτερικές κακώσεις. Όπως σημειώσαμε δε, η ιατρός ανέφερε πως το κεφαλαιμάτωμα μπορούσε να είχε προκληθεί είτε με γροθιά είτε με άλλο αντικείμενο.
Και ο δεύτερος λόγος για τον οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ως υπερβολή τους ισχυρισμούς του παραπονούμενου θα μπορούσε να συζητηθεί πως δεν βρίσκει έρεισμα στη μαρτυρία. Αφήνει απορίες, σημείωσε η πρωτόδικος δικαστής, το γεγονός ότι ενώ δέχτηκε τέτοιας φύσης επίθεση ως αποτέλεσμα της οποίας κρατήθηκε στο νοσοκομείο, μπόρεσε να μαζέψει τα λάστιχα του και να οδηγήσει το αυτοκίνητό του στον αστυνομικό σταθμό και μετά στο νοσοκομείο. Επαναλαμβάνουμε πως το κεφαλαιμάτωμα ήταν δεδομένο και πως, εν πάση περιπτώσει, δεν υπήρχε οποιασδήποτε μορφής μαρτυρία που θα μπορούσε να στηρίξει τέτοιας μορφής εκτίμηση. Τελικά το πρωτόδικο Δικαστήριο εξηγώντας τη διαπίστωσή του πως ο παραπονούμενος είχε περιπέσει σε αντιφάσεις αναφέρθηκε στον ισχυρισμό του ότι είπε εξ αρχής στον αστυνομικό ότι ο κατηγορούμενος, πέραν των άλλων, τον είχε απειλήσει πράγμα που εκείνος δεν σημείωσε στην κατάθεση. Ο αστυνομικός αρνήθηκε ότι ο παραπονούμενος του είχε αναφέρει οτιδήποτε για απειλή και το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι υπήρχε αντίφαση αφού όταν μετά από μερικές μέρες ο κατηγορούμενος προέβη σε συμπληρωματική κατάθεση, δεν αναφέρθηκε στην απειλή. Χωρίς όμως να αναφερθεί και στην εξήγηση που έδωσε ο παραπονούμενος ότι δηλαδή ξέχασε να αναφερθεί στην απειλή. Ο σκοπός της συμπληρωματικής του κατάθεσης ήταν άλλος. Θα μπορούσε και, εν προκειμένω, να συζητηθεί το κατά πόσο πράγματι έχουμε αντίφαση και εν πάση περιπτώσει, το κατά πόσο τέτοιας μορφής αντίφαση θα μπορούσε να έχει αντανάκλαση στα περιστατικά κάτω από τα οποία επισυνέβη το επεισόδιο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχτηκε πως πράγματι ο κατηγορούμενος έριξε το χάρτινο κυτίο χυμού και κτύπησε με αυτό στο πρόσωπο τον παραπονούμενο με αποτέλεσμα την πρόκληση του κεφαλαιματώματος. Με την ειδοποίηση έφεσης, το διάγραμμα της αγόρευσης και την επιχειρηματολογία ενώπιόν μας, ιδιαίτερα τονίστηκε πως κάτω από τις περιστάσεις αυτό δεν ήταν δικαιολογημένο, αφού απορρίφθηκε το μεγαλύτερο μέρος της μαρτυρίας του παραπονούμενου. Επίσης συζητήθηκαν τα αναφερθέντα ως αδυναμίες και αντιφάσεις στη μαρτυρία του παραπονούμενου και αναπτύχθηκαν επιχειρήματα σε σχέση με το δικαιολογημένο της απόρριψης της μαρτυρίας των δυο μαρτύρων υπεράσπισης.
Έχουμε εξετάσει τα δεδομένα στο σύνολό τους και δεν έχουμε ικανοποιηθεί πως στοιχειοθετήθηκε λόγος για να παρέμβουμε στις εκτιμήσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την αξιοπιστία του παραπονούμενου και των μαρτύρων υπεράσπισης. Επικυρώνουμε την κατάληξή του πως δεν υπήρξε απλή λογομαχία χωρίς οτιδήποτε άλλο, για να καταλήξει ο παραπονούμενος στον αστυνομικό σταθμό και, στη συνέχεια, στο νοσοκομείο, με κεφαλαιμάτωμα. Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν πως ο παραπονούμενος δέχτηκε κτύπημα με το κυτίο του χυμού στο κεφάλι και δεν είμαστε έτοιμοι να διαταράξουμε αυτή τη διαπίστωσή του.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.