ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1967) 2 CLR 237

1967 September 29

 

[VASSILIADES, P., JOSEPHIDES AND HADJIANASTASSIOU, JJ.]

NICOLAS KYRIACOU MILIOTIS,

Appellant,

v.

THE DISTRICT LABOUR OFFICER, FAMAGUSTA,

Respondent.

(Criminal Appeal No. 2950)

Social Insurance-Appeal against conviction for failing to pay contributions to the Social Insurance Fund-The Social Insurance Law, 1964 (No. 2 of 1964, as amended by Law 3/66) sections 2 (1), 7 (1), (4) (f) and 73 (1) (2) and (4)-Allegations of unconstitutionality of the Law-Appellant the poor supporter of a large family-Nominal amount substituted for sentence of £2 fine or 10 days' imprisonment.

Appeal against conviction.

Appeal against conviction by appellant who was convicted on the 21st August, 1967, at the District Court of Famagusta (Criminal Case No. 1664/67) on one count of the offence of failing to pay contributions contrary to sections 7(1), 9(4)(f), 73(1)(2)(4) and 77 of the Social Insurance Law, 1964 (No. 2 of 1964) as amended by Law No. 3 of 1966 section 6 and was sentenced by Vakis, D.J., to pay a fine of 2 and £10.560 arrears of contribution.

The appellant, in person.

A. Frangos, Counsel of the Republic, for the respondent.

The facts sufficiently appear in the judgment of the Court delivered by:

ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ, ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο εφεσείων κατεδικάσθη εις το Επαρχιακόν Δικαστήριον Αμμοχώστου την 21ην Αυγούστου 1967, διά παράλειψιν να πληρώση τας εισφοράς του εις το Ταμείον Κοινωνικών Ασφαλίσεων συμφώνως προς τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμον του 1964(αρ. 2/64) ως ούτος ετροποποιήθη υπό του Νόμου 3/66, διά την περίοδον από 15 Νοεμβρίου 1965 μέχρις 8 Φεβρουαρίου 1967. Επεβλήθη δε εις αυτόν ποινή προστίμου £2 (ή φυλάκισις 10 ημερών) και διετάχθη συγχρόνως ούτος να καταβάλη τας καθυστερουμένας εισφοράς του, ανερχομένας εις £10.560 εντόκως ως προνοείται εις τον νόμον.

Διά της εφέσεώς του, ο εφεσείων αμισβητεί την νομιμότητα της ως άνω καταδίκης, ισχυριζόμενος ότι ο περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμος επί τη βάσει του οποίου εστηρίχθη αυτή, είναι αντισυνταγματικός ως αντιβαίνων εις τα άρθρα 8, 9, 12, 15 και 25 του Συντάγματος.

Ο εφεσείων διεξήγαγε προσωπικώς την υπεράσπισίν του ενώπιον του Πρωτοδίκου Δικαστηρίου, κατεχώρισε την εφεσίν του προφανώς άνευ της βοηθείας δικηγόρου και παρουσιάσθη άνευ συνηγόρου εις το Εφετείον, γεγονός όπερ εδημιούργησε σημαντικήν δυσκολίαν κατά την διεξαγωγήν της δίκης και περιπλέον ηύξησε την ευθύνην του δικαστηρίου κατά την εξέτασιν της όλης υποθέσεως, δεδομένου ότι ο εφεσείων πασιφανώς δεν διαθέτει τα προσόντα να χειρισθή τοιαύτην υπόθεσιν, αρκεί να παρατεθή εδώ αυτολεξεί η βάσις επί της οποίας ο εφεσείων εστήριξε την εφεσίν του, ως διετυπώθη αύτη εις το σχετικόν έγγραφον, διά να δοθή μία εικών της καταστάσεως,

«Η απόφασις (λέγει) είναι αντισυνταγματική, άδικος, αυθαίρετος, συνομωτική. Ληφθείσα αβασανίστως ήτοι με απίστευτον ελαφρότητα και σπουδήν.»

Θα έπρεπε ίσως να αρνηθή το Δικαστήριον τούτο, να καταναλώση δημόσιον χρόνον εις λεπτομερή εξέτασιν μιάς τοιαύτης εφέσεως, αλλ' ως αναφέρεται εις την απόφασιν του Πρωτοδικίου Δικαστηρίου, ο κατηγορούμενος όστις είναι πλανοδιοπώλης, είναι «ησφαλισμένον» πρόσωπον εν τη εννοία του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, ως αυτοτελώς εργαζόμενος (εδαφ 2(1)) και η απόφασις εις την παρούσαν έφεσιν δυνατόν να επηρεάση άλλας παρομοίας περιπτώσεις.

Αι αιτιάσεις του εφεσείοντος κατά της συνταγματικότητος του Νόμου είναι εντελώς αβάσιμοι. Τα Άρθρα του Συντάγματος εις τα οποία ούτος ανεφέρθη ουδεμίαν σχέσιν έχουν με την υπό κρίσιν υπόθεσιν. Το Άρθρον 8 απαγορεύει τα «βασανιστήρια ή απάνθρωπον ή ταπεινωτικήν τιμωρίαν ή μεταχείρισιν». Το Άρθρον 9 αναφέρεται εις το δικαίωμα «αξιοπρεπούς διαβιώσεως και κοινωνικής ασφαλείας», και ρητώς προνοεί ότι σχετικός νόμος θα προβλέψη «περί προστασίας των εργατών, αρωγής προς τους πτωχούς και συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων». Το άρθρον 15 περί της προστασίας της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του πολίτου. Και το Άρθρον 25 εξασφαλίζει το δικαίωμα της ασκήσεως οιουδήποτε επαγγέλματος κατά τρόπον μη αντιβαίνοντα προς τους σχετικούς Νόμου του Κράτους.

Δεν νομίζομεν ότι πρέπει να εισέλθωμεν εις περαιτέρω λεπτομερείας καθ' όσον αφορά τον ισχυρισμόν κατά της συνταγματικότητος του Νόμου επί τη βάσει των ως άνω Άρθρων του Συντάγματος. Ο πρωτόδικος δικαστής, αφού εξήτασε το θέμα τούτο, κατέληξεν εις το συμπέρασμα ότι ο ισχυρισμός ούτος ουδόλως ευσταθεί. Το νόμιμον δε της αποφάσεως ταύτης ουδαμώς προσεβλήθη από την ενώπιόν μας μακράν, ευφραδή και ενθουσιώδη αγόρευσιν του εφεσείοντος.

Τα γεγονότα επί των οποίων εστηρίχθη η απόφασις του Πρωτοδίκου Δικαστηρίου δεν αμφισβητούνται. Και η ενοχή του εφεσείοντος εις τας διατυπωθείσας κατηγορίας απεδείχθη πλήρως διά των ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου προσαχθεισών μαρτύρων.

Εις το τέλος όμως της αγορεύσεώς του ο εφεσείων ιχυρίσθη ότι είναι πτωχός οικογενειάρχης μη δυνάμενος να εξασφαλίση εκ της εργασίας του ως πλανοδιοπώλου, τα αναγκαία διά την συντήρησιν αυτού και της οικογενείας του. Καθ' όν χρόνον στερείται ταύτα ο ίδιος και η οικογενείας του. Καθ' ον χρόνον στερείται ταύτα ο ίδιον και η οικογένειά του, δεν δύναται, είπε, να πληρώση ουδέ την μικράν εβδομαδιαίαν εισφοράν την οποίαν προνοεί εις την περίπτωσίν του ο σχετικός πίναξ του Νόμου. Θα καταλήξη, ετόνισε κατά συνέπειαν εις την φυλακήν.

Το θέμα τούτο δεν συνεζητήθη ποσώς ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου, καθ' ότι δεν ετέθη υπό του κατηγορουμένου. Ούτε εχρησιμοποίησεν ούτος τας σχετικάς διατάξεις του Νόμου, δι' έρευναν και συμπέρασμα επί του θέματος τούτου.

Λαμβάνων όμως υπ' όψιν ο ευπαίδευτος δικηγόρος της Δημοκρατίας το αναμφισβήτητον γεγονός ότι ο εφεσείων είναι πτωχός οικογενειάρχης και προστάτης πολυμελούς οικογενείας, μετά δυσκολίας κερδίζων τα προς το ζην, εδέχθη την πρότασιν όπως η έφεσις θεωρηθή ως καλυπτούσα και την επιβληθείσαν ποινήν. Το δε Δικαστήριον λαμβάνον υπ' όψιν τας συνθήκας της υπό κρίσιν υποθέσεως, απεφάσισε να δεχθή την έφεσιν έστω και καθ' όσον αφορά το επιβληθέν μικρόν πρόστιμον των £2 και να επιβάλη αντ' αυτού το ονομαστικόν τοιούτον των εκατόν μιλς. Κατά τα άλλα η απόφασις του Πρωτοδίκου Δικαστηρίου παραμένει εν ισχύει, και η έφεσις απορρίπτεται.

Η έφεσις κατά της καταδίκης

Απορρίπτεται. Η έφεσις

Κατά της ποινής επιτρέπεται.

Το επιβληθέν πρόστιμον των

£2 ακυρούται: επιβάλλεται,

αντ' αυτού, ονομαστικόν

πρόστιμον των εκατόν μιλς.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο