ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 640
10 Απριλίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΤΡΙΑΝΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείουσα,
v.
ΜΑΡΙΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ (ΑΡ. 1),
Εφεσίβλητης.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 372/2008)
Αστικά αδικήματα ― Παράνομη ιδιοποίηση ― Άρθρο 39 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 ― Συνίσταται σε παράνομη πράξη που επηρεάζει κινητή ιδιοκτησία και γίνεται κατά τρόπο ασυμβίβαστο με τα δικαιώματα του προσώπου που δικαιούται στην άμεση κατοχή της (κινητής ιδιοκτησίας) ― Επικύρωση πρωτόδικης κρίσης με την οποία απορρίφθηκε σχετική αγωγή επί τω ότι η εφεσείουσα δεν μπορούσε να επιτύχει χωρίς να αποδείξει την κατοχή των επίδικων αντικειμένων.
[Πέραν των ως άνω αναφερομένων η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της]
Η έφεση απορρίφθηκε χωρίς
διαταγή για έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Χαραλάμπους, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 7393/05), ημερομηνίας 31/10/2008.
Η Εφεσείουσα παρουσιάζεται προσωπικά.
Καμιά εμφάνιση, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την αγωγή της η εφεσείουσα-ενάγουσα ισχυρίστηκε, ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, ότι η εναγόμενη-εφεσίβλητη, η οποία είναι η μητέρα της εφεσείουσας, την 1.8.2005 το βράδυ, εισήλθε στην οικία της εφεσείουσας και της γιαγιάς της (μητέρας της εφεσίβλητης) και παράνομα επενέβηκε σε κινητή περιουσία η οποία ανήκει στην εφεσείουσα την οποία και ιδιοποιήθηκε. Η κινητή αυτή περιουσία συνίστατο σε «υφαντά τραπεζομάντηλα, σιεμέ, πατανίες, κουρτίνες, και πευκούκια υφαντά» τα οποία ύφανε στον αργαλειό η γιαγιά της εφεσείουσας και τα οποία αφαίρεσε η εφεσίβλητη.
Με την αγωγή της ζητείτο επιστροφή των «υφαντών, έργων τέχνης» τα οποία παράνομα αφαίρεσε η εναγόμενη-εφεσίβλητη, παραδειγματικές και τιμωρητικές αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση και έξοδα.
Κατά την ακροαματική διαδικασία έδωσε μαρτυρία μόνον η εφεσείουσα και η γιαγιά της Ανδριανή Χαραλάμπους Ευαγγέλου. Η εφεσίβλητη δεν εμφανίστηκε στο πρωτόδικο δικαστήριο ούτε και πρόσφερε μαρτυρία, αλλά εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο ο οποίος αντεξέτασε τις δύο μάρτυρες.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολόγησε την ενώπιον του μαρτυρία και δέχθηκε ως ειλικρινείς και τις δύο μάρτυρες, όμως εκεί όπου θεώρησε ότι υπήρχε διαφορά στη μαρτυρία μεταξύ των δύο, δέχθηκε τη μαρτυρία της γιαγιάς και απέρριψε εκείνη της εφεσείουσας. Στην απόφαση του το πρωτόδικο δικαστήριο εξήγησε ότι η εφεσείουσα δεν κατόρθωσε να αποδείξει ότι εκείνη ήταν η ιδιοκτήτρια και η δικαιούχος στην κατοχή των αντικειμένων τα οποία παράνομα ιδιοποιήθηκε η εφεσίβλητη, καθότι αυτά ανήκαν και βρίσκονταν στην κατοχή της γιαγιάς της εφεσείουσας, κατά τον ουσιώδη χρόνο. Εφόσον το αγώγιμο δικαίωμα βασιζόταν σε παράνομη επέμβαση, επί κινητής περιουσίας, η εφεσείουσα δεν μπορούσε να επιτύχει χωρίς να αποδείξει την κατοχή των επίδικων αντικειμένων. Επιπρόσθετα το δικόγραφο της εφεσείουσας ήταν ελαττωματικό εφόσον σ' αυτό δεν αναγράφονταν οι αξίες των αντικειμένων που αφαιρέθηκαν παράνομα από την εφεσίβλητη, παρά το ότι αυτά τα αντικείμενα αναφέρθηκαν ένα προς ένα κατά την ακροαματική διαδικασία.
Συμπερασματικά το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η εφεσείουσα δεν απέδειξε το αδίκημα της ιδιοποίησης σύμφωνα με το Άρθρο 39 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 αλλά ούτε και οποιοδήποτε άλλο αδίκημα και κατά συνέπεια απέρριψε την αγωγή, με έξοδα εις βάρος της ενάγουσας-εφεσείουσας.
Με την έφεση της η εφεσείουσα προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης κυρίως λόγω λανθασμένης αξιολόγησης της μαρτυρίας και λανθασμένων συμπερασμάτων του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με την ιδιοκτησία και την κατοχή των αντικειμένων που παράνομα ιδιοποιήθηκε η εφεσίβλητη.
Η εφεσίβλητη δεν εμφανίστηκε ενώπιον του Εφετείου και ο δικηγόρος που την εκπροσωπούσε ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου ζήτησε άδεια και απεσύρθη. Το εφετήριο επιδόθηκε εκ νέου στην εφεσίβλητη, όμως αυτή δεν παρουσιάστηκε.
Εξετάσαμε με προσοχή την πρωτόδικη απόφαση την οποία θεωρούμε αιτιολογημένη και εμπεριστατωμένη. Τα ευρήματα, η αξιολόγηση και τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου δεν πάσχουν για οποιοδήποτε λόγο, και η νομική καθοδήγηση του πρωτόδικου δικαστηρίου για το Άρθρο 39 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, που αφορά την παράνομη επέμβαση σε κινητά και τις σχετικές νομικές αρχές ήταν ορθή. Όπως ορθά παρατήρησε το πρωτόδικο δικαστήριο το αστικό αδίκημα της ιδιοποίησης (δυνάμει του Άρθρου 39) συνίσταται σε παράνομη πράξη που επηρεάζει κινητή ιδιοκτησία και γίνεται κατά τρόπο ασυμβίβαστο με τα δικαιώματα του προσώπου που δικαιούται στην άμεση κατοχή της (κινητής ιδιοκτησίας).
Η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει ότι τα επίδικα αντικείμενα ήταν δική της ιδιοκτησία και στη δική της κατοχή, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ή ότι είχε οποιονδήποτε δικαίωμα άμεσης κατοχής τους. Αντίθετα, με τη μαρτυρία που πρόσφερε η εφεσείουσα (της Μ.Ε. 2 γιαγιάς της) φαίνεται ότι τα αντικείμενα εκείνα ανήκαν και ήταν στην κατοχή της γιαγιάς της, κατά τον ουσιώδη χρόνο. Επομένως η ίδια η εφεσείουσα δεν δικαιούται σε οποιαδήποτε θεραπεία για την επέμβαση επί των αντικειμένων και την ιδιοποίηση τους από την εφεσίβλητη.
Κατά συνέπεια, η έφεση απορρίπτεται, χωρίς διαταγή για έξοδα, εφόσον η εφεσίβλητη δεν εμφανίστηκε στο Εφετείο.
Η έφεση απορρίπτεται χωρίς
διαταγή για έξοδα.