ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 2804
21 Δεκεμβρίου, 2012
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΝΟΜΟ, ΚΕΦ. 10 ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ (ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ, ΕΓΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2000 ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 44/2001 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΥΑΛΛΙΑΣ
(THE HIGH COURT OF JUSTICE, QUEENS BENCH DIVISION)
ΣΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ HQ06X01849 ΕΚΔΟΘΕΙΣΑ ΤΗΝ 21.12.2006,
ΝΙΚΟΣ ΚΥΡΑΤΖΗΣ,
Εφεσείων,
v.
1. CHRISTO & CO,
2. COUNTERCLAIM LIMITED,
3. DOCKLOCK LIMITED,
4. HANDRIAN PROPERTIES LIMITED,
5. RIDLINGTON LIMITED,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 178/2009)
Αποφάσεις και διατάγματα ― Αλλοδαπή απόφαση ― Διάταγμα για αναγνώριση, εγγραφή και εκτέλεση Αγγλικής απόφασης εκδοθείσας από Αγγλικό Δικαστήριο ― Ο περί Αλλοδαπών Δικαστικών Αποφάσεων, (Αμοιβαία Εκτέλεση) Νόμος, Κεφ. 10 — Εφαρμοστέες αρχές ― Κατά πόσον παραβιάστηκε ο κανόνας της φυσικής δικαιοσύνης και πρόνοιες του Κεφ. 10 από το γεγονός ότι, ούτε στο συνταγμένο διάταγμα εγγραφής αλλοδαπής απόφασης υπήρχε πληροφόρηση για το χρόνο μέσα στον οποίο παρεχόταν η δυνατότητα καταχώρησης αίτησης παραμερισμού της εγγραφής της αλλοδαπής απόφασης, ούτε στο αποστενογραφημένο πρακτικό του δικαστηρίου.
Η έφεση στράφηκε εναντίον πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση για παραμερισμό εγγραφής αλλοδαπής απόφασης.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, ύστερα από μονομερή αίτηση των καθ' ων η αίτηση-εφεσιβλήτων, εξέδωσε διάταγμα εγγραφής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας και Ουαλίας, η οποία εκδόθηκε, ερήμην του αιτητή-εφεσείοντα, σε αγωγή των εφεσιβλήτων, σε σχέση με οφειλόμενα ποσά απορρέοντα από αστική διαφορά μεταξύ των διαδίκων.
Το διάταγμα εγγραφής της αλλοδαπής απόφασης επιδόθηκε στον εφεσείοντα.
Το ουσιαστικό επίδικο θέμα, ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, ήταν το κατά πόσον είχαν παραβιαστεί οι πρόνοιες του περί Αλλοδαπών Αποφάσεων Νόμου, Κεφ. 10 και ο προαναφερόμενος Ευρωπαϊκός Κανονισμός από την, κατ' ισχυρισμό, παράλειψη καθορισμού, στο εκδοθέν διάταγμα, του χρόνου εντός του οποίου ο αιτητής-εφεσείων θα έπρεπε να υποβάλει, αν επιθυμούσε, αίτηση παραμερισμού του διατάγματος.
Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για παραμερισμό του διατάγματος εγγραφής της αλλοδαπής απόφασης παραπέμποντας σε νομολογία σύμφωνα με την οποία η απόφαση του δικαστηρίου είναι η πλήρης απόφαση, περιλαμβανομένου και του σκεπτικού της, και όχι το συνταγμένο κείμενο του διατάγματος.
Σύμφωνα με το πρωτόδικο δικαστήριο, η πλήρης απόφαση του δικαστηρίου, όπως εκφωνήθηκε και καταγράφηκε θα έπρεπε να εξεταστεί για να φανεί αν υπήρχε σφάλμα σ' αυτή, και όχι το αποστενογραφημένο πρακτικό και το συνταγμένο διάταγμα τα οποία, αδιαμφισβήτητα, δεν αναφέρονταν σε χρόνο εντός του οποίου ο εφεσείων θα έπρεπε να υποβάλει την αίτηση παραμερισμού.
Με την έφεση υποστηρίχθηκε ότι:
α) Ήταν εσφαλμένο το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι δόθηκε ευκαιρία στον εφεσείοντα να ακουστεί, σχετικά με το διάταγμα που εκδόθηκε μονομερώς και να αιτηθεί, μέσα σε καθορισμένο χρονικό διάστημα, τον παραμερισμό του.
β) Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης ήταν διαφορετικά από εκείνα της υπόθεσης στην οποία παρέπεμψε το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Όταν επιδόθηκε το επίδικο διάταγμα στον εφεσείοντα, ο εφεσείων όφειλε να ανατρέξει στην εκδοθείσα απόφαση του δικαστηρίου. Η εκδοθείσα απόφαση δεν είναι το συνταγμένο διάταγμα, σύμφωνα με τη νομολογία στην οποία έγινε παραπομπή, αλλά η απόφαση του δικαστηρίου.
2. Η απόφαση του δικαστηρίου, όπως είχε αποστενογραφηθεί, έγραφε απλώς ότι εκδίδεται διάταγμα, ως η αίτηση, με έξοδα.
3. Επομένως ο εφεσείων ούτε από το συνταγμένο διάταγμα αλλά ούτε και από το αποστενογραφημένο πρακτικό του δικαστηρίου μπορούσε να πληροφορηθεί το χρόνο μέσα στον οποίο όφειλε να καταχωρίσει αίτηση παραμερισμού της εγγραφής της αλλοδαπής απόφασης.
4. Και αυτό παρά τον κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης και παρά τη ρητή πρόνοια του Κανονισμού 6(3) των περί Αλλοδαπών Αποφάσεων (Αμοιβαία Εκτέλεση) Κανονισμών, Κεφ. 16, η οποία προνοεί ότι, σε κάθε τέτοιο διάταγμα (για εγγραφή αλλοδαπής απόφασης), θα αναγράφεται η περίοδος μέσα στην οποία μπορεί να υποβληθεί αίτηση παραμερισμού και θα υπάρχει και γνωστοποίηση ότι εκτέλεση της αλλοδαπής απόφασης δεν θα γίνεται, μέχρι την εκπνοή της προαναφερόμενης περιόδου.
Με την αποδοχή της έφεσης δόθηκαν οδηγίες από το Εφετείο όπως το διάταγμα εγγραφής της απόφασης, όπως το διατύπωσε το πρωτόδικο δικαστήριο, με την πρόνοια για καταχώρηση αίτησης παραμερισμού εντός 45 ημερών, να επανασυνταχθεί και να επιδοθεί εκ νέου στον εφεσείοντα.
Η έφεση επιτράπηκε χωρίς διαταγή για έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ο Φιλελεύθερος Λτδ κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1729.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Σάντης, Α.Ε.Δ.), (Αίτηση Αρ. 400/07), ημερομηνίας 6/3/2009.
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τον Εφεσείοντα.
Μ. Φιλίππου, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η απόφαση που προσβάλλεται με την παρούσα έφεση είναι η απορριπτική απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 6.3.2009 στην Αίτηση ημερ. 10.12.2007 για παραμερισμό εγγραφής αλλοδαπής απόφασης.
Τα γεγονότα σε συντομία έχουν ως εξής:
Στις 26.6.2007 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, μετά από μονομερή αίτηση των καθ' ων η αίτηση-εφεσιβλήτων, ημερ. 8.5.2007, εξέδωσε διάταγμα εγγραφής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας και Ουαλίας, η οποία εκδόθηκε, ερήμην του αιτητή-εφεσείοντα, την 21.12.2006, σε αγωγή των εφεσιβλήτων, σε σχέση με οφειλόμενα ποσά απορρέοντα από αστική διαφορά μεταξύ των διαδίκων. Το διάταγμα εγγραφής της αλλοδαπής απόφασης επιδόθηκε στον εφεσείοντα την 23.8.2007. Στις 17.9.2007, μετά από αίτηση του εφεσείοντα, το Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου του έδωσε άδεια να καταχωρίσει αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari με σκοπό την ακύρωση του προαναφερόμενου διατάγματος ημερ. 26.6.2007. Η αίτηση για Certiorari αποσύρθηκε στις 7.12.2007, μετά την έναρξη, της ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ακολούθως, στις 10.12.2007 ο αιτητής-εφεσείων προχώρησε στην καταχώριση της προαναφερόμενης αίτησης για παραμερισμό εγγραφής της αλλοδαπής απόφασης. Μεταξύ άλλων, η αίτηση του στηριζόταν και στις πρόνοιες του Κανονισμού (Ε.Κ.) 44/2001 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ημερ. 22.12.2000. Ο Κανονισμός αυτός αναφέρεται στη δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, σε αστικά και εμπορικά ζητήματα.
Οι καθ' ων η αίτηση-εφεσίβλητοι καταχώρισαν ένσταση στην προαναφερόμενη αίτηση παραμερισμού.
Το ουσιαστικό επίδικο θέμα, ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, ήταν το κατά πόσον είχαν παραβιαστεί οι πρόνοιες του περί Αλλοδαπών Αποφάσεων Νόμου, Κεφ. 10 και ο προαναφερόμενος Ευρωπαϊκός Κανονισμός από την, κατ' ισχυρισμό, παράλειψη καθορισμού, στο διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, του χρόνου εντός του οποίου ο αιτητής-εφεσείων θα έπρεπε να υποβάλει, αν επιθυμούσε, αίτηση παραμερισμού του διατάγματος.
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής αναφέρθηκε στο ζήτημα του καθορισμού χρόνου, εντός του οποίου ο εφεσείων θα έπρεπε να αποταθεί στο δικαστήριο για παραμερισμό του μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος και παρέπεμψε στο πρακτικό του δικαστηρίου, σε αντίθεση με το συνταγμένο κείμενο του διατάγματος.
Στο πρακτικό του δικαστηρίου ημερ. 26.6.2007 αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι εκδίδεται διάταγμα ως η αίτηση. «Ως προς το (2) της αίτησης, ο χρόνος καθορίζεται σε 45 ημέρες». Με την παράγραφο (2) της αίτησης ζητούνταν οδηγίες του δικαστηρίου ως προς το χρόνο εντός του οποίου θα μπορούσε να καταχωρισθεί αίτηση παραμερισμού της εγγραφής της πιο πάνω απόφασης και οδηγίες όπως η απόφαση μη εκτελεστεί εντός του χρόνου που θα καθοριζόταν από το δικαστήριο.
Σε αντίθεση με το προαναφερόμενο πρακτικό, στο αποστενογραφημένο πρακτικό καταγράφηκε απλώς: «Δικαστήριο: Εκδίδεται διάταγμα ως η αίτηση. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το δικαστήριο.» Στο συνταγμένο κείμενο του διατάγματος, το οποίο επιδόθηκε στον εφεσείοντα, επίσης δεν υπήρχε οποιαδήποτε αναφορά στο χρόνο των 45 ημερών που το δικαστήριο είχε καθορίσει ως χρόνο εντός του οποίου θα μπορούσε να καταχωρισθεί αίτηση παραμερισμού της εγγραφής της αλλοδαπής απόφασης.
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής αναφέρθηκε σχετικά στην υπόθεση Ο Φιλελεύθερος Λτδ κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1729 στην οποία αποφασίστηκε ότι η απόφαση του δικαστηρίου είναι η πλήρης απόφαση, περιλαμβανομένου και του σκεπτικού της, και όχι το συνταγμένο κείμενο του διατάγματος. Άρα, σύμφωνα με το πρωτόδικο δικαστήριο, είναι η πλήρης απόφαση του δικαστηρίου, όπως εκφωνήθηκε και καταγράφηκε στις 26.6.2007, που θα έπρεπε να εξεταστεί για να φανεί αν υπήρχε σφάλμα σ' αυτή, και όχι το αποστενογραφημένο πρακτικό και το συνταγμένο διάταγμα τα οποία, αδιαμφισβήτητα, δεν αναφέρονταν σε χρόνο εντός του οποίου ο εφεσείων θα έπρεπε να υποβάλει την αίτηση παραμερισμού.
Με τα προαναφερόμενα υπόψιν το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για παραμερισμό του διατάγματος εγγραφής της αλλοδαπής απόφασης.
Με την έφεση αυτή αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με ένα λόγο έφεσης ο οποίος περιλαμβάνει δύο σκέλη. Το πρώτο σκέλος αναφέρει ότι το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι δόθηκε ευκαιρία στον εφεσείοντα να ακουστεί, σχετικά με το διάταγμα που εκδόθηκε μονομερώς την 26.6.2007, και να αιτηθεί, μέσα σε καθορισμένο χρονικό διάστημα, τον παραμερισμό του διατάγματος, είναι εσφαλμένο. Το δεύτερο σκέλος περιλαμβάνει τη θέση ότι τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης είναι διαφορετικά από εκείνα της υπόθεσης Ο Φιλελεύθερος Λτδ (ανωτέρω) επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, το στενογραφημένο πρακτικό του δικαστηρίου δακτυλογραφήθηκε λανθασμένα, παραλείποντας το μέρος του διατάγματος ημερ. 26.6.2007, το οποίο αναφερόταν στον καθορισμό χρόνου, και επομένως ο εφεσείων δεν είχε τη δυνατότητα να γνωρίζει ότι, εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, θα έπρεπε να αιτηθεί τον παραμερισμό του μονομερούς διατάγματος. Το διάταγμα που επιδόθηκε στον εφεσείοντα δεν περιλάμβανε οποιαδήποτε πρόνοια, αλλά και το αποστενογραφημένο πρακτικό του δικαστηρίου δεν περιλάμβανε οποιαδήποτε πρόνοια για καθορισμό χρόνου. Άρα, χωρίς υπαιτιότητα του εφεσείοντα, αυτός στερήθηκε του δικαιώματος να γνωρίζει το χρόνο που καθόρισε το πρωτόδικο δικαστήριο, για την άσκηση του δικαιώματος του να υποβάλει αίτηση παραμερισμού της εγγραφής της αλλοδαπής απόφασης, και κατ' επέκταση, στερήθηκε του δικαιώματος του να ακουστεί στη διαδικασία.
Οι εφεσίβλητοι εισηγήθηκαν, στο Εφετείο, ότι τα όσα ισχυρίζεται ο εφεσείων στην έφεση του είναι αβάσιμα, ότι το σκεπτικό της υπόθεσης Ο Φιλελεύθερος Λτδ (ανωτέρω) ισχύει απόλυτα στην παρούσα υπόθεση και επιπρόσθετα ότι, σύμφωνα με το Άρθρο 43(5) του προαναφερόμενου Ευρωπαϊκού Κανονισμού, ο οποίος ίσχυε καθόλον τον ουσιώδη χρόνο, η περίοδος εντός της οποίας μπορεί να ζητηθεί ακύρωση της κήρυξης εκτελεστότητας μιας δικαστικής απόφασης Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθορίζεται σε 30 ημέρες από την επίδοση του σχετικού διατάγματος. Ο εφεσείων όφειλε να γνωρίζει το περιεχόμενο του προαναφερόμενου Κανονισμού και ειδικά του Άρθρου 43(5) και επομένως θα έπρεπε να είχε ασκήσει το δικαίωμα του εντός της προαναφερόμενης προθεσμίας. Εν πάση περιπτώσει, στην προκείμενη περίπτωση, ο εφεσείων ούτε εντός της προθεσμίας των 30 ημερών αλλά ούτε και εντός της προθεσμίας των 45 ημερών από την επίδοση του διατάγματος, σ' αυτόν, υπέβαλε οποιαδήποτε αίτηση ακύρωσης.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία υπό το φως των ικανών αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων. Θεωρούμε ότι όταν επιδόθηκε το προαναφερόμενο διάταγμα στον εφεσείοντα την 23.8.2007, ο εφεσείων όφειλε να ανατρέξει στην εκδοθείσα απόφαση του δικαστηρίου ημερ. 26.6.2007. Η εκδοθείσα απόφαση δεν είναι το συνταγμένο διάταγμα, σύμφωνα με την υπόθεση Ο Φιλελεύθερος (ανωτέρω), αλλά η απόφαση του δικαστηρίου. Η απόφαση του δικαστηρίου, όπως είχε αποστενογραφηθεί, έγραφε απλά ότι εκδίδεται διάταγμα, ως η αίτηση, με έξοδα. Επομένως ο εφεσείων ούτε από το συνταγμένο διάταγμα αλλά ούτε και από το αποστενογραφημένο πρακτικό του δικαστηρίου μπορούσε να πληροφορηθεί το χρόνο μέσα στον οποίο όφειλε να καταχωρίσει αίτηση παραμερισμού της εγγραφής της αλλοδαπής απόφασης. Και αυτό παρά τον κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης ότι κάθε ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα να ακουστεί, σε διαδικασία που τον ενδιαφέρει, αλλά και παρά τη ρητή πρόνοια του Κανονισμού 6(3) των περί Αλλοδαπών Δικαστικών Αποφάσεων (Αμοιβαία Εκτέλεση) Κανονισμών, Κεφ. 10, η οποία προνοεί ότι, σε κάθε τέτοιο διάταγμα (για εγγραφή αλλοδαπής απόφασης), θα αναγράφεται η περίοδος μέσα στην οποία μπορεί να υποβληθεί αίτηση παραμερισμού και θα υπάρχει και γνωστοποίηση ότι εκτέλεση της αλλοδαπής απόφασης δεν θα γίνεται, μέχρι την εκπνοή της προαναφερόμενης περιόδου.
Το Άρθρο 43(5) του προαναφερόμενου Ευρωπαϊκού Κανονισμού, σύμφωνα με το οποίο αίτηση ακύρωσης, της κήρυξης εκτελεστότητας μιας δικαστικής απόφασης Κράτους Μέλους, καταχωρείται εντός ενός μηνός από την επίδοση της δήλωσης δεν ακολουθήθηκε, εν πάση περιπτώσει, στην προκείμενη περίπτωση, εφόσον το πρωτόδικο δικαστήριο έθεσε προθεσμία διαφορετική, δηλαδή 45 ημερών, για την υποβολή της αίτησης, αντί 30 ημερών που προβλέπει ο Κανονισμός. Επομένως ούτε ο Κανονισμός αυτός διαφοροποιεί τα λεχθέντα.
Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση επιτρέπεται και η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται.
Το διάταγμα εγγραφής της απόφασης, όπως το διατύπωσε το πρωτόδικο δικαστήριο, με την πρόνοια για καταχώρηση αίτησης παραμερισμού εντός 45 ημερών, να επανασυνταχθεί και να ξαναεπιδοθεί στον εφεσείοντα.
Υπό τις περιστάσεις, και επειδή δεν ευθύνεται οποιοσδήποτε διάδικος για το λάθος που έγινε, καμιά διαταγή για έξοδα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση.
Η έφεση επιτρέπεται χωρίς διαταγή για έξοδα.