ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 2 ΑΑΔ 86

19 Φεβρουαρίου, 2009

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΧΡΙΣΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 217/2008)

 

Ποινή ― Κλοπή βιβλιαρίου επιταγών ― Πλαστογραφία τεσσάρων επιταγών ― Παραδοχή ― Προηγούμενες καταδίκες για ανθρωποκτονία και ληστεία ― Προσωπικές περιστάσεις ― Δύσκολα παιδικά χρόνια ― Αποδοχή διατάγματος άμεσης αποζημίωσης ― Επιβολή συντρέχουσων ποινών φυλάκισης έξι μηνών και δύο ετών αντίστοιχα ― Επικυρώθηκαν κατ' έφεση.

Ο εφεσείων λίγους μήνες μετά την αποφυλάκισή του από τις φυλακές όπου εξέτισε ποινή φυλάκισης για ανθρωποκτονία και ληστεία, έκλεψε από αυτοκίνητο τσαντάκι που περιείχε, μεταξύ άλλων, και βιβλιάρια επιταγών και πλαστογράφησε τέσσερις επιταγές για το συνολικό ποσό των £2.930,00. Αυτές τις πλαστογραφημένες επιταγές τις παρέδωσε στο συγκατηγορούμενό του. Η υπόθεση εξιχνιάστηκε όταν διαπιστώθηκε ότι ο συγκατηγορούμενος προσπάθησε να εξαργυρώσει μια από τις επιταγές.

Ο εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή και του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης έξι μηνών και δύο ετών. Ο συγκατηγορούμενος παραδέχθηκε επίσης ενοχή και τιμωρήθηκε με την ίδια ποινή.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την ποινή που του επιβλήθηκε υποστηρίζοντας πως το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένα την αρχή της ισότητας, αφού θα έπρεπε, στη βάση των δεδομένων, να του είχε επιβάλει μικρότερης διάρκειας ποινή σε σύγκριση με εκείνη που επεβλήθη, προηγουμένως, από άλλο Δικαστή στο συγκατηγορούμενό του. Όπως εξήγησε, το Δικαστήριο δε διερεύνησε το ζήτημα των προηγούμενων καταδικών του συγκατηγορούμενού του. Ο συνήγορος υπέδειξε πως, ούτως ή άλλως, θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη άλλα διαφοροποιητικά στοιχεία καθώς και το γεγονός ότι ο συγκατηγορούμενος βαρυνόταν με μεγαλύτερο αριθμό κατηγοριών. Τέλος επικαλέσθηκε τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντος, τα δύσκολα παιδικά του χρόνια, το ότι έχει αρραβωνιαστεί και τώρα εργάζεται σταθερά, το ότι δεν καρπώθηκε μεγάλο ποσό από τη διάπραξη των αδικημάτων, αποδεχόμενος μάλιστα και την έκδοση διατάγματος άμεσης αποζημίωσης για μεγαλύτερο ποσό.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού εξέτασε τα δεδομένα, αποφάνθηκε ότι η ποινή δεν είναι εσφαλμένη ως θέμα αρχής ή έκδηλα υπερβολική ώστε να παρέχεται δυνατότητα παρέμβασής του. Ούτε η θέση που προβλήθηκε για άλλα στοιχεία που θα δικαιολογούσαν διαφοροποίηση της ποινής του εφεσείοντος από εκείνη του συγκατηγορούμενού του, εξειδικεύθηκε ενώπιον του Εφετείου, όπως δεν είχε προβληθεί ούτε και αναπτυχθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Kίτσιος, E.Δ.) (Ποινική Yπόθεση Aρ. 19327/07), ημερομηνίας 11/11/08.

Νίκος Καλλής, για τον Εφεσείοντα.

Δήμητρα Παπαμιλτιάδους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

O Εφεσείων είναι παρών.

Ex tempore

ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Το κατηγορητήριο περιλάμβανε μεγάλο αριθμό κατηγοριών που αφορούσαν στους τρεις κατηγορουμένους. Ο πρώτος κατηγορούμενος παραδέχτηκε ενοχή και του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης έξι μηνών, εννέα μηνών και δύο ετών. Ο εφεσείων, που ήταν ο δεύτερος κατηγορούμενος, παραδέχτηκε ενοχή σε οκτώ κατηγορίες. Αυτές οι κατηγορίες αφορούσαν και τον πρώτο κατηγορούμενο και του επιβλήθηκε ίδια ποινή, στην περίπτωσή τους, συντρέχουσες ποινές φυλάκισης έξι μηνών και δύο ετών. Ο τρίτος κατηγορούμενος είχε αρνηθεί ενοχή και η εκδίκαση της υπόθεσής του αφέθηκε για μεταγενέστερο στάδιο. Ο εφεσείων υποστηρίζει πως η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν εκδήλως υπερβολική αλλά και λανθασμένη ως θέμα αρχής.

Ο εφεσείων έκλεψε από αυτοκίνητο, σε δύο περιπτώσεις, στις 10/8/2007 και στις 20/9/2007, τσαντάκι που μεταξύ άλλων περιείχε και βιβλιάρια επιταγών. Σύμφωνα με τα γεγονότα, όπως αυτά εξηγήθηκαν στο πρωτόδικο Δικαστήριο, πλαστογράφησε, σε τέσσερις περιπτώσεις, τέσσερις επιταγές, για το συνολικό ποσό των £2.930,00. Αυτές τις πλαστογραφημένες επιταγές τις παρέδωσε στον πρώτο κατηγορούμενο. Η υπόθεση εξιχνιάστηκε όταν στις 21/9/2007, μετά από καταγγελία, διαπιστώθηκε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος είχε προσπαθήσει να εξαργυρώσει μια από τις επιταγές. Η διάπραξη των υπόλοιπων αδικημάτων διαπιστώθηκε κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον εφεσείοντα υποστήριξε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένα την αρχή της ισότητας, αφού θα έπρεπε, στη βάση των δεδομένων, να είχε επιβάλει μικρότερης διάρκειας ποινή στον εφεσείοντα σε σύγκριση με εκείνη που επεβλήθη, προηγουμένως, από άλλο Δικαστή, στον πρώτο κατηγορούμενο. Όπως μας εξήγησε, δε διερεύνησε το ζήτημα των προηγούμενων καταδικών του πρώτου κατηγορουμένου. Υποδείξαμε στον κ. Καλλή πως το πρωτόδικο Δικαστήριο ρητά αναφέρεται στην ύπαρξη προηγούμενων καταδικών στην περίπτωση και του πρώτου κατηγορουμένου και του εφεσείοντα. Σημειώνουμε πως ο εφεσείων είχε καταδικαστεί στις 24/5/2001 για ανθρωποκτονία και ληστεία. Καταδικάστηκε σε φυλάκιση δεκατριών ετών για την ανθρωποκτονία και πέντε ετών για τη ληστεία και αποφυλακίστηκε το Μάρτιο του 2007, δηλαδή λίγους μήνες πριν από τη διάπραξη των παρόντων αδικημάτων. Ούτως ή άλλως, εισηγήθηκε ο κ. Καλλής, θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη άλλα διαφοροποιητικά στοιχεία αλλά και το γεγονός ότι ο πρώτος κατηγορούμενος βαρυνόταν με μεγαλύτερο αριθμό κατηγοριών. Ρωτήσαμε αν είχε θέσει τέτοιο θέμα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και μας απάντησε πως, ενώ το έθεσε, αυτό δε φαίνεται στα πρακτικά. Για να αναγνωρίσει όμως πως δεν προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια για διόρθωση των πρακτικών. Τα υπόλοιπα που προωθήθηκαν προς υποστήριξη της έφεσης αφορούν στις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα, στην εισήγηση πως θα έπρεπε να είχε προσδοθεί μεγαλύτερη σημασία στα δύσκολα παιδικά του χρόνια, στο γεγονός ότι εν τέλει έχει αρραβωνιαστεί και τους τελευταίους μήνες εργάζεται σταθερά. Επίσης στο γεγονός ότι μόνο μικρό ποσό καρπώθηκε από τη διάπραξη των αδικημάτων, αποδεχόμενος μάλιστα και την έκδοση διατάγματος άμεσης αποζημίωσης για μεγαλύτερο ποσό, της τάξης των €860,00 περίπου.

Έχουμε εξετάσει τα δεδομένα και δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι η ποινή είναι είτε εσφαλμένη ως θέμα αρχής ή είναι έκδηλα υπερβολική, ώστε να παρέχεται δυνατότητα παρέμβασής μας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο στάθμισε όλα τα δεδομένα, με ιδιαίτερη αναφορά και σε όσα τονίστηκαν ενώπιόν μας από τον ευπαίδευτο συνήγορο για τον εφεσείοντα. Σημείωσε τη μεγάλη σοβαρότητα των αδικημάτων, ιδιαίτερα εκείνου της πλαστογραφίας, ενόψει και της ποινής που προβλέπει ο νόμος, με τη διευκρίνιση βεβαίως πως, εφόσον η υπόθεση εκδικαζόταν συνοπτικά, η μέγιστη ποινή φυλάκισης που θα μπορούσε να επιβληθεί ήταν πέντε χρόνια. Συνυπολόγισε την ύπαρξη σχεδίου κατά τη διάπραξη των αδικημάτων και, βεβαίως, το γεγονός ότι αυτά διαπράχθηκαν μόλις μερικούς μήνες μετά την αποφυλάκιση του εφεσείοντα. Δεν μπορούσε το πρωτόδικο Δικαστήριο παρά να αναφερθεί στην προηγούμενη καταδίκη του εφεσείοντα και τα όσα λέχθηκαν σε σχέση με προηγούμενες καταδίκες του πρώτου εφεσείοντα δε βρίσκουν έρεισμα είτε στα πρακτικά είτε στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.  Το ίδιο και σε σχέση με τη γενική ενώπιόν μας θέση περί άλλων στοιχείων που θα δικαιολογούσαν διαφοροποίηση της ποινής του εφεσείοντα από εκείνη του πρώτου κατηγορουμένου, θέμα στο οποίο, όπως προκύπτει, δεν έγινε αναφορά πρωτοδίκως ούτε και αναπτύχθηκε οποιοδήποτε επιχείρημα.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο