ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 2 ΑΑΔ 229
21 Μαΐου, 2007
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΣΠΥΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 264/2006)
Ποινή ? Βιασμός κατά παράβαση των Άρθρων 144 και 145 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 ? Εφεσείων ηλικίας 35 ετών, έγγαμος με δύο παιδιά, βίασε γυναίκα από τη Σρι Λάνκα ηλικίας 47 ετών μέσα στο αυτοκίνητό του ? Έλλειψη προσχεδιασμού ? Παραδοχή ? Λευκό ποινικό μητρώο ? Επιβολή ποινής φυλάκισης 6 ετών ? Χαρακτηρίστηκε αυστηρή αλλά όχι σε βαθμό που να δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου για μείωσή της.
Ποινή ? Έφεση εναντίον ποινής ως έκδηλα υπερβολικής ? Εξουσία Εφετείου, σύμφωνα με τον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 155 να αυξάνει την ποινή.
Στις 13/8/2005 ο εφεσείων οδηγούσε το αυτοκίνητό του στη λεωφόρο Μακαρίου Γ? στη Λεμεσό. Συνάντησε την παραπονούμενη, αλλοδαπή από τη Σρι Λάνκα, η οποία περίμενε στο σταθμό λεωφορείων για να μεταβεί στο παρεκκλήσι της Αγίας Θέκλας, και της πρότεινε να τη μεταφέρει ο ίδιος στον προορισμό της. Κατά τη διαδρομή άλλαξε πορεία, οδήγησε το αυτοκίνητό του σε απόμερο μέρος στη Γερμασόγεια, στάθμευσε, βγήκε από τη θέση του και πήγε στην πόρτα του συνοδηγού, όπου καθόταν η παραπονούμενη. Την έπιασε από τον ώμο και τη γύρισε προς το μέρος του χρησιμοποιώντας βία για να τη ρίξει στο κάθισμα, όπου και τη βίασε παρά τ?ς αντιδράσεις της. Ο εφεσείων συνελήφθη, παραδέχθηκε την πράξη του λέγοντας πως έκαμε λάθος.
Την άμεση όμως παραδοχή και μεταμέλειά του προς την Αστυνομία ανέτρεψε στο Κακουργιοδικείο, ενώπιον του οποίου αρνήθηκε ενοχή. Κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ήλθε στο Δικαστήριο η παραπονούμενη και δήλωσε πως συγχώρεσε τον εφεσείοντα, ο οποίος και ακολούθως παραδέκτηκε την κατηγορία. Το Δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη του τα πιο πάνω γεγονότα, το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντος και τις προσωπικές του συνθήκες έκρινε πως η αρμόζουσα ποινή ήταν 6ετής φυλάκιση.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την ποινή ως έκδηλα υπερβολική.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
Είναι πάγια πρακτική του Εφετείου κατά την εξέταση έφεσης εναντίον ποινής ως έκδηλα υπερβολικής, να μη χρησιμοποιεί την εξουσία που έχει σύμφωνα με τον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 155, να αυξάνει την ποινή, εκτός εάν π.χ. παρουσιαστούν ενώπιόν του θέσεις που καθιστούν τις περιστάσεις που διαπράχθηκε το αδίκημα πιο σοβαρές, από αυτές που εκτέθηκαν ενώπιον του δικάσαντος δικαστηρίου. Αυτό σχεδόν, έγινε με τους ισχυρισμούς του συνηγόρου του εφεσείοντος στην υπό εξέταση έφεση, αλλά κρίνοντας πως η ποινή είναι, και ορθά, αυστηρή το Εφετείο δεν θα επέμβει σ' αυτή.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Καταδίκης και Ποινής.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λεμεσού (Υπόθ. Αρ. 14744/05), ημερομηνίας 10/11/06 ??? 1/12/06.
Ν. Καλλής για Η. Δημοσθένους, για τον Εφεσείοντα.
Αλεξάνδρου - Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Ex tempore
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Ο εφεσείων κατηγορήθηκε ενώπιον του Kακουργιοδικείου Λεμεσού για βιασμό, κατά παράβαση του άρθρου 144 και 145 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154. Στις 13.8.2005 ο εφεσείων οδηγούσε το αυτοκίνητο του στη λεωφόρο Μακαρίου Γ΄ στη Λεμεσό. Η παραπονούμενη, αλλοδαπή από τη Σρι Λάνκα, περίμενε στο σταθμό λεωφορείων για να μεταβεί στο παρεκκλήσι της Αγίας Θέκλας. Ο εφεσείων πλησίασε με το αυτοκίνητο του την παραπονούμενη και της πρότεινε να την μεταφέρει στον προορισμό της. Κατά τη διαδρομή ο εφεσείων σταμάτησε σ' ένα περίπτερο, από όπου αγόρασε δύο αναψυκτικά και ένα κουτί προφυλακτικά. Πρόσφερε στην παραπονούμενη το ένα αναψυκτικό, αντί να κατευθυνθεί όμως προς την εκκλησία της Αγίας Θέκλας οδήγησε το αυτοκίνητο προς άλλη κατεύθυνση. Η παραπονούμενη ανησύχησε και ζήτησε από τον εφεσείοντα να τη μεταφέρει στον προορισμό της. Αυτός όμως οδήγησε το αυτοκίνητο του σε απόμερο χώρο κοντά στο γήπεδο Γερμασόγειας, και στάθμευσε. Βγήκε από τη θέση του και πήγε στην πόρτα του συνοδηγού, όπου καθόταν η παραπονούμενη. Την έπιασε από τον ώμο και τη γύρισε προς το μέρος του χρησιμοποιώντας βία για να τη ρίξει στο κάθισμα. Κατέβασε μετά το παντελόνι του. Η παραπονούμενη όταν αντελήφθη τις προθέσεις του εφεσείοντος άρχισε να τον παρακαλεί να μην της κάνει κακό. Αυτός όμως αφού τοποθέτησε το προφυλακτικό προσπάθησε να έλθει σε συνουσία με την παραπονούμενη, η οποία αντιδρούσε. Τελικά κατάφερε και ολοκλήρωσε τη σεξουαλική του ορμή. Ακολούθως ο εφεσείων οδήγησε το αυτοκίνητο του, με την παραπονούμενη ως επιβάτιδα, πίσω στην πόλη. Σε κάποιο σημείο της διαδρομής, όταν η ταχύτητα του αυτοκινήτου ήταν χαμηλή, η παραπονούμενη πήδησε έξω. Παραπονέθηκε δε στον πρώτο πολίτη που βρήκε στο δρόμο της. Όταν ο εφεσείων συνελήφθη παραδέκτηκε την πράξη του λέγοντας πως έκανε λάθος.
Την άμεση όμως παραδοχή και μεταμέλεια του προς την Αστυνομία ανέτρεψε στο Κακουργιοδικείο, ενώπιον του οποίου αρνήθηκε ενοχή. Κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ήλθε στο Δικαστήριο η παραπονούμενη και δήλωσε πως συγχώρεσε τον εφεσείοντα, ο οποίος και ακολούθως παραδέκτηκε την κατηγορία. Το Δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη του τα πιο πάνω γεγονότα, το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντος και τις προσωπικές του συνθήκες έκρινε πως η αρμόζουσα ποινή ήταν 6ετής φυλάκιση.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντος εισηγείται, με την παρούσα έφεση, πως η ποινή που του επέβαλε το Κακουργιοδικείο είναι έκδηλα υπερβολική. Στην αγόρευση του όμως ο συνήγορος έδωσε τέτοια διάσταση στα γεγονότα που λίγο ή πολύ ήθελε στην ουσία να μας πει πως δεν διεπράχθη το έγκλημα. Την ίδια στάση είχε τηρήσει και ενώπιον του Κακουργιοδικείου, όταν αγόρευε για την επιμέτρηση της ποινής. Του υπεδείχθη τότε, όπως και εδώ, πως δεν μπορεί να προτείνει στο Δικαστήριο ισχυρισμούς που ανατρέπουν την παραδοχή της κατηγορίας και διίστανται των γεγονότων διάπραξης του εγκλήματος. Βέβαια τα γεγονότα, όπως τα πρόβαλε ο δικηγόρος του εφεσείοντος, δεν είναι τα αληθινά. Μας είπε π.χ. πως ο εφεσείων ήταν με την εντύπωση, γιατί έτσι άκουε να κυκλοφορεί στην κοινωνία του, πως «αυτές οι γυναίκες» πωλούνται ερωτικά και μ' αυτό τον τρόπο εκδίδονται. Η παραπονούμενη ήταν 47 χρονών, ο ίδιος 35, έγγαμος με 2 παιδιά, ώριμοι δηλαδή, και για να μπει στο αυτοκίνητο του με τη θέληση της, όπως υπαινίχθηκε ο συνήγορος, έδωσε την εντύπωση πως ήταν διαθέσιμη για αγοραίο έρωτα. Τέλος, ο δικηγόρος του εφεσείοντος είπε πως δεν χρησιμοποιήθηκε βία, ένα απλό σπρώξιμο όπως το χαρακτήρισε στον ώμο της παραπονούμενης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει καθιερώσει ως πάγια πρακτική, όταν εξετάζει έφεση με την εισήγηση πως η ποινή είναι έκδηλα υπερβολική, να μη χρησιμοποιεί την εξουσία που έχει σύμφωνα με τον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ.155, να αυξάνει την ποινή. Η πρακτική αυτή αποτελεί ορθό μέτρο επιείκειας, διατηρεί δε συνάμα και ελεύθερη την πρόσβαση στο Δικαστήριο για την επαναξιολόγηση της ποινής χωρίς ο εφεσείων να αισθάνεται δαμόκλεια τη σπάθη υπεράνω του, τον κίνδυνο δηλαδή αύξησης της. Η πρακτική όμως αυτή δυνατό και να μην ακολουθηθεί, όταν π.χ. παρουσιαστούν ενώπιον του εφετείου θέσεις που καθιστούν τις περιστάσεις που διαπράχθηκε το αδίκημα πιο σοβαρές, από αυτές που εκτέθηκαν ενώπιον του δικάσαντος δικαστηρίου. Αυτό σχεδόν, έγινε ενώπιον μας, αλλά, κρίνοντας πως η ποινή είναι, και ορθά, αυστηρή δεν θα επέμβουμε σ' αυτή.
Με βάση τα γεγονότα της υπόθεσης έχουμε τη γνώμη πως η ποινή που επέβαλε το Κακουργιοδικείο είναι αποτέλεσμα προσεκτικής και ορθής αξιολόγησης των στοιχείων που θα' πρεπε να ληφθούν υπόψη κατά την επιμέτρηση της. Η έφεση κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.