ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2011) 1 ΑΑΔ 2046

2 Δεκεμβρίου, 2011

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

CROWN RESORTS LTD,

Εφεσείοντες-Εναγόμενοι Αρ. 1,

v.

ΔΗΜΗΤΡΗ Α. ΣΚΑΡΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Ενάγοντος.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 288/2008)

 

Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Ανατροπή του υποβάθρου της αξιολόγησης της προσαχθείσας μαρτυρίας ― Διαταγή για επανεκδίκαση ― Εναπομείναν σημαντικό κενό που δεν μπορούσε να καλυφθεί με την εξέταση της υπολοίπου προσαχθείσας μαρτυρίας.

Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Λανθασμένη καθοδήγηση Δικαστηρίου ― Ερμηνεύθηκε χωρίς άλλη εξήγηση, ότι ένα έγγραφο από μόνο του, υποδηλούσε πληρωμή των δοθεισών μετοχών.

Ο εφεσίβλητος διεκδίκησε πρωτοδίκως την επιστροφή ποσού £30.000 το οποίο κατέβαλε στους εφεσείοντες 1 για να αποκτήσει με τη μέθοδο της ιδιωτικής τοποθέτησης, 60.000 μετοχές και 6.000 δικαιώματα αγοράς μετοχών, στην εταιρεία των εφεσειόντων 1.

Η επιστροφή των μετοχών απαιτήθηκε επειδή αυτές δεν εισήχθησαν στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου, για σκοπούς διαπραγμάτευσης. Οι εφεσείοντες αντέτειναν ότι η παραχώρηση των μετοχών έγινε άνευ ανταλλάγματος και ζήτησαν ανταπαιτητικώς επιστροφή των πιο πάνω μετοχών και των δικαιωμάτων αγοράς μετοχών.

Η καταβολή του πιο πάνω ποσού απετέλεσε εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου που εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχε, για την αγορά των μετοχών, νόμιμο αντάλλαγμα. Παράλληλα απέρριψε την ανταπαίτηση.

Απεδέχθη δε, τη μαρτυρία του εφεσίβλητου η οποία και διασυνδέθηκε με την προσπάθεια αγοράς, από κοινού με τους εφεσείοντες 2, ενός κτήματος στην Πάφο, η οποία ναυάγησε με την απομάκρυνση του εφεσίβλητου και την ανταπόδοση μετοχών αντί του συμφωνηθέντος ποσού των £30.000.

Οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και υποστήριξαν μεταξύ άλλων, ότι υπήρξαν αντιφάσεις στην προσαχθείσα μαρτυρία σε συνδυασμό με τη δικογραφημένη θέση του εφεσίβλητου.

Όπως και πρωτόδικα, αμφισβήτησαν και την ύπαρξη ανταλλάγματος.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ο προσδιορισμός του μετοχικού κεφαλαίου μιας εταιρείας σε «μετοχές εξ ολοκλήρου πληρωθείσες (fully paid) και «μετοχές για τις οποίες πιστώθηκε ποσό ως πληρωμένο (shares upon which amount ..... per share credited as paid), όπως αναφέρεται στο Πέμπτο Παράρτημα του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, δεν μπορούσε να οδηγήσει με κανένα τρόπο στην ερμηνεία που δόθηκε πρωτοδίκως. Ήταν έκδηλο ότι ο πρωτόδικος Δικαστής καθοδηγήθηκε λανθασμένα, ερμηνεύοντας, χωρίς άλλη εξήγηση, ότι από μόνο του το εν λόγω έγγραφο, υποδηλούσε πληρωμή των δοθεισών μετοχών.

2.  Με γνώμονα αυτή την ουσιαστική ανατροπή του υποβάθρου της αξιολόγησης της προσαχθείσας μαρτυρίας, παρέμενε ένα σημαντικό κενό που δεν μπορούσε να καλυφθεί με την εξέταση της υπολοίπου μαρτυρίας που κατατέθηκε.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα υπέρ των εφεσειόντων. Διατάχθηκε επανεκδίκαση από άλλο δικαστή.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας-Aμμοχώστου (Γεωργίου, E.Δ.), (Αγωγή Aρ. 774/04), ημερομ. 1.7.2008.

Γ. Ζαχαρίου (κα), για τους Εφεσείοντες.

Γ. Πιττάτζης, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Κ. Παμπαλλή.

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος, με στόχο την απόκτηση, με τη μέθοδο της ιδιωτικής τοποθέτησης, 60.000 μετοχές και 6.000 δικαιώματα αγοράς μετοχών, στην εταιρεία των εφεσειόντων 1, κατέβαλε, όπως αποτελεί το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου £30.000.

Επειδή οι μετοχές των εφεσειόντων 1 δεν εισήχθησαν στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου, για σκοπούς διαπραγμάτευσης, ο εφεσίβλητος διεκδίκησε δικαστικώς επιστροφή του ποσού των £30.000. Οι εφεσείοντες αντέτειναν ότι η παραχώρηση των μετοχών έγινε άνευ ανταλλάγματος, ζήτησαν ανταπαιτητικώς επιστροφή των πιο πάνω μετοχών και των δικαιωμάτων αγοράς μετοχών.

Όπως σημειώσαμε πιο πάνω, ο εφεσίβλητος πέτυχε στην αγωγή του και το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχε, για την αγορά των μετοχών, νόμιμο αντάλλαγμα. Παράλληλα απέρριψε την ανταπαίτηση.

Το κύριο αντικείμενο αμφισβήτησης από πλευράς εφεσειόντων είναι, όπως και πρωτόδικα, η ύπαρξη ανταλλάγματος.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έθεσε το πλαίσιο εκδίκασης της υπόθεσης ως εξής:

«3.1 Κατά ή περί τα μέσα του 2000 οι εναγόμενοι προέβαιναν σε παραστάσεις στο ευρύ κοινό και στον ενάγοντα ότι η εναγόμενη 1 θα εισήγαγε τους τίτλους της στο Χ.Α.Κ.. Η εναγομένη 1 εξέδωσε και παρέδωσε στον ενάγοντα 60.000 μετοχές και 6.000 δικαιώματα αγοράς μετοχών αξίας 30.000 λιρών.

3.2 Εκείνο που αμφισβητείται για την παραχώρηση των πιο πάνω μετοχών είναι κατά πόσο υπήρχε αντάλλαγμα ή όχι. Ο μεν ενάγοντας ισχυρίζεται ότι δόθηκαν οι πιο πάνω μετοχές σ' αυτόν έναντι ανταλλάγματος και ειδικότερα ο ενάγοντας αποσύρθηκε από την αγορά ενός κτήματος στην Πάφο με αποτέλεσμα να το αγοράσει η εναγομένη 1 και εις αντάλλαγμα των εξόδων που υπέστη η εναγομένη 1 του παραχώρησε τις πιο πάνω μετοχές αξίας 30.000 λιρών. Οι δε εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι οι μετοχές παραχωρήθηκαν με πίστωση και με την υπόσχεση του ενάγοντα ότι θα κατέβαλλε το οφειλόμενο ποσό το συντομότερο δυνατό, πράγμα το οποίο δεν έπραξε και συνεπεία τούτου αξιώνουν ανταπαιτητικώς το πιο πάνω διάταγμα ή και ποσό.»

Η αποδοχή της μαρτυρίας του εφεσίβλητου και η υιοθέτηση γεγονότων που περιέγραψε, σε συνάρτηση με την προσπάθεια αγοράς, από κοινού με τους εφεσείοντες 2, ενός κτήματος στην Πάφο, που ναυάγησε με την απομάκρυνση του εφεσίβλητου και την ανταπόδοση μετοχών αντί του συμφωνηθέντος ποσού των £30.000, ήταν η βάση κατάληξης του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Υπήρξαν, εισηγήθηκαν οι εφεσείοντες, αντιφάσεις στην προσαχθείσα μαρτυρία που σε συνδυασμό με τη δικογραφημένη θέση του εφεσίβλητου, έπρεπε να οδηγήσουν το δικαστήριο σε μη αποδοχή της μαρτυρίας του.

Στην παράγραφο 7 της Εκθέσεως Απαιτήσεως ο εφεσίβλητος αναφέρει:

«Οι εναγόμενοι ή και ο εναγόμενος 2 παρέστεινε στον ενάγοντα ότι η εναγόμενη εταιρεία 1 είχε τες δυνατότητες ή και προοπτική εισαγωγής της στο Χ.Α.Κ. και κάτω από τέτοιες συνθήκες και για αυτό το λόγο έναντι νομίμου ανταλλάγματος ή και αξίας £30.000 κατά ή περί την 7.11.2000 οι εναγόμενοι εξέδωσαν ή και παρέδωσαν ή και παραχώρησαν στον ενάγοντα 60.000 μετοχές της εν λόγω εταιρείας και 6.000 δικαιώματα αγοράς και παρέδωσαν στον ενάγοντα μεταξύ άλλων και έγγραφα, τίτλους, που αναφέρεται ή και πιστοποιείται αυτό το γεγονός.»

Στην ένορκη του μαρτυρία ο εφεσίβλητος υποστήριξε ότι συμφωνήθηκε να αγοραστεί το κτήμα από τους εφεσίβλητους 1 και να πάρει ο ίδιος «αμοιβή» £30.000. Σε μεταγενέστερο στάδιο της μαρτυρίας του ανέφερε ότι δεν ζήτησε «κέρδος» αλλά ζήτησε «μέρος των εξόδων του». Παραδέχτηκε ότι δεν υπήρξαν έξοδα αλλά υπολόγισε το χρόνο που έχασε σε συζητήσεις και επαφές για την αγορά του κτήματος.

Καθοριστικό για την τύχη της υπόθεσης και της απόρριψης της εκδοχής των εφεσειόντων για παραχώρηση των μετοχών επί πιστώσει, ήταν, όπως, αναφύεται από την πρωτόδικη απόφαση, το παραχωρηθέν έγγραφο ημερ. 7 Νοεμβρίου, 2000, (τεκ. 10.1) που τιτλοφορείται "ΕΙΔΟΣ ΑΞΙΩΝ: 0,50 Fully Paid Shares". Aναφέρεται δε σχετικώς:

«Ευλόγως και πάλι γεννάται το ερώτημα. Για ποιο λόγο η εναγομένη 1 απέστειλε το εν λόγω έγγραφο και ανέγραψε ότι αυτές έχουν πληρωθεί. Δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία από μέρους των εναγομένων και ειδικότερα δεν δόθηκε οποιαδήποτε δικαιολογία. Πέραν δε τούτου στο στάδιο της αντεξέτασης και σε ερώτηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του ενάγοντα κατά πόσο συμφωνεί με το περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου απάντησε καταφατικά. Ακόμη και να θεωρηθεί ότι στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας δεν αντιλήφθηκε το τι αναγράφεται στο εν λόγω έγγραφο και ειδικότερα ότι οι μετοχές έχουν πληρωθεί όπως έχω ήδη αναφέρει το περιεχόμενο του συγκεκριμένου εγγράφου μιλά από μόνο του και πέραν δε τούτου δεν δόθηκε οποιαδήποτε εξήγηση από μέρους των εναγομένων.»

Ο προσδιορισμός του μετοχικού κεφαλαίου μιας εταιρείας σε «μετοχές εξ ολοκλήρου πληρωθείσες (fully paid) και «μετοχές για τις οποίες πιστώθηκε ποσό ως πληρωμένο (shares upon which amount ..... per share credited as paid), όπως αναφέρεται στο Πέμπτο Παράρτημα του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, δεν μπορεί να οδηγήσει με κανένα τρόπο στην ερμηνεία που δόθηκε πρωτοδίκως.

Είναι έκδηλο ο πρωτόδικος Δικαστής καθοδηγήθηκε λανθασμένα. Ερμηνεύοντας, χωρίς άλλη εξήγηση, ότι από μόνο του το εν λόγω έγγραφο, υποδηλούσε πληρωμή των δοθεισών μετοχών.

Με γνώμονα αυτή την ουσιαστική ανατροπή του υποβάθρου της αξιολόγησης της προσαχθείσας μαρτυρίας, παραμένει ένα σημαντικό κενό που δεν μπορεί να καλυφθεί με την εξέταση της υπολοίπου μαρτυρίας που κατατέθηκε.

Ενόψει αυτής της αδυναμίας, η υπόθεση θα πρέπει να οδηγηθεί σε επανεκδίκαση, εξέλιξη ανεπιθύμητη αλλά υπό τις περιστάσεις αναγκαία.

Η έφεση επιτυγχάνει. Η απόφαση παραμερίζεται. Διατάσσεται επανεκδίκαση από άλλο δικαστή. Τα έξοδα έφεσης επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα είναι έξοδα της υπόθεσης.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ των εφεσειόντων. Διατάσσεται επανεκδίκαση από άλλο δικαστή.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο