ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2005) 2 ΑΑΔ 68
18 Φεβρουαρίου, 2005
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, NIKOΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείων,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΡΕΚΛΑ,
Εφεσιβλήτου.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7732)
Ποινικός Κώδικας ― Αντιφατική μαρτυρική κατάθεση ενώπιον Δικαστηρίου, κατά παράβαση του Άρθρου 113(2) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 ― Η τάση να αποδειχθεί η ενοχή ή η αθωότητα του προσώπου σε σχέση με το οποίο δίδεται η αντιφατική κατάθεση, αποτελεί συστατικό στοιχείο του αδικήματος.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού αθώωσε τον εφεσίβλητο σε τρεις κατηγορίες που του είχαν προσαφθεί βάσει του Άρθρου 113(2) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, που προβλέπει το αδίκημα της αντιφατικής μαρτυρικής κατάθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο υπέδειξε ότι δεν αποδείχθηκε ένα συστατικό στοιχείο της κατηγορίας, ότι δηλαδή το περιεχόμενο της κατάθεσης στο Δικαστήριο πρέπει να αφορά σε κάτι «που τείνει να αποδείξει την ενοχή ή την αθωότητα οποιουδήποτε προσώπου», και πως τούτο είναι ασυμβίβαστο ή αντιφάσκει σε κατάθεση που έδωσε προηγουμένως σε δικαιούμενο πρόσωπο.
Ο Γενικός Εισαγγελέας άσκησε έφεση.
Αποφασίστηκε ότι:
Δεν παρουσιάστηκε τίποτε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου που να καταδεικνύει ότι οι όποιες διαφοροποιήσεις υπήρχαν μεταξύ των καταθέσεων του εφεσίβλητου στην Αστυνομία και της μαρτυρικής του κατάθεσης στο Δικαστήριο, έτειναν να αποδείξουν την αθωότητα του συγκεκριμένου κατηγορουμένου αναφορικά με τον οποίο δόθηκαν οι αντιφατικές καταθέσεις, απαραίτητο στοιχείο του αδικήματος.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Αθωωτικής Απόφασης.
Έφεση από το Γενικό Εισαγγελέα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθεση Αρ. 23228/02) ημερ. 25/5/04, με την οποία ο εφεσίβλητος, ως μάρτυρας κατηγορίας για την κλοπή ενός αυτοκινήτου του, υπόθεση την οποία ο ίδιος κατάγγειλε στην Αστυνομία, αθωώθηκε και απαλλάχθηκε σε τρεις κατηγορίες που του είχαν προσαφθεί βάσει του Άρθρου 113(2) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, που προβλέπει το αδίκημα της αντιφατικής μαρτυρικής κατάθεσης ενώπιον Δικαστηρίου.
Λ. Παντελή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Πουργουρίδης, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Ο εφεσίβλητος αθωώθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στις 25.5.2004 σε τρεις κατηγορίες που του είχαν προσαφθεί βάσει του άρθρου 113(2) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, που προβλέπει το αδίκημα της αντιφατικής μαρτυρικής κατάθεσης ενώπιον Δικαστηρίου. Στις λεπτομέρειες των κατηγοριών περιγράφονταν τρία σημεία της κατ' ισχυρισμό αντιφατικής μαρτυρικής κατάθεσης που έδωσε ο εφεσίβλητος στη δίκη, που έγινε στις 10.4.2002, και στην οποία ήταν μάρτυρας κατηγορίας. Η δίκη αφορούσε την κλοπή ενός μη εγγεγραμμένου αυτοκινήτου από την μάντρα του εφεσίβλητου, υπόθεση την οποία κατήγγειλε ο ίδιος στην Αστυνομία. Σε δύο γραπτές καταθέσεις που έδωσε στην Αστυνομία, είχε περιγράψει ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κλαπέντος αυτοκινήτου του. Όταν κλήθηκε όμως να καταθέσει στο Δικαστήριο εναντίον του κατηγορούμενου Μιχάλη Καλλή για την κλοπή του αυτοκινήτου, διαφοροποίησε τη θέση του αρνούμενος τα πιο πάνω ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αυτοκινήτου, το οποίο στη δίκη χαρακτήρισε ως συνηθισμένο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο υπέδειξε, στην αιτιολογημένη απόφαση του, πως ένα συστατικό στοιχείο της κατηγορίας δεν είχε αποδειχτεί, ότι δηλαδή το περιεχόμενο της κατάθεσης στο Δικαστήριο πρέπει να αφορά σε κάτι «που τείνει να αποδείξει την ενοχή ή την αθωότητα οποιουδήποτε προσώπου», και πως τούτο είναι ασυμβίβαστο ή αντιφάσκει σε κατάθεση που έδωσε προηγουμένως σε δικαιούμενο πρόσωπο (την Αστυνομία).
Ο πρωτόδικος Δικαστής, αφού ανέλυσε τη μαρτυρία που προσήχθη ενώπιον του, κατέληξε στο συμπέρασμα πως δεν υπήρχε καμιά σύνδεση της κατάθεσης του εφεσίβλητου με τον κατηγορούμενο, Μιχάλη Καλλή, ο οποίος συνελήφθη μετά την καταγγελία του, μήτε και με το κλαπέν όχημα που να αποδεικνύει πως οι επίμαχες αντιφατικές καταθέσεις του εφεσίβλητου έτειναν να αποδείξουν την αθωότητα του Καλλή.
Έχουμε μελετήσει με προσοχή την υπόθεση, με αναφορά στο πρακτικό της μαρτυρίας που προσέφερε η κατηγορούσα αρχή για να αποδείξει τις κατηγορίες εναντίον του εφεσίβλητου. Συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο. Η σύγκριση των καταθέσεων που έδωσε ο εφεσίβλητος στην Αστυνομία με τη μαρτυρική του κατάθεση στο Δικαστήριο αναδεικνύουν πράγματι τις διαφοροποιήσεις που αναφέρονται στις λεπτομέρειες του κατηγορητηρίου. Δεν παρουσιάστηκε όμως τίποτε άλλο στο πρωτόδικο Δικαστήριο που να καταδεικνύει ότι αυτές οι διαφοροποιήσεις, ή έστω αντιφάσεις σύμφωνα με την εισήγηση της κατηγορούσας αρχής, έτειναν να αποδείξουν την αθωότητα του κατηγορούμενου Καλλή, απαραίτητο συστατικό στοιχείο του αδικήματος. Να υποδείξουμε επίσης πως, κατά την αντεξέταση της η δημόσια κατήγορος παραδέχθηκε πως κατά λάθος είχε αλλοιώσει σημαντικό σημείο της κατάθεσης που έδωσε ο εφεσίβλητος στην Αστυνομία, όπου ανέφερε πως όταν είδε ορισμένα χαρακτηριστικά του αυτοκινήτου είπε πως τούτο: «πρέπει να ήταν το δικό του». Η δημόσια κατήγορος απάλειψε από τη δική της κατάθεση τις λέξεις «πρέπει να» για να μείνει μόνο το απόλυτα θετικό «ήταν δικό μου». Αλλά τούτο, έστω και αθέλητα παρουσίαζε τον εφεσίβλητο πως αναγνώρισε ανεπιφύλακτα το αυτοκίνητο, κάτι που προφανώς δεν έγινε. Το στοιχείο βέβαια αυτό αφορά την ουσία της υπόθεσης, πέρα από το λόγο που αθωώθηκε πρωτοδίκως, που εξηγούμε πιο πάνω.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.