ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2010) 2 ΑΑΔ 447

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 204/2009)

 

 

13 Σεπτεμβρίου, 2010

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

 

 

 

SVELTKA KOLEVA KOLEVA,

 

Εφεσείουσα,

 

ν. 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

 

Γ. Κούμας, για την Εφεσείουσα.

 

Α. Κάρνου (κα) με Ν. Πετρίδου (κα), Δικηγόροι της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(EX-TEMPORE)

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα αντιμετώπισε κατηγορία πώλησης οινοπνευματωδών ποτών χωρίς άδεια, με ημερομηνία αναφερόμενη την 1/6/2009. Παρεδέχθη ενοχή και τα γεγονότα όπως εξετέθησαν αφορούσαν στο θέμα της επιβολής της ποινής. Ανεφέρθη ιδιαιτέρως από τον ευπαίδευτο συνήγορο της ότι είχε υποβληθεί αίτηση ανανέωσης της άδειας, η οποία υφίστατο από προηγούμενα χρόνια, και ότι αυτό είχε γίνει εμπρόθεσμα, αλλά υπήρξε μεγάλη καθυστέρηση στην έκδοση της άδειας, αφού η μεν αίτηση υπεβλήθη την 17/3/2009, η δε έκδοση έγινε την 10/8/2009. Ήταν, δηλαδή, στο μεταξύ διάστημα, την 21/6/2009 όπως ανεφέρθη, που κατεγγέλθη η εφεσείουσα. Η βασική εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου ήταν ότι αποκλειστική ευθύνη για την καθυστέρηση είχε η αρμόδια αρχή και ότι δεν θα έπρεπε η εφεσείουσα να υποστεί τις συνέπειες, υπό τη μορφή οποιασδήποτε ποινής, της κακής αυτής πρακτικής της διοίκησης.

 

Το Δικαστήριο αναγνώρισε τα δεδομένα αυτά και τη λογική της εισήγησης και, υποδεικνύοντας ότι πρόκειται για αδίκημα που έχει κάποια σοβαρότητα, με την έννοια ότι τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι                        6 μηνών ή πρόστιμο μέχρι €1,708, εντούτοις, έλαβε υπόψη του το γεγονός ότι είχε υποβληθεί εμπρόθεσμα η αίτηση και ότι όποια καθυστέρηση οφείλετο σε λόγους που δεν εξηγήθησαν στο Δικαστήριο. Είχε καθοδήγηση από τη νομολογία το Δικαστήριο για να καταλήξει στην απόφαση του να επιβάλει εγγύηση €2.000 για ένα χρόνο στην εφεσείουσα, τις υποθέσεις Δημητρίου ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 17 και Κατσούδης ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 574, όπου με παρόμοια γεγονότα ποινές προστίμου επιβληθείσες πρωτοδίκως ανετράπησαν κατ' έφεση και αντικατεστάθησαν με εγγυήσεις, ακριβώς στη βάση ότι η καθυστέρηση οφείλετο αποκλειστικά στο αρμόδιο διοικητικό όργανο.

 

Ενώπιον μας ο ευπαίδευτος συνήγορος για την εφεσείουσα προχώρησε περισσότερο, εισηγούμενος ότι δεν θα πρέπει να επιβάλλετο οποιαδήποτε ποινή, έστω και υπό τη μορφή εγγύησης, σε τέτοιες περιπτώσεις, ακριβώς για να τονιστεί ότι ο καταδικασθείς δεν έχει ευθύνη και ότι αποκλειστική ευθύνη έχει το αρμόδιο όργανο της διοίκησης, ώστε η διοίκηση, αντιμετωπιζόμενη ενιαία, να αντιληφθεί ότι δεν μπορεί να καθυστερεί στη διεκπεραίωση των αδειών.

 

Κατά τη συζήτηση που υπήρξε υποδείξαμε ότι, βεβαίως, η έγκαιρη υποβολή της αίτησης δεν εξυπακούει και βεβαιότητα έκδοσης της σχετικής άδειας. Εν πάση περιπτώσει θα απαιτηθεί κάποιος χρόνος για τη διεκπεραίωση της αίτησης ανάλογα και με τον όγκο της εργασίας ο οποίος θα υπάρχει. Εξάλλου, η έκδοση της άδειας και οι όροι που θα επιβληθούν σε αυτήν είναι θέμα του διοικητικού οργάνου. Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν, ο ενεργών ως να είχε άδεια επί τη προοπτική της έκδοσης της άδειας, λαμβάνει κάποιο κίνδυνο ο ίδιος ώστε, εάν εν τω μεταξύ παρανομήσει πριν την έκδοση της νέας άδειας, να υπόκειται στην πιθανότητα επιβολής κυρώσεων. Εδώ ασφαλώς το χρονικό διάστημα ήταν πάρα πολύ μεγάλο, μιλούμε για ένα διάστημα έξι μηνών από την ημέρα της καταχώρισης της υποβολής της αίτησης, όμως, δεν πρέπει να διαφεύγει ότι η διάπραξη του αδικήματος ήταν δεδομένη και το Δικαστήριο άσκησε διακριτική ευχέρεια στην επιβολή της ποινής.

 

Το Εφετείο δεν εξετάζει το θέμα ως εάν το ίδιο θα επέβαλλε ή δεν θα επέβαλλε εγγύηση ή αν θα επέβαλλε ή δεν θα επέβαλλε οιαδήποτε ποινή επί των ιδίων αυτών γεγονότων, αλλά από την άποψη κατά πόσο η ποινή η οποία επεβλήθη θα μπορούσε να είχε επιβληθεί ευλόγως, έστω και αν ουδεμία ποινή θα επιβάλλετο από κάποιο άλλο Δικαστήριο υπό τις ίδιες συνθήκες. Η έκδηλη υπερβολή της ποινής είναι λοιπόν το μέτρο κρίσεως του Εφετείου και όχι η άσκηση πρωτογενώς δικής του κρίσεως.

 

Με αυτά τα δεδομένα, και έχοντας υπόψη τις υποδείξεις της νομολογίας στην οποία έχει γίνει ήδη αναφορά, δεν βλέπουμε πώς θα μπορούσαμε να παρέμβουμε με την ποινή η οποία είχε επιβληθεί και έτσι η έφεση απορρίπτεται.

 

 

                                                     Δ.

 

 

                                                      Δ.

 

 

                                                      Δ.

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο