ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 2 ΑΑΔ 342
27 Μαΐου, 2009
[ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]
ARMEN GKEVONTIAN,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ.187/2008)
Ποινή ― Συνομωσία για διάπραξη κακουργήματος, διαρρήξεις διαφόρων υποστατικών, περιλαμβανομένης κατοικίας, και κλοπής από κατοικία ― Παραδοχή ― Λευκό ποινικό μητρώο ― Εφεσείων, πατέρας ενός παιδιού, δεν διεδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διάπραξη των αδικημάτων ― Επιβολή ποινής φυλάκισης 18 μηνών ― Επικυρώθηκε κατ' έφεση.
Ποινή ― Διαφοροποίηση ― Επιβολή μικρότερης ποινής στον εφεσείοντα από την ποινή που επιβλήθηκε σε συγκατηγορούμενούς του, ενόψει του μη καθοριστικού ρόλου του στη διάπραξη των αδικημάτων.
Ο εφεσείων αμφισβητεί με την παρούσα έφεση την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης ισχυριζόμενος ότι δεν λήφθηκαν σοβαρά υπ' όψιν τα προσωπικά ελαφρυντικά του, ήτοι, το γεγονός ότι είναι λευκού ποινικού μητρώου, ότι ο ρόλος του στη διάπραξη των αδικημάτων δεν ήταν καθοριστικός και ότι είναι πατέρας ενός παιδιού.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε δεόντως υπόψη όλα τα προσωπικά περιστατικά του εφεσείοντος στην επιβολή της ποινής καθώς επίσης και στον καθορισμό της έκτασης της ποινής. Η διαφοροποίηση της ποινής που του επιβλήθηκε σε σχέση με τις ποινές που επιβλήθηκαν στους άλλους δύο κατηγορούμενους αντικατοπτρίζεται στις ποινές που επιβλήθηκαν στους συγκατηγορούμενους του (3 χρόνια φυλάκιση) ενώ στον εφεσείοντα είχε επιβληθεί ποινή φυλάκισης 18 μηνών.
2. Η επιβληθείσα ποινή ήταν ορθή υπό τις περιστάσεις.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Aμπίζας, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 14594/08), ημερομηνίας 2/10/08.
Ε. Φλουρέντζος, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Ζαχαριάδου, Aνώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Ex tempore
ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ. Ηλιάδη, Δ..
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ: Ο εφεσείων έχει καταδικαστεί σε 18 μήνες φυλάκιση για συμμετοχή του σε αδικήματα που αφορούν συνομωσία για διάπραξη κακουργήματος, διαρρήξεις διαφόρων υποστατικών, περιλαμβανομένης κατοικίας, και κλοπής από κατοικία, όπως αυτά καθορίζονται στις κατηγορίες 13-19. Η συμμετοχή του εφεσείοντα στις διαρρήξεις έγινε σε συνεργασία με τους κατηγορούμενους 1 και 2 στους οποίους είχαν επιβληθεί ποινές φυλάκισης 3 χρόνια.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης ισχυριζόμενος, μεταξύ άλλων, ότι δεν είχαν ληφθεί σοβαρά υπ' όψη τα προσωπικά ελαφρυντικά του. Πιο συγκεκριμένα, έχει υποδειχθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη σοβαρά το γεγονός ότι είναι λευκού ποινικού μητρώου, ότι ο ρόλος του στη διάπραξη των αδικημάτων δεν ήταν καθοριστικός και ότι είναι πατέρας ενός παιδιού.
Τα στοιχεία αυτά φαίνονται καθαρά ότι είχαν ληφθεί υπ' όψη στην πρωτόδικη απόφαση και πιο συγκεκριμένα στη σελ. 13 όπου αναφέρονται όλα τα προσωπικά περιστατικά του εφεσείοντος τα οποία θα μπορούσαν να ληφθούν υπ' όψη στον καθορισμό του είδους και της έκτασης της ποινής η οποία θα επιβαλλόταν. Επιπρόσθετα, στη σελ. 16 το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι, αφού έλαβε υπόψη «τις προσωπικές του περιστάσεις και περιπλέον το γεγονός ότι ο εφεσείων δεν είχε ηγετικό ρόλο στις περιπτώσεις των αδικημάτων για τα οποία έχει παραδεχθεί ενοχή, επιβάλλει ποινή φυλάκισης 18 μηνών».
Έχουμε εξετάσει τα όσα έχουν υποβληθεί εκ μέρους του εφεσείοντος και έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η έφεση είναι ανεδαφική. Από την παράθεση των πιο πάνω στοιχείων φαίνεται ότι όλα τα προσωπικά περιστατικά του εφεσείοντος είχαν ληφθεί δεόντως υπ' όψη στην επιβολή της ποινής και, αν και δεν υπάρχει προς τούτο ρητή αναφορά, και στον καθορισμό της έκτασης της ποινής. Η διαφοροποίηση της ποινής που του επιβλήθηκε σε σχέση με τις ποινές που επιβλήθηκαν στους άλλους δύο κατηγορούμενους αντικατοπτρίζεται στις ποινές που επιβλήθηκαν στους συγκατηγορούμενους του (3 χρόνια φυλάκιση) ενώ στον εφεσείοντα είχε επιβληθεί ποινή φυλάκισης 18 μηνών.
Έχουν παρουσιαστεί και από τις δύο πλευρές αποφάσεις που θα μπορούσαν να ληφθούν υπ' όψη από το Εφετείο ως προς το αν η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή. Από τα κείμενα των σχετικών αποφάσεων που έχουν δοθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντος, δεν βλέπουμε ότι μπορεί να υπάρξει διαφοροποίηση, με αναφορά στα δεδομένα των πιο πάνω υποθέσεων, σε βαθμό που θα κατέδειχνε λανθασμένη προσέγγιση και θα επέτρεπε τη μείωση της επιβληθείσας ποινής.
Καταλήγοντας, βρίσκουμε ότι η επιβληθείσα ποινή ήταν ορθή κάτω από τις περιστάσεις και η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.