ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2013) 1 ΑΑΔ 2332

21 Νοεμβρίου 2013

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π., ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]

 

 

ΛΟΪΖΟΣ ΜΙΧΑΛΗ ΣΙΤΑΝΑΡΗΣ,

 

Εφεσείων - Ενάγων,

 

ν.

 

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΓΗΣ,

 

Εφεσιβλήτων - Εναγομένων.

 

(Πoλιτική Έφεση Αρ. 126/2009)

 

 

Συμβάσεις ― Συμφωνία αγοράς οικοπέδου υπό διαχωρισμό ― Δεν υπήρχε περίπτωση παρέμβασης του Δικαστηρίου σε όρο της επίδικης συμφωνίας που ήταν ειδικά στοχευμένος με τα επίδικα θέματα και μη επιδεχόμενος άλλης ερμηνείας.

 

Η έφεση στράφηκε εναντίον πρωτόδικης απορριπτικής απόφασης με την οποία  απορρίφθηκε αγωγή που ήγειρε ο εφεσείων, προωθώντας απαίτηση προκύψασα από γραπτή συμφωνία μεταξύ των διαδίκων η οποία αφορούσε στην πώληση από τους εφεσίβλητους στον εφεσείοντα, ενός οικοπέδου υπό διαχωρισμό, για το ποσό των £19.200.

 

Μετά από τη σύναψη της συμφωνίας έγινε η τελική οριοθέτηση από το κτηματολόγιο και προέκυπτε διαφορά εις το εμβαδόν του οικοπέδου κατά 52 τ.μ. λιγότερο.

 

Τα μέρη είχαν προνοήσει στη συμφωνία τους για τέτοια περίπτωση, αφού στον όρο 8 αναφερόταν περαιτέρω ότι, αν το εμβαδόν που τελικά υπολογιζόταν από το κτηματολόγιο και που θα αναφερόταν στον τίτλο ιδιοκτησίας διέφερε περισσότερο από 100 τ.π. από το εμβαδόν των 7102 τ.π., τότε η τιμή πωλήσεως θα αυξομειωνόταν με βάση ολόκληρη τη διαφορά στα εμβαδά, προς £2,70 κατά τετραγωνικό πόδι και οποιαδήποτε διαφορά προέκυπτε θα έπρεπε να καταβληθεί πριν από την ημερομηνία μεταβίβασης του κτήματος και ότι θα ήταν τοκοφόρος.

 

Η αγωγή που προώθησε στη συνέχεια ο εφεσείων, απορρίφθηκε από το Δικαστήριο στη βάση του ότι τα μέρη, είχαν προνοήσει στη συμφωνία τους ακριβώς για την περίπτωση που ήθελε προκύψει μετά από την επίσημη και καθοριστική οριοθέτηση από το κτηματολόγιο.

 

Με την έφεση υποστηρίχθηκε κατά κύριο λόγο ότι ο επίδικος όρος δεν μπορούσε να καλύψει περιπτώσεις όπου υπήρχε προηγούμενη αμέλεια των εφεσιβλήτων ως προς τον αρχικό υπολογισμό του αναφερόμενου στη συμφωνία εμβαδού.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Δεν υπήρχε περίπτωση παρέμβασης του Δικαστηρίου εφόσον ήταν σαφής ο όρος της συμφωνίας και τόσο στοχευμένος προς την περίπτωση η οποία προέκυψε, ώστε να μην επιδεχόταν οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία.

 

2.  Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στη συμφωνία των μερών, αν οι ίδιοι έχουν επιλέξει τη λύση την οποία θεωρούν αρμόζουσα, σε κάποια περίπτωση που δυνατό να προκύψει στην πορεία της εκτέλεσης της συμφωνίας, αφού επαφίεται σε αυτούς να κρίνουν αν η πρόνοια, είναι τέτοια που να μπορούν να την αποδεχτούν. Και εφόσον την έχουν αποδεχτεί, η πρόνοια εκείνη ρυθμίζει τα επόμενα.

 

3.  Τέτοια όμως περιοριστική ερμηνεία του όρου δεν μπορούσε να υποστηριχθεί με κανένα τρόπο.

 

4.  Δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι υφίστατο δυναμική οποιασδήποτε ευθύνης εκ μέρους των εφεσιβλήτων για τα όσα προέκυψαν και για τις πιθανές ζημιές που ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι υπέστη.

 

Η έφεση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενη Υπόθεση:

 

Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ ν. Belvestico Trading Company Ltd (2006) 1(B) Α.Α.Δ. 838.

 

Έφεση.

 

Έφεση από τον Ενάγοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Ταλαρίδου-Κοντοπούλου, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 4120/2003), ημερομ. 12/3/2009.

 

Αργ. Ιωάννου (κα), για τον Εφεσείοντα.

 

Ι. Τυπογράφος, για τους Εφεσίβλητους.

 

Ex tempore

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου δίδεται από τον Δ. Χατζηχαμπή, Π.

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.: Θεωρούμε ότι η έφεση είναι εντελώς ανεδαφική. Πολύ περιληπτικά αναφέρουμε ότι υπήρξε γραπτή συμφωνία των διαδίκων η οποία αφορούσε την πώληση από τους εφεσίβλητους στον εφεσείοντα ενός οικοπέδου υπό διαχωρισμό με αριθμό 15, ως αναφέρεται, για το ποσό των £19.200. Η συμφωνία ήταν ημερομηνίας 21.7.1998. Όπως προκύπτει, η τελική οριοθέτηση δεν είχε γίνει από το κτηματολόγιο ακόμη, είχε γίνει όμως μια μελέτη προηγουμένως το 1990 σε σχέση με την οριοθέτηση του κτήματος για σκοπούς της πώλησης των οικοπέδων, βάσει της οποίας και καθορίστηκαν τα οικόπεδα με εμβαδόν του επίδικου οικοπέδου αναφερόμενο ως υπολογιζόμενο σε 7102τ.π. ή 660τ.μ. Τούτο αναφέρεται στον όρο 8 της συμφωνίας. Μετά από τη σύναψη της συμφωνίας έγινε η τελική οριοθέτηση από το κτηματολόγιο και βρέθηκε τότε ότι προέκυπτε διαφορά εις το εμβαδόν του οικοπέδου κατά 52 τ.μ. λιγότερο.

 

Τα μέρη όμως είχαν προνοήσει στη συμφωνία τους για τέτοια περίπτωση, αφού στον όρο 8 αναφέρεται περαιτέρω ότι, αν το εμβαδόν που τελικά υπολογιστεί από το κτηματολόγιο και που θα αναφέρεται στον τίτλο ιδιοκτησίας διαφέρει περισσότερο από 100τ.π. από το εμβαδόν των 7102 τ.π., τότε η τιμή πωλήσεως θα αυξομειωθεί με βάση ολόκληρη τη διαφορά στα εμβαδά, προς £2,70 κατά τετραγωνικό πόδι και οποιαδήποτε διαφορά προκύψει θα πρέπει να καταβληθεί πριν την ημερομηνία μεταβίβασης του κτήματος και ότι θα είναι τοκοφόρος. Τα μέρη δηλαδή είχαν προνοήσει στη συμφωνία τους ακριβώς για την περίπτωση που ήθελε προκύψει μετά από την επίσημη και καθοριστική οριοθέτηση από το κτηματολόγιο, είτε αφορούσε αύξηση είτε αφορούσε μείωση του εμβαδού, με ένα αντικειμενικό τρόπο ο οποίος εθεωρήθη, ως μέρος της συμφωνίας μεταξύ των μερών, ως η λύση την οποία οι ίδιοι επέλεξαν να δώσουν σε τέτοια περίπτωση. Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στη συμφωνία των μερών, αν οι ίδιοι έχουν επιλέξει τη λύση την οποία θεωρούν αρμόζουσα, σε κάποια περίπτωση που δυνατό να προκύψει στην πορεία της εκτέλεσης της συμφωνίας, αφού επαφίεται σε αυτούς να κρίνουν αν η πρόνοια, είτε έχει προταθεί από τον ένα ή τον άλλο, είναι τέτοια που να μπορούν να την αποδεχτούν. Και εφόσον την έχουν αποδεχτεί, η πρόνοια εκείνη ρυθμίζει τα επόμενα.

 

Η αγωγή λοιπόν που εκίνησε στη συνέχεια ο εφεσείων απερρίφθη από το Δικαστήριο ακριβώς στη βάση των όσων έχουν αναφερθεί σε μια απόφαση όμως η οποία ασχολήθηκε, όπως προκύπτει, σε πολύ μεγάλη έκταση με το θέμα, περιλαμβανομένης της παράθεσης της μαρτυρίας και των νομικών αρχών, από όση εχρειάζετο για να καλυφθεί ένα απλούστατο θέμα, έχοντας υπόψη αυτά που έχουμε ενώπιον μας σήμερα, ότι δηλαδή δεν υπάρχει περίπτωση παρέμβασης του Δικαστηρίου εφόσον ήταν σαφής ο όρος της συμφωνίας και τόσο στοχευμένος προς την περίπτωση η οποία προέκυψε ώστε να μην επιδέχεται οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία.

 

Πρόβαλε όμως ο εφεσείων ότι αυτός ο όρος δεν μπορούσε να καλύψει περιπτώσεις όπου υπήρχε προηγούμενη αμέλεια των εφεσιβλήτων ως προς τον αρχικό υπολογισμό του εμβαδού, το οποίο και αναφέρθη στη συμφωνία, ισχυριζόμενος ότι ακριβώς υπήρχε τέτοια αμέλεια στην αρχική οριοθέτηση που οδήγησε στον υπολογισμό. Η κατεύθυνση αυτή επεδιώχθη να στηριχθεί με αναφορά σε νομολογία, και δη στην υπόθεση Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ v. Belvestico Trading Company Ltd (2006) 1(Β) Α.Α.Δ. 838, η οποία, όπως παρατηρήσαμε κατά τη συζήτηση, όχι μόνο δεν βοηθά αλλά και είναι εναντίον της θέσης η οποία επεδιώχθη να προωθηθεί και ενώπιον μας από τον εφεσείοντα. Στην περίπτωση εκείνη υπήρχαν ρήτρες που απάλλασσαν την τράπεζα από ευθύνη αν είχε ενεργήσει βάσει των οδηγιών του πελάτη της και η περίπτωση ήταν περίπτωση που η τράπεζα είχε ενεργήσει εναντίον των οδηγιών. Δεν υπήρχε λοιπόν ενδεχόμενο οι ρήτρες αυτές να την εκάλυπταν ούτε καν για αμέλεια, πολύ δε περισσότερο για εσκεμμένες ενέργειες. Αλλά δεν έχει καμιά σχέση με την υπόθεση την οποία εξετάζουμε, όπου η ρήτρα επεδίωξε ακριβώς να καλύψει προηγούμενη ενέργεια η οποία οδήγησε στην κατάληξη του υπολογισμού και να προστατεύσει και τη μια και την άλλη πλευρά σε περίπτωση που υπήρχε κάποιο λάθος στον υπολογισμό του όλου εμβαδού. Μας έχει λεχθεί ότι πρόκειται περί παρανομίας υπό τη μορφή παράνομης παρέμβασης σε ξένο κτήμα, ούτως ώστε να μην μπορούσε να καλυφθεί τέτοια περίπτωση αν υπήρχε οποιαδήποτε αμέλεια στον αρχικό υπολογισμό στη διαδικασία της οριοθέτησης. Τέτοια όμως περιοριστική ερμηνεία του όρου δεν μπορεί να υποστηριχθεί με κανένα τρόπο, και όχι μόνο δεν μας απασχολεί σήμερα κατά πόσο στην πράξη θα αποδεικνύετο επί των δεδομένων αμέλεια, αφού τα μέρη είχαν προνοήσει ειδικά για την περίπτωση που ο υπολογισμός, για οποιονδήποτε λόγο, θα ήταν λανθασμένος ως αποτέλεσμα της αρχικής οριοθέτησης.

 

Δεν μπορεί λοιπόν να θεωρηθεί ότι υφίσταται δυναμική οποιασδήποτε ευθύνης εκ μέρους των εφεσιβλήτων για τα όσα προέκυψαν και για τις πιθανές ζημιές που ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι υπέστη. Η έφεση απορρίπτεται.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο