ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 2 ΑΑΔ 325

19 Σεπτεμβρίου, 1997

[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στές]

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΙΩΑΝΝΗ ΧΡΙΣΤΟΦH & ΥΙΟY ΛΤΔ,

Εφεσιβλήτων.

(Ποινική Έφεση Αρ. 6096)

 

Aσφάλεια Eργαζομένων σε Oικοδομικές Eργασίας — Παράλειψη παροχής ευσταθούς ικριώματος κατά παράβαση των Καν. 4(1) και 15(3)(α) των περί Οικοδομών και Έργων Μηχανικών Κατασκευών (Ασφάλεια, Υγεία και Ευημερία) Κανονισμών του 1973 και των Άρθρων 66, 75, 94 και 95(β) του περί Εργοστασίων Νόμου, Κεφ. 134, όπως τροποποιήθηκε — Οι εν λόγω Κανονισμοί εφαρμόζονται και στην περίπτωση χρησιμοποίησης εργοδοτουμένων για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του εργοδότη τους — Σε ποιες άλλες περιπτώσεις εφαρμόζονται.

Λέξεις και Φράσεις — "Εργολήπτης" στον Καν. 3(1) των περί Οικοδομών και Έργων Μηχανικών Κατασκευών (Ασφάλεια, Υγεία και Ευημερία) Κανονισμών του 1973.

Λέξεις και Φράσεις — "Κέρδος" στον Καν. 2(1) των Περί Oικοδομών και Έργων Mηχανικών Kατασκευών (Aσφάλεια, Yγεία και Eυημερία) Κανονισμών του 1973, στην έννοια του Αγγλικού Companies Act και στη σχετική νομολογία.

Εργοδοτούμενος της κατηγορούμενης εταιρείας, ενώ ασχολείτο με την κατασκευή της οροφής του υπό ανέγερση εργοστασίου της, έπεσε στο ικρίωμα και τραυματίστηκε σοβαρά.  Το Δικαστήριο, παρόλον ότι δέκτηκε ότι το ικρίωμα ήταν ασταθές, αθώωσε την κατηγορουμένη εταιρεία, θεωρώντας ότι η κατασκευή του εργοστασίου της δεν έγινε υπό μορφή επαγγέλματος και για σκοπούς κέρδους, όπως απαιτείται στο σχετικό Κανονισμό.

Το μόνο ερώτημα που εγέρθηκε προς απάντηση από το Εφετείο ήταν κατά πόσο η κατηγορούμενη εταιρεία είχε υποχρέωση να εφαρμόσει το συγκεκριμένο κανονισμό.

Το Εφετείο έδωσε καταφατική απάντηση, αποδεχόμενο την έφεση για τους πιο κάτω λόγους:

Οι επίδικοι Κανονισμοί εφαρμόζονται ευρέως.  Σύμφωνα με τον Καν. 4(1)(γ), κάθε εργολήπτης που αναλαμβάνει εκτέλεση εργασίας για την οποία εφαρμόζονται οι Κανονισμοί, υποχρεούται να συμμορφώνεται με αυτούς με σκοπό να μην εκθέσει σε κίνδυνο τους εργοδοτουμένους του.  Δεν υπάρχει τίποτε στους Κανονισμούς που να υποδηλοί ότι η χρήση της φράσης "και διά σκοπούς κέρδους" καθιστά αναγκαία την απόδειξη σκοπού άμεσου ή έμμεσου κέρδους από τη συγκεκριμένη ενέργεια.  Η έννοια του κέρδους είναι ευρεία και δεν μπορεί να περιορίζεται στο χρηματικό κέρδος. Γενικά κέρδος μπορεί να θεωρηθεί οποιοδήποτε πλεονέκτημα που αποκομίζει οποιοδήποτε πρόσωπο ή που προκύπτει από την εμπορική του δραστηριότητα.

Στην παρούσα υπόθεση, η χρησιμοποίηση εργοδοτουμένων της εταιρείας τους οποίους πληρώνει η ίδια, στην ανέγερση του εργοστασίου της, περιορίζει τη δαπάνη ανέγερσής του και επιφέρει κέρδος στην εταιρεία.

Για την εφαρμογή των συγκεκριμένων Κανονισμών, δεν είναι απαραίτητο ο εργολήπτης ή εργοδότης να έχει αποκλειστικό ή κύριο σκοπό της επιχείρησής του τις οικοδομικές εργασίες.

Η ύπαρξη μαρτυρίας δεν είναι αναγκαία για την απόδειξη του γεγονότος, ότι η εταιρεία με τη χρήση εργοδοτουμένων της, θα εξοικονομούσε οποιοδήποτε ποσό.  Η χρησιμοποίηση των εργοδοτουμένων της για τις δραστηριότητες της εταιρείας έχει από μόνη της την έννοια της εργοδότησής τους για σκοπούς κέρδους, όπως γίνεται και κατά την εργοδότηση οιουδήποτε άλλου εργαζόμενου.

Η έφεση επιτρέπεται. Η κατηγορούμενη εταιρεία κρίνεται ένοχη.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

In Re Padstow Assurance, 20 Ch.D. 137,

In Re Riverton Sheep Dip [1943] S.A.S.R. 344,

Armour v. Liverpool Corporation [1939] Ch. 422,

In Re Commonwealth Homes & Investment Co. Ltd [1943] S.A.S.R. 211,

Alley v. Alfred Bucklands & Sons Ltd [1941] N.Z.L.R. 575.

Έφεση.

Έφεση από τον Eπαρχιακό Λειτουργό Eργασίας εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηριού Λευκωσίας (Ποινική Yπόθεση Aρ. 6096) με την οποία, στις 20 Nοεμβρίου, 1995, η εταιρεία Iωάννης Xριστοφής και Yιός Λτδ αθωώθηκε από Γιασεμή, E.Δ. στην κατηγορία για παράλειψη παροχής ευσταθούς κινητού ικριώματος σε εργοδοτούμενό της κατά παράβαση των Kαν. 4(1) και 15(3)(α) των περί Oικοδομών και Έργων Mηχανικών Kατασκευών (Aσφάλεια, Yγεία και Eυημερία) Kανονισμών του 1973 (K.Δ.Π. 161/73) και των άρθρων 66, 75, 94 και 95(β) του περί Eργοστασίων Nόμου Kεφ. 134, όπως τροποποιήθηκε από τους Nόμους 43/64, 32/72, 25/89 και 20/90.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Eφεσείοντα.

Στ. Ερωτοκρίτου, για τους Eφεσίβλητους.

ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.:  Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της αθώωσης της κατηγορούμενης εταιρείας στην κατηγορία για παράλειψη παροχής ευσταθούς κινητού ικριώματος σε εργοδοτούμενό της κατά παράβαση των Καν. 4(1) και 15(3)(α) των περί Οικοδομών και Έργων Μηχανικών Κατασκευών (Ασφάλεια, Υγεία και Ευημερία) Κανονισμών του 1973, (Κ.Δ.Π. 161/73) και των άρθρων 66, 75, 94 και 95(β) του περί Εργοστασίων Νόμου, Κεφ. 134, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 43/64, 32/72, 25/89 και 20/90.

Στις 6.10.1993 ο Χαράλαμπος  Ξενοφώντος, εργοδοτούμενος της κατηγορούμενης εταιρείας, ενώ ασχολείτο με την κατασκευή της οροφής του υπό ανέγερση εργοστασίου της, έπεσε από το ικρίωμα στο οποίο εργαζόταν και τραυματίστηκε σοβαρά. Το Δικαστήριο, παρόλον ότι δέκτηκε ότι το ικρίωμα που χρησιμοποιήθηκε ήταν ασταθές, απέρριψε την κατηγορία και αθώωσε την κατηγορούμενη γιατί θεώρησε ότι αφού η εταιρεία προέβαινε η ίδια στην κατασκευή της οροφής του εργοστασίου της δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι είχε αναλάβει την κατασκευή του δικού της εργοστασίου υπό μορφή επαγγέλματος και για σκοπούς κέρδους όπως απαιτείται από το σχετικό Κανονισμό. Έτσι, αφού οι εργασίες που διεξήγαγε η εταιρεία και στο πλαίσιο των οποίων τραυματίστηκε ο Ξενοφώντος δεν καλύπτονται από τους Κανονισμούς, η κατηγορούμενη εταιρεία δεν υπείχε οποιανδήποτε νομική ευθύνη.  Εναντίον της απόφασης αυτής ασκήθηκε η παρούσα έφεση. 

Ο Καν. 15(2) των σχετικών Κανονισμών του 1973 προνοεί ότι όλες οι κατασκευές και τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τη στήριξη ικριωμάτων πρέπει να είναι στερεάς κατασκευής, να έχουν σταθερή βάση ή στήριξη και να φέρουν επαρκή και κατάλληλα αντερίσματα ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η ευστάθεια τους.  Το Δικαστήριο κατέληξε ότι το ικρίωμα ήταν ασταθές, έτσι το μόνο που απομένει είναι να εξεταστεί κατά πόσο η κατηγορούμενη εταιρεία είχε υποχρέωση να εφαρμόσει το συγκεκριμένο Κανονισμό. 

Είναι η θέση της κατηγορούμενης εταιρείας, θέση που δέκτηκε και το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι αφού οι Κανονισμοί εφαρμόζονται για οικοδομικές εργασίες που αναλαμβάνονται υπό μορφή επαγγέλματος ή επιχείρησης και για σκοπούς κέρδους (Καν. 2(1)), και αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση η κατηγορούμενη εκτελούσε τη συγκεκριμένη εργασία, δηλαδή την ανέγερση του δικού της εργοστασίου όχι για σκοπούς κέρδους, δεν μπορεί να περιληφθεί στην έννοια του εργολήπτη. 

Σύμφωνα με τον Καν. 3(1) "εργολήπτης" σημαίνει εργολάβο ή εργοδότη ο οποίος αναλαμβάνει οποιανδήποτε των εργασιών ή ενεργειών στις οποίες εφαρμόζονται οι Κανονισμοί.  Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι δεν υπήρχε μαρτυρία ότι η εταιρεία με το να προβεί η ίδια στην ανέγερση μέρους του εργοστασίου της εξοικονομούσε χρήματα.  Προχώρησε όμως να πει ότι ακόμα κι αν η εταιρεία εξοικονομούσε όντως χρήματα η περίπτωση δεν μπορούσε να ταυτίζεται με τη διατύπωση "υπό μορφή επαγγέλματος ή επιχειρήσεως και δια σκοπούς κέρδους" του Καν. 2(1).  Το Δικαστήριο κατέληξε ότι το "και διά σκοπούς κέρδους" δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι οι εργασίες πρέπει να αναλαμβάνονται με σκοπό το άμεσο ή τουλάχιστον το έμμεσο κέρδος. 

Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τη συλλογιστική του πρωτόδικου δικαστήριου.  Τίποτε στους Κανονισμούς δε δείχνει ότι η χρήση της φράσης "και διά σκοπούς κέρδους" καθιστά αναγκαία την απόδειξη σκοπού άμεσου ή έμμεσου κέρδους από τη συγκεκριμένη ενέργεια.  Είναι φανερό από τη διατύπωση του σχετικού Κανονισμού και βέβαια και σε συνδυασμό με τον ορισμό του "εργολήπτη" στον Καν. 3(1), ότι σκοπός των συγκεκριμένων Κανονισμών είναι η ασφάλεια των εργαζομένων και εργοδοτουμένων σε οικοδομικές εργασίες και έργα μηχανικών κατασκευών και εφ' όσον οι δραστηριότητες αυτές αναλαμβάνονται υπό μορφή επαγγέλματος και για κερδοσκοπικούς σκοπούς. Σκοπός της διατύπωσης είναι να αποκλειστεί απλώς η ανάγκη τήρησης των Κανονισμών σε οποιαδήποτε οικοδομική εργασία η οποία δε γίνεται από επιχείρηση ή επαγγελματία κατά την ενάσκηση της επιχειρηματικής του απασχόλησης. 

Εργολήπτης, σύμφωνα με τον Καν. 3(1) σημαίνει "εργολάβο ή εργοδότη όστις αναλαμβάνει οιασδήποτε των εργασιών που εφαρμόζονται οι Κανονισμοί". Η ευρύτητα της εφαρμογής των Κανονισμών γίνεται ακόμα πιο εμφαντική και στη συνέχεια όπου αναφέρεται η ανάληψη των εργασιών από οιοδήποτε πρόσωπο ή υπό ή εκ μέρους της κυβερνήσεως, ή οιασδήποτε δημοτικής ή άλλης αρχής κλπ.  Σχετική είναι και η διατύπωση του Καν. 4(1)(γ) σύμφωνα με την οποία κάθε εργολήπτης που αναλαμβάνει την εκτέλεση οποιασδήποτε από τις εργασίες για τις οποίες εφαρμόζονται οι Κανονισμοί έχει καθήκον να συμμορφώνεται με τις διατάξεις των Κανονισμών που επηρεάζουν τον ίδιο ή οιονδήποτε απασχολούμενο από αυτόν εργάτη.

Η έννοια του κέρδους είναι ευρεία και δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο στην αποκόμιση άμεσου χρηματικού οφέλους.  "Κέρδος" είναι οποιοδήποτε όφελος αποκτάται κατά την άσκηση επιτηδεύματος εν τη ευρεία εννοία και δεν περιορίζεται στο χρηματικό κέρδος.  Ακόμα και η μείωση απώλειας θεωρήθηκε ως κέρδος μέσα στην έννοια του άρθρου 4 του Αγγλικού Companies Act του 1862 (τώρα βλέπε Companies Act του 1948, άρθρο 434 (1)) (βλ. Re Padstow Assurance 20 Ch. D. 137).

Kερδος θεωρήθηκε επίσης η αύξηση των πόρων ή των επιχειρηματικών ωφελημάτων που προκύπτουν από επιχειρηματικές συναλλαγές ή πράξεις (Re Riverton Sheep Dip [1943] S.A.S.R. 344.  Bλέπε επίσης Armour v.Liverpool Corporation [1939] Ch. 422).

Εξάλλου στην υπόθεση In Re Commonwealth Homes & Investment Co. Ltd [1943] S.A.S.R. 211 αποφασίστηκε ότι ο όρος "κέρδος" δεν περιορίζεται σε χρηματικά ή εμπορικά κέρδη αλλά περιλαμβάνει και άλλα ληφθέντα ανταλλάγματα αξίας.* Tέλος στην υπόθεση Alley v. Alfred Bucklands & Sons Ltd. [1941] N.Z.L.R. 575 κρίθηκε ότι σημαίνει οποιανδήποτε αύξηση στους χρηματικούς πόρους.

Γενικά μπορούμε να πούμε ότι κέρδος μπορεί να θεωρηθεί οποιοδήποτε πλεονέκτημα που αποκομίζει οποιοδήποτε πρόσωπο ή που προκύπτει από την εμπορική του δραστηριότητα.

Κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της η κατηγορούμενη εταιρεία, όπως και κάθε εταιρεία που συστήνεται με σκοπό την επιχειρηματική δραστηριότητα, αντικρύζεται ως οικονομική οντότητα που σκοπό έχει την επίτευξη κέρδους μέσα στα πλαίσια που αναλύσαμε πιο πάνω.  Αναμφίβολα το εργοστάσιο και δεν έχει προσαχθεί αντίθετη περί τούτου μαρτυρία, θα εχρησιμοποιείτο από την κατηγορούμενη εταιρεία για την προώθηση των επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων με σκοπό βέβαια την αποκόμιση κέρδους. Το γεγονός της ανάληψης εκ μέρους της ίδιας της εταιρείας της ανέγερσης μέρους του εργοστασίου της, με τη χρησιμοποίηση για το σκοπό αυτό εργοδοτούμενών της που βέβαια η ίδια πληρώνει, αναμφίβολα περιορίζει τη δαπάνη της ανέγερσης του συγκεκριμένου εργοστασίου και συνεπώς εν κατακλείδι επιφέρει κέρδος στην εταιρεία.

Θεωρούμε ότι για εφαρμογή των συγκεκριμένων Κανονισμών δεν είναι απαραίτητο ο εργολήπτης ή εργοδότης να έχει ως αποκλειστικό ή ακόμα ως κύριο σκοπό της επιχείρησής του τις οικοδομικές εργασίες.  Οι Κανονισμοί εφαρμόζονται για οποιοδήποτε εργοδότη ή εργολήπτη ο οποίος αναλαμβάνει την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών ή έργα μηχανικών κατασκευών με σκοπό το κέρδος, έστω και αν η συγκεκριμένη ενασχόληση δεν αποτελεί μέρος του κύριου κύκλου εργασιών του. 

Θεωρούμε ότι δεν είναι απαραίτητη η ύπαρξη μαρτυρίας για απόδειξη του γεγονότος ότι με τη χρήση εργοδοτουμένων της η εταιρεία θα εξοικονομούσε οποιοδήποτε χρηματικό ποσό. Η χρησιμοποίηση εργοδοτουμένων της για τις δραστηριότητες της εταιρείας από μόνη της έχει την έννοια της εργοδότησής τους για σκοπούς κέρδους, όπως γίνεται βέβαια και κατά την εργοδότηση οιουδήποτε άλλου εργαζόμενου.

Εν όψει όλων των πιο πάνω βρίσκουμε ότι η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου στο σημείο αυτό θα πρέπει να ακυρωθεί.  Τα λοιπά συμπεράσματα του δικαστηρίου αναφορικά με την ευστάθεια του ικριώματος, την αξία της μαρτυρίας που δόθηκε για την Κατηγορούσα Αρχή καθώς και για τον ισχυρισμό ότι το ικρίωμα είχε προμηθεύσει τρίτο πρόσωπο, αφού δεν αμφισβητήθηκαν από τους εφεσίβλητους, παραμένουν αναλλοίωτα.

Σαν αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω καταλήγουμε ότι η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει την κατηγορία εναντίον της κατηγορούμενης εταιρείας την οποία και βρίσκουμε τελικά ένοχη στην προσαφθείσα κατηγορία.

H έφεση επιτρέπεται. H κατηγορούμενη εταιρεία κρίνεται ένοχη.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο