ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 2 ΑΑΔ 98
18 Φεβρουαρίου, 2004
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
(Ποινική Έφεση Αρ. 7148)
ΚΛΕΑΝΘΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ ΑΛΛΩΣ ΑΘΩΣ,
Εφεσείων,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7151)
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείων,
v.
ΚΛΕΑΝΘΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ ΑΛΛΩΣ ΑΘΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7152)
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείων,
v.
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΗΛΙΑ,
Εφεσιβλήτου.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7157)
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείων,
v.
ΚΛΕAΝΘΗ ΧΑΡΑΛAΜΠΟΥΣ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ ΑΛΛΩΣ ΑΘΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 7148, 7151, 7152, 7157)
Απόδειξη ― Μαρτυρία ― Ενισχυτική μαρτυρία και ορθή προειδοποίηση ― Κακουργιοδικείο προειδοποίησε τον εαυτό του πριν καταδικάσει τον εφεσείοντα επί τη βάσει μόνο μαρτυρίας μάρτυρα κατηγορίας χωρίς ενισχυτική μαρτυρία, σε υπόθεση για αποζείν από κέρδη πορνείας ― Κρίθηκε κατ' έφεση ότι η ενέργεια του Κακουργιοδικείου ήταν η δέουσα.
Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Διαπιστώσεις πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Έφεση εναντίον των διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου στις οποίες κατέληξε κατόπιν ανάλυσης και αξιολόγησης της μαρτυρίας ― Απορρίφθηκε, δεν τεκμηριώθηκε λόγος για επέμβαση στην κρίση του Δικαστηρίου.
Συνταγματικό Δίκαιο ― Ίση μεταχείριση ― Υποχρέωση μεταχείρισης με ομοιόμορφο τρόπο συγκατηγορουμένων οι οποίοι βρίσκονται στην ίδια ουσιαστική θέση ― Δεν σημειώθηκε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης στην παρούσα υπόθεση ενόψει της διαφορετικότητας των γεγονότων που αντιμετώπιζε ο κάθε ένας από αυτούς.
Ποινή ― Αποζείν από κέρδη πορνείας, κατά παράβαση του Άρθρου 164(1)(α) του Ποινικού Κώδικα (πριν τροποποιηθεί) ― Η υπόθεση αφορούσε μόνο μια περίπτωση, ο εφεσείων δεν εβαρύνετο με προηγούμενες καταδίκες και υπήρχαν σοβαροί ελαφρυντικοί παράγοντες ― Επιβολή ποινής φυλάκισης έξη μηνών με αναστολή ― Δεν κρίθηκε έκδηλα ανεπαρκής.
Ποινικός Κώδικας ― Συνουσία με νεαρή γυναίκα ηλικίας 13 μέχρι 16 ετών κατά παράβαση του Άρθρου 154 του Ποινικού Κώδικα (πριν τροποποιηθεί) ― Αποτελεί υπεράσπιση το "ότι ο κατηγορούμενος είχε εύλογη αιτία να πιστεύει ότι η παθούσα ήταν ηλικίας δεκαέξι χρόνων ή περισσότερων χρόνων."
Ο πρώτος κατηγορούμενος, ο Γεώργιος Ηλία, αντιμετώπιζε τρεις κατηγορίες:
1. Συνουσία με νεαρή γυναίκα ηλικίας 13 μέχρι 16 ετών.
2. Προαγωγή γυναίκας κάτω των 21 ετών σε παράνομη σαρκική επαφή.
3. Αποζείν από κέρδη πορνείας.
Ο δεύτερος κατηγορούμενος, ο Κλεάνθης Χαραλάμπους, αντιμετώπιζε επίσης τρεις κατηγορίες:
1. Προαγωγή γυναίκας κάτω των 21 ετών σε παράνομη σαρκική επαφή.
2. Αποζείν από κέρδη πορνείας.
3. Παράνομη εργοδότηση αλλοδαπού.
Η γυναίκα που αφορούσαν όλες οι κατηγορίες ήταν μια Αυστραλή ηλικίας σχεδόν 15 ετών κατά το σχετικό χρόνο, αναφερόμενη ως Ν.Ρ. Αυτή ήταν η ουσιαστική μάρτυρας κατηγορίας. Το Κακουργιοδικείο έκρινε αναξιόπιστη τη μαρτυρία της και την απέρριψε στην ολότητά της, με μόνη εξαίρεση την παραδοχή της ότι τόσο στον πρώτο κατηγορούμενο όσο και στο δεύτερο αυτή έλεγε ότι ήταν 17-18 ετών. Αυτό ήταν και εύρημα του Δικαστηρίου, όπως ήταν και το ότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία αρκετών μαρτύρων την οποία το Κακουργιοδικείο έκρινε ως αξιόπιστη, όντως φαινόταν να ήταν ηλικίας 17-18 ετών. Το Κακουργιοδικείο κατέληξε επίσης σε εύρημα ότι ο πρώτος κατηγορούμενος όταν ήλθε σε συνουσία με την Ν.Ρ., είχε εύλογη αιτία να πιστεύει ότι αυτή ήταν ηλικίας 16 ή περισσοτέρων ετών. Σ' αυτή τη βάση το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι δεν μπορούσε να επιτύχει η κατηγορία της συνουσίας με νεαρή γυναίκα ηλικίας 13 μέχρι 16 ετών που αντιμετώπιζε ο πρώτος κατηγορούμενος. Ο εν λόγω κατηγορούμενος αθωώθηκε σε όλες τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε.
Το Κακουργιοδικείο αθώωσε και τον δεύτερο κατηγορούμενο στην κατηγορία της προαγωγής σε πορνεία, αφού έκρινε ότι, δεδομένης της απόρριψης της μαρτυρίας της Ν.Ρ., δεν υπήρχε άλλη μαρτυρία που να στήριζε καταδίκη. Ο εν λόγω κατηγορούμενος καταδικάστηκε στην κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας στη βάση μαρτυρίας ότι η Ν.P. έκαμε στοματικό έρωτα σε μάρτυρα κατηγορίας, τον Μ.Κ.6, ο οποίος πλήρωσε γι' αυτό £30 στον κατηγορούμενο. Το Κακουργιοδικείο, ελλείψει ενισχυτικής μαρτυρίας, απηύθυνε προς τον εαυτό του τη δεόυσα προειδοποίηση. Η ποινή που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο ήταν εξάμηνη φυλάκιση με αναστολή. Ο δεύτερος κατηγορούμενος αθωώθηκε στην κατηγορία της παράνομης εργοδότησης αλλοδαπού, θεωρώντας ότι η μαρτυρία που είχε προσαχθεί δεν ήταν επαρκής για καταδίκη.
Ο Γενικός Εισαγγελέας, με τις εφέσεις 7152 και 7157, εφεσίβαλε την απόφαση του Κακουργιοδικείου με την οποία αθωώθηκαν ο μεν πρώτος κατηγορούμενος σε όλες τις κατηγορίες ο δε δεύτερος κατηγορούμενος στις κατηγορίες της προαγωγής σε πορνεία και σε εργοδότηση αλλοδαπού. Επίσης ο Γενικός Εισαγγελέας, με την έφεση 7151, προσβάλλει την επιβληθείσα στον δεύτερο κατηγορούμενο ποινή, στην κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας, για ανεπάρκεια.
Με την έφεση 7148 ο δεύτερος κατηγορούμενος αμφισβητεί την ορθότητα της καταδίκης του στην κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας.
Οι εφέσεις της Δημοκρατίας 7152 και 7157 βασίζονται σε ισχυριζόμενη πλημμελή εφαρμογή του νόμου επί των γεγονότων.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η προσαχθείσα μαρτυρία δεν μπορούσε να οδηγήσει σε καταδίκη στις κατηγορίες που οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν και δεν υπήρξε λανθασμένη καθοδήγηση του Δικαστηρίου ή πλημμελής εφαρμογή του νόμου στα γεγονότα.
2. Αναφορικά με την καταδίκη του δεύτερου κατηγορούμενου, το Κακουργιοδικείο χειρίσθηκε ορθά το θέμα της προειδοποίησης που απηύθυνε στον εαυτό του και της αποδοχής, χωρίς δισταγμό, της μαρτυρίας του Μ.Κ. 6 ως αληθούς, θεωρώντας ότι ήταν ασφαλές να στηριχθεί μόνο επ' αυτής χωρίς ενισχυτική μαρτυρία. Το δε παράπονο του δεύτερου κατηγορούμενου ότι υπήρξε άνιση μεταχείριση επειδή ο πρώτος κατηγορούμενος αθωώθηκε στην ίδια κατηγορία λόγω έλλειψης ενισχυτικής μαρτυρίας, παραγνωρίζει τη διαφορετικότητα των γεγονότων που αντιμετώπιζε ο εν λόγω κατηγορούμενος αλλά και το ότι η κατηγορία που αφορούσε τον πρώτο κατηγορούμενο απερρίφθη ουσιαστικά όχι διότι δεν υπήρχε ενισχυτική μαρτυρία αλλά διότι η όλη μαρτυρία δεν ήταν αποτελεσματική για ασφαλή καταδίκη.
Η εκτίμηση της μαρτυρίας του Κακουργιοδικείου ήταν ορθή και δεν έχει τεκμηριωθεί λόγος που να δικαιολογεί την παρέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή των σχετικών ευρημάτων του Κακουργιοδικείου.
3. Η υπόθεση του αποζείν από τα κέρδη πορνείας αφορούσε μια και μοναδική περίπτωση είσπραξης χρημάτων για την πορνεία της Ν.Ρ. και δεν παρουσίαζε σοβαρότητα πέραν της συνήθους του είδους ως προς τα περιστατικά της. Παράλληλα, ο κατηγορούμενος δεν εβαρύνετο με προηγούμενες καταδίκες, και υπήρχαν σοβαροί ελαφρυντικοί παράγοντες στις προσωπικές και οικογενειακές του περιστάσεις. Με τα δεδομένα αυτά, δεν ελέγχεται ως εκδήλως ανεπαρκής η ποινή που του επιβλήθηκε στην πιο πάνω κατηγορία.
Οι εφέσεις απορρίφθηκαν.
Eφέσεις εναντίον Αθωωτικών Αποφάσεων και Ποινής.
Έφεση από το Γενικό Εισαγγελέα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λεμεσού (Υπόθεση Αρ. 22127/99), ημερομηνίας 8/6/2001, με την οποία ο πρώτος από τους δύο συγκατηγορούμενους ο οποίος αντιμετώπιζε τρεις κατηγορίες αθωώθηκε στην πρώτη κατηγορία της συνουσίας με νεαρή γυναίκα ηλικίας 13 μέχρι 16 ετών, κατά παράβαση του Άρθρου 154 του Ποινικού Κώδικα (πριν τροποποιηθεί), στη δεύτερη κατηγορία της προαγωγής γυναίκας κάτω των 21 ετών σε παράνομη σαρκική επαφή, κατά παράβαση του Άρθρου 157(α) του Ποινικού Κώδικα, καθώς και στην τρίτη κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας, κατά παράβαση του Άρθρου 164(1)(α) του Ποινικού Κώδικα (πριν τροποποιηθεί), (Έφεση Αρ. 7152), έφεση από το Γενικό Εισαγγελέα εναντίον της ίδιας απόφασης με την οποία ο δεύτερος από τους δύο συγκατηγορούμενους ο οποίος επίσης αντιμετώπιζε τρεις κατηγορίες αθωώθηκε στην πρώτη κατηγορία της προαγωγής γυναίκας κάτω των 21 ετών σε παράνομη σαρκική επαφή, κατά παράβαση του Άρθρου 157(α) του Ποινικού Κώδικα, καθώς και στην τρίτη κατηγορία της παράνομης εργοδότησης αλλοδαπού κατά παράβαση του Άρθρου 14Β(1) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 (Έφεση Aρ. 7157), έφεση από το δεύτερο κατηγορούμενο εναντίον της καταδίκης του στη δεύτερη κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας, κατά παράβαση του Άρθρου 164(1)(α) του Ποινικού Κώδικα, πριν τροποποιηθεί (Έφεση Αρ. 7148) και έφεση από το Γενικό Εισαγγελέα εναντίον της ποινής η οποία επιβλήθηκε στις 2/7/2001 στο δεύτερο κατηγορούμενο για την πιο πάνω καταδίκη του δηλαδή της ποινής φυλάκισης των έξι μηνών με αναστολή, ως ποινής έκδηλα ανεπαρκούς (Έφεση Αρ. 7151).
Ε. Χειμώνας, για τον Εφεσείοντα στην Έφεση Αρ. 7148 και για τον Εφεσίβλητο στις Eφέσεις Αρ. 7151, 7152, 7157.
Ε. Λοϊζίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσείοντα στις Eφέσεις Αρ. 7151, 7152, 7157 και για την Εφεσίβλητη στην Έφεση Αρ. 7148.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο Γεώργιος Ηλία και ο Κλεάνθης Κλεάνθους ήσαν συνκατηγορούμενοι ενώπιον του Κακουργιοδικείου. Ο πρώτος αντιμετώπιζε τρεις κατηγορίες:
1. Συνουσία με νεαρή γυναίκα ηλικίας 13 μέχρι 16 ετών, κατά παράβαση του άρθρου 154 του Ποινικού Κώδικα (πριν τροποποιηθεί).
2. Προαγωγή γυναίκας κάτω των 21 ετών σε παράνομη σαρκική επαφή, κατά παράβαση του άρθρου 157(α) του Ποινικού Κώδικα.
3. Αποζείν από κέρδη πορνείας, κατά παράβαση του άρθρου 164(1)(α) του Ποινικού Κώδικα (πριν τροποποιηθεί).
Αυτές ήσαν οι κατηγορίες 1, 2 και 3 επί του Κατηγορητηρίου.
Ο δεύτερος αντιμετώπιζε επίσης τρεις χωριστές κατηγορίες:
1. Προαγωγή γυναίκας κάτω των 21 ετών σε παράνομη σαρκική επαφή, κατά παράβαση του άρθρου 157(α) του Ποινικού Κώδικα.
2. Αποζείν από κέρδη πορνείας, κατά παράβαση του άρθρου 164(1)(α) του Ποινικού Κώδικα (πριν τροποποιηθεί).
3. Παράνομη εργοδότηση αλλοδαπού κατά παράβαση του άρθρου 14Β(1) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105.
Αυτές ήσαν οι κατηγορίες 4, 5 και 6 επί του Κατηγορητηρίου.
Η γυναίκα που αφορούσαν όλες οι κατηγορίες ήταν μια Αυστραλή ηλικίας, κατά το σχετικό χρόνο, σχεδόν 15 ετών, αναφερόμενη ως Ν.Ρ. Αυτή ήταν και η ουσιαστική μάρτυρας κατηγορίας, τη μαρτυρία της οποίας, είπε το Κακουργιοδικείο, "θεωρούμε ως εντελώς αναξιόπιστη και την απορρίπτουμε στην ολότητά της, με μόνη εξαίρεση την παραδοχή της ότι τόσο στον πρώτο κατηγορούμενο όσο και στο δεύτερο κατηγορούμενο αυτή έλεγε πως ήταν 17-18 ετών, την οποία δεχόμαστε." Τούτο ήταν και εύρημα του Δικαστηρίου, όπως ήταν και το ότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία αρκετών μαρτύρων την οποία το Κακουργιοδικείο έκρινε ως αξιόπιστη, εκείνη των Μ.Κ. 4, Μ.Κ. 7, Μ.Κ. 10 και Μ.Κ. 18, η Ν.Ρ. όντως φαινόταν να ήταν ηλικίας 17-18 ετών ή περίπου εκείνης της ηλικίας. Ήταν επίσης εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο πρώτος κατηγορούμενος, όταν, όπως ήταν κοινό έδαφος, ήλθε σε συνουσία με τη Ν.Ρ., είχε εύλογη αιτία να πιστεύει ότι αυτή ήταν ηλικίας 16 ή περισσοτέρων ετών. Σε αυτή τη βάση, το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι δεν μπορούσε να επιτύχει η κατηγορία της συνουσίας με νεαρή γυναίκα ηλικίας 13 μέχρι 16 ετών που αντιμετώπιζε ο πρώτος κατηγορούμενος, δοθείσας της επιτυχίας της υπεράσπισης στο άρθρο 154 "ότι ο κατηγορούμενος είχε εύλογη αιτία να πιστεύει ότι η παθούσα ήταν ηλικίας δεκαέξι χρόνων ή περισσότερων χρόνων," κάνοντας σχετική αναφορά και στη νομολογία.
Με την έφεση 7152 η Δημοκρατία, προσβάλλει την αθώωση του πρώτου κατηγορουμένου στη βάση ότι το Κακουργιοδικείο εφάρμοσε πλημμελώς το νόμο επί των γεγονότων. Υπήρχε, λέγεται, άλλη μαρτυρία που έφερε τη Ν.Ρ να φαίνεται ηλικίας κάτω των 16 ετών, εκείνη του Μ.Κ. 21, ο οποίος εκρίθη αξιόπιστος, ότι η Ν.Ρ. φαινόταν ηλικίας 15-17 ετών. Το Κακουργιοδικείο δεν αγνόησε όμως αυτή τη μαρτυρία. Ανεφέρθη ειδικά σε αυτή για να πει ότι ήταν μεμονωμένη και δεν επηρέαζε την υπόλοιπη μαρτυρία που στήριζε τη γενική εντύπωση ότι η Ν.Ρ. ήταν ηλικίας 17-18 ετών. Κατ' ουδένα λόγο μπορεί να λεχθεί ότι υπήρξε λανθασμένη καθοδήγηση του Κακουργιοδικείου επί της εφαρμογής του νόμου στη μαρτυρία. Να μη λησμονείται ότι η ίδια η Ν.Ρ. είχε παρουσιάσει εαυτή στον κατηγορούμενο ως ηλικίας 17-18 ετών, όπως ήταν και η γενική εντύπωση για την ηλικία της. Η μαρτυρία του Μ.Κ. 21 απέληγε έτσι να ήταν όχι μόνο μεμονωμένη και εκτός των πλαισίων που καθόριζε η υπόλοιπη μαρτυρία αλλά και επί των ιδίων των όρων της αμφίβολης αποτελεσματικότητας αφού αναφέρετο σε εμφάνιση ηλικίας 15-17 ετών, δηλαδή μέχρι και πέραν του ορίου των 16 ετών. Άλλη αναφορά στη μαρτυρία του Μ.Κ. 21, ότι ο κατηγορούμενος του είχε αναφέρει ότι η Ν.Ρ. ήταν πολύ καλή στο κρεβάτι, ότι τα έκανε όλα, και ότι "είναι πολύ εμπορεύσιμη λόγω της ηλικίας της γιατί είναι μικρή", που ο Μ.Κ. 21 εξέλαβε να σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος την προωθούσε στην πορνεία, δεν οδηγεί οπουδήποτε επί του προκειμένου. Εξ άλλου, όπως παρατήρησε και το Κακουργιοδικείο, αν και το βάρος της υπεράσπισης στο άρθρο 154 φέρει ο κατηγορούμενος, το βάρος αποσείεται επί του ισοζυγίου των πιθανοτήτων και στην προκειμένη περίπτωση ήταν σαφές που έκλινε το ισοζύγιο επί του συνόλου της μαρτυρίας.
Λέγεται ακόμα, σε στήριξη της έφεσης, ότι υπήρχε μαρτυρία του Μ.Κ. 7 στον οποίο αποτάθηκε ο κατηγορούμενος για να εργοδοτήσει τη Ν.Ρ. στη μπυραρία του, ότι αυτός είχε πει στον κατηγορούμενο ότι η Ν.Ρ. είναι "μωρό" και "εγώ παιδεραστής δεν γίνομαι", που θα έπρεπε να τον προβληματίσει αναφορικά με την ηλικία της. Αγνοεί η εισήγηση ότι ο ίδιος ο Μ.Κ. 7 είχε πει ότι η Ν.Ρ. φαινόταν ηλικίας 17-18 ετών και ότι η μαρτυρία του, όπως αναφέραμε, ήταν μεταξύ εκείνης που το Κακουργιοδικείο θεώρησε ότι στήριζε την άποψη ότι η Ν.Ρ. φαινόταν αυτής της ηλικίας. Ανάλογα ισχύουν για την αναφορά που γίνεται στην έφεση στο ότι ο Μ.Κ. 18 είχε πει ότι η Ν.Ρ. φαινόταν ηλικίας 16-17 ετών, η οποία όχι μόνο δεν βοηθά την έφεση αλλά βεβαιώνει την εντύπωση ηλικίας άνω των 16 ετών και στην οποία επίσης στηρίχθηκε το Κακουργιοδικείο.
Η θεώρηση αυτή δεν επηρεάζεται από τις άλλες αναφορές που γίνονται στην έφεση, ότι υπήρξαν αντιφάσεις του κατηγορουμένου στη γραπτή κατάθεσή του στην Αστυνομία, ότι ο ίδιος δεν ζήτησε στοιχεία για την ηλικία της Ν.Ρ. που γνώριζε ότι ήταν αλλοδαπή και επιθυμούσε να εργοδοτηθεί, και ότι ο ίδιος δεν έδωσε μαρτυρία για να αποσείσει το βάρος που είχε. Οποιεσδήποτε αντιφάσεις στην κατάθεση του κατηγορουμένου δεν συσχετίζονται προς το εν λόγω θέμα, ενώ η απόσειση του βάρους που είχε ο κατηγορούμενος για να ισχύει η υπεράσπιση δεν θα εκρίνετο από την παράλειψη του να ζητήσει στοιχεία της ηλικίας της Ν.Ρ. ή από τη δική του μαρτυρία, που είχε δικαίωμα όπως και επέλεξε να μην δώσει, αλλά από το σύνολο της σχετικής και θετικής μαρτυρίας, όπως και εκρίθη. Η έφεση λοιπόν αποτυγχάνει ως προς αυτή τη πτυχή.
Ο πρώτος κατηγορούμενος αθωώθηκε και στη δεύτερη κατηγορία της προαγωγής της Ν.Ρ. σε παράνομη σαρκική επαφή, και αυτή δε η αθώωση προσβάλλεται με την έφεση 7152 από τη Δημοκρατία στη βάση και πάλι της πλημμελούς εφαρμογής του νόμου επί των γεγονότων. Το Κακουργιοδικείο, έχοντας απορρίψει τη μαρτυρία της Ν.Ρ. ως αναξιόπιστη, αναζήτησε άλλη μαρτυρία, στην οποία να μπορούσε να στηριχθεί η κατηγορία. Επεσήμανε προς τούτο τη μαρτυρία των Μ.Κ. 9, Μ.Κ. 10 και Μ.Κ. 21, με επικουρική τη μαρτυρία του Μ.Κ. 7, κρίνοντας τους μάρτυρες αυτούς αξιόπιστους, και την κατάθεση του κατηγορουμένου στην Αστυνομία. Ο Μ.Κ. 9 ήταν συνεργάτης της Αστυνομίας προς τον σκοπό αποκάλυψης της εκμετάλλευσης της Ν.Ρ. από τον κατηγορούμενο που υποπτεύετο η Αστυνομία. Όταν προσέγγισε τον κατηγορούμενο δείχνοντας ενδιαφέρον για τη Ν.Ρ., ο κατηγορούμενος του είπε ότι την είχε "πουλήσει" σε μια μπυραρία για £300, αν όμως την ήθελε μπορούσε να του τη φέρει για £80 που θα την έπαιρνε εκείνος που την είχε "αγοράσει", άλλως μπορούσε να του φέρει δύο άλλες κοπέλες για £80. Ο Μ.Κ. 10, ιδιοκτήτης νυκτερινών κέντρων, του οποίου ο κατηγορούμενος ήταν πελάτης, αναφέρθηκε σε δύο επισκέψεις του κατηγορουμένου συνοδευόμενου από τη Ν.Ρ. στο κέντρο του. Την πρώτη φορά ο κατηγορούμενος του είπε ότι δίδει τη Ν.Ρ. σε πελάτες, χωρίς όμως να του κάμει συγκεκριμένη πρόταση, με τρόπο που ο Μ.Κ. 10 δεν μπορούσε να πει αν αυτά ελέγοντο σοβαρά ή όχι. Τη δεύτερη φορά ο κατηγορούμενος και πάλι δεν του έκαμε οποιαδήποτε πρόταση, ο Μ.Κ. 10 όμως είπε στον κατηγορούμενο ότι αν έκανε έρωτα με τη Ν.Ρ. θα τον πλήρωνε. Ο κατηγορούμενος έφυγε αφήνοντας τη Ν.Ρ. στο κέντρο και ο Μ.Κ. 10 την πήρε στο σπίτι της χωρίς να κάνουν έρωτα. Δέχθηκε ο Μ.Κ. 10 ότι είπε στον κατηγορούμενο να αφήσει εκεί τη Ν.Ρ. διότι είχε υποσχεθεί στην Αστυνομία να μάθει που έμενε αυτή. Στη μαρτυρία του Μ.Κ. 21 έχουμε ήδη αναφερθεί. Να συμπληρώσουμε μόνο ότι ο κατηγορούμενος, όπως είπε ο Μ.Κ. 21, του είχε πει ότι η Ν.Ρ. ήταν πολύ καλή στο κρεβάτι και ότι τα κάνει όλα. Υπήρχε επίσης η μαρτυρία του Μ.Κ. 7 ότι ο κατηγορούμενος του ζήτησε να εξεύρει εργασία για τη Ν.Ρ. με προμήθεια £1.000 προς τον κατηγορούμενο. Τέλος, στην κατάθεση του στην Αστυνομία, ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι, κατά την επίσκεψη του με τη Ν.Ρ. στο κέντρο του Μ.Κ. 10, ο Μ.Κ. 10 του πρότεινε να του δώσει μια κοπέλα που εργάζετο εκεί και να πάρει εκείνος τη Ν.Ρ. και ο κατηγορούμενος δέχθηκε και περαιτέρω ότι αργότερα συμφώνησε να εργασθεί η Ν.Ρ. στη μπυραρία του κατηγορουμένου 2 με προμήθεια £300 στον κατηγορούμενο την οποία και εισέπραξε.
Τη μαρτυρία των Μ.Κ. 9, Μ.Κ. 10 και Μ.Κ. 21 και την κατάθεση του κατηγορουμένου στην Αστυνομία το Κακουργιοδικείο θεώρησε ως περιέχουσα αναφορά σε παραδοχή του κατηγορουμένου ότι εξέδιδε τη Ν.Ρ. επί πληρωμή. Δεν την έκρινε όμως επαρκή, με αναφορά και στη νομολογία, ώστε να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα ενοχής, τοσούτο μάλλον αφού δεν υπήρχε η αναγκαία ενισχυτική μαρτυρία που απαιτείται στο άρθρο 157(α) και μάλιστα αφού όλες οι αναφορές των εν λόγω μαρτύρων προήρχοντο από τον ίδιο τον κατηγορούμενο. Το Κακουργιοδικείο έθεσε το πράγμα ως εξής:
"Δεν θα ήμασταν διατεθειμένοι να ενεργήσουμε με βάση τις προαναφερόμενες παραδοχές του πρώτου κατηγορουμένου, στην απουσία οποιασδήποτε άλλης μαρτυρίας που να τείνει να δείξει πως οι παραδοχές του πρώτου κατηγορουμένου περιέχουν την αλήθεια. Όμως στην προκείμενη περίπτωση, διά νόμου, απαιτείται ενισχυτική μαρτυρία για να καταδικαστεί ο πρώτος κατηγορούμενος στην κατηγορία αυτή, τέτοια ενισχυτική μαρτυρία δεν υπάρχει και επομένως το Δικαστήριο δεν μπορεί να καταλήξει σε καταδικαστική απόφαση για τον πρώτο κατηγορούμενο αναφορικά με τη δεύτερη κατηγορία".
Η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία εισηγείται ότι η πιο πάνω μαρτυρία ήταν επαρκής για να στηρίξει καταδίκη. Καθ' όσον, εισηγείται, η μαρτυρία προήρχετο από παραδοχές του ίδιου του κατηγορουμένου, αυτές συνιστούσαν από μόνες τους πράξεις προαγωγής στην πορνεία και δεν εχρειάζετο ενίσχυση.
Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τη θέση αυτή. Ανεξαρτήτως της απαίτησης του άρθρου 157(α) για ενισχυτική μαρτυρία, στην οποία έκανε αναφορά το Κακουργιοδικείο για να πει ότι εν πάση περιπτώσει δεν θα μπορούσε να υπάρξει καταδίκη ελλείψει ενισχυτικής μαρτυρίας, θέμα το οποίο δεν χρειάζεται να σχολιάσουμε εν όψει των όσων ακολουθούν, η απόφαση στηρίχθηκε ουσιαστικά στο ανασφαλές καταδίκης επί της μαρτυρίας, που είναι τελικά και το κρινόμενο καθ' όσον η ευπαίδευτη συνήγορος μας κάλεσε να εκδώσουμε καταδικαστική απόφαση. Το Κακουργιοδικείο επεσήμανε ότι, στην απουσία ενισχυτικής μαρτυρίας που να τείνει να βεβαιώνει την αλήθεια των αναφερομένων ως παραδοχών του κατηγορούμενου, δεν θα ήταν ασφαλές να καταδικάσει, ουσιαστικά μη ικανοποιούμενο ότι η εν λόγω μαρτυρία απεδείκνυε την ενοχή του κατηγορουμένου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Επιμελής εξέταση της μαρτυρίας καταδεικνύει ότι η προσέγγιση αυτή δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί εσφαλμένη. Όπως υπέδειξε και το Κακουργιοδικείο, η μαρτυρία των Μ.Κ. 7 και Μ.Κ. 9 έτεινε να καταδείξει μόνο ότι ο κατηγορούμενος ζητούσε ή και πήρε προμήθεια προκειμένου να διευθετήσει όπως η Ν.Ρ. εργαστεί, χωρίς τούτο να συνδέεται με προαγωγή της σε πορνεία. Το ίδιο ισχύει βεβαίως και για τη σχετική αναφορά του ίδιου του κατηγορουμένου στην κατάθεση του. Η άλλη αναφορά στη μαρτυρία του Μ.Κ. 9, ότι ο κατηγορούμενος του είπε ότι μπορούσε να του φέρει τη Ν.Ρ. για £80, όχι μόνο δεν θα απεδείκνυε πράξη προαγωγής αν, όπως μπορεί να εξυπακούει, η Ν.Ρ. εξεδίδετο και έτσι ήδη είχε εκπορνευθεί, χωρίς να υπάρχει μαρτυρία ότι εξεπορνεύθη από τον κατηγορούμενο, αλλά και θα έπρεπε να αντικρυσθεί με προσοχή δεδομένου ότι ήταν ο Μ.Κ. 9, ως συνεργάτης της Αστυνομίας, που προσέγγισε τον κατηγορούμενο και ενδιαφέρθηκε ειδικά για τη Ν.Ρ. για δικούς του σκοπούς. Ούτε η μαρτυρία του Μ.Κ. 10, ότι ο κατηγορούμενος του είπε ότι δίδει τη Ν.Ρ. σε πελάτες, και ότι "άλλαξαν" κοπέλες, βοηθούσε. Και πάλι, αυτή η αναφορά δεν θα αποκάλυπτε ποιος είχε κατά πρώτο εκπορνεύσει τη Ν.Ρ. Εν πάση περιπτώσει δε, ο ίδιος ο Μ.Κ. 10 είπε ότι δεν είχε αντιληφθεί αν ο κατηγορούμενος, λέγοντας ότι δίδει τη Ν.Ρ. σε πελάτες, χωρίς μάλιστα να του κάνει συγκεκριμένη πρόταση, σοβαρολογούσε ή όχι, ενώ δεν μπορεί να λησμονείται ότι ήταν ο Μ.Κ. 10 που εισηγήθηκε να αφήσει ο κατηγορούμενος τη Ν.Ρ. μαζί του, επιδιώκοντας να μάθει που έμενε όπως είχε υποσχεθεί στην Αστυνομία. Τέλος, ούτε και η μαρτυρία του Μ.Κ. 21 μπορούσε να ήταν αποτελεσματική. Η ίδια η αναφορά στο ότι ο κατηγορούμενος του είπε ότι η Ν.Ρ. ήταν πολύ καλή στο κρεβάτι, ότι τα κάνει όλα και ότι ήταν πολύ εμπορεύσιμη θα μπορούσε να εξυπονοούσε μάλλον ότι η Ν.Ρ. ήδη εξεδίδετο.
Στο σύνολό της, όσο και επί μέρους, η εν λόγω μαρτυρία δεν μπορούσε να αναπληρώσει το κενό που άφηνε ο αποκλεισμός της μαρτυρίας της Ν.Ρ. ώστε να οδηγήσει σε καταδίκη και δεν υπήρξε λανθασμένη καθοδήγηση του Δικαστηρίου ή πλημμελής εφαρμογή του νόμου στα γεγονότα. Και ως προς αυτή τη πτυχή λοιπόν η έφεση αποτυγχάνει.
Η έφεση επεκτείνεται και στην αθώωση του κατηγορουμένου στην τρίτη κατηγορία για αποζείν από κέρδη πορνείας. Αθωώνοντας τον κατηγορούμενο, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι αυτός εισέπραξε οποιοδήποτε ποσό από πορνεία της Ν.Ρ. και ότι εν πάση περιπτώσει, προκειμένου περί σεξουαλικού αδικήματος, δεν θα υπήρχε ούτε οποιαδήποτε ενισχυτική μαρτυρία. Η αθώωση προσβάλλεται και πάλι στη βάση της πλημμελούς εφαρμογής του νόμου στα γεγονότα. Η μαρτυρία στην οποία παραπέμπει η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία σε στήριξη της θέσης της είναι εκείνη των Μ.Κ. 7, Μ.Κ. 9, Μ.Κ. 10 και Μ.Κ. 21, όπως και οι αναφορές στην κατάθεση του κατηγορουμένου στην Αστυνομία στην οποία έχουμε αναφερθεί στα πλαίσια της εξέτασης του προηγούμενου λόγου έφεσης. Υιοθετούμε τα όσα αναφέραμε ως προς αυτό για να πούμε ότι ούτε την κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας μπορούσε να στηρίξει. Το γεγονός παρέμενε ότι δεν υπήρχε μαρτυρία που να δείχνει, με την απαιτούμενη προς καταδίκη ασφάλεια, ότι ο κατηγορούμενος εισέπραξε οποιοδήποτε ποσό από πορνεία της Ν.Ρ. ή ότι θα μπορούσε να εξαχθεί συμπερασματικά ότι εκμεταλλεύετο τη Ν.Ρ. επιδιδόμενη σε πορνεία. Απεναντίας, με την "εργοδότηση" της Ν.Ρ. από το δεύτερο κατηγορούμενο, η μαρτυρία δείχνει ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε έλεγχο επ' αυτής, όπως προκύπτει και από τη μαρτυρία του Μ.Κ. 9 ότι ο κατηγορούμενος του είπε ότι αν ήθελε τη Ν.Ρ. τα χρήματα θα τα έπαιρνε ο δεύτερος κατηγορούμενος. Να σχολιάσουμε όμως περαιτέρω, σε συνάρτηση με το εδώ εξεταζόμενο θέμα, την αναφορά του Μ.Κ. 10 ότι "άλλαξαν" κοπέλες με τον κατηγορούμενο, για να πούμε ότι μια τέτοια "ανταλλαγή" θα ήταν δύσκολο να θεωρηθεί ότι συνιστούσε κέρδος πορνείας. Εν πάση περιπτώσει δε, η όλη μαρτυρία που αφορούσε τα διαμειφθέντα μεταξύ του Μ.Κ. 10 και του κατηγορουμένου είχε ως σημείο αναφοράς την ομολογούμενη από το Μ.Κ. 10 επιδίωξη του να μείνει μαζί του η Ν.Ρ. για να μπορέσει να μάθει που έμενε όπως είχε υποσχεθεί στην Αστυνομία και όχι για να κάνουν έρωτα. Με την αποτυχία και αυτής της πτυχής της έφεσης, η έφεση αποτυγχάνει στην ολότητά της.
Και ο δεύτερος κατηγορούμενος αθωώθηκε στην κατηγορία της προαγωγής της Ν.Ρ. σε πορνεία. Το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι, δεδομένης της απόρριψης της μαρτυρίας της Ν.Ρ., δεν υπήρχε άλλη μαρτυρία που να στήριζε καταδίκη. Υπήρχε βεβαίως η μαρτυρία του Μ.Κ. 6 ότι η Ν.Ρ. του έκαμε στοματικό έρωτα και ότι πλήρωσε για αυτό £30 στον κατηγορούμενο ο οποίος του τα είχε ζητήσει ως πληρωμή για τη Ν.Ρ. Η μαρτυρία αυτή βεβαιώνετο και από τη μαρτυρία του Μ.Κ. 18 ο οποίος είχε πληρώσει τα χρήματα στον κατηγορούμενο με οδηγίες του Μ.Κ. 6. Ήταν μάλιστα στη βάση αυτής της μαρτυρίας που ο κατηγορούμενος καταδικάσθηκε στην πέμπτη κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας της Ν.Ρ. (θέμα στο οποίο βεβαίως θα επανέλθουμε στα πλαίσια της έφεσης 7148 του κατηγορουμένου κατά της καταδίκης του), αφού το Κακουργιοδικείο, ελλείψει ενυσχυτικής μαρτυρίας, απεύθυνε τη δέουσα προειδοποίηση προς τον εαυτό του. Είναι κατά κύριο λόγο σε αυτή τη μαρτυρία που η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία στα πλαίσια της έφεσης 7157 στηρίζεται για να εισηγηθεί ότι το Κακουργιοδικείο εφάρμοσε πλημμελώς το νόμο επί των γεγονότων καθ' ότι η εν λόγω μαρτυρία ήταν επαρκής προς στοιχειοθέτηση καταδίκης στην κατηγορία της προαγωγής της Ν.Ρ. σε πορνεία. Περαιτέρω αναφορά γίνεται στη μαρτυρία του Μ.Κ. 11 κατά το ότι ο κατηγορούμενος του είχε πει ότι ο πρώτος κατηγορούμενος είχε φέρει τη Ν.Ρ για να εργαστεί στη μπυραρία του και στη μαρτυρία του Μ.Κ. 18 ότι ο κατηγορούμενος του είπε "ίντα ωραίο μωρό έφερα για δουλειά."
Δεν μας βρίσκει σύμφωνους αυτή η θέση. Η είσπραξη χρημάτων από τον κατηγορούμενο για σεξουαλικές υπηρεσίες της Ν.Ρ. προς το Μ.Κ. 6 δεν οδηγεί και σε συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος είχε προάγει τη Ν.Ρ. σε πορνεία. Η παρατήρηση του Κακουργιοδικείου ότι αν και, όπως ήταν παραδεκτό γεγονός, η Ν.Ρ. δεν ήταν παρθένα πριν γνωρίσει τους κατηγορουμένους, εν τούτοις δεν μπορούσε να γίνει και εύρημα ότι αυτή ήταν πόρνη ελλείψει μαρτυρίας ως προς τη σεξουαλική δραστηριότητά της, εξυπακούει ότι ούτε εύρημα ότι αυτή δεν ήταν ήδη πόρνη δεν μπορούσε να γίνει. Η μαρτυρία του Μ.Κ. 6 λοιπόν παρέμενε αναποτελεσματική επί του προκειμένου. Ακόμα πιο άχρωμη βεβαίως ήταν η μαρτυρία των Μ.Κ. 11 και Μ.Κ. 18, με αποτέλεσμα ενδεχόμενη καταδίκη του κατηγορουμένου να ήταν ανασφαλής. Η έφεση λοιπόν αποτυγχάνει ως προς αυτή τη πτυχή της. Θα θέλαμε όμως να παρατηρήσουμε περαιτέρω και ως προς μια εγγενή ανακολουθία του κατηγορητηρίου στην οποία παραπέμπει και ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον κατηγορούμενο, που συνίστατο στο ότι την κατηγορία της προαγωγής αντιμετώπιζε τόσο ο πρώτος κατηγορούμενος για την περίοδο Αυγούστου μέχρι 19.9.1999 όσο και ο δεύτερος κατηγορούμενος για την περίοδο 19 μέχρι 25.9.1999. Δεν θα μπορούσαν και οι δύο να είχαν προάγει τη Ν.Ρ. σε πορνεία διαδοχικώς αφού η προαγωγή αναφέρεται στην πρώτη τέτοια πράξη.
Η έφεση προσβάλλει επίσης την αθώωση του κατηγορουμένου στην έκτη κατηγορία της παράνομης εργοδότησης αλλοδαπού. Υπήρχε μαρτυρία ότι η Ν.Ρ. θεάθηκε στη μπυραρία του κατηγορουμένου μεταξύ 19 και 25.9.1999 που είναι οι επτά μέρες που αφορούσε η κατηγορία, όχι όμως ότι αυτή προσέφερε υπηρεσία ή εργασία εκεί. Ακόμα, σύμφωνα με το Μ.Κ. 18, ότι ο κατηγορούμενος του είπε "ίντα ωραίο μωρό έφερα για δουλειά". Ο δε Μ.Κ. 6 συνάντησε τη Ν.Ρ. στη μπυραρία του κατηγορουμένου και την κέρασε ποτά για τα οποία πλήρωσε τον κατηγορούμενο μέσω του Μ.Κ. 18 που βεβαίωσε τούτο, πριν αυτή του προσφέρει τις προαναφερθείσες σεξουαλικές υπηρεσίες. Ήταν επίσης η μαρτυρία του Μ.Κ. 11 στον οποίο ο κατηγορούμενος είπε ότι σκόπευε να εργοδοτήσει τη Ν.Ρ. στη μπυραρία του ως barmaid. Το Κακουργιοδικείο όμως δεν θεώρησε τη μαρτυρία αυτή επαρκή για καταδίκη. Είναι κυρίως σε αυτή τη μαρτυρία, σε συνάρτηση με αντιφάσεις του κατηγορουμένου και το γεγονός ότι αυτός έπαιρνε κάθε βράδυ μαζί του τη Ν.Ρ. από το σπίτι του, όπου αυτή διέμενε, στη μπυραρία του, που η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία στηρίζεται για να τεκμηριώσει την έφεση κατά της αθώωσης λόγω, όπως και πάλι εισηγείται, πλημμελούς εφαρμογής του νόμου στα γεγονότα.
Ούτε αυτή η πτυχή της έφεσης όμως μπορεί να επιτύχει. Η αναφερθείσα μαρτυρία δεν οδηγούσε σε ασφαλές συμπέρασμα εργοδότησης. Τοσούτο μάλλον αφού ο ίδιος ο Μ.Κ. 11, που ήταν ειδικός αστυφύλακας, ανέφερε ότι όταν στις 20.9.1999 ο κατηγορούμενος τον είχε ενημερώσει ότι ο πρώτος κατηγορούμενος είχε φέρει τη Ν.Ρ. για να εργαστεί στη μπυραρία του, μόλις μια μέρα πριν όπως προκύπτει, σύστησε στον κατηγορούμενο να ελέγξει κατά πόσο αυτή εδικαιούτο να εργαστεί και ο κατηγορούμενος του είπε ότι θα το έλεγχε αφού σκοπός του ήταν να την εργοδοτήσει. Όταν ο Μ.Κ. 11 πήγε στη μπυραρία του κατηγορουμένου στις 23.9.1999, είδε τη Ν.Ρ. να κάθεται μόνη της χωρίς να έχει επαφή με τους πελάτες. Με αυτά τα δεδομένα δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το Κακουργιοδικείο προσέγγισε λανθασμένα τη μαρτυρία μη ικανοποιούμενο για την ενοχή του κατηγορουμένου. Η αναφερθείσα μαρτυρία ήταν συμβατή, εν όψει και της πολύ περιορισμένη χρονικής περιόδου από την ημέρα που η Ν.Ρ. πήγε στη μπυραρία (19.9.1999) μέχρι τις 25.9.1999 που αφορά η κατηγορία, και με πρόθεση του κατηγορουμένου να εργοδοτήσει τη Ν.Ρ. χωρίς αυτή να είχε ακόμα μεταφρασθεί σε εργοδότηση.
Ο δεύτερος κατηγορούμενος κατεδικάσθη, όπως ήδη αναφέραμε, στην κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας, στη βάση της προσκομισθείσας μαρτυρίας του Μ.Κ. 6 ότι αυτός πλήρωσε £30 στον κατηγορούμενο, που εβεβαιώνετο και από το Μ.Κ. 18, για σεξουαλικές υπηρεσίες τις οποίες του προσέφερε η Ν.Ρ. Το Κακουργιοδικείο, αν και δεν υπήρχε, όπως διαπίστωσε, οποιαδήποτε ενισχυτική μαρτυρία ως προς την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, οδηγήθηκε σε καταδίκη χωρίς δισταγμό αφού προειδοποίησε τον εαυτό του για τον κίνδυνο που ενείχε καταδίκη χωρίς ενισχυτική μαρτυρία. Με την έφεση 7148 ο δεύτερος κατηγορούμενος προσβάλλει την καταδίκη του.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης αμφισβητείται η απόρριψη από το Κακουργιοδικείο της μαρτυρίας του Μ.Κ. 12 ως αναξιόπιστης. Δεν εξειδικεύεται με ποιο τρόπο η αποδοχή της μαρτυρίας αυτής θα επηρέαζε την κρίση του Κακουργιοδικείου. Ούτε όμως και οτιδήποτε που ελέχθη σε στήριξη του λόγου έφεσης αυτού μπορεί να ανατρέψει ως λανθασμένη την προσέγγιση του Κακουργιοδικείου στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του Μ.Κ. 12.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης υποστηρίζεται ότι ήταν εσφαλμένη η καταδίκη του κατηγορουμένου χωρίς προηγουμένως να αναζητηθεί ενισχυτική μαρτυρία και μόνο με απλή προειδοποίηση. Ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί. Το Κακουργιοδικείο διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε ενισχυτική μαρτυρία και έτσι δεν ετίθετο θέμα αναζήτησης τέτοιας. Ούτε έχουμε λόγο να αμφιβάλλουμε ότι η προειδοποίηση που απεύθυνε το Κακουργιοδικείο προς εαυτό δεν ήταν η δέουσα ή δεν συνειδητοποιήθηκε δεόντως από το Κακουργιοδικείο το οποίο δεν είχε τον παραμικρό δισταγμό, κατόπιν τούτου, να δεχθεί τη μαρτυρία του Μ.Κ. 6 ως αληθή και να θεωρήσει ότι ήταν ασφαλές να στηριχθεί μόνο επ' αυτής χωρίς ενισχυτική μαρτυρία. Το δε παράπονο ότι υπήρξε άνιση μεταχείριση κατ' ακολουθία, κατά το ότι ο πρώτος κατηγορούμενος αθωώθηκε στην ίδια κατηγορία λόγω έλλειψης ενισχυτικής μαρτυρίας, παραγνωρίζει όχι μόνο το ότι τα γεγονότα στα οποία αναφέρετο η κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας που αντιμετώπιζε ο πρώτος κατηγορούμενος ήταν όλως διάφορα εκείνων της αφορώσης το δεύτερο κατηγορούμενο αλλά και το ότι η κατηγορία που αφορούσε τον πρώτο κατηγορούμενος απερρίφθη ουσιαστικά όχι διότι δεν υπήρχε ενισχυτική μαρτυρία αλλά διότι η όλη μαρτυρία δεν ήταν αποτελεσματική για ασφαλή καταδίκη. Εδώ η μαρτυρία του Μ.Κ. 6, κριθείσα ως αξιόπιστη, θεωρήθηκε επαρκής για να αποδειχθεί η κατηγορία.
Είναι ακριβώς το εύρημα αξιοπιστίας του Μ.Κ. 6 που προσβάλλει ο τρίτος λόγος έφεσης. Τα όσα λέγοντα όμως σε στήριξη αυτού αφορούν μια περιορισμένη πτυχή της μαρτυρίας του Μ.Κ. 6 που όχι μόνο επισημάνθηκε από το ίδιο το Δικαστήριο και ελήφθη υπ' όψη κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του αλλά και δεν επηρέαζε τη συνολική άποψη αξιοπιστίας του μάρτυρα που σχημάτισε το Κακουργιοδικείο.
Τέλος, με τον τέταρτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η καταδίκη στη βάση της εισήγησης ότι δεν απεδείχθη ουσιαστικό στοιχείο του αδικήματος, συγκεκριμένα ότι το ποσό των £30 που ζήτησε και έλαβε ο κατηγορούμενος από το Μ.Κ. 6 προήρχετο από πορνεία της Ν.Ρ. Λέγει προς τούτο ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον κατηγορούμενο ότι δεν υπήρξε προηγούμενη συνεννόηση με τον κατηγορούμενο ότι ο Μ.Κ. 6 θα του κατέβαλλε χρήματα για να εξασφαλίσει τις υπηρεσίες της Ν.Ρ., ότι η Ν.Ρ. εξ ιδίων της και για δική της ευχαρίστηση έκανε στοματικό έρωτα στο Μ.Κ. 6 και ότι ο κατηγορούμενος ζήτησε εκ των υστέρων χρήματα από το Μ.Κ. 6 όχι διότι διέθεσε τη Ν.Ρ. για πορνεία αλλά διότι η Ν.Ρ. κοιμήθηκε μαζί του, ο δε Μ.Κ. 6 τα πλήρωσε για να αποφύγει τις συζητήσεις. Δεν ήταν όμως έτσι τα πράγματα. Είναι γεγονός ότι ο Μ.Κ. 6 δεν αναφέρθηκε σε προσυνεννόηση του με τον κατηγορούμενο ως προς τη Ν.Ρ. παρά μόνο μίλησαν για το λογαριασμό των ποτών, η δε συνεννόηση του ήταν με τη Ν.Ρ. Αυτό όμως δεν απέκλειε οτιδήποτε άλλο, όσα ακολούθησαν είναι δε διαφωτιστικά. Ο ίδιος ο κατηγορούμενος ζήτησε και έλαβε £30 στην εξυπακουόμενη βάση ότι η Ν.Ρ. θα επληρώνετο, ο δε Μ.Κ. 6 πλήρωσε το ποσό αυτό. Η μαρτυρία ήταν λοιπόν τέτοια που το Κακουργιοδικείο εδικαιούτο με ασφάλεια να συμπεράνει ότι ο κατηγορούμενος εισέπραξε τις £30 σε σχέση με πορνεία της Ν.Ρ. Η θεώρηση αυτή του πράγματος δεν επηρεάζετο από το γεγονός ότι η Ν.Ρ. ήταν πρόθυμη να πάει με το Μ.Κ. 6 και είχε την πρωτοβουλία των κινήσεων όταν έκαναν έρωτα. Η εκτίμηση της μαρτυρίας της οποία έκαμε το Κακουργιοδικείο δεν ήταν εσφαλμένη ώστε να επέτρεπε παρέμβασή μας.
Η αποτυχία της έφεσης του κατηγορουμένου 2 καθιστά αναγκαία την εξέταση της έφεσης 7151 της Δημοκρατίας κατά της επιβληθείσας σε αυτόν ποινής των έξι μηνών με αναστολή ως εκδήλως ανεπαρκή. Η έφεση επικαλείται τη σοβαρότητα του αδικήματος τόσο από την άποψη της προβλεπόμενης ποινής των πέντε ετών όσο και από την άποψη των περιστατικών της υπόθεσης. Εδόθη, υποστηρίζεται, υπέρμετρη βαρύτητα στις προσωπικές συνθήκες του κατηγορουμένου και γενικά στους ελαφρυντικούς παράγοντες, με αποτέλεσμα να εξουδετερώνετο ο σκοπός του νόμου.
Δεν συμμεριζόμαστε αυτή την άποψη. Πλην της ηλικίας της Ν.Ρ., ως προς την οποία όμως ο κατηγορούμενος δεν είχε λόγο να πιστεύει ότι δεν ήταν 17-18 ετών, η υπόθεση δεν παρουσίαζε σοβαρότητα πέραν της συνήθους του είδους ως προς τα περιστατικά της. Μάλιστα όπως παρατήρησε το Κακουργιοδικείο, η Ν.Ρ. είχε επιλέξει να ανεξαρτηκοποιηθεί από την οικογένεια της και "ήταν διατεθειμένει να προσφέρει και αγοραίο έρωτα στην προσπάθεια της να εξασφαλίσει τα προς το ζειν". Και πάλι δε, όπως ορθά έλαβε υπ' όψη του το Κακουργιοδικείο, επρόκειτο για μια και μοναδική περίπτωση είσπραξης χρημάτων για την πορνεία της Ν.Ρ. Παράλληλα, ο κατηγορούμενος δεν βαρύνετο με προηγούμενες καταδίκες, ενώ υπήρχαν σοβαροί ελαφρυντικοί παράγοντες στις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του. Με αυτά τα δεδομένα, δεν ελέγχεται ως εκδήλως ανεπαρκή η επιβληθείσα ποινή φυλάκισης των έξι μηνών.
Οι λόγοι έφεσης δεν απευθύνονται στο θέμα της αναστολής της ποινής ανεξάρτητα από την ανεπάρκεια του ύψους της ποινής φυλάκισης. Δεν θα υπεισέλθουμε στο θέμα αυτό καθ' όσον, και κατάλληλη περίπτωση αναστολής να μην ήταν η προκειμένη, δεν θα ήταν ορθό και δίκαιο να επιβληθεί σήμερα ποινή άμεσης φυλάκισης. Έχουν παρέλθει πέραν των 2½ ετών από της επιβολής της ποινής και 4½ έτη από τη διάπραξη του αδικήματος. Πολλά μεσολαβούν μετά από τόσο χρόνο.
Όλες λοιπόν οι εφέσεις αποτυγχάνουν.
Οι εφέσεις απορρίπτονται.