ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 1151
23 Ιουνίου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
P.L.M. LTD,
Eφεσείοντες-Εναγόμενοι στην Αγωγή Αρ. 8330/2002,
1. ΠΟΛΥΔΩΡΟΣ Γ. ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ,
2. ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΥΡΟΥ,
3. ΚΩΣΤΑΣ ΛΑΟΥΡΗΣ,
4. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
5. ΕΛΕΝΗ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
6. ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΑΛΙΩΤΗ ΜΑΥΡΟΥ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι στην Αγωγή Αρ. 10311/2004,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ
ΩΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΗΣ AEGIS INSURANCE COMPANY LTD,
Εφεσιβλήτων-εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 212/2008)
Γραμμάτιο συνήθους τύπου ― Έγερση αγωγής υπό ασφαλιστικής εταιρείας, πριν αυτή τεθεί υπό εκκαθάριση, για είσπραξη καθορισμένου χρηματικού ποσού το οποίο αντιπροσώπευε το ποσό γραμματίου συνήθους τύπου και το οποίο οι εναγόμενοι - εφεσείοντες, αντιπρόσωποι της ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρείας, εξέδωσαν εις διαταγήν της με αντάλλαγμα την αξία ασφαλίστρων τα οποία είχαν εισπράξει από πελάτες της ― Κατά πόσο ήταν ορθή η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι τα τρία μεταγενέστερα γραμμάτια τα οποία εξέδωσαν οι εφεσείοντες και με τα οποία έγινε, κατ' ισχυρισμόν, εξόφληση του επίδικου γραμματίου, ήσαν εικονικά.
Οι εφεσίβλητοι προτού τεθούν υπό εκκαθάριση ήσαν ασφαλιστική εταιρεία με έδρα τη Λευκωσία. Οι εφεσείοντες P.L.M. LTD ήσαν αντιπρόσωποι των εφεσιβλήτων. Στις 30.6.2001 η εφεσείουσα εταιρεία εξέδωσε εις διαταγήν των εφεσιβλήτων γραμμάτιο συνήθους τύπου για το ποσό των Λ.Κ.124.000 με αντάλλαγμα την αξία ασφαλίστρων τα οποία εισέπραξαν από πελάτες των εφεσιβλήτων. Οι εφεσείοντες (εναγόμενοι 1 - 6 την Αγωγή Aρ. 10311/2004) υπέγραψαν ως εγγυητές στο εν λόγω γραμμάτιο.
Στις 5.4.2002, οι διευθυντές της εφεσείουσας εταιρείας υπέγραψαν τρία γραμμάτια για Λ.Κ.41.000 το καθένα για δήθεν εξόφληση του προαναφερθέντος γραμματίου.
Οι εφεσίβλητοι ήγειραν δύο αγωγές την 8330/2002 και την 10311/2004 για διεκδίκηση του πιο πάνω ποσού εναντίον της εφεσείουσας εταιρείας και των εγγυητών αντίστοιχα, υποστηρίζοντας ότι οι εφεσείοντες παρέλειψαν να συμμορφωθούν με τους όρους του γραμματίου.
Οι αγωγές συνεκδικάστηκαν και το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού απέρριψε την υπεράσπιση και ανταπαίτηση της εφεσείουσας, εξέδωσε απόφαση και στις δυο αγωγές για το ποσό των Λ.Κ.123.088 (€210.308,33) με τόκο 8% ετησίως από 28/2/2002, πλέον έξοδα.
Αρχικά οι εφεσείοντες υπερασπίζονταν από άλλο δικηγόρο. Στην αρχική υπεράσπισή τους δέχονταν την υπογραφή του γραμματίου. Δεν ισχυρίζονταν ότι το εξόφλησαν παρόλο ότι η έκθεση υπεράσπισης συντάχθηκε στις 14/5/2004 δηλαδή μετά την υπογραφή των 3 γραμματίων για Λ.Κ.41.000 το καθένα. Αντίθετα φαινόταν, έστω και έμμεσα, να δέχονταν ότι το γραμμάτιο δεν εξοφλήθηκε και ισχυρίζονταν ότι «υπαίτιος για τη μη εξόφληση της ανωτέρω συμφωνίας και πληρωμής ολόκληρου του ποσού» ήταν οι ενάγοντες (εφεσίβλητοι) από τους οποίους ανταπαιτούσαν διάφορα ποσά.
Ο δικηγόρος ο οποίος ανέλαβε την υπεράσπιση σε κατοπινό στάδιο υποστήριξε πως το επίδικο γραμμάτιο εξοφλήθηκε πολύ σύντομα μετά την υπογραφή του, όταν εναντίον των μετόχων της εφεσείουσας εταιρείας Πολυδώρου, Μαύρου και Λαούρη, έκαστος των οποίων είχε υπογράψει ένα γραμμάτιο αξίας εκ £41.000 ημ. 5.4.02, εκινήθησαν οι Αγωγές Aρ. 10319/04, 10320/04 και 10321/04, οι οποίες αποσύρθηκαν ως διευθετειθείσες την 20.4.05.
Με την παρούσα έφεση οι εφεσείοντες προσβάλλουν την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη.
Προβλήθηκαν οι ακόλουθοι λόγοι έφεσης:
1. Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η θέση της υπεράσπισης (εφεσειόντων) ήταν ότι το γραμμάτιο ήταν εικονικό.
2. Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η μαρτυρία της Μ.Ε.3 έτεινε να αποδείξει ότι οι εφεσείοντες αναγνώρισαν το χρέος τους προς τους εφεσίβλητους.
3. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα γραμμάτια ήταν εικονικά στηριζόμενο σε ανύπαρκτη μαρτυρία και λειτουργώντας ενάντια στην απλή λογική.
4. Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία της υπεράσπισης.
5. Το πρωτόδικο Δικαστήριο «έκρινε την υπόθεση όχι με την αναμενόμενη νηφαλιότητα, η οποία ελλειπής νηφαλιότητα εξεδηλώθη διαρκούσης της ακρόασης».
Αποφασίστηκε ότι:
1. Από τα έγγραφα που είχαν κατατεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου επιβεβαιώνεται η θέση των μαρτύρων που είχαν κληθεί υπό των εφεσιβλήτων, ότι δηλαδή οι εφεσείοντες υπέγραψαν τα τρία γραμμάτια προς υποβοήθηση των τότε συνεργατών τους, και επικαλέσθηκαν την απόσυρση των αγωγών που επετεύχθη μέσω του δικηγόρου τους για να ισχυριστούν ότι η υπογραφή αυτών των εικονικών γραμματίων ήταν προς εξόφληση του επίδικου γραμματίου στην επίδικη αγωγή.
2. Η θέση των εφεσειόντων για δήθεν εξόφληση του επιδίκου γραμματίου με τα μεταγενέστερα τρία γραμμάτια των Αγωγών Aρ. 10319/04 έως 10321/04 και την εξόφληση και αυτών με τον τρόπο που εισηγήθηκαν παρέμεινε μετέωρη, και όχι πειστική λογικά.
3. Ουδείς εκ των λόγων έφεσης που προέβαλαν οι εφεσείοντες έχει το αναγκαίο υπόβαθρο επιτυχίας.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα (πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει) εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ των εφεσιβλήτων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον των αποφάσεων του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παπαμιχαήλ, A.E.Δ.), (Aγωγές Aρ. 8330/2002, 10311/2004), ημερ. 16.4.2008.
Π. Κλεοβούλου, για τους Eφεσείοντες-εναγόμενους.
Δ. Κούτρας, για τους Eφεσίβλητους-ενάγοντες.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Φωτίου.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης που αποτελούν κοινό έδαφος, οι εφεσίβλητοι προτού τεθούν υπό εκκαθάριση ήσαν ασφαλιστική εταιρεία με έδρα τη Λευκωσία και είχαν ως αντιπροσώπους τους εφεσείοντες P.L.M. LT.D. Στις 30/6/2001 η εφεσείουσα εταιρεία εξέδωσε εις διαταγήν των εφεσιβλήτων γραμμάτιο συνήθους τύπου για το ποσό των Λ.Κ.124.000 με αντάλλαγμα την αξία ασφαλίστρων τα οποία είχαν εισπράξει από πελάτες των εφεσιβλήτων. Οι εφεσείοντες (εναγόμενοι 1-6 στην Αγωγή 10311/2004) υπέγραψαν ως εγγυητές στο εν λόγω γραμμάτιο.
Η εφεσίβλητη εταιρεία με απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 4/6/2003 που εκδόθηκε στην Αίτηση Αρ. 398/2002 τέθηκε υπό εκκαθάριση.
Ενόψει του ότι οι εφεσείοντες, σύμφωνα με τον ισχυρισμό των εφεσιβλήτων, παρέλειψαν να συμμορφωθούν με τους όρους του γραμματίου, ήγειραν δυο αγωγές για διεκδίκηση του εν λόγω ποσού, πλέον τόκους: Την Αγωγή Aρ. 8330/2002 στρεφόμενη μόνο εναντίον της εφεσείουσας εταιρείας P.L.M. LTD, και την Αγωγή Αρ. 10311/2004 με την οποία αξίωναν το ίδιο ποσό από τους εφεσείοντες 1-6 (εγγυητές).
Οι πιο πάνω αγωγές συνεκδικάστηκαν και το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού απέρριψε την υπεράσπιση και ανταπαίτηση της εφεσείουσας, εξέδωσε απόφαση και στις δυο αγωγές για το ποσό των Λ.Κ.123.088 (€210.308,33) με τόκο 8% ετησίως από 28/2/2002, πλέον έξοδα.
Με την παρούσα έφεση οι εφεσείοντες προσβάλλουν την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη. Παρόλο ότι στο εφετήριο διατυπώνονται 6 λόγοι, με το διάγραμμα αγόρευσης τους οι εφεσείοντες προώθησαν 5 λόγους έφεσης ως ακολούθως:
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο (σελ. 7 της απόφασης) αποφαίνεται ότι η θέση της υπεράσπισης (εφεσειόντων) ήταν ότι το γραμμάτιο είναι εικονικό.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι εσφαλμένα κατέληξε το δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι η μαρτυρία της Μ.Ε.3 Γιόλης Μακρίδου τείνει να αποδείξει ότι οι εφεσείοντες αναγνώρισαν το χρέος τους προς τους εφεσίβλητους.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι το Δικαστήριο «βασιζόμενο σε επιστολή ή ακόμη και ανύπαρκτη μαρτυρία και λειτουργώντας ενάντια στην απλή λογική, οδηγείται σε λανθασμένο αποτέλεσμα ότι τα μεταγενέστερα τρία γραμμάτια ημερ. 5/4/2002 ήσαν εικονικά».
Με τον τέταρτο λόγο έφεσης παραπονούνται οι εφεσείοντες ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολόγησε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία της Υπεράσπισης.
Με τον πέμπτο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι το Δικαστήριο «έκρινε την υπόθεση όχι με την αναμενόμενη νηφαλιότητα, η οποία ελλειπής νηφαλιότητα εξεδηλώθη διαρκούσης της ακρόασης».
Το θεωρούμε σκόπιμο όπως παραθέσουμε τα γεγονότα με κάποια περισσότερη λεπτομέρεια, γιατί μ' αυτό τον τρόπο καθίσταται πιο εύκολη η εξέταση της έφεσης.
Όπως ήδη αναφέρθηκε στις 30/6/2001 η εφεσείουσα εταιρεία υπέγραψε γραμμάτιο συνήθους τύπου για Λ.Κ.124.000,00 με τόκο 4% ετησίως από 1/7/2001 προς όφελος της εταιρείας Aegis Insurance Company Ltd προτού αυτή τεθεί υπό εκκαθάριση στις 4/6/2003, με εγγυητές τους εφεσείοντες/εναγόμενους στην Αγωγή Aρ. 10311/2004.
Στις 29/7/2002 η εφεσίβλητη εταιρεία Aegis Insurance Company Ltd, ήγειρε την Αγωγή Aρ. 8330/2002 μόνο εναντίον της εφεσείουσας P.L.M. Ltd και αξίωσε το προαναφερθέν ποσό του γραμματίου. Μετά που τέθηκε σε εκκαθάριση ο τίτλος της αγωγής τροποποιήθηκε στις 16/10/2003 ούτως ώστε ενάγων ήταν ο εκκαθαριστής.
Σε αργότερο στάδιο (4/11/2004) ο εκκαθαριστής καταχώρησε και την Αγωγή Aρ. 10311/2004 για το ίδιο ακριβώς ποσό, αλλά αυτή στρεφόταν τώρα εναντίον των εγγυητών, που δεν ήταν διάδικοι στην πρώτη αγωγή.
Αρχικά οι εφεσείοντες υπερασπίζονταν από άλλο δικηγόρο. Στην αρχική υπεράσπιση τους δέχονται την υπογραφή του γραμματίου. Δεν ισχυρίζονται ότι το έχουν εξοφλήσει παρόλο ότι η έκθεση υπεράσπισης συντάχθηκε στις 14/5/2004 δηλαδή μετά την υπογραφή των 3 γραμματίων για Λ.Κ.41.000 το καθένα. Αντίθετα φαίνεται, έστω και έμμεσα, να δέχονται ότι δεν έχει εξοφληθεί και ισχυρίζονται ότι «υπαίτιος για τη μη εξόφληση της ανωτέρω συμφωνίας και πληρωμής ολόκληρου του ποσού» είναι οι ενάγοντες (εφεσίβλητοι) από τους οποίους ανταπαιτεί διάφορα ποσά.
Σε κατοπινό στάδιο την υπεράσπιση των εφεσειόντων ανέλαβε ο κ. Κλεοβούλου ο οποίος αφού εξασφάλισε διάταγμα τροποποίησης ημερ. 23/6/2006 καταχώρησε στις 19/7/2006 τροποποιημένη έκθεση υπεράσπισης και ανταπαίτηση στην οποία εγείρει τον ισχυρισμό ότι «το επίδικο γραμμάτιο εξοφλήθηκε πολύ σύντομα μετά την υπογραφή του» κάτω από τις εξής συνθήκες.
«6.1 Το επίδικο γραμμάτιο εξοφλήθη πολύ σύντομα μετά την υπογραφή του.
6.2 Για σκοπούς λογιστικούς και για σκοπούς κάλυψης του εκ νέου δημιουργηθέντος υπολοίπου ένεκα των καθημερινών συναλλαγών των Διαδίκων και της διακίνησης μεγάλων χρηματικών ποσών, κατ' απαίτηση της υπό εκκαθάρισης Εταιρείας οι μέτοχοι της Εναγομένης Π. Πολυδώρου, Μ. Μαύρος και Κ. Λαούρης υπέγραψαν έκαστος από ένα γραμμάτιο αξίας εκ £41.000, ημερομηνίας 05/04/02.
6.3 Εναντίον των ως άνω μετόχων εκινήθησαν παρά των Εναγόντων οι Αγωγές 10319/04, 10320/07, 10321/04, οι οποίες όμως Αγωγές απεσύρθησαν ως διευθετηθείσες την 20/04/05.
6.4 Περαιτέρω οι Εναγόμενοι επικαλούνται το γεγονός ότι το ίδιο επίδικο γραμμάτιο αποτελεί αντικείμενο της Αγωγής 10311/04, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, η οποία Αγωγή εκινήθη εναντίον των μετόχων των Εναγομένων, και των συζύγων των, οι οποίοι υπέγραψαν ως εγγυητές των ρηθέντων γραμματίων και οι Εναγόμενοι εγείρουν θέμα ότι οι Ενάγοντες χρησιμοποιούν τις δικαστικές διαδικασίες καταχρηστικά.
6.5 Οι εναγόμενοι εγείρουν επίσης το ως άνω θέμα προδικαστικά και επιφυλάσσουν δικαίωμα ανάλογα με την εξέλιξη της εκδίκασης του εν λόγω προδικαστικού θέματος να προχωρήσουν σε συνένωση των Αγωγών.
6.6 Συνεπώς οι Εναγόμενοι αιτούνται απόρριψη της Αγωγής με έξοδα εις βάρος των Εναγόντων.»
Εγείρει επίσης ανταπαίτηση για Λ.Κ.15.535 για ασφάλιστρα που η εφεσίβλητη ζητά αλλά ουδέποτε παρέδωσε ασφάλειες στους πελάτες των εφεσειόντων, Λ.Κ.1.710 που πλήρωσαν για λογαριασμό της εφεσίβλητης εταιρείας και Λ.Κ.50.000 για ζημιές που υπέστησαν εξ' υπαιτιότητος της εφεσίβλητης.
Ήταν επίσης κοινό έδαφος ότι στις 5/4/2002 οι διευθυντές της εφεσείουσας εταιρείας υπέγραψαν 3 γραμμάτια για Λ.Κ.41.000 το καθένα τα οποία αποτελούσαν αντικείμενο των αγωγών 10319/2004, 10320/2004 και 10321/2004. Για το σκοπό όμως υπογραφής των 3 αυτών γραμματίων της 5/4/2002 οι διάδικοι είχαν διαφορά. Η θέση των εφεσειόντων (εναγομένων) ήταν αυτά αντικατέστησαν το επίδικο γραμμάτιο, ενώ η θέση της εφεσίβλητης/ενάγουσας εταιρείας ήταν ότι τα 3 γραμμάτια των Λ.Κ.41.000 το καθένα ήσαν εικονικά και έγιναν για «εξωλογιστικούς σκοπούς» και συγκεκριμένα για να παραδοθούν στον Έφορο Ασφαλιστικών Εταιρειών για να πεισθεί ότι τα ποσά που οφείλονταν από τον Απρίλιο του 2001 εκκρεμούσαν ακόμη.
Από πλευράς εναγόντων κατάθεσαν 3 μάρτυρες ως εξής: Η δικηγόρος Ιωάννα Λοϊζίδου (Μ.Ε.1) η Δέσπω Χαραλάμπους (Μ.Ε.2) και η Γιόλη Μακρίδου (πρωτοκολλητής τότε του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας), η οποία βασικά παρουσίασε το φάκελο στην Αίτηση αρ. 398/2002 για διάλυση της εταιρείας.
Για τους εφεσείοντες/εναγόμενους κατέθεσαν ο πρώην δικηγόρος τους κ. Κώστας Σιαηλής και ο Μιχάλης Ανδρέου Μαύρος (εναγόμενος 2 στην Αγωγή Aρ. 10311/2004) που είναι και ένας εκ των διευθυντών της εφεσείουσας PLM Ltd, ο οποίος βασικά επανέλαβε τον ισχυρισμό ότι τα 3 γραμμάτια από Λ.Κ.41.000 (αντικείμενο των αγωγών 10319-10321/2004) αντικατέστησαν το επίδικο γραμμάτιο.
Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι παρά το γεγονός ότι οι διάδικοι (πρώην συνεργάτες) «δεν συμπεριφέροντο με επαγγελματισμό ή τον δέοντα επαγγελματισμό», οι εφεσίβλητοι απέσεισαν το βάρος απόδειξης σχετικά με την οφειλή των εφεσειόντων και απέρριψε τη θέση των τελευταίων ότι τα 3 γραμμάτια της 5/4/2002 εξόφλησαν το επίδικο. Συγκεκριμένα είπε τα ακόλουθα:
«Η θέση των εναγομένων που εκφράστηκε μέσω του κ. Κλεοβούλου αρχικά στην αίτηση τροποποίησης και στη συνέχεια προωθήθηκε από τον κ. Μαύρο για δήθεν εξόφληση του επιδίκου γραμματίου με τα μεταγενέστερα τρία γραμμάτια των Αγωγών Aρ. 10319/04 έως 10321/04 και την εξόφληση και αυτών με τον τρόπο που εισηγήθηκε παρέμεινε μετέωρη, και όχι πειστική λογικά. Είναι φανερό, από τα έγγραφα που έχουν κατατεθεί ενώπιον μου και ιδιαίτερα τα τεκμήρια 19 και 20, ότι επιβεβαιώνεται η θέση της λογίστριας, της κας Λοϊζίδου, η οποία μου έκαμε άριστη εντύπωση, και του κ. Χαραλαμπίδη, ότι δηλαδή οι εναγόμενοι υπέγραψαν τα τρία γραμμάτια προς υποβοήθηση των τότε συνεργατών τους, και επικαλέσθηκαν την απόσυρση των αγωγών που επετεύχθη μέσω του δικηγόρου τους για να ισχυριστούν ότι η υπογραφή αυτών των εικονικών γραμματίων ήταν προς εξόφληση του επίδικου γραμματίου στην παρούσα αγωγή.»
Αναφορικά με τον πρώτο δικηγόρο των εφεσειόντων Κ. Σιαηλή, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι ψεύδεται και ότι η όλη προσπάθεια του ήταν για βοήθεια των εφεσειόντων. Έτσι εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και απέρριψε την ανταπαίτηση.
Η ουσία των λόγων έφεσης 1 και 3 είναι ότι εσφαλμένα έκρινε το πρωτόδικο δικαστήριο ότι τα 3 γραμμάτια της 5/4/2002 για Λ.Κ.41.000 το καθένα ήσαν εικονικά και όχι για εξόφληση του επίδικου γραμματίου.
Ο 2ος λόγος αφορά θέμα συμπεράσματος από τη μαρτυρία της Γιόλης Μακρίδου, ο δε 4ος λόγος θέμα αξιοπιστίας μαρτύρων, δηλαδή του εφεσείοντα/εναγομένου 2 και του Κ. Σιαηλή. Απόφαση μας στους λόγους αυτούς βοηθά και το κατά πόσο η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι τα 3 γραμμάτια της 5/4/2002 ήσαν εικονικά είναι ή όχι, ορθή.
Η Γιόλη Μακρίδου, πρωτοκολλητής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, η οποία σημειώνουμε ότι δεν αντεξετάστηκε, απλώς κατέθεσε μέρος του φακέλου στην Υπόθεση Aρ. 398/2002 που αφορούσε αίτηση για διάλυση της ενάγουσας εταιρείας. Αυτό που ανέφερε το Δικαστήριο είναι ότι στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση του Παντελάκη Σουγλίδη (τεκμ. 19) υπάρχει επιστολή των εφεσειόντων που επιβεβαιώνει την οφειλή και την πρόθεση τους να υποθηκεύσουν ακίνητη ιδιοκτησία στην ΣΠΕ Στροβόλου για εξασφάλιση δανείου προς εξόφληση του χρέους τους. Πράγματι υπάρχει τέτοια επιστολή που φέρει ημερ. 5/11/2002 ότι το ποσό που οφείλουν στην Ασφαλιστική Εταιρείας Αιγίς συμφωνήθηκε να εξοφληθεί με δάνειο των εφεσειόντων από τη ΣΠΕ Στροβόλου ύψους Λ.Κ.142.000 προς όφελος της Αιγίς. Επομένως η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η μαρτυρία της Γ. Μακρίδου «τείνει να καταδείξει ότι οι εναγόμενοι αναγνώριζαν το χρέος τους προς τους ενάγοντες» ήταν λογικά επιτρεπτή. Βέβαια αυτή δεν ήταν η μόνη μαρτυρία στην οποία βασίστηκε το Δικαστήριο αλλά υπήρχε και άλλη μαρτυρία στην οποία θα αναφερθούμε πιο κάτω. Επομένως ο 2ος λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Με τον 4ο λόγο έφεσης παραπονούνται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε αναξιόπιστη τη μαρτυρία της υπεράσπισης (εφεσειόντων). Ο ένας μάρτυρας του οποίου η μαρτυρία κρίθηκε αναξιόπιστη είναι ο Μιχάλης Μαύρου, (εναγόμενος ο ίδιος και ένας από τους διευθυντές της εφεσείουσας PLM Ltd) που υποστήριξε ότι τα 3 γραμμάτια δεν ήταν εικονικά επικαλούμενος το Τεκμ. 16 που σύμφωνα με το συνήγορο των εφεσειόντων απεικονίζει «την ιστορική διαδρομή των γραμματίων».
Το τεκμ. 16 έχει τίτλο STATEMENT OF ACCOUNT ημερ. 30/7/2002 μεταξύ της εφεσίβλητης εταιρείας Αιγίς και εφεσείουσας P.L.M. Ltd και καλύπτει την περίοδο από 16/3/99-31/3/2002. Καταλήγει ότι στις 31/3/2002 υπήρξε υπόλοιπο Λ.Κ.123.088. Παρόλο που στο τεκμήριο αυτό αναφέρθηκαν τόσο η Μ.Ε.1. Δέσπω Χαραλάμπους όσο και ο Μ.Υ.1 Μιχάλης Μαύρου, το τεκμ. 16 από μόνο του δεν αποδεικνύει ότι οι Λ.Κ.123.088 αφορούσαν τα 3 γραμμάτια των Λ.Κ.41.000 το καθένα.
Το τεκμ. 16 εκδόθηκε 30/7/2002 και έχει ως τελευταία καταχώρηση την 31/3/2002 που δείχνει το χρεωστικό υπόλοιπο των Λ.Κ.123.088 κατά την 28/2/2002. Επομένως η Αγωγή Aρ. 10319/2004 που καταχωρήθηκε 4/11/2004 και στρέφεται κατά των 1. Πολυδώρου Γ. Πολυδώρου, 2. Αναστασίας Πολυδώρου και 3. Γεώργιου Πολυδώρου με την οποία απαίτησαν Λ.Κ.41.000 δυνάμει γραμματίου ημερ. 5/4/2002, όπως η Αγωγή Aρ. 10320/2004 εναντίον Μιχάλη Μαύρου και Κυριακής Ταλιώτη για το ίδιο γραμμάτιο, αλλά και η Αγωγή Aρ. 10321/2004 εναντίον Κώστα Λαούρη και Ελένης Νικολάου επίσης για Λ.Κ.41.000 η καθεμιά, οι οποίες αγωγές αποσύρθηκαν με επιστολή του δικηγόρου των εφεσιβλήτων ημερ. 20/4/2005 που υπέγραψε και ο τότε δικηγόρος των εφεσειόντων ως «διευθετηθείσες εκτός Δικαστηρίου», δεν φαίνεται να αφορούν το υπόλοιπο του τεκμ. 16.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην κατάληξη του ότι τα 3 γραμμάτια από Λ.Κ.41.000 το καθένα της 5/4/2002 δεν υπογράφηκαν για εξόφληση του αρχικού γραμματίου των Λ.Κ.124.000 έλαβε υπόψη του και άλλη μαρτυρία που έκρινε αξιόπιστη, δηλαδή αυτή της δικηγόρου Ιωάννας Λοϊζίδου (Μ.Ε.1) η ουσία της οποίας ήταν ότι σε σχετική συνάντηση που είχαν στις 19/4/2005 η ίδια, ο κ. Κούτρας, ο εκκαθαριστής και ο κ. Κώστας Σιαηλής, τότε δικηγόρος των εφεσειόντων, ο τελευταίος τους είπε ότι οι 3 αγωγές (10319/2004-10321/2004) αφορούσαν εικονικά γραμμάτια τα οποία έγιναν διότι το ζήτησε ο Διευθύνων Σύμβουλος της υπό εκκαθάριση εταιρείας (εφεσίβλητης) για να δείξουν ότι η εταιρεία είχε να παίρνει χρήματα από διάφορους αντιπροσώπους της και ότι το μόνο χρέος που υφίστατο ήταν αυτό του επίδικου γραμματίου. Γι' αυτό και θα απέσυραν τις 3 αγωγές, πράγμα που έπραξαν στις 20/4/2005 και για το επίδικο γραμμάτιο θα δέχονταν αργότερα (30/5/2005) απόφαση με αναστολή εκτέλεσης.
Ο άλλος μάρτυρας των εφεσειόντων που δεν πίστεψε το πρωτόδικο δικαστήριο, ήταν ο πρώτος δικηγόρος τους Κ. Σιαηλής, που αντίθετα με την Ι. Λοϊζίδου, ενώ δέχθηκε ότι συναντήθηκαν στις 19/4/2005 με την Ι. Λοϊζίδου, Δ.. Κούτρα και εκκαθαριστή για διευθέτηση των διαφορών των διαδίκων, αρνήθηκε ότι τους είπε ότι τα 3 γραμμάτια είναι εικονικά. Αναφορικά δε με την εξήγηση που έδωσε γιατί στην υπεράσπιση που ο ίδιος είχε αρχικά καταχωρήσει δεν ισχυρίστηκε ότι το επίδικο γραμμάτιο είχε εξοφληθεί με την υπογραφή των προαναφερθέντων 3 γραμματίων όπως και για τις περιστάσεις που αποσύρθηκαν οι 3 αγωγές ως εξωδίκως διευθετηθείσες με τη δική του γραπτή συγκατάθεση, κρίνουμε ότι ορθά ο πρωτόδικος δικαστής έκρινε την εκδοχή του αφύσικη και αναξιόπιστη. Επομένως δεν θεωρούμε κατάλληλη την περίπτωση για να επέμβουμε στην κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου. Επομένως απορρίπτεται και ο 4ος λόγος έφεσης.
Με τον 3ο λόγο έφεσης παραπονούνται οι εφεσείοντες ότι το δικαστήριο βασιζόμενο σε επιστολή ή ακόμα και ανύπαρκτη μαρτυρία και λειτουργώντας ενάντια της κοινής λογικής, οδηγήθηκε στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι τα 3 γραμμάτια ημερ. 5/4/2002 ήσαν εικονικά. Ήταν, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του Π. Κλεοβούλου, πιο λογική η θέση των εφεσειόντων ότι τα 3 γραμμάτια εξόφλησαν το πρώτο των Λ.Κ.124.000. Τα όσα αναφέραμε πιο πάνω, κατά την εξέταση των λόγων έφεσης 1, 2 και 4 οδηγούν στην απόρριψη και αυτού του λόγου έφεσης.
Αναφορικά με τον 5ο λόγο έφεσης, ότι δηλαδή το δικαστήριο έκρινε την υπόθεση όχι με την αναμενόμενη νηφαλιότητα, αναπτύσσοντας το λόγο αυτό στο περίγραμμα αγόρευσης τους οι εφεσείοντες πολύ επιγραμματικά και χωρίς να αναφέρουν οτιδήποτε το συγκεκριμένο, ισχυρίζονται τα εξής: «Το δικαστήριο διαρκούσης της διαδικασίας καταφέρθηκε με σκαιό τρόπο εναντίον του δικηγόρου των εναγομένων και εκφράστηκε με τρόπο που φανέρωνε τον εκνευρισμό του και την έλλειψη υπομονής, γεγονός το οποίο αποτέλεσε και την αιτία για την υποβολή αιτήματος εξαίρεσής του, αίτημα το οποίο απερρίφθη από το δικαστήριο». Είμαστε της άποψης ότι τέτοιοι σοβαροί ισχυρισμοί πρέπει να αναπτύσσονται με λεπτομέρεια, κάτι που εδώ δεν έχει γίνει και επομένως απορρίπτουμε και αυτό το λόγο έφεσης. Προσθέτουμε πως από τη δική μας ανάγνωση των πρακτικών, δεν προκύπτει υπόβαθρο για τέτοιους ισχυρισμούς.
Ενόψει των πιο πάνω η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα (πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει) εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ των εφεσιβλήτων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα (πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει) εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ των εφεσιβλήτων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.