ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 2208
21 Δεκεμβρίου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
1. ΜΙΧΑΛΗΣ Χ"ΑΝΔΡΕΟΥ,
2. ΑΓΑΘΗ Χ"ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
v.
1. CROWN RESORTS LIMITED,
2. N & A HOTELS LIMITED,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 327/2008)
Διοικητικό Δίκαιο ― Παραμερισμός πρωτόδικης απόφασης με την οποία επιδικάστηκε εναντίον των εφεσειόντων η καταβολή φόρων για τους οποίους εκρίθησαν υπόχρεοι δυνάμει της συμφωνίας πώλησης των μετοχών τους ― Εκρίθη ότι τα τέλη που κατέβαλαν οι εφεσίβλητοι και διεκδικούσαν από τους εφεσείοντες δεν ήταν αρμοδίως επιβληθέντα ― Η επιβολή φόρων προϋποθέτει επ' αυτού απόφαση η οποία, ως εκτελεστή διοικητική πράξη, υπόκειται σε αναθεωρητικό έλεγχο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Δεν νοείται η ύπαρξη τέτοιας φορολογικής φύσης οφειλής χωρίς επί τούτου απόφαση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου.
Οι ενάγοντες/εφεσίβλητοι διεκδίκησαν πρωτοδίκως από τους εναγομένους/εφεσείοντες οφειλόμενα τέλη που κατέβαλαν στην Αρμόδια Αρχή σχετικά με τη λειτουργία ξενοδοχείου την οποία ανέλαβαν ύστερα από συμφωνία αγοράς των μετοχών των εφεσιβλήτων.
Με βάση τη συμφωνία εκείνη οποιεσδήποτε απαιτήσεις εναντίον της εταιρείας φόροι, τέλη ή και οποιεσδήποτε υποχρεώσεις της εταιρείας μέχρι την ημερομηνίας αγοράς, θα βάρυναν τους πωλητές/εφεσίβλητους και οι αγοραστές/εφεσείοντες δεν θα έφεραν οποιαδήποτε ευθύνη ή υποχρέωση.
Ήταν η θέση των εναγόντων ότι το σχετικό ποσό αποτελούσε υποχρέωση των εναγομένων καθότι ήταν οφειλόμενο κατά το έτος 1990, ήτοι σε χρόνο πολύ πριν την ημερομηνία υπογραφής της ανωτέρω γραπτής συμφωνίας των διαδίκων για πώληση των μετοχών τους.
Οι εφεσείοντες/εναγόμενοι με την υπεράσπισή τους, υποστήριξαν πως με την πληρωμή του ενός ποσού, που τους επιβλήθηκε το 1990, με την έκδοση των σχετικών οικοδομικών αδειών για το ξενοδοχείο, είχαν εξοφλήσει στην Αρμόδια Αρχή τη σχετική οφειλή και δεν δικαιολογείτο η μεταγενέστερη χρέωσή τους με περαιτέρω ποσό. Ουδέποτε, έκτοτε, τους ζητήθηκε οτιδήποτε επιπρόσθετο ενώ η άδειά τους ανανεωνόταν ετησίως.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ των εναγόντων για το αξιούμενο ποσό, την ορθότητα της οποίας οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν με έφεση.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι εφεσείοντες είχαν ευθύνη για, μεταξύ άλλων, φόρους που είχαν επιβληθεί και εκκρεμούσαν. Συνεπώς, ήταν υποχρέωση των εφεσιβλήτων να αποδείξουν την ύπαρξη τέτοιων φόρων που παρέμειναν απλήρωτοι. Ήταν η υπόθεσή των τελευταίων πως το ποσό £20.440 ήταν οφειλόμενο από το 1990. Επομένως, δεν ήταν ποσό που προέκυπτε από οποιαδήποτε νέα απόφαση του Δήμου Πέγειας, μάλιστα με τέτοιας έκτασης αναδρομική δύναμη. Συναφής ήταν η παράγραφος 6 της έκθεσης απαίτησης και εξήγηση βεβαίωση ημερ. 11.3.03 πως το ποσό «εκ παραδρομής δεν χρεώθηκε κατά την έκδοση της άδειας αυτής από την Επαρχιακή Διοίκηση».
2. Ούτως ή άλλως ήταν προφανές πως ενώ ήταν δεκτό ότι το 1990 επιβλήθηκαν £6.560, το 2002 αξιώθηκαν περισσότερα επειδή, στη βάση των υπολογισμών του δημοτικού μηχανικού, τους οποίους ενστερνίστηκε και το πρωτόδικο δικαστήριο, θα έπρεπε να είχαν επιβληθεί £27.000. Δεν είναι, όμως, με αυτό τον τρόπο που λειτουργεί το ζήτημα της επιβολής φόρων, δικαιωμάτων κ.λ.π..
3. Η επιβολή τους προϋποθέτει επ' αυτού απόφαση η οποία, ως εκτελεστή διοικητική πράξη, υπόκειται σε αναθεωρητικό έλεγχο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Δεν νοείται η ύπαρξη τέτοιας φορολογικής φύσης οφειλής χωρίς επί τούτου απόφαση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου. Εν προκειμένω, υπήρχε μαρτυρία μόνο για μια απόφαση, αυτή για το ποσό των £6.560. Αυτή ήταν παραδεκτή, και επιμαρτυρείτο και από την αξίωση εκείνου του ποσού εγγράφως από τότε, από την πληρωμή του και τη συνακόλουθη έκδοση της άδειας οικοδομής.
4. Οι υπολογισμοί του δημοτικού μηχανικού και του πρωτόδικου δικαστηρίου δεν ήταν υποκατάστατο. Δεν συνιστούσαν εκτελεστή διοικητική πράξη επιβολής τέτοιων δικαιωμάτων και δεν επάγονται υποχρέωση πληρωμής. Όταν η Συμφωνία των μερών αναφέρεται σε ευθύνη των εφεσειόντων για φόρους ή τέλη εμφανώς παραπέμπει σε φόρους ή τέλη αρμοδίως επιβληθέντων και στην προκειμένη δεν υπήρχε τέτοια διοικητική απόφαση για ποσό £27.000.
Η έφεση επιτράπηκε. Τα έξοδα πρωτοδίκως, μειωμένα κατά το 1/4 επιδικάστηκαν υπέρ των εναγομένων-εφεσειόντων.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Θωμά, E.Δ.), (Αγωγή Aρ. 778/05), ημερομ. 8.8.2008.
Μ. Μικελλίδου, για τους Εφεσείοντες.
Α. Χατζηχριστοδούλου με Κ. Γερμανό, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Στις 19.1.90 εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Βελτιώσεως Πέγειας, ως της αρμόδιας αρχής, η αίτηση της Ν & Α Hotels Ltd (ενάγοντες 2-εφεσίβλητοι 2) για άδεια οικοδομής ξενοδοχείου σε ακίνητο της στον Κόλπο των Κοραλλίων. Κλήθηκε τότε γραπτώς, να πληρώσει, μεταξύ άλλων, £6.560 ως δικαιώματα ύδρευσης. Η εταιρεία κατέβαλε ό,τι της ζητήθηκε και εκδόθηκε η άδεια οικοδομής.
Η άδεια οικοδομής ανανεωνόταν αλλά μέχρι την 1.2.2000 δεν έγιναν οποιεσδήποτε εργασίες. Εκείνη την ημέρα, την 1.2.2000, σημειώθηκε εσωτερική αλλαγή στο μετοχικό καθεστώς της Ν & Α Hotels Ltd. Με γραπτή συμφωνία, οι ως τότε μέτοχοί της, (εναγόμενοι 1 και 2 - εφεσείοντες), πώλησαν και μεταβίβασαν στην εταιρεία Crown Resorts Ltd (ενάγοντες 1 - εφεσίβλητοι 1) τις 330.000 συνήθεις μετοχές που κατείχαν σ' αυτή έναντι τιμήματος που καθορίστηκε και καταβλήθηκε. Ο πιο κάτω όρος σε εκείνη τη γραπτή συμφωνία στήριξε την απαίτηση των εφεσιβλήτων:
«Οποιεσδήποτε απαιτήσεις εναντίον της ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ, φόροι, τέλη ή και οποιεσδήποτε υποχρεώσεις της εταιρείας μέχρι σήμερα βαρύνουν τους ΠΩΛΗΤΕΣ και οι ΑΓΟΡΑΣΤΕΣ δεν θα φέρουν οποιαδήποτε ευθύνη ή υποχρέωση.».
Ο Δήμος Πέγειας, που στο μεταξύ διαδέχθηκε το Συμβούλιο Βελτιώσεως Πέγειας και ανέλαβε τις υποθέσεις του, εξετάζοντας αίτηση για πολεοδομική άδεια προς επέκταση του ξενοδοχείου το οποίο άρχισε να ανεγείρεται, με την επιστολή του ημερομηνίας 13.8.02 προς την Crown Resorts Ltd, την πληροφόρησε πως όφειλε να είχε καταβάλει, ως «δικαιώματα/τέλη σύνδεσης» £27.000. Επομένως, αφού είχαν καταβληθεί μόνο £6.560, παρέμεινε υπόλοιπο £20.440. Το οποίο και κλήθηκε να καταβάλει. Οι ενάγοντες-εφεσίβλητοι, κατά την υπόθεσή τους, αντιλήφθηκαν πως άρνηση καταβολής του ποσού θα επαγόταν διακοπή της υδατοπρομήθειας και το κατέβαλαν χωρίς να θεωρήσουν ότι ήταν αναγκαίο να ενημερώσουν τους εναγομένους-εφεσείοντες. Συνακολούθως, οι εναγόμενοι-εφεσείοντες βρέθηκαν αντιμέτωποι με κατ' ισχυρισμό υποχρέωσή τους που προέκυψε και παρέμεινε εκκρεμής από το 1990. Αξιώνοντας αυτό το ποσό, με την έκθεση απαίτησης, οι ενάγοντες-εφεσίβλητοι εξειδικεύουν:
«Είναι η θέση των εναγόντων ότι το ανωτέρω ποσό αποτελούσε υποχρέωση των εναγομένων καθότι ήτο οφειλόμενο κατά το έτος 1990, ήτοι σε χρόνο πολύ πριν την ανωτέρω ημερομηνία υπογραφής της ανωτέρω γραπτής συμφωνίας των διαδίκων.»
Δεν είχε εγερθεί οποιοδήποτε ζήτημα δικονομικής ή άλλης φύσης και το πρωτόδικο δικαστήριο επελήφθη της ουσίας της διαφοράς. Δικαίωσε τους ενάγοντες-εφεσίβλητους και η απόφαση υπέρ τους, για το ποσό των £20.440, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας έφεσης. Σημειώνουμε πως η περαιτέρω επιδίκαση ποσού £332,58 σεντ για φόρο ακίνητης ιδιοκτησίας το οποίο επίσης αξιωνόταν, δεν εφεσιβάλλεται. Στο λόγο έφεσης 8 γίνεται αναφορά σε όλο το επιδικασθέν ποσό αλλά πουθενά δεν προβάλλεται ισχυρισμός σε σχέση με το φόρο ακίνητης ιδιοκτησίας.
Οι εφεσείοντες, με την υπεράσπισή τους, υποστήριζαν πως με την πληρωμή του αναφερθέντος ποσού, όπως αυτό τους επιβλήθηκε το 1990, είχαν εξοφλήσει τη σχετική οφειλή και δεν δικαιολογείτο η μεταγενέστερη χρέωσή τους με περαιτέρω ποσό. Ουδέποτε, έκτοτε, τους ζητήθηκε οτιδήποτε επιπρόσθετο ενώ η άδειά τους ανανεωνόταν ετησίως. Επομένως, ζήτησαν την απόρριψη της αξίωσης.
Για το θέμα κατέθεσε ο διευθύνων σύμβουλος των εφεσιβλήτων και ο δημοτικός μηχανικός Πέγειας. Για την άλλη πλευρά, ο πρώτος εφεσείων. Το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολόγησε τη μαρτυρία και έκρινε ως αξιόπιστη εκείνη των μαρτύρων για τους εφεσίβλητους. Τη μαρτυρία του εφεσείοντα 1 την απέρριψε γιατί η εντύπωση που άφησε ήταν «πενιχρή» αφού, όπως εξηγήθηκε, ήταν εμφανής η αγωνιώδης προσπάθειά του να αποποιηθεί ευθύνης. Ότι ήθελε να μην του καταλογιστεί ευθύνη ήταν, βεβαίως, δεδομένο αλλά είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε πως δεν είχε εντοπιστεί οτιδήποτε από τη μαρτυρία του που να ήταν, ως γεγονός, αναληθές. Όσα κατέθεσε, ως γεγονότα, τα περιέλαβε και το πρωτόδικο δικαστήριο στις διαπιστώσεις του. Εκείνο που μόνο εξειδικεύθηκε ήταν η αντίληψη του περί κάποιας μορφής ύποπτη συναλλαγή μεταξύ των εφεσιβλήτων και του Δήμου Πέγειας σε σχέση με την οποία παρουσίασε και τέσσερις αποδείξεις που εκδόθηκαν από το Δήμο Πέγειας για το συνολικό ποσό των £20.440 οι οποίες όμως δεν ανταποκρίνονταν στη Βεβαίωση που εξέδωσε ο Δήμος Πέγειας ημερομηνίας 11.3.03. Με εκείνη τη βεβαίωση εμφανιζόταν να έχει εξοφληθεί ολόκληρο το ποσό των £20.440 μέχρι τις 11.3.03 ενώ κατά τις αποδείξεις-εισπράξεις που αναφέρθηκαν, μέχρι τότε, είχε πληρωθεί μικρότερο ποσό.
Ωστόσο το κατά πόσο ήταν δικαιολογημένη η απόδοση κινήτρων με την αναφορά σε ύποπτη συναλλαγή, δεν μπορεί να συσχετισθεί προς το επίδικο ζήτημα και σημειώνουμε πως στην υπεράσπιση δεν περιλαμβάνονταν καν τέτοιοι ισχυρισμοί. Οι εφεσείοντες, με τους λόγους έφεσης 1, 3 και 4, αμφισβητούν την ορθότητα της αξιολόγησης της μαρτυρίας του εφεσείοντα 1 σε συνάρτηση προς τις αναφερθείσες τέσσερις αποδείξεις και τη Βεβαίωση όπως και το «διακανονισμό» της 30.10.02 στον οποίο καταγράφονταν ορισμένες μελλοντικές ημερομηνίες για πληρωμή του ποσού των £20.440. Δεν νομίζουμε όμως ότι χρειάζεται να επεκταθούμε σ' αυτά και σημειώνουμε πως η αμφισβήτηση ως προς την πράγματι πληρωμή του ποσού αφορούσε, όπως προκύπτει από το λόγο έφεσης 4, στο χρόνο πληρωμής και όχι σ' αυτή καθαυτή την πληρωμή.
Οι εφεσείοντες είχαν ευθύνη για, μεταξύ άλλων, φόρους που είχαν επιβληθεί και εκκρεμούσαν. Συνεπώς, ήταν υποχρέωση των εφεσιβλήτων να αποδείξουν την ύπαρξη τέτοιων φόρων που παρέμειναν απλήρωτοι. Ήταν η υπόθεσή τους πως το ποσό £20.440 ήταν οφειλόμενο από το 1990. Επομένως, δεν ήταν ποσό που προέκυπτε από οποιαδήποτε νέα απόφαση του Δήμου Πέγειας, μάλιστα με τέτοιας έκτασης αναδρομική δύναμη. Έχουμε παραθέσει την παράγραφο 6 της έκθεσης απαίτησης και σημειώνουμε συναφώς και την εξήγηση στην αναφερθείσα βεβαίωση της 11.3.03 πως το ποσό «εκ παραδρομής δεν χρεώθηκε κατά την έκδοση της άδειας αυτής από την Επαρχιακή Διοίκηση».
Υποτίθεται, επομένως, ότι η απόφαση του Επάρχου, το 1990, ήταν για £27.000. Εν τούτοις, δεν προσκομίστηκε τέτοια απόφαση. Ό,τι υπήρχε ήταν η αξίωση του ποσού των £6.560 ως επιβληθέντων δικαιωμάτων. Δεν ανευρέθηκε οποιοδήποτε άλλο σχετικό έγγραφο και η αξίωση του ποσού των £20.440 θεμελιώθηκε στους υπολογισμούς του δημοτικού μηχανικού του Δήμου Πέγειας, όπως κατέθεσε ο ίδιος. Αυτό, στη βάση της Κ.Δ.Π. 293/88 που καθόριζε τα πληρωτέα, στη βάση του αριθμού των κλινών.
Αυτούς τους υπολογισμούς, με αναφορά στους ίδιους Κανονισμούς τους έκαμε και το πρωτόδικο δικαστήριο. Όπως έκρινε, ήταν σαφείς και στη βάση του αριθμού των κλινών το ποσό θα έπρεπε να ήταν £27.000. Οφειλόταν δε σε λάθος της αρμόδιας αρχής η επιβολή μόνο των £6.560. Όσα ανέφερε ο εφεσείων 1 ως εξήγηση της επιβολής του μικρότερου ποσού, ότι δηλαδή είχε αποφασιστεί, ως κίνητρο για την ανέγερση ξενοδοχείων στην περιοχή, τα δικαιώματα να καθορίζονται στη βάση των κυβικών μέτρων της οικοδομής και όχι του αριθμού των κλινών, κατά την πρωτόδικη απόφαση, παρέμειναν ατεκμηρίωτα. Δεν παρουσίασαν οι εναγόμενοι-εφεσείοντες απόφαση του Συμβουλίου Βελτιώσεως Πέγειας με τέτοιο περιεχόμενο. Αυτό, ενώ ήταν δεδομένη η εξ αντικειμένου αδυναμία, που βεβαίως δεν οφειλόταν στους εφεσείοντες, για προσκόμιση τέτοιου εγγράφου και σημειώνουμε την παρατήρηση του πρωτόδικου δικαστηρίου, σε άλλο σημείο της απόφασής του, πως «δεν είχαν ανευρεθεί τα πρακτικά της συνεδρίας κατά την οποία είχε επιβληθεί στην ενάγουσα αρ. 2 για δικαιώματα υδατοπρομήθειας το ποσό των £6.560 εις τρόπον ώστε να εξακριβώνετο ο τρόπος υπολογισμού και καθορισμού του ως άνω ποσού (βλ. τις επιστολές-τεκμήρια 7 και 8)».
Ούτως ή άλλως είναι προφανές πως ενώ ήταν δεκτό ότι το 1990 επιβλήθηκαν £6.560, το 2002 αξιώθηκαν περισσότερα επειδή, στη βάση των υπολογισμών του δημοτικού μηχανικού, τους οποίους ενστερνίστηκε και το πρωτόδικο δικαστήριο, θα έπρεπε να είχαν επιβληθεί £27.000. Δεν είναι, όμως, με αυτό τον τρόπο που λειτουργεί το ζήτημα της επιβολής φόρων, δικαιωμάτων κλπ. Η επιβολή τους προϋποθέτει επ' αυτού απόφαση η οποία, ως εκτελεστή διοικητική πράξη, υπόκειται σε αναθεωρητικό έλεγχο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Δεν νοείται η ύπαρξη τέτοιας φορολογικής φύσης οφειλής χωρίς επί τούτου απόφαση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου. Εν προκειμένω, υπήρχε μαρτυρία μόνο για μια απόφαση, αυτή για το ποσό των £6.560. Αυτή ήταν παραδεκτή, και επιμαρτυρείται και από την αξίωση εκείνου του ποσού εγγράφως από τότε, την πληρωμή του και τη συνακόλουθη έκδοση της άδειας οικοδομής.
Οι υπολογισμοί του δημοτικού μηχανικού και του πρωτόδικου δικαστηρίου δεν είναι υποκατάστατο. Δεν συνιστούν εκτελεστή διοικητική πράξη επιβολής τέτοιων δικαιωμάτων και δεν επάγονται υποχρέωση πληρωμής. Όταν η Συμφωνία των μερών αναφέρεται σε ευθύνη των εφεσειόντων για φόρους ή τέλη εμφανώς παραπέμπει σε φόρους ή τέλη αρμοδίως επιβληθέντων και εδώ δεν έχουμε τέτοια διοικητική απόφαση για ποσό £27.000.
Με τους λόγους έφεσης συζητήθηκαν και άλλα ζητήματα, όπως οι επιπτώσεις από τη συνέχιση της έκδοσης άδειας οικοδομής επί σειρά ετών και η πρωτοβουλία των εφεσιβλήτων να πληρώσουν το ποσό χωρίς να ενημερώσουν τους εφεσείοντες. Ούτε επ' αυτών χρειάζεται να επεκταθούμε.
Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η αγωγή, ως προς το επίμαχο ζήτημα απορρίπτεται. Τα έξοδα πρωτοδίκως, μειωμένα κατά το 1/4 ενόψει της απόφασης για το ποσό των £332,50 σεντ που παραμένει, και κατ' έφεση, επιδικάζονται υπέρ των εναγομένων-εφεσειόντων και εναντίον των εναγόντων-εφεσιβλήτων.
Η έφεση επιτρέπεται. Τα έξοδα πρωτοδίκως, μειωμένα κατά το 1/4 επιδικάζονται υπέρ των εναγομένων-εφεσειόντων.