ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 2 ΑΑΔ 417
14 Ιουλίου, 2009
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, KΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΡΙΣΤΟΣ ΤΖΙΑΜΑΛΗΣ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ (ΑΡ. 2),
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 186/2007)
Ποινική Δικονομία ― Όρκος ― Εφαρμοστέες αρχές σε σχέση με το θέμα του όρκου σε ποινική διαδικασία ― Άρθρο 55(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155.
Απόδειξη ― Σεξουαλικά αδικήματα ― Μαρτυρία ― Κατά πόσο η μαρτυρία της παραπονούμενης, η οποία δόθηκε κατόπιν βεβαίωσης αντί όρκου, ήταν «ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαράς ηλικίας», οπόταν, οι ρητές πρόνοιες του Άρθρου 9 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9, καθιστούσαν ανεπίτρεπτη την καταδίκη του κατηγορούμενου χωρίς την ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας.
Λέξεις και Φράσεις ― «Όρκος», «ορκίζομαι» και «ένορκη δήλωση» στον περί Ερμηνείας Νόμο, Κεφ.1.
Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της καταδίκης του εφεσείοντος σε κατηγορίες για σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκου, απαγωγή θήλεως μεταξύ 13 και 17 ετών, απόπειρα βιασμού, διαφθορά θήλεως μεταξύ 13 και 17 ετών και άσεμνη επίθεση κατά γυναίκας.
Η παραπονούμενη αρχικά ορκίστηκε, όμως, όταν συμπληρώθηκε η κυρίως εξέτασή της, σε ερώτηση του τότε δικηγόρου του εφεσείοντος, δήλωσε πως δεν ήταν χριστιανή. Τότε αυτή έδωσε βεβαίωση πριν την αντεξετασή της.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού προειδοποίησε τον εαυτό του, καταδίκασε τον εφεσείοντα στη βάση της μαρτυρίας της παραπονούμενης, χωρίς ενισχυτική μαρτυρία, κρίνοντας πως δεν εφαρμόζετο στην περίπτωση το Άρθρο 9 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9 και πως, συνεπώς, δεν ήταν υποχρεωτικό, για στήριξη καταδίκης, να υπάρξει ενισχυτική μαρτυρία.
Το θέμα που εξετάστηκε από το Εφετείο αφορά στο κατά πόσο η μαρτυρία της παραπονούμενης, ηλικίας 17 ετών όταν κλήθηκε στο εδώλιο, ήταν «ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαράς ηλικίας» και επομένως ετύγχανε εφαρμογής το Άρθρο 9 του Κεφ.9 ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι, ως θέμα νόμου, ήταν υποχρεωτικό, για να στηριχθεί καταδίκη, να υπήρχε ενισχυτική μαρτυρία.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Στην παρούσα υπόθεση υπάρχει εξομοίωση της ένορκης μαρτυρίας και της διαβεβαίωσης αντί όρκου όπως τις προβλέπει το Άρθρο 55(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155.
2. Το Άρθρο 9 του Κεφ.9 αναφέρεται στην ηλικία του προσώπου όταν αυτό καταθέτει ως μάρτυρας. Το άρθρο αυτό δεν είναι στεγνά συναρτημένο προς την ηλικία του μάρτυρα αυτή καθ' εαυτήν.
3. Ο ορισμός των όρων «όρκος», «ορκίζομαι» και «ένορκη δήλωση» στον περί Ερμηνείας Νόμο, Κεφ.1, «περιλαμβάνει και εφαρμόζεται στη βεβαίωση ή δήλωση προσώπου στο οποίο από νόμο επιτρέπεται να προβαίνει σε βεβαίωση ή δήλωση αντί όρκου».
4. Το Δικαστήριο έχει διακριτική ευχέρεια να εξετάσει παιδί νεαράς ηλικίας και αν διαπιστώσει πως αυτό δεν αντιλαμβάνεται τη φύση του όρκου, τότε η μαρτυρία του δίδεται χωρίς όρκο οπόταν προκύπτει «ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαράς ηλικίας».
5. Στην προκείμενη περίπτωση η μαρτυρία της παραπονούμενης δεν ήταν «ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαράς ηλικίας». Επομένως, εδώ δεν υπάρχει πεδίο εφαρμογής του Άρθρου 9 του Κεφ.9 ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι, ως θέμα νόμου, ήταν υποχρεωτική η ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας για στήριξη της καταδίκης.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Τζιάμαλης v. Δημοκρατίας (2008) 2 A.A.Δ. 542,
Κ. Κ. v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2008) 2 A.A.Δ. 294.
Έφεση εναντίον Kαταδίκης.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Xαραλάμπους, A.E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 2427/04), ημερομηνίας 2/8/07.
Π. Αγγελίδης, για τον Eφεσείοντα.
Δ. Παπαμιλτιάδους-Νεοκλέους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων βρέθηκε ένοχος σε πέντε κατηγορίες. Αυτές αφορούσαν σε (1) σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκου, (2) απαγωγή θήλεως κάτω των 16 ετών, (3) απόπειρα βιασμού, (4) διαφθορά θήλεως μεταξύ 13 και 17 ετών και (5) άσεμνη επίθεση κατά γυναίκας. Του επιβλήθηκαν διάφορες ποινές φυλάκισης, με σοβαρότερη εκείνη των 2½ ετών στην πρώτη κατηγορία. Η έφεση αφορά μόνο στην καταδίκη.
Η καταδίκη στηρίχτηκε στη μαρτυρία της παραπονούμενης. Ενισχυτική μαρτυρία, όπως σημειώνει και ο πρωτόδικος δικαστής, δεν υπήρχε. Ο πρωτόδικος δικαστής έκρινε πως δεν ήταν εφαρμόσιμο στην περίπτωση το Άρθρο 9 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9* και πως, συνεπώς, δεν ήταν υποχρεωτικό, για να στηριχτεί καταδίκη, να υπάρξει ενισχυτική μαρτυρία. Προειδοποίησε, όμως, τον εαυτό του για τους κινδύνους αφού τα αδικήματα ήταν σεξουαλικής φύσης. Κατέληξε πως η μαρτυρία της παραπονούμενης ήταν τέτοιας ποιότητας που καθίστατο απόλυτα ασφαλές να εκδοθεί, στη βάση της, καταδικαστική απόφαση.
Διατηρήθηκε μόνο ένας λόγος έφεσης. Αυτός αφορά στο ζήτημα του Άρθρου 9 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9. Κατά την εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου του εφεσείοντα, οι ρητές πρόνοιες αυτού του άρθρου καθιστούσαν ανεπίτρεπτη την καταδίκη χωρίς την ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας αφού, όπως αυτό προνοούσε,
«κανένας δεν καταδικάζεται για ποινικό αδίκημα με την ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαρής ηλικίας, εκτός αν η ανώμοτη αυτή μαρτυρία ενισχύεται από ουσιώδη απόδειξη που εμπλέκει τον κατηγορούμενο.»
Δεν υπήρξε αντιγνωμία, προδήλως ορθώς, σε σχέση με την έννοια του Άρθρου 9 στην περίπτωση που είναι υπαρκτό το υπόβαθρό του, δηλαδή η «ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαρής ηλικίας». Δεν είναι δυνατή η καταδίκη χωρίς την ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας. Το επιχείρημα της ευπαιδεύτου συνηγόρου για την εφεσίβλητη επικεντρώνεται στα πραγματικά δεδομένα. Παραπέμπει στο Άρθρο 55(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155*, με την εισήγηση πως εν προκειμένω, δεν έχουμε «ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαρής ηλικίας» αφού δεν είχε κριθεί πρωτοδίκως πως η παραπονούμενη δεν ήταν σε θέση να αντιλαμβάνεται τη φύση του όρκου. Δεν ορκίστηκε, όπως αναφέρει, επειδή δεν θρησκευόταν. Αντί όρκου έδωσε διαβεβαίωση και σ' αυτή την περίπτωση «η διαβεβαίωση αντί όρκου εξομοιούται, είναι ένα και το αυτό με την ένορκη μαρτυρία». Σ' αυτό το πλαίσιο τα μέρη αναφέρθηκαν στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Άριστος Τζιάμαλης ν. Δημοκρατίας (2008) 2 A.A.Δ. 542, την οποία ο κ. Αγγελίδης χαρακτήρισε ως λανθασμένη. Όμως, δεν είναι θέμα της παρούσας διαδικασίας η ορθότητα της εκεί κατάληξης. Υπάρχει βεβαίως και σε εκείνη το ζήτημα της εξομοίωσης της βεβαίωσης προς κατάθεση με όρκο, αλλά, εν προκειμένω, όπως θα δούμε, το ζήτημα αυτής της εξομοίωσης συζητείται στη βάση της πρώτης επιφύλαξης στο Άρθρο 55(1) και όχι της δεύτερης.
Στην παρούσα υπόθεση, όταν η παραπονούμενη κλήθηκε στο εδώλιο του μάρτυρα ήταν ήδη 17 ετών και χωρίς να είχε μεσολαβήσει οτιδήποτε, σύμφωνα με το πρακτικό, ορκίστηκε. Όμως, όταν συμπληρώθηκε η κυρίως εξέτασή της, ο τότε δικηγόρος του εφεσείοντα της υπέβαλε ερώτημα σχετικά με το θρήσκευμά της. Δήλωσε πως δεν ήταν χριστιανή και ο δικηγόρος του εφεσείοντα υπέβαλε πως ίσως χρειαζόταν να δοθεί κάποια βεβαίωση. Και, πράγματι, αφού δόθηκε τέτοια βεβαίωση η μάρτυρας αντεξετάστηκε. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά:
«Ε. Κυρία μάρτυς τι θρήσκευμα έχετε;
Α. Δεν είμαι χριστιανή.
Ε. Γιατί ορκιστήκατε στο Ιερό Ευαγγέλιο και δεν δηλώσετε στο Δικαστήριο ότι δεν είστε χριστιανή;
Α. Ποτέ δεν είπα ότι είμαι χριστιανή.
Δικαστήριο
Εμείς θεωρήσαμε δεδομένο ότι ήταν χριστιανή η παραπονούμενη γι' αυτό την βάλαμε να ορκιστεί.
κ. Αλεξάνδρου
Κύριε Πρόεδρε ίσως η Κατηγορούσα Αρχή θα έπρεπε να γνωρίζει γιατί όταν την κάλεσε εδώ ήταν σίγουρα, καμία ευθύνη του Δικαστηρίου να δοθεί μαρτυρία χρησιμοποιώντας όρκο από την στιγμή που η μάρτυρας αυτή δεν ήταν χριστιανή. Ίσως χρειάζεται να δοθεί κάποια βεβαίωση με την οποία ευθύνη την είχε η Κατηγορούσα Αρχή. Εγώ θα προχωρήσω την διαδικασία εν πάση περιπτώσει και είναι θέματα που πιθανόν να συζητηθούν στο τέλος της ημέρας.
Δικαστήριο
Μπορείς να προχωρήσεις κ. Αλεξάνδρου.
κ. Αλεξάνδρου
Μαρτυρία χωρίς όρκο με μια μάρτυρα που δεν προσθέτει ένα θρήσκευμα.
Δικαστήριο
Μπορεί να διαβεβαιώσει τουλάχιστον για σήμερα.
(Η παραπονούμενη στέκεται και κάνει βεβαίωση)».
Έχουμε ήδη αναφερθεί στο Άρθρο 9 του Κεφ. 9 και στο ερώτημα που τίθεται. Αν, δηλαδή, έχουμε στην περίπτωση, «ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαρής ηλικίας» ώστε αυτό το άρθρο να είναι εφαρμόσιμο. Αυτός ο όρος δεν μπορεί παρά να παραπέμπει στον όμοιο όπως τον βρίσκουμε στο αναφερθέν Άρθρο 55(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, ως συναφώς in pari materia. Αφού είναι αυτό το άρθρο που εισάγει τη ρύθμιση ακριβώς αναφορικά με την ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαρής ηλικίας. Ο κ. Αγγελίδης, κατά τη συζήτηση του θέματος και ενόψει της αναφοράς της κας Παπαμιλτιάδους σ' αυτό το άρθρο, υποστήριξε πως και κάτω από τέτοιο πρίσμα έχουμε και πάλιν «ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαρής ηλικίας» επειδή ως η ουσιώδης ηλικία της παραπονούμενης θα πρέπει να θεωρηθεί εκείνη κατά το χρόνο της κατ' ισχυρισμόν διάπραξης των αδικημάτων και όχι κατά το χρόνο της μαρτυρίας της στο Δικαστήριο. Έχουμε την αντίθετη άποψη. Το Άρθρο 9 αναφέρεται στην ηλικία του προσώπου όταν αυτό καταθέτει ως μάρτυρας. Εν πάση περιπτώσει, όπως θα δούμε, το άρθρο δεν είναι στεγνά συναρτημένο προς την ηλικία του μάρτυρα, αυτήν καθ' εαυτήν.
Όπως εξηγήθηκε και στην Κ.Κ. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2008) 2 A.A.Δ. 294, στο πλαίσιο του Άρθρου 55(1) του Κεφ. 155, «η γενική αρχή είναι ότι όλοι οι μάρτυρες σε ποινική διαδικασία πρέπει να εξετάζονται ενόρκως». Ακολουθούν, όμως, δυο επιφυλάξεις. Η πρώτη αφορά στην περίπτωση που πρόσωπο «ενίσταται να ορκιστεί και που αναφέρει ως λόγο της ένστασης αυτής είτε ότι δεν θρησκεύεται είτε ότι το να ορκιστεί αντίκειται στη θρησκεία του». Οπότε, έχει δικαίωμα «αντί να ορκιστεί να προβεί σε βεβαίωση» όπως αυτή καθορίζεται. Προχωρά δε ακόμα ένα βήμα η επιφύλαξη. Ορίζει πως «η βεβαίωση αυτή έχει την ίδια ισχύ και το ίδιο αποτέλεσμα ωσάν αυτός να είχε ορκιστεί». Επομένως, δεν χρειάζονται καν άλλοι συλλογισμοί αναφορικά με την εξομοίωση της ένορκης μαρτυρίας και της βεβαίωσης όπως τις προβλέπει το Άρθρο 55(1). Σημειώνουμε εδώ και τον ορισμό των όρων «όρκος», «ορκίζομαι» και «ένορκη δήλωση» στον περί Ερμηνείας Νόμο, Κεφ. 1. Ορίζεται πως η κάθε μια από αυτές τις έννοιες «περιλαμβάνει και εφαρμόζεται στη βεβαίωση ή δήλωση προσώπου στο οποίο από νόμο επιτρέπεται να προβαίνει σε βεβαίωση ή δήλωση αντί όρκου».
Η δεύτερη επιφύλαξη εισάγει ακριβώς την έννοια της ανώμοτης μαρτυρίας παιδιού νεαρής ηλικίας. Προνοεί ότι,
«το Δικαστήριο δύναται να εξετάσει χωρίς όρκο οποιοδήποτε παιδί νεαρής ηλικίας το οποίο, κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου, δεν αντιλαμβάνεται τη φύση του όρκου».
Έπεται πως αποτελεί προϋπόθεση για να προκύψει τέτοια ανώμοτη μαρτυρία, η διαμόρφωση κρίσης, από το Δικαστήριο, πως το παιδί νεαράς ηλικίας δεν αντιλαμβάνεται τη φύση του όρκου. Κρίση που διαμορφώνεται, όπως περαιτέρω εξηγήθηκε στην Κ.Κ. ν. Γενικού Εισαγγελέα (ανωτέρω), μετά από εξέταση στην οποία, κατά διακριτική ευχέρεια, το Δικαστήριο μπορεί να προχωρήσει. Οπότε, σε τέτοια περίπτωση, η μαρτυρία δίδεται χωρίς όρκο και προκύπτει «ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαρής ηλικίας».
Η παραπονούμενη ήταν, όπως σημειώσαμε, 17 ετών όταν κλήθηκε στο εδώλιο και, πάντως, ο πρωτόδικος δικαστής δεν έκρινε πως χρειαζόταν να εξετάσει αν αντιλαμβανόταν τη φύση του όρκου. Η παραπονούμενη ορκίστηκε και τα μετέπειτα δεν αφορούσαν σ' αυτή την πτυχή. Αφορούσαν στο θρήσκευμα της παραπονούμενης και θα παρατηρήσουμε πως, προφανώς, η πορεία στη συνέχεια, που κατέληξε στην παροχή βεβαίωσης, ακολουθήθηκε χωρίς να ήταν υπόψη το Άρθρο 55(2) του Κεφ. 155 σύμφωνα με το οποίο «όταν επαχθεί και δοθεί όρκος κανονικά, το γεγονός ότι κατά το χρόνο της ορκωμοσίας το πρόσωπο στο οποίο επάχθηκε όρκος δεν θρησκεύετο ή η ορκωμοσία αντίκειτο στη θρησκεία του, δεν επηρεάζει για οποιοδήποτε σκοπό την εγκυρότητα του όρκου αυτού». Δεν είναι όμως αυτό το θέμα μας. Το θέμα μας αφορά στο κατά πόσο η μαρτυρία της παραπονούμενης ήταν «ανώμοτη μαρτυρία παιδιού νεαράς ηλικίας» και, στη βάση των πιο πάνω, καταλήγουμε πως δεν ήταν τέτοια. Επομένως, δεν υπάρχει εδώ πεδίο εφαρμογής του Άρθρου 9 του Κεφ. 9 ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι, ως θέμα νόμου, ήταν υποχρεωτικό, για να υπάρξει καταδίκη, να υπήρχε ενισχυτική μαρτυρία.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.
* Η τροποποίηση του Άρθρου 9 του Κεφ. 9 με το Ν. 14(Ι)/09 δεν εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση, και αναφερόμαστε στο άρθρο, όπως αυτό είχε.
* Η τροποποίηση του Άρθρου 55(1) του Κεφ. 155 με το Ν. 9(I)09 δεν εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση και αναφερόμαστε στο άρθρο, όπως αυτό είχε.