ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 2 ΑΑΔ 636
20 Σεπτεμβρίου, 2001
[ΚΑΛΛΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
K. ANDREOU DEVELOPERS LTD.,
Εφεσείοντες,
ν.
ΓΙΩΡΓΟΥΛΛΑΣ ΤΕΡΛΙΔΟΥ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7090)
Ποινή ― Επιβολή ποινής από άλλο δικαστή από εκείνο που έκρινε την κατηγορούμενη ένοχη ― Δεν είναι επιτρεπτή.
Ο Επαρχιακός Δικαστής ο οποίος έκρινε ένοχη την εφεσίβλητη για έκδοση επιταγής χωρίς αντίκρυσμα αφυπηρέτησε. Άλλος Επαρχιακός Δικαστής, ο οποίος επιλήφθηκε της υπόθεσης για σκοπούς επιβολής ποινής, απάλλαξε την εφεσίβλητη επειδή ο κατήγορος δεν είχε εμφανιστεί κατά την ημέρα εκείνη.
Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης αυτής του Επαρχιακού Δικαστή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο εξέτασε το θέμα αυτεπάγγελτα.
Αποφασίστηκε ότι:
Η ποινική δίκη είναι ενιαία. Δεν επιτρέπεται ένας δικαστής να επιλαμβάνεται της ενοχής και άλλος της ποινής. Επομένως η διαδικασία ενώπιον του δεύτερου δικαστή ήταν εξ υπαρχής άκυρη.
Η έφεση απορρίφθηκε ως άνευ αντικειμένου.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Richards v. R. [1992] 4 All E.R. 807.
Έφεση εναντίον αθωωτικής απόφασης.
Έφεση από τον κατήγορο, εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, Υπόθεση Αρ. 10994/99, ημερομηνίας 14/3/01, με την οποία απάλλαξε την κατηγορούμενη, η οποία, ύστερα από ακροαματική διαδικασία ενώπιον άλλου Επαρχιακού Δικαστή, με απόφαση ημερ. 22.9.2000, βρέθηκε ένοχη για το αδίκημα της έκδοσης επιταγής χωρίς αντίκρυσμα, κατά παράβαση του άρθρου 305Α(2) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.
Α. Πλουτάρχου, για τους Εφεσείοντες.
Κ. Βελάρης, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΚΑΛΛHΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον αδελφό Δικαστή κ. Γαβριηλίδη.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Ύστερα από ακροαματική διαδικασία στην ποινική υπόθεση 10994/99, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, Επαρχιακός Δικαστής, με απόφασή του ημερ. 22.9.2000, βρήκε ένοχη την εφεσίβλητη για το αδίκημα της έκδοσης επιταγής χωρίς αντίκρυσμα κατά παράβαση του άρθρου 305Α(2) του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154.
Σε μεταγενέστερο χρόνο ο εν λόγω Επαρχιακός Δικαστής αφυπηρέτησε. Ενόψει τούτου, όπως διαπιστώνουμε από το φάκελο της ποινικής υπόθεσης, η Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου έδωσε οδηγίες όπως άλλος Επαρχιακός Δικαστής επιληφθεί της υπόθεσης για επιβολή ποινής.
Ακολούθως, άλλος Επαρχιακός Δικαστής επιλήφθηκε της υπόθεσης και, μετά από δύο αναβολές, στις 14.3.2001 απάλλαξε την εφεσίβλητη με το σκεπτικό ότι, εφόσον ο κατήγορος δεν εμφανίσθηκε κατά την εν λόγω ημερομηνία ενώπιόν του, αυτό σήμαινε ότι δεν ενδιαφερόταν να προωθήσει την υπόθεση και, ως εκ τούτου, η διαδικασία εναντίον της εφεσίβλητης δεν έπρεπε να συνεχιστεί.
Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης αυτής του Επαρχιακού Δικαστή.
Εξετάσαμε αυτεπάγγελτα το κατά πόσο ο δεύτερος δικαστής είχε δικαιοδοσία να επιβάλει ποινή στην ποινική αυτή υπόθεση όπου η ενοχή της κατηγορουμένης κρίθηκε προηγουμένως από άλλο δικαστή. Αφού ακούσαμε και τις απόψεις των δικηγόρων, κρίνουμε ότι κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να γίνει. Η ποινική δίκη είναι ενιαία. Δεν επιτρέπεται ένας δικαστής να επιλαμβάνεται της ενοχής και άλλος της ποινής. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Privy Council, στην υπόθεση Richards v. R. [1992] 4 All E.R. 807, στη σελίδα 813:
"Where a defendant is tried before a judge and jury, both have their roles to play and together they constitute the court of trial. If, in any case following trial and conviction by the jury, the judge were to die before passing sentence, there would be no court seised of the case by which sentence could be passed. The defendant, it seems to their Lordships, would in those circumstances have to be rearraigned before another court and if he again pleaded not guilty would have to be retried. But it would be absurd that he should be able to plead the jury's verdict in the first trial as a bar to the second."
Επομένως, η διαδικασία ενώπιον του δεύτερου δικαστή ήταν εξ υπαρχής άκυρη. Τούτου δοθέντος, καταλήγουμε ότι η έφεση πρέπει να απορριφθεί ως άνευ αντικειμένου, ως στρεφόμενη, δηλαδή, κατά απόφασης που είναι άκυρη ελλείψει δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.
Η έφεση απορρίπτεται, αλλά, υπό τις περιστάσεις, δεν θα εκδώσουμε διαταγή για τα έξοδα.
Η�έφεση απορρίπτεται ως άνευ αντικειμένου.