ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 2 ΑΑΔ 155

23 Μαρτίου, 2001

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

ΜΑΡΙΑ ΝΙΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Εφεσείουσα,

ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 7003)

 

Απόδειξη ― Μαρτυρία αυτόπτη μάρτυρα ― Η μαρτυρία μάρτυρα που βίωσε συγκεκριμένο συμβάν, δεν παραμένει κατ' ανάγκη μετέωρη χωρίς την ικανοποιητική μεταφορά στο Δικαστήριο της πραγματικής μαρτυρίας.

Απόδειξη ―  Βάρος αποδείξεως σε ποινική υπόθεση ― Η κατηγορούσα αρχή πρέπει να αποδείξει την υπόθεσή της πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας για να εξασφαλίσει την καταδίκη κατηγορουμένου.

Αμελής οδήγηση ― Η αμέλεια που πρέπει να αποδειχθεί για στοιχειοθέτηση της κατηγορίας δεν διαφέρει από την αμέλεια σε αστικές υποθέσεις.

Η εφεσείουσα καταδικάστηκε για αμελή οδήγηση.  Η κατηγορία προέκυψε από ατύχημα που συνέβηκε το βράδυ της 19.1.1999 στον κύριο δρόμο Λεμεσού-Πάφου, σε σημείο παρά την Πέτρα του Ρωμιού όταν το όχημα της εφεσείουσας συγκρούστηκε μετωπικά με διπλοκάμπινο όχημα το οποίο οδηγείτο με αντίθετη κατεύθυνση.  Η σύγκρουση αποδόθηκε σε παράλειψη της εφεσείουσας να τηρήσει τη δική της πλευρά.  Το Δικαστήριο στηρίχθηκε στη μαρτυρία της οδηγού του άλλου οχήματος και παραμέρισε τα όσα προβλήθηκαν ως πραγματική μαρτυρία από τους μάρτυρες που κάλεσε η εφεσίβλητη, αιτιολογώντας προς τούτο την απόφασή του.

Η εφεσείουσα υποστήριξε κατ' έφεση ότι ενόψει της απόρριψης των όσων η κατηγορούσα αρχή προέβαλε ως την πραγματική μαρτυρία, και του κενού που προέκυψε, δεν μπορούσε να υποστηριχθεί η εναντίον της εφεσείουσας εκδοχή, λαμβανομένου ιδιαίτερα υπόψη του ότι η μαρτυρία της άλλης οδηγού είχε συνδεθεί με ότι το σχεδιάγραμμα λανθασμένα απεικόνιζε ως την πραγματική μαρτυρία και επομένως δεν μπορούσε να θεωρηθεί αξιόπιστη.

Το Εφετείο απέρριψε την έφεση στη βάση των νομικών αρχών που αναφέρονται στις πιο πάνω εισαγωγικές σημειώσεις.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Paula Mcleod v. Police  (1973) 2 C.L.R. 63.

Έφεση εναντίον Καταδίκης.

Έφεση από την κατηγορούμενη εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, Υπόθεση Αρ. 2586/2000, ημερομηνίας 21/9/2000, με την οποία βρήκε την εφεσείουσα ένοχη σε κατηγορία για αμελή οδήγηση κατά παράβαση του άρθρου 8 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου του 1972 (Ν. 86/72) όπως τροποποιήθηκε και της επέβαλε πρόστιμο £90 και επεδίκασε εναντίον της τα έξοδα, ύψους £70.

Μεν. Κυπριανού, για την Εφεσείουσα.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.:  Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.:  Κατόπιν δίκης, το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου βρήκε την εφεσείουσα ένοχη σε κατηγορία για αμελή οδήγηση κατά παράβαση του άρθρου 8 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου του 1972 (Ν. 86/72) όπως τροποποιήθηκε. Της επέβαλε πρόστιμο £90 και επεδίκασε εναντίον της τα έξοδα, ύψους £70.

Η κατηγορία προέκυψε από ατύχημα που συνέβηκε ενωρίς το βράδυ της 19 Ιανουαρίου 1999 στον κύριο δρόμο Λεμεσού-Πάφου, σε σημείο παρά την Πέτρα του Ρωμιού.  Η εφεσείουσα, που οδηγούσε το σαλούν αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής WS 833 προς την Πάφο, συγκρούστηκε μετωπικά με το διπλοκάμπινο όχημα αρ. εγγραφής AAT 983 το οποίο οδηγείτο με αντίθετη κατεύθυνση.  Κτυπήθηκε το δεξιό μπροστινό μέρος του ενός με το αντίστοιχο του άλλου.  Η σύγκρουση ήταν σφοδρή.  Τα οχήματα υπέστησαν εκτεταμένες ζημιές και οι δύο οδηγοί τραυματίστηκαν, πιο σοβαρά η εφεσείουσα η οποία μεταφέρθηκε αμέσως με ασθενοφόρο σε νοσοκομείο. 

Η σύγκρουση αποδόθηκε σε παράλειψη της εφεσείουσας να τηρήσει τη δική της πλευρά του δρόμου και εν τέλει να λάβει αποτρεπτικά μέτρα.  Το Δικαστήριο στηρίχθηκε στη μαρτυρία της οδηγού του άλλου οχήματος. Η ουσία της μαρτυρίας συνοψίζεται στην απόφαση ως εξής:

"Στην Πέτρα του Ρωμιού μόλις έστριψε από τη μεγάλη στροφή αντελήφθηκε ένα αυτοκίνητο να κατευθύνεται από απέναντί της στη δική της λωρίδα.  Προς στιγμής αυτό το όχημα επιχείρησε να επιστρέψει στη δική του λωρίδα κυκλοφορίας, το μισό όχημα βρέθηκε στην άλλη λωρίδα κυκλοφορίας και αμέσως μετά ξανακατευθύνθηκε προς το δικό της.  Το μόνο που πρόλαβε να κάνει ήταν να στρίψει το τιμόνι του οχήματός της προς τα αριστερά προς το παγκέτο και αμέσως το όχημα αυτό την κτύπησε.  Όλα έγιναν σε κλάσματα δευτερολέπτου.  Η ώρα ήταν περί τις 6.15 το απόγευμα."

Εξηγείται στην απόφαση, λεπτομερώς, η άριστη εντύπωση που το Δικαστήριο σχημάτισε για τη μάρτυρα. Η Κατηγορούσα Αρχή προώθησε στο Δικαστήριο και τα όσα συνιστούσαν την πραγματική μαρτυρία που εντοπίστηκε στη σκηνή.  Επρόκειτο για τις τελικές θέσεις των οχημάτων, ίχνη τροχοπέδησης που ο αστυνομικός εξεταστής ο οποίος κατέθεσε ως μάρτυρας θεώρησε ότι ανήκαν στο αυτοκίνητο της εφεσείουσας, και τις καταμετρήσεις που προσδιόριζαν τη σχέση μεταξύ των διαφόρων σημείων.  Αυτά σημειώθηκαν αρχικά σε πρόχειρο σχεδιάγραμμα από το οποίο αργότερα μεταφέρθηκαν σε άλλο πιο επιμελημένο, το τεκμήριο 2. Η εφεσείουσα επέλεξε, όπως είχε δικαίωμα, να μην καταθέσει ενόρκως και να μην προβεί σε ανώμοτη δήλωση.  Κάλεσε όμως ως μάρτυρες δύο εμπειρογνώμονες.  Ο ένας κατέθεσε για τη ζημιά στα οχήματα.  Δεν πρόσθεσε ο,τιδήποτε το σημαντικό. Ο άλλος, με ειδικότητα στη διερεύνηση οδικών ατυχημάτων, εξήγησε γιατί δεν μπορούσε να στηριχθεί κανείς στα όσα φαίνονταν στο αστυνομικό σχεδιάγραμμα.  Το Δικαστήριο ανέφερε τα εξής σχετικά με τη μαρτυρία του δεύτερου:

"Δεχόμενος με βάση τα πιο πάνω τη μαρτυρία του Μ.Υ.2 ως αξιόπιστη δέχομαι ότι τα ίχνη τροχοπέδησης δεν αφορούν το όχημα με αριθμό εγγραφής WS833 και ότι το σημείο σύγκρουσης δεν μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια ως το Τεκμήριο 2.  Δέχομαι επίσης ότι το Τεκμήριο 2 πάσχει με βάση το γεγονός ότι από τις διάφορες μετρήσεις προκύπτουν πέραν της μιας πιθανής θέσης των οχημάτων."

Το Δικαστήριο παραμέρισε λοιπόν τα όσα προέκυπταν από το σχεδιάγραμμα, περιλαμβανομένης και της σύνδεσης των ιχνών τροχοπέδησης με το αυτοκίνητο της εφεσείουσας.  Όμως η μαρτυρία της οδηγού του άλλου οχήματος απέβη καθοριστική.  Δεν άφησε στο Δικαστήριο καμιά αμφιβολία για τα αίτια της σύγκρουσης.  Γι' αυτό βρήκε την εφεσείουσα ένοχη. 

Προβλήθηκε με την έφεση ότι ενόψει της απόρριψης των όσων η Κατηγορούσα Αρχή προέβαλε ως την πραγματική μαρτυρία και του εν τέλει κενού που προέκυψε σε σχέση με αυτή την πτυχή, δεν μπορούσε να υποστηριχθεί η εναντίον της εφεσείουσας εκδοχή, λαμβανομένου ιδιαίτερα υπόψη του ότι η μαρτυρία της άλλης οδηγού είχε συνδεθεί με ό,τι το σχεδιάγραμμα λανθασμένα απεικόνιζε ως την πραγματική μαρτυρία και επομένως δεν μπορούσε να θεωρηθεί αξιόπιστη.  Επίσης, προβλήθηκε με την έφεση ότι το Δικαστήριο θεώρησε πως "το βάρος αποδείξεως με το οποίο βαρύνεται η κατηγορούσα αρχή σε σχέση με την αμέλεια της κατηγορουμένης δεν διαφέρει από την αμέλεια που ισχύει σε πολιτικές υποθέσεις" και ότι αυτό αποτελούσε σφάλμα.

Η άποψη ότι χωρίς την ικανοποιητική μεταφορά στο Δικαστήριο της πραγματικής μαρτυρίας παραμένει κατ' ανάγκη μετέωρη η μαρτυρία προσώπου που βίωσε το συμβάν δεν είναι ορθή. Ούτε και είναι εν προκειμένω ορθή η θέση της εφεσείουσας ότι η μαρτυρία της άλλης οδηγού συναρτήθηκε με τα στοιχεία του σχεδιαγράμματος. Η εν λόγω μάρτυρας αναφέρθηκε και στο σχεδιάγραμμα με το οποίο συμφώνησε αλλά, όπως παρατήρησε το Δικαστήριο το οποίο κατηύθυνε την προσοχή του σε αυτή την πτυχή, η μάρτυρας "ήταν σαφής και ειλικρινής όταν εξήγησε ότι η ίδια δεν μέτρησε οποιαδήποτε απόσταση".  Δεν διακρίνουμε σφάλμα στην προσέγγιση του Δικαστηρίου.

Ως προς το ζήτημα του βάρους απόδειξης, αναμφιβόλως θα επρόκειτο περί σφάλματος αν το Δικαστήριο αντίκρυζε το ζήτημα με τον τρόπο που περιγράφεται στο εφετήριο.  Δεν ήταν όμως έτσι.  Εκείνο που το Δικαστήριο υπέδειξε ήταν, με αναφορά στην Paula Mcleod v. The Police (1973) 2 C.L.R. 63 ότι, ως προς τον βαθμό, η αμέλεια που έπρεπε να αποδειχθεί για στοιχειοθέτηση της κατηγορίας δεν διέφερε από την αμέλεια σε αστικές υποθέσεις. Αλλά για το βάρος απόδειξης το Δικαστήριο επεσήμανε τα εξής, επίσης προδήλως ορθά:

"Όπως σε κάθε ποινική υπόθεση η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει την υπόθεσή της πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας για να εξασφαλίσει την καταδίκη της κατηγορουμένης."

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο