ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 2 ΑΑΔ 670
13 Οκτωβρίου, 2008
[ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 59/2008)
Απόδειξη ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Ευρήματα αξιοπιστίας μαρτύρων σε υπόθεση κοινής επίθεσης και επίθεσης προκαλούσας πραγματική σωματική βλάβη ― Ήταν εύλογα επιτρεπτά και δεν παρεχόταν πεδίο για επέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή τους.
Ο εφεσείων στην υπόθεση αυτή βρέθηκε ένοχος σε κατηγορίες για κοινή επίθεση και επίθεση προκαλούσα πραγματική σωματική βλάβη.
Τα γεγονότα διαδραματίστηκαν στις 13.4.2006 στην αυλή της οικίας της θυγατέρας του εφεσείοντος η οποία είχε ενοικιαστεί στην παραπονούμενη και τον άνδρα της, με τον εφεσείοντα να διανέμει στα βοηθητικά της οικίας. Η επίθεση έλαβε χώραν όταν η παραπονούμενη βγήκε στην αυλή για να κλείσει το ρουμπινέτο για να αποφεύγεται η σπατάλη νερού, οπόταν, ο εφεσείων την άρπαξε από τους αγκώνες, για να τη χαστουκίσει στη συνέχεια ο γαμπρός του τρεις φορές στο πρόσωπο, να τη γρονθοκοπήσει στην κοιλιά και όταν προσπάθησε η παραπονούμενη να αντιδράσει να τη γρονθοκοπήσει στο πόδι.
Ο εφεσείων έδωσε τελείως διαφορετική εκδοχή υποστηρίζοντας ότι η παραπονούμενη αυτοτραυματίστηκε για να ενοχοποιήσει εκείνο και το γαμπρό του ως εκ των τεταμένων σχέσεών τους που προηγήθηκαν σε σχέση με το ίδιο θέμα, εκδοχή η οποία δεν έγινε δεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Το παράπονο του εφεσείοντος αφορά ακριβώς την αποδοχή της αξιοπιστίας της παραπονούμενης και την απόρριψη της δικής του αξιοπιστίας.
Αποφασίστηκε ότι:
Η θέση του εφεσείοντος καταρρίπτεται από τα γεγονότα που δείχνουν ότι η παραπονούμενη κατάγγειλε το επεισόδιο ουσιαστικά αμέσως μετά ώστε να μην υπήρχε χρόνος, όπως και δεν υπάρχουν στοιχεία, για αυτοτραυματισμό της. Αυτό απαντά και την παράλληλη εισήγηση του εφεσείοντος για λανθασμένη απόρριψη της δικής του εκδοχής, η οποία δεν βασίστηκε, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται, σε ένα σημείο αντίφασής του αλλά στην όλη εντύπωση της μαρτυρίας του και στην ανωτερότητα της εκδοχής της παραπονούμενης, που υποστηρίζετο από την ανεξάρτητη μαρτυρία της αστυνομικού και της ιατρού.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Kαταδίκης.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Kονής, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 24276/06), ημερομηνίας 14/1/08.
Π. Κυπριανού, για τον Εφεσείοντα.
Λ. Χατζηαθανασίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ: Ο Εφεσείων διέμενε σε βοηθητική οικία η οποία είχε ως εκ τούτου κοινή αυλή με την κυρίως οικία η οποία ανήκε σε θυγατέρα του και είχε ενοικιασθεί στην παραπονούμενη και τον άνδρα της. Άλλη θυγατέρα του και ο άνδρας της διέμεναν στην ανώγειο οικία. Φαίνεται ότι υπήρχαν προστριβές μεταξύ της παραπονούμενης αφ' ενός και του Εφεσείοντος και του γαμβρού του αφ' ετέρου κυρίως ως προς την παροχή νερού στην οικία της παραπονούμενης, τα οποία την οδήγησαν στο να κλείνει το ρουμπινέτο, που ήταν στην αυλή, για να αποφεύγεται η σπατάλη νερού που θεωρούσε ότι επροκαλείτο. Μάλιστα μετά από ένα επεισόδιο που η παραπονούμενη ισχυρίσθη ότι έγινε όταν ο Εφεσείων άνοιξε το ρουμπινέτο, η ίδια και ο άνδρας της υπέβαλαν και παράπονο στην Αστυνομία. Δυο μέρες μετά από αυτό, την 13.4.2006 γύρω στις 3.30 μ.μ. η παραπονούμενη, σύμφωνα με τη μαρτυρία της, αντιληφθείσα ότι το ρουμπινέτο ήταν ανοικτό, βγήκε από την οικία της στην αυλή για να το κλείσει. Ο Εφεσείων τότε την άρπαξε από τους αγκώνες από πίσω και ενώ την κρατούσε έτσι ο γαμβρός του τη χαστούκισε τρεις φορές στο πρόσωπο, στη συνέχεια τη γρονθοκόπησε δύο φορές στην κοιλιά και, όταν αυτή προσπάθησε να αντιδράσει με το πόδι της, τη γρονθοκόπησε και στο πόδι. Την άφησαν όταν μια γειτόνισσα βγήκε από το σπίτι της και τους είδε. Η παραπονούμενη πήγε αμέσως στην Αστυνομία την 5 μ.μ. και κατάγγειλε την υπόθεση, εμφανώς αναστατωμένη και με εμφανείς κακώσεις, όπως διαπίστωσε η αστυνομικός με την οποία συνομίλησε, της εδόθη δε σχετικό έντυπο για να εξετασθεί στο νοσοκομείο. Αυτό έγινε την ίδια μέρα, διαπιστώθησαν δε διάφορες κακώσεις υπό μορφή αιματωμάτων στην κεφαλή, στην κοιλιά και στο πόδι, όπως και αποτύπωμα χεριού στους βραχίονες. Η σχετική ιατρική έκθεση της εδόθη την 4.5.2006, οπότε και μετέβη στην Αστυνομία για κατάθεση, εξηγώντας ότι η καθυστέρηση της να δώσει κατάθεση οφείλετο στο ότι της ελέχθη από την αστυνομικό ότι θα έπρεπε πρώτα να πάρει την ιατρική έκθεση.
Τελείως διαφορετική ήταν η εκδοχή του Εφεσείοντος ο οποίος συγκατηγορήθηκε με το γαμβρό του για κοινή επίθεση και επίθεση προκαλούσα πραγματική σωματική βλάβη. Ενώ και αυτός βεβαίωσε ότι υπήρχαν προβλήματα ως προς τα παράπονα της παραπονούμενης για το νερό, ισχυρίσθηκε ότι αυτό που έγινε ήταν ότι, όταν η παραπονούμενη βγήκε φωνάζοντας ότι της κλέβουν το νερό και σκόπευε να μπει στην αυλή για να ελέγξει το ρουμπινέτο, ο γαμβρός του της απαγόρευσε να μπει στην αυλή. Αυτή όμως μπήκε διαπληκτιζόμενη με το γαμβρό του και ο ίδιος, φοβούμενος μήπως η κατάσταση παρεκτραπεί, μπήκε μεταξύ τους και έσπρωξε το γαμβρό του να φύγει, οπότε το επεισόδιο έληξε. Η θέση του Εφεσείοντα, όπως υποβλήθηκε και στην παραπονούμενη, ήταν ότι αυτή αυτοτραυματίσθηκε για να ενοχοποιήσει εκείνο και το γαμβρό του ως εκ των σχέσεων τους.
Να παρατηρήσουμε ότι η υπόθεση κατά του γαμβρού δεν προχώρησε αφού δεν του επεδόθη λόγω του ότι αυτός μετέβη στο εξωτερικό για εργασία.
Πρόδηλο είναι ότι η υπόθεση θα εκρίνετο επί της αξιοπιστίας της παραπονούμενης αφ' ενός και του Εφεσείοντος αφ' ετέρου, δοθέντος μάλιστα ότι η γειτόνισσα στην οποία ανεφέρθη η παραπονούμενη, όταν προσεγγίσθη από την Αστυνομία, ανέφερε ότι δεν επιθυμούσε να δώσει κατάθεση ή να έχει ανάμειξη στην υπόθεση. Το δικαστήριο εδέχθη τη μαρτυρία της παραπονούμενης και απέρριψε εκείνη του Εφεσείοντα. Θεώρησε μάλιστα ότι η μαρτυρία της αστυνομικού και η ιατρική μαρτυρία ενίσχυαν την εκδοχή της παραπονούμενης.
Το παράπονο του Εφεσείοντος αφορά ακριβώς την αποδοχή της αξιοπιστίας της παραπονούμενης και την απόρριψη της δικής του αξιοπιστίας. Υπήρχαν, λέγει, τέτοιες αντιφάσεις και αδυναμίες στη μαρτυρία της παραπονούμενης που καθιστούσαν την αποδοχή της αναιτιολόγητη. Έχουμε εξετάσει όλες τις επί τούτου επί μέρους εισηγήσεις του Εφεσείοντα χωρίς να διαπιστώσουμε έρεισμα σε αυτές. Οι όποιες αναφορές δεν αποκαλύπτουν ουσιώδεις αντιφάσεις ή αδυναμίες που να επιτρέπουν παρέμβαση του Εφετείου στο έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου ως κριτή της αξιοπιστίας. Οι εισηγήσεις του κ. Κυπριανού ως προς τις αντιφάσεις στη μαρτυρία που θα έπρεπε να προβληματίσουν το πρωτόδικο Δικαστήριο κατ' εφαρμογή του τεκμηρίου της αθωότητας, δεν απηχούν τη δική μας αντίληψη. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε τη μαρτυρία εντός των ορθών πλαισίων έχοντας εφαρμόσει το τεκμήριο της αθωότητας σε όλες τις ενώπιον του επί μέρους πτυχές του μαρτυρικού υλικού. Να σχολιάσουμε ειδικά μόνο την εισήγηση ως προς την καθυστέρηση της παραπονούμενης να δώσει κατάθεση, την οποία σχολίασε και το πρωτόδικο δικαστήριο, ως προς την οποία η μαρτυρία της αστυνομικού ήταν ότι η παραπονούμενη της είπε ότι θα ερχόταν για κατάθεση αφού πρώτα μεταβεί για εξέταση και όχι ότι είπε στην παραπονούμενη να έρθει για κατάθεση αφού πάρει την ιατρική έκθεση όπως είχε πει η παραπονούμενη. Τα επ' αυτού σχόλια του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η διάσταση είναι επουσιώδης απηχούν και τη δική μας αντίληψη. Όπως υπέδειξε και ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής, η μαρτυρία της παραπονούμενης ενισχύετο από εκείνη της αστυνομικού και της ιατρού ως προς την καταγγελία και τα τραύματα της, και δεν μπορούσε να κλονισθεί από τέτοιες διαφορές που, να παρατηρήσουμε, στο τέλος της ημέρας μπορεί να ανάγοντο σε υποκειμενικές αντιλήψεις των διαμειφθέντων και να μην αντανακλούν το σύνολο των λεχθέντων ή των προθέσεων. Να παρατηρήσουμε όμως περαιτέρω ότι η ουσία της υπεράσπισης του Εφεσείοντα ήταν ότι τίποτε δεν έγινε και ότι η ίδια η παραπονούμενη αυτοτραυματίσθηκε για να τον ενοχοποιήσει. Η θέση αυτή καταρρίπτεται από τα γεγονότα που δείχνουν ότι η παραπονούμενη κατάγγειλε το επεισόδιο ουσιαστικά αμέσως μετά ώστε να μην υπήρχε χρόνος, όπως και δεν υπάρχουν στοιχεία, για αυτοτραυματισμό της. Αυτό απαντά και την παράλληλη εισήγηση του Εφεσείοντος για λανθασμένη απόρριψη της δικής του εκδοχής, η οποία δεν βασίσθηκε, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται, σε ένα σημείο αντίφασης του αλλά στην όλη εντύπωση της μαρτυρίας του και στην ανωτερότητα της εκδοχής της παραπονούμενης, που υποστηρίζετο από την ανεξάρτητη μαρτυρία της αστυνομικού και της ιατρού.
Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.