ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D257
(2016) 1 ΑΑΔ 1275
26 Μαΐου, 2016
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.στές]
ΚΟΝΙ CONSTRUCTIONS LTD,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
v.
1. MARKETRENDS FINANCIAL PLANNING LTD,
2. MARKETRENDS FINANCIAL SERVICES LTD,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων,
ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 29/6/2015
KONI CONSTRUCTIONS LTD,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
v.
1. MARKETRENDS FINANCIAL PLANNING LTD,
2. ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ, ΩΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ADVANTAGE CAPITAL HOLDINGS PLC,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 255/2008)
Συμβάσεις ― Σύμβαση αγοραπωλησίας ακινήτου ― Απόδειξη αξιολόγηση μαρτυρίας ― Κατά πόσον ήταν ορθό το πρωτόδικο εύρημα ότι η μεταξύ των διαδίκων πρώτη συμφωνία τερματίστηκε, κοινή συναινέσει και αντικαταστάθηκε από δεύτερη ― Απόφανση Εφετείου ότι όχι μόνο δεν ήταν περίπτωση που θα χωρούσε παρέμβασή στην αξιολόγηση μαρτυρίας με δεδομένα τα στενά πλαίσια που προσφέρονται, αλλά και πως η πρωτόδικη κατάληξη ήταν εκ των πραγμάτων αυτονόητη.
[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων, η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της.]
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τους Εναγόμενους εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Λιάτσος, Π.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 455/2001), ημερομηνίας 19/5/2007.
Γ. Τρίγκας για Π. Αγγελίδη, για τους Eφεσείοντες.
Α. Μαππουρίδης με Χρ. Λεωνίδου, για τους Eφεσιβλήτους
Cur. adv. vult.
ΝαθαναΗλ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ. Θ. Οικονόμου, Δ..
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Στις 4.8.2010 με γραπτή συμφωνία πώλησης («η πρώτη συμφωνία») η Koni Constructions Ltd* (εφεσείουσα/εναγόμενη) πώλησε ένα ακίνητο στην Marketrends Financial Services Ltd** (εφεσίβλητη 2/ενάγουσα 2)(εν τοις εφεξής καλούμενη η «MFS»).
Ακολούθως, στις 6.10.2010 η εφεσείουσα πώλησε ξανά, με γραπτή συμφωνία («δεύτερη συμφωνία»), το ίδιο ακίνητο στην Marketrends Financial Planning Ltd*** (εφεσίβλητη 1/ενάγουσα 1) (εν τοις εφεξής καλούμενη η «MFP»), μητρική της MFS.
Στο προοίμιο της δεύτερης συμφωνίας, που συμφωνήθηκε ως αναπόσπαστο μέρος της, περιελήφθη η δήλωση ότι η MFS και η εφεσείουσα επιθυμούσαν την ακύρωση της πρώτης συμφωνίας και την αντικατάστασή της με τη δεύτερη. Μέρη στη δεύτερη συμφωνία ήταν η εφεσείουσα και η MFP, όχι όμως η MFS. Αυτό το γεγονός έδωσε έρεισμα στην υπό εξέταση τώρα υπόθεση.
Όρος της δεύτερης συμφωνίας την έθετε υπό την αίρεση επικύρωσής της από το διοικητικό συμβούλιο της MFP. Πράγματι, η MFP επικαλούμενη τον όρο εκείνο, ακύρωσε τη δεύτερη συμφωνία και απαίτησε επιστροφή των έναντι καταβληθέντων. Ας σημειωθεί ότι έναντι είχαν καταβληθεί ποσά, τόσο από την MFS στην πρώτη συμφωνία, όσο και από την MFP στη δεύτερη. Μάλιστα, ποσό £4.000 που είχε πληρώσει η MFS, αναγνωρίστηκε ρητώς ως μέρος του συμφωνηθέντος τιμήματος στη δεύτερη συμφωνία.
Η εφεσείουσα ουδέν επέστρεψε και ακολούθησε αγωγή εκ μέρους της ΜFS και της MFP για τα καταβληθέντα έναντι της πρώτης και της δεύτερης συμφωνίας αντιστοίχως.
Η εφεσείουσα έναντι της MFS, σε σχέση με την πρώτη συμφωνία, προέβαλε πρωτοδίκως τη θέση ότι η MFS δεν μπορούσε να τερματίσει την πρώτη συμφωνία και να απαιτεί την επιστροφή των έναντι καταβληθέντων επικαλούμενη τις πρόνοιες της δεύτερης συμφωνίας, διότι δεν ήταν συμβαλλόμενη στη δεύτερη συμφωνία. H πρώτη συμφωνία, κατά την εφεσείουσα, δεν τερματίστηκε καθ' οιονδήποτε νόμιμο τρόπο και γι' αυτό άσκησε ως εναγόμενη ανταπαίτηση εναντίον της ΜFS και του διευθύνοντος συμβούλου των εφεσιβλήτων εταιρειών Λάμπρου Χριστοφή (δι' ανταπαιτήσεως εναγομένου 2) για αποζημιώσεις λόγω παράβασης της πρώτης συμφωνίας.
Σε ότι δε αφορά την αξίωση της MFP, ισχυρίστηκε πρωτοδίκως ότι, ναι μεν η μεταξύ τους συμφωνία τελούσε υπό την αίρεση επικύρωσής της, όμως ο τερματισμός ήταν παράνομος γιατί δεν είχαν τηρηθεί κατ' ισχυρισμόν προϋποθέσεις.
Με την παρούσα έφεση εγείρεται προς εξέταση η κατάληξη του πρωτοδίκου Δικαστηρίου σε σχέση με το πρώτο, ως άνω, ζήτημα, ήτοι η διαπίστωση ότι η μεταξύ των διαδίκων πρώτη συμφωνία τερματίστηκε, κοινή συναινέσει και αντικαταστάθηκε από τη δεύτερη.
Για το ζήτημα αυτό το Δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία του Λ. Χριστοφή περί διαπραγματεύσεων όλων των ενδιαφερομένων μερών και περί του ότι όλοι κατέληξαν από κοινού σε ακύρωση της πρώτης συμφωνίας. Η αποδοχή της μαρτυρίας Λ. Χριστοφή προσβάλλεται με την παρούσα έφεση. Όμως, όχι μόνο δεν είναι περίπτωση που θα χωρούσε παρέμβασή μας στην αξιολόγηση μαρτυρίας με δεδομένα τα στενά πλαίσια που προσφέρονται, αλλά σημειώνουμε περαιτέρω πως τέτοια κατάληξη ήταν εκ των πραγμάτων αυτονόητη. Όπως το έθεσε το πρωτόδικο Δικαστήριο:
«Η απόφαση δε των εξ ανταπαιτήσεως εναγόντων να απαλλάξουν την ενάγουσα 2 από την εκπλήρωση των συμβατικών της υποχρεώσεων, επιβεβαιώνεται και εκδηλώνεται περαιτέρω, με τον πιο σαφή τρόπο και χωρίς κανένα περιθώριο αμφιβολίας, με την ενέργειά τους να προχωρήσουν στη σύναψη της δεύτερης συμφωνίας πώλησης, αποδεχόμενοι το ποσό της προκαταβολής των Λ.Κ. 4.000 της πρώτης συμφωνίας ως μέρος του τιμήματος αγοράς για τη δεύτερη και λαμβάνοντας επιπρόσθετο ποσό Λ.Κ. 50.000 έναντι του τιμήματος πώλησης και δυνάμει της δεύτερης αυτής συμφωνίας. Όλα αυτά ισοδυναμούν με απαλλαγή της ενάγουσας 2 από τις οποιεσδήποτε υποχρεώσεις είχε δυνάμει της πρώτης συμφωνίας πώλησης.»
Συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο. Δεν έχει σημασία ότι η MFS δεν ήταν μέρος της δεύτερης συμφωνίας. Ούτε απαιτείτο χωριστή συμφωνία μεταξύ των μερών της πρώτης με την οποία ρητά να την ακύρωναν, όπως εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος δικηγόρος της εφεσείουσας. Η ίδια η εφεσείουσα με τη δεύτερη συμφωνία και τη συμπεριφορά της κατέστησε πρόδηλη την αποδέσμευση από την πρώτη συμφωνία. Η επιμονή της τώρα ότι ισχύει η συμφωνία για πώληση του ιδίου ακινήτου το οποίο η ίδια ξαναπώλησε, με ρητή δήλωσή της για ακύρωση της πρώτης συμφωνίας, είναι εντελώς αυθαίρετη. Ορθή είναι η διαπίστωση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου πως όλα έγιναν κοινή συναινέσει. Η διαπίστωση αυτή έθεσε τέλος και στην ανταπαίτηση που, ως άνω, αφορούσε ισχυρισμούς για παραβίαση της πρώτης συμφωνίας.
Πέραν τούτων, ούτε το εύρημα περί νομίμου τερματισμού της δεύτερης συμφωνίας, μήτε άλλη πτυχή της πρωτόδικης απόφασης προσεβλήθη με την έφεση. Μονόδρομο συνεπώς αποτελεί η επικύρωση και του διατακτικού της πρωτόδικης απόφασης περί επιστροφής των καταβληθέντων λόγω απουσίας ανταλλάγματος με αναφορά και στις δύο συμφωνίες.
Η έφεση απορρίπτεται. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται. Έξοδα της έφεσης υπέρ των εφεσιβλήτων 1 και 2 και εναντίον της εφεσείουσας, €2500 πλέον ΦΠΑ.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.