ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 2 ΑΑΔ 219
2 Iουλίου, 1997
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΚΩΣΤΑΣ ΑΡΓΥΡΟΥ,
Eφεσείων,
ν.
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟY ΛΕΙΤΟΥΡΓΟY ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Eφεσιβλήτου.
(Ποινική Έφεση Aρ. 6219)
Ποινή — Παράλειψη παροχής ικανοποιητικών και ασφαλών μέσων προσπέλασης και εξόδου προς και από το χώρο εργασίας, κατά παράβαση των Κανονισμών 4(1) και 7(1) των περί Οικοδομών και Έργων Μηχανικών Κατασκευών (Ασφάλεια, Υγεία και Ευημερία) Κανονισμών του 1973 και των Άρθρων 66, 75, 94 και 95(β) του περί Εργοστασίων Νόμου κεφ. 134, όπως τροποποιήθηκε από τους Nόμους 43/64, 32/72, 25/89 και 20/90 — Αθώωση του κατηγορουμένου λόγω μη απόδειξης ουσιαστικού στοιχείου του αδικήματος και καταδίκη του σε νέα κατηγορία για παράλειψη διατήρησης ασφαλούς τόπου εργασίας — Επιβολή ποινής προστίμου ΛΚ500 — Η διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του αποδείκνυαν τη νέα κατηγορία, ήταν εσφαλμένη — Το Εφετείο αθώωσε τον κατηγορούμενο και ακύρωσε την επιβληθείσα ποινή.
Ποινική Δικονομία — Κατηγορητήριο — Εξουσία του Δικαστηρίου να προσθέσει στο κατηγορητήριο κατηγορία ή κατηγορίες εναντίον κατηγορουμένου για αδικήματα τα οποία σύμφωνα με την προσκομισθείσα μαρτυρία διέπραξε — Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 155, Άρθρο 85(4) — Εφαρμοστέες αρχές.
Ο παραπονούμενος, υπάλληλος του εφεσείοντα σε υπό ανέγερση οικοδομή στο Στρόβολο, έχασε την ισορροπία του ενώ περπατούσε στη θεμελιοδοκό, με την οποία καλυπτόταν μεγάλο μέρος του υπογείου, με αποτέλεσμα το αριστερό του πόδι να μπει σε ένα από τα κενά της θεμελιοδοκού και να τραυματιστεί στο γόνατο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εκρινε ότι δεν αποδείκτηκε η κατηγορία για παράλειψη παροχής ικανοποιητικών και ασφαλών μέσων προσπέλασης και εξόδου προς και από το χώρο εργασίας, αθώωσε τον κατηγορούμενο στην εν λόγω κατηγορία και ασκώντας την εξουσία του δυνάμει του Άρθρου 85(4) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, πρόσθεσε δεύτερη κατηγορία στο κατηγορητήριο για παράλειψη διατήρησης ασφαλούς τόπου εργασίας, επί της οποίας και καταδίκασε τον εφεσείοντα.
Το Εφετείο αποδεχόμενο την έφεση κατά της καταδίκης, αποφάνθηκε ότι:
Το μοναδικό στοιχείο που είχε ενώπιον του το πρωτόδικο Δικαστήριο, βάσει του οποίου έκρινε πως ο εφεσείων παρέλειψε να διατηρεί ασφαλή τόπο εργασίας ήταν τα διάκενα στη θεμελιοδοκό. Το στοιχείο αυτό από μόνο του δεν αποδεικνύει ανασφαλή τόπο εργασίας. Στο πρωτόδικο Δικαστήριο δεν προσκομίστηκε μαρτυρία που να αποδεικνύει με ποίο τρόπο και γιατί η ύπαρξη των διάκενων στη θεμελιοδοκό καθιστούσε τον τόπο εργασίας ανασφαλή.
Η έφεση γίνεται αποδεκτή. Ο εφεσίβλητος αθώωνεται στην κατηγορία που προστέθηκε. Η ποινή προστίμου ΛΚ500.- που του επιβλήθηκε ακυρώνεται.
Η έφεση επιτυγχάνει.
Έφεση εναντίον Kαταδίκης.
Έφεση εναντίον της καταδίκης και της ποινής από τον Kώστα Aργυρού ο οποίος στις 3 Σεπτεμβρίου, 1996 βρέθηκε ένοχος από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας (Ποινική Yπόθεση Aρ. 3597/96) στην κατηγορία της παράλειψης διατήρησης ασφαλούς τόπου εργασίας κατά παράβαση των Kαν. 4(1) και 7(1) των περί Oικοδομών και Έργων Mηχανικών Kατασκευών (Aσφάλεια, Yγεία και Eυημερία) Kανονισμών του 1973 καθώς και των Άρθρων 66, 75, 94 και 95(β), του περί Eργοστασίων Nόμου, Kεφ. 134 όπως τροποποιήθηκε από τους Nομους 43/64, 32/72, 25/89 και 20/90 και καταδικάστηκε από Γιασεμή, E.Δ. σε £500 πρόστιμο.
Α. Γεωργιάδης, για τον Eφεσείοντα.
Ελ. Κλεόπα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Χρ. Αρτεμίδης.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων αντιμετώπισε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας κατηγορία για παράλειψη παροχής ικανοποιητικών και ασφαλών μέσων προσπέλασης και εξόδου προς και από το χώρο εργασίας, κατά παράβαση του Κανονισμού 4(1) και 7(1) των περί Οικοδομών και Έργων Μηχανικών Κατασκευών (Ασφάλεια, Υγεία και Ευημερία) Κανονισμών του 1973, καθώς και των άρθρων 66, 75, 94 και 95(β), του περί Εργοστασίων Νόμου, Κεφ.134, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 43/64, 32/72,, 25/89 και 20/90.
Τα γεγονότα της υπόθεσης, που δεν αμφισβητούνται, είναι τα πιο κάτω: Στις 3.5.95 ο παραπονούμενος Σταύρος Παναγιώτου εργαζόταν ως υπάλληλος του εφεσείοντα σε υπό ανέγερση οικοδομή στη λεωφόρο Ακροπόλεως, στο Στρόβολο. Η εργασία συνίστατο στην κατασκευή του σιδηρού οπλισμού της οικοδομής. Κατά τον ουσιώδη χρόνο ο παραπονούμενος ασχολείτο στο υπόγειο, μεταφέροντας σίδηρο από το χώρο που ήταν στοιβασμένος σε διάφορα σημεία του υπογείου, όπου διεξεγόταν η εργασία. Μεγάλο μέρος του υπογείου καλυπτόταν από τη θεμελιοδοκό, η οποία είχε ήδη κατασκευαστεί. Η επιφάνεια της έμοιαζε με κοινή εσχάρα με μικρά και μεγάλα διάκενα μεταξύ των σιδερένιων ράβδων. Ο παραπονούμενος ενώ περπατούσε στη θεμελιοδοκό, μεταφέροντας σίδηρο, σε κάποια στιγμή έχασε την ισορροπία του με αποτέλεσμα το αριστερό του πόδι να μπει σε ένα από τα κενά της θεμελιοδοκού και να τραυματιστεί στο γόνατο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού ανέλυσε τη μαρτυρία που είχε ενώπιον του κατέληξε, και πολύ ορθά κατά τη γνώμη μας, στο συμπέρασμα πως η ύπαρξη των διάκενων στη θεμελιοδοκό δεν πληρούσε τα στοιχεία του αδικήματος, με τα οποία κατηγορείτο ο εφεσείων, γιατί η θεμελιοδοκός δεν μπορούσε να θεωρηθεί μέσο προσπέλασης και εξόδου προς και από το χώρο εργασίας. Ολόκληρος ο χώρος του υπογείου, που ήταν τοποθετημένη η θεμελιοδοκός ήταν τόπος εργασίας, όπου και γινόταν η μεταφορά του σιδήρου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε όμως πως από τα γεγονότα, όπως διαπιστώθηκαν στη δίκη, αποδεικνυόταν η κατηγορία της παράλειψης διατήρησης ασφαλούς τόπου εργασίας, που συνιστά διαφορετική κατηγορία βάσει του ίδιου κανονισμού. Έτσι, ασκώντας την εξουσία που δίδει στο Δικαστήριο το άρθρο 85(4) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155, πρόσθεσε δεύτερη κατηγορία στο κατηγορητήριο επί της οποίας και καταδίκασε τον εφεσείοντα. Η προστεθείσα κατηγορία είναι η ακόλουθη:
"Παράλειψη διατήρησης ασφαλούς τόπου εργασίας, κατά παράβαση των Καν.4(1) και 7(1), των περί Οικοδομών και Έργων Μηχανικών Κατασκευών (Ασφάλεια, Υγεία και Ευημερία) Κανονισμών του 1973, καθώς και των άρθρων 66, 75, 94 και 95(β), του περί Εργοστασίων Νόμου, Κεφ.134, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 43/64, 32/72, 25/89 και 20/90."
Ο συνήγορος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ενώπιόν μας πως ο πρωτόδικος δικαστής περιέπεσε σε νομικό σφάλμα, όταν αποφάσισε να προσθέσει δεύτερη κατηγορία στο κατηγορητήριο, γιατί επηρεάστηκαν δυσμενώς τα δικαιώματα του εφεσείοντα στην υπεράσπισή του. Ο εφεσείων, ισχυρίστηκε ο συνήγορος, αντιμετώπιζε στη δίκη μια εντελώς διαφορετική κατηγορία, στην οποία και επικεντρώθηκε. Διαφορετικοί θα ήταν οι νομικοί ισχυρισμοί του αν είχε την ευκαιρία να απαντήσει στην κατηγορία που πρόσθεσε το Δικαστήριο. Επιπλέον, εισηγείται, ότι σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου επί των γεγονότων, δε θεμελιώνεται το αδίκημα που προβλέπεται στην κατηγορία, που το ίδιο το Δικαστήριο πρόσθεσε.
Το άρθρο 85.4 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου έχει ως εξής:
85.-(4) Αν στο τέλος της δίκης το Δικαστήριο είναι της γνώμης ότι έχει αποδειχτεί με μαρτυρία ότι ο κατηγορούμενος διέπραξε ποινικό αδίκημα ή ποινικά αδικήματα που δεν περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο ή το κατηγορητήριο που καταχωρίστηκε σε Κακουργιοδικείο και για τα οποία δεν δύναται να καταδικαστεί χωρίς τροποποίηση του κατηγορητηρίου ή του κατηγορητηρίου που καταχωρίστηκε σε Κακουργιοδικείο και για τα οποία καταδικαζόμενος δεν θα υπόκειτο σε ποινή μεγαλύτερη εκείνης στην οποία θα υπόκειτο αν καταδικαζόταν βάσει το κατηγορητηρίου ή του κατηγορητηρίου που καταχωρίστηκε σε Κακουργιοδικείο και ότι ο κατηγορούμενος δεν θα επηρεαζόταν με αυτό δυσμενώς στην υπεράσπιση του, το Δικαστήριο δύναται να διατάξει την προσθήκη στο κατηγορητήριο ή το κατηγορητήριο που καταχωρίστηκε στο Κακουργιοδικείο κατηγορίας ή κατηγοριών εναντίον του κατηγορούμενου για τέτοιο ποινικό αδίκημα ή ποινικά αδικήματα, και το Δικαστήριο αποφασίζει για αυτά ωσάν η κατηγορία αυτή ή οι κατηγορίες αποτελούσαν μέρος του αρχικού κατηγορητηρίου ή του κατηγορητηρίου που καταχωρίστηκε σε Κακουργιοδικείο.".
Έχουμε τη γνώμη πως ο συνήγορος του εφεσείοντα έχει δίκαιο. Δε θα ασχοληθούμε με τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη στην άσκηση της εξουσίας που παρέχεται στο Δικαστήριο από το άρθρο 85(4) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, γιατί στην υπόθεση που εξετάζουμε δεν εφαρμόζονται καν οι διατάξεις του για τους εξής λόγους: Το μοναδικό στοιχείο που είχε ενώπιόν του το Δικαστήριο, βάσει και του οποίου έκρινε πως ο εφεσείοντας παρέλειψε να διατηρεί ασφαλή τόπο εργασίας ήταν τα διάκενα στη θεμελιοδοκό. Στην κρίση μας το στοιχείο αυτό από μόνο του δεν αποδεικνύει ανασφαλή τόπο εργασίας. Στο πρωτόδικο Δικαστήριο δεν προσκομίστηκε καμιά μαρτυρία που να αποδεικνύει με ποιο τρόπο και γιατί η ύπαρξη των διάκενων στη θεμελιοδοκό καθιστούσε τον τόπο εργασίας ανασφαλή. Θα πρέπει εδώ να παρατηρήσουμε πως μήτε το δικάσαν Δικαστήριο έκρινε πως τα διάκενα στη θεμελιοδοκό καθιστούσαν ανασφαλή τον τόπο εργασίας. Η απόφασή του περιορίστηκε στη μη απόδειξη ενός στοιχείου της κατηγορίας, ότι δηλαδή η θεμελιοδοκός δε συνιστούσε μέσο προσπέλασης και εξόδου στο χώρο εργασίας. Το γεγονός ότι ο παραπονούμενος υπέστη δυστύχημα, γιατί το πόδι του μπήκε σ΄ένα από τα διάκενα, δεν σημαίνει τίποτε από μόνο του, στην ποινική δίκη.
Η καταδίκη επομένως του εφεσείοντα στην κατηγορία που πρόσθεσε το Δικαστήριο είναι εσφαλμένη. Η έφεση γίνεται αποδεκτή. Ο εφεσίβλητος αθωώνεται στην κατηγορία, και κατ' ακολουθία η ποινή προστίμου £500 που του επιβλήθηκε ακυρώνεται.
H έφεση επιτυγχάνει.