ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2010) 1 ΑΑΔ 1010

12 Ιουλίου, 2010

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΝΙΝΑ ΠΑΠΑΛΛΗ,

Εφεσείουσα,

v.

SHARELINK FINANCIAL SERVICES LTD,

Εφεσιβλήτων.

ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ, ΗΜΕΡ. 5.3.2007:

ΝΙΝΑ ΠΑΠΑΛΛΗ,

Εφεσείουσα,

v.

SFS GROUP PUBLIC COMPANY LTD,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 268/2007)

 

Συμβάσεις ― Προσφορά και αποδοχή ― Αντιπρόταση ― Δημόσια εταιρεία της οποίας οι τίτλοι ήσαν εισηγμένοι στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου (ΧΑΚ) εξήγγειλε Δημόσια Πρόταση για την απόκτηση του μετοχικού κεφαλαίου συγκεκριμένης εταιρείας επενδύσεων ― Κατά πόσο η ενέργεια της ενάγουσας, κατόχου μετοχών και δικαιωμάτων αγοράς μετοχών (warrants) στην εταιρεία επενδύσεων, συνιστούσε αποδοχή της Δημόσιας Πρότασης, με αποτέλεσμα να προκύψει η σύναψη έγκυρης σύμβασης μεταξύ αυτής και της Δημόσιας Εταιρείας ή συνιστούσε αντιπρόταση για πώληση στη Δημόσια εταιρεία των μετοχών της.

Η εφεσείουσα ήταν κάτοχος 5.000 μετοχών και 1.000 δικαιωμάτων αγοράς μετοχών (warrants) της Κύκνος Εταιρεία Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου Λτδ («η Κύκνος»). Η εφεσίβλητη είναι δημόσια εταιρεία, οι τίτλοι της οποίας είναι εισηγμένοι στο ΧΑΚ.

Κατά ή περί τις 14.11.2000 η εφεσίβλητη εξήγγειλε Δημόσια Πρόταση για την απόκτηση κατ' ελάχιστο 30% και κατά μέγιστο 100% του μετοχικού κεφαλαίου της Κύκνος.

Στις 20.12.2000 η εταιρεία Era Portofolio Investments Ltd («η Έρα») διατύπωσε με επιστολή της προς το ΧΑΚ Δημόσια Πρόταση για αγορά του κατ' ελάχιστο του 40% και κατά μέγιστο του 51% του κεφαλαίου της Κύκνος.

Στις 26.12.2000 η εφεσίβλητη με επιστολή της, πληροφόρησε το ΧΑΚ ότι ενόψει της διατύπωσης της ανταγωνιστικής Δημόσιας Πρότασης από την Era, ανακαλεί τη δημόσια πρότασή της.

Η εφεσείουσα καταχώρησε αγωγή εναντίον της εφεσίβλητης αξιώνοντας, μεταξύ άλλων, £6.050 ισόποσο για την εξαγορά των 5.000 μετοχών της Κύκνος που κατείχε, στην τιμή των £1,21 ανά μετοχή και £380 για την εξαγορά των 1.000 δικαιωμάτων αγοράς μετοχών (warrants) της Κύκνος που αυτή κατείχε στην τιμή των £0,38 ανά δικαίωμα αγοράς μετοχών.

Η εφεσείουσα ισχυρίστηκε ότι είχε αποδεχθεί τη Δημόσια Πρόταση της εφεσίβλητης και πρόσφερε σ' αυτή τις πιο πάνω μετοχές και τα warrants που κατείχε στη Κύκνος με αντάλλαγμα την παραχώρηση χρεωγράφων. Η εφεσίβλητη και/ή πρόσωπα που συνδέονταν με αυτή αγόρασαν μετοχές της Κύκνος στην τιμή των £1,21 ανά μετοχή και στις £0,38 ανά δικαίωμα (warrant). Μετά την πιο πάνω εξέλιξη το ΧΑΚ και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου αποφάσισαν όπως η εφεσίβλητη αναλάβει όλες τις μετοχές και τα δικαιώματα μετοχών (warrants) της Κύκνος στις πιο πάνω τιμές. Παρά τα πιο πάνω, η εφεσίβλητη αρνήθηκε και/ή παρέλειψε να αποδεχθεί, ως η υποχρέωσή της, τις μετοχές και τα δικαιώματα που της πρόσφερε η εφεσείουσα και να καταβάλει το ανάλογο αντάλλαγμα. Η εφεσείουσα εξακολουθεί να έχει στην κατοχή της τις προαναφερόμενες αξίες και είναι έτοιμη να τις μεταβιβάσει στην εφεσίβλητη με την καταβολή του προμνησθέντος ανταλλάγματος.

Η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι η εφεσείουσα ουδέποτε αποδέχθηκε τη Δημόσια Πρόταση σύμφωνα με τις πρόνοιες και/ή τους όρους έγκυρης αποδοχής του Εγγράφου της Δημόσιας Πρότασης και ότι εν πάση περιπτώσει, η Δημόσια Πρόταση κατέστη αυτόματα άκυρη σύμφωνα με τις πρόνοιες του εγγράφου καθότι η εφεσίβλητη, ενόψει της διατύπωσης ανταγωνιστικής πρότασης από την Era Portofolio Investments Ltd, ανακάλεσε τη Δημόσια Πρότασή της. Η εφεσίβλητη αρνήθηκε ότι η εφεσείουσα εξακολουθεί να κατέχει τις 5.000 μετοχές και 1.000 δικαιώματα της Κύκνος καθότι με απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 2.8.2001 στην Αίτηση Αρ. 381/2001, ακυρώθηκαν όλα τα πιστοποιητικά της Κύκνος η οποία και διαλύθηκε. Το Δικαστήριο επικύρωσε διακανονισμό μεταξύ της εφεσίβλητης και της Κύκνος και η εφεσίβλητη ως αντάλλαγμα για την απόκτηση των περιουσιακών στοιχείων της Κύκνος εξέδωσε και παραχώρησε στην εφεσείουσα όπως και σε κάθε μέτοχο της Κύκνος μια μετοχή της (εφεσίβλητης) για κάθε μια μετοχή της Κύκνος ενώ τα δικαιώματα αγοράς μετοχών της Κύκνος έπαυσαν να υπάρχουν από 31.3.2001.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν καταρτίσθηκε συμφωνία στη βάση της Δημόσιας Πρότασης ενόψει της απόρριψης από την εφεσίβλητη της προσφοράς της εφεσείουσας για την εξαγορά των μετοχών της στην Κύκνος ανεξάρτητα και έξω από τους όρους και προϋποθέσεις της εξαγγελθείσας Δημόσιας Πρότασης και ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει ότι το ποσοστό αποδοχής ξεπερνούσε το απαιτούμενο 30% με βάση σχετικό όρο της Δημόσιας Πρότασης, άρα η εφεσείουσα δεν δικαιούται στις αξιώσεις της. Ως αποτέλεσμα η αγωγή απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας.

Η εφεσείουσα αμφισβήτησε με την παρούσα έφεση την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.

Προβλήθηκαν οι ακόλουθοι λόγοι έφεσης.

1.  Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο σύζυγος της εφεσείουσας δεν ήταν αξιόπιστος μάρτυρας, δεν ήταν εύλογα επιτρεπτό.

2.  Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η επιστολή της εφεσείουσας προς την εφεσίβλητη δεν αποτελεί αποδοχή της Δημόσιας Πρότασης και συνεπώς δεν υπήρξε συμφωνία για τη μεταβίβαση των μετοχών της Κύκνος στην εφεσίβλητη είναι εσφαλμένο.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Δεν έχει εντοπιστεί οποιοδήποτε στοιχείο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη διαπίστωση ότι ο προαναφερθείς μάρτυρας είναι αναξιόπιστος.

2.  Η εφεσείουσα δεν συμμορφώθηκε με τον καθορισμένο τρόπο αποδοχής της Δημόσιας Πρότασης. Η βασική αρχή στον τομέα του Δικαίου των Συμβάσεων είναι ότι στις περιπτώσεις όπου η πρόταση καθορίζει συγκεκριμένο τρόπο αποδοχής της, η πρόταση αυτή μπορεί να γίνει αποδεκτή μόνο με τον καθορισμένο τρόπο. Αν η αποδοχή της πρότασης γίνει με διαφορετικό τρόπο από τον καθορισμένο τότε μπορεί ενδεχομένως να θεωρηθεί ότι συνιστά αντιπρόταση οπότε μπορεί είτε να γίνει αποδεκτή είτε να απορριφθεί. Η σύμβαση μεταξύ των μερών θα προκύψει μόνο αν η αντιπρόταση γίνει αποδεκτή.

3.  Η παράλειψη της εφεσείουσας να αποστείλει τους τίτλους των αξιών που κατείχε, ενέχει σημασία γιατί πέρα από την παράλειψη συμμόρφωσης προς το ρητό όρο της Δημόσιας Πρότασης περί ταυτόχρονης αποστολής των συγκεκριμένων εγγράφων με το έντυπο αποδοχής, ενισχύει την άποψη ότι η εφεσείουσα υπέβαλε με την επιστολή της πρόταση πώλησης στην εφεσίβλητη των μετοχών και των δικαιωμάτων που κατείχε και ανέμενε βεβαίωση αποδοχής της προσφοράς της για να αποστείλει στη συνέχεια τους τίτλους των αξιών για τη μεταβίβαση.

4.  Είναι φανερό ότι το λεκτικό της επιστολής της εφεσείουσας ημερ. 1.2.2001 με την οποία, όπως αυτή ισχυριζόταν, αποδέχθηκε τη Δημόσια Πρόταση της εφεσίβλητης δεν μπορούσε να οδηγήσει στη σύναψη σύμβασης εφόσον η εφεσείουσα έθετε ως προϋπόθεση την ύπαρξη βεβαίωσης εκ μέρους της εφεσίβλητης ότι αυτή αποδέχεται την προσφορά της για την πώληση των μετοχών κλπ. στην προταθείσα τιμή.

5.  Ενόψει των ανωτέρω το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά έκρινε ότι δεν προέκυψε σύμβαση μεταξύ των διαδίκων και ορθά απέρριψε την αγωγή της εφεσείουσας με έξοδα.

Η έφεση απορρίφθηκε με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της εφεσίβλητης.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Manchester Diocesan Council for Education v. Commercial and General Investments Ltd [1969] 3 All E.R. 1593.

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Λοΐζου, E.Δ.), (Aγωγή Aρ. 11556/01), ημερομ. 13.9.2007.

Κ. Δημητριάδης για Α. Σωτηρίου, για την Εφεσείουσα.

Γ. Σαζεΐδου για Φ. Πελίδη, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κραμβή, Δ..

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Κατά τον ουσιώδη χρόνο η εφεσείουσα ήταν  κάτοχος 5.000 μετοχών και 1.000 Δικαιωμάτων Αγοράς Μετοχών (Warrants) της Κύκνος Εταιρεία Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου Λτδ («η Κύκνος»). Η εφεσίβλητη SFS Group Public Company Ltd εξήγγειλε Δημόσια Πρόταση για την απόκτηση κατ' ελάχιστο 30% και κατά μέγιστο 100% του μετοχικού κεφαλαίου της Κύκνος.

Η εκδοχή της εφεσείουσας είναι ότι με συστημένη επιστολή της ημερ. 1.2.2001 αποδέχθηκε τη Δημόσια Πρόταση της εφεσίβλητης και πρόσφερε σ' αυτή τις 5.000 μετοχές και τα 1.000 δικαιώματα αγοράς μετοχών (warrants) που κατείχε στην Κύκνος με αντάλλαγμα την παραχώρηση χρεογράφων. Η εφεσίβλητη και/ή συνδεδεμένα με αυτή πρόσωπα αγόρασαν μετοχές της Κύκνος στην τιμή των £1,21 ανά μετοχή και στις £0,38 ανά δικαίωμα. Η εφεσείουσα ισχυρίστηκε πως μετά την πιο πάνω εξέλιξη το ΧΑΚ και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου («ΕΚΚ») αποφάσισαν όπως η εφεσίβλητη αναλάβει όλες τις μετοχές και τα δικαιώματα μετοχών της Κύκνος στις πιο πάνω τιμές. Παρά τα πιο πάνω, η εφεσίβλητη αρνήθηκε και/ή παρέλειψε να αποδεχθεί, ως η υποχρέωσή της, τις μετοχές και τα δικαιώματα που της πρόσφερε η εφεσείουσα και να καταβάλει το ανάλογο αντάλλαγμα. Η εφεσείουσα εξακολουθεί να έχει στην κατοχή της τις προαναφερόμενες αξίες και είναι έτοιμη να τις μεταβιβάσει στην εφεσίβλητη με την καταβολή του προμνησθέντος ανταλλάγματος. Με αγωγή που καταχώρησε εναντίον της εφεσίβλητης, μεταξύ άλλων, αξίωσε £6.050 ισόποσο για την εξαγορά των 5.000 μετοχών της Κύκνος που κατείχε στην τιμή των £1,21 ανά μετοχή και £380 για την εξαγορά των 1.000 δικαιωμάτων αγοράς μετοχών της Κύκνος που αυτή κατείχε στην τιμή των £0,38 ανά δικαίωμα αγοράς μετοχών.

Η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι η εφεσείουσα ουδέποτε αποδέχθηκε τη Δημόσια Πρόταση σύμφωνα με τις πρόνοιες και/ή τους όρους έγκυρης αποδοχής του Εγγράφου της Δημόσιας Πρότασης και ότι εν πάση περιπτώσει, η Δημόσια Πρόταση κατέστη αυτόματα άκυρη σύμφωνα με τις πρόνοιες του εγγράφου καθότι η εφεσίβλητη, ενόψει της διατύπωσης ανταγωνιστικής πρότασης από την Era Portofolio Investments Ltd, ανακάλεσε τη Δημόσια Πρότασή της. Η εφεσίβλητη αρνήθηκε ότι η εφεσείουσα εξακολουθεί να κατέχει τις 5.000 μετοχές και 1.000 δικαιώματα της Κύκνος καθότι με απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 2.8.2001 στην Αίτηση Αρ. 381/2001, ακυρώθηκαν όλα τα πιστοποιητικά της Κύκνος η οποία και διαλύθηκε. Το Δικαστήριο επικύρωσε διακανονισμό μεταξύ της εφεσίβλητης και της Κύκνος και η εφεσίβλητη ως αντάλλαγμα για την απόκτηση των περιουσιακών στοιχείων της Κύκνος εξέδωσε και παραχώρησε στην εφεσείουσα όπως και σε κάθε μέτοχο της Κύκνος μια μετοχή της (εφεσίβλητης) για κάθε μια μετοχή της Κύκνος ενώ τα δικαιώματα αγοράς μετοχών της Κύκνος έπαυσαν να υπάρχουν από 31.3.2001.

Κατά την ακρόαση της αγωγής έγιναν δηλώσεις παραδεκτών γεγονότων τα οποία μεταφέρουμε από την πρωτόδικη απόφαση:

«1. Η Ενάγουσα κατά ή περί τον Φεβρουάριο/Μάρτιο του 2.000 αγόρασε από την ΚΥΚΝΟΣ Εταιρεία Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου Λτδ 5.000 μετοχές και της δόθηκαν επίσης 1.000 δικαιώματα αγοράς μετοχών.

2. Η Εναγομένη είναι δημόσια εταιρεία, οι τίτλοι της οποίας είναι εισηγμένοι στο ΧΑΚ.

3. Η Εναγομένη την 10.12.2003 άλλαξε ονομασία από Sharelink Financial Services Ltd σε SFS Group Public Company Limited.

4. Κατά ή περί τις 14.11.2000 η Εναγομένη αποφάσισε στην διατύπωση Δημόσιας Πρότασης για την απόκτηση κατ' ελάχιστου του 30% και κατά μέγιστου του 100% του κεφαλαίου της ΚΥΚΝΟΣ.

5. Στις 12.12.2000 το ΧΑΚ επέτρεψε τη δημοσίευση του ενημερωτικού δελτίου και του εγγράφου Δημόσιας Πρότασης της Εναγομένης η οποία και έγινε στις 12.12.2000.

6. Στις 20.12.2000 η εταιρεία Era Portofolio Investments Ltd διατύπωσε με επιστολή της προς τον Διευθυντή του ΧΑΚ Δημόσια Πρόταση για αγορά του κατ' ελάχιστου του 40% και κατά μέγιστο του 51% του κεφαλαίου της ΚΥΚΝΟΣ.

7. Με επιστολή της ημερ. 26.12.2000 προς τον διευθυντή του ΧΑΚ η Εναγομένη, τον πληροφορούσε ότι ενόψει της διατύπωσης ανταγωνιστικής Δημόσιας Πρότασης από την Εταιρεία Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου Era Ltd, ανακαλεί τη δημόσια πρότασή της.

8. Στις 2.1.2001 η Εναγομένη απέστειλε ειδοποιήσεις στους μετόχους της συγκαλώντας Έκτακτη Γενική Συνέλευση στις 25.1.2001 αναφορικά με τα ψηφίσματα που περιέχονται στην ειδοποίηση της Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης.

9. Στις 25.1.2001 συγκλήθηκε η Έκτακτη Γενική Συνέλευση της Εναγομένης στην οποία τα ψηφίσματα 2-5 όπως περιγράφονται στην ειδοποίηση σύγκλισης της Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης ημερ. 2.1.2001 καταψηφίστηκαν ομόφωνα.

10. Στις 2.8.2001 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στην Αίτ. Aρ. 381/01 εξέδωσε διάταγμα αναφορικά με την εταιρεία ΚΥΚΝΟΣ.

11. Την 1.2.2001 η Ενάγουσα απέστειλε συστημένη επιστολή στην Εναγομένη.

12. Στις 27.2.2001 η Εναγομένη απέστειλε απαντητική επιστολή στην Ενάγουσα.»

Για την υπόθεση της εφεσείουσας κατέθεσαν ο σύζυγός της Α. Παπαλλής, ο Α. Πιερίδης, Λειτουργός στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου και η Δ. Καλογήρου, λειτουργός του ΧΑΚ. Για την εφεσίβλητη κατέθεσε ο πρώτος εκτελεστικός διευθυντής της Χρ. Έλληνας.

Η πρωτόδικος δικαστής αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία, καθόρισε τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης τα οποία παραθέτουμε με κάθε δυνατή συντομία:

(α) Η εφεσίβλητη στις 12.12.2000 δημοσίευσε ενημερωτικό δελτίο και έγγραφο δημόσιας πρότασης για την κατ' ελάχιστο 30% και κατά μέγιστο 100% απόκτηση του κεφαλαίου της Κύκνος η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν εισηγμένη στο ΧΑΚ. Η πρόταση της εφεσίβλητης προς τους κατόχους αξιών της Κύκνος αφορούσε στις μετοχές και τα δικαιώματα αγοράς μετοχών που αυτοί κατείχαν με αντάλλαγμα την παραχώρηση χρεογράφων και δικαιωμάτων αγοράς μετοχών της εφεσίβλητης.

(β) Σύμφωνα με πόρισμα της ΕΚΚ διαπιστώθηκε ότι πρόσωπα που αγόρασαν μετοχές της Κύκνος ήταν συνδεδεμένα με την εφεσίβλητη και ενεργούσαν σε συνεννόηση με αυτή. Ενόψει τούτου, η ΕΚΚ αποφάσισε στις 22.1.2001 την αυτόματη αναθεώρηση της Δημόσιας Πρότασης της εφεσίβλητης στις £1,21 τοις μετρητοίς για τις μετοχές της Κύκνος και £0,38 τοις μετρητοίς για τα δικαιώματα. Επιβλήθηκε επίσης πρόστιμο £2.000 στην εφεσίβλητη και αναστολή στα δικαιώματα ψήφου για δώδεκα μήνες κατά τις γενικές συνελεύσεις της Κύκνος. Η ημέρα παραλαβής των εντύπων αποδοχής της Δημόσιας Πρότασης είχε παραταθεί και ίσχυε μέχρι τις 2.2.2001.

(γ) Η εφεσείουσα με την επιστολή της ημερ. 1.2.2001 πρόσφερε στην εφεσίβλητη τις 5.000 μετοχές και τα 380 Δικαιώματα που κατείχε στην Κύκνος χωρίς να  επισυνάψει τα πιστοποιητικά των πιο πάνω μετοχών και δικαιωμάτων που κατείχε στην Κύκνος την 1.2.2001. Παρενθετικά σημειώνουμε ότι προδήλως πρόκειται περί λάθους του πρωτόδικου δικαστηρίου η αναφορά σε 380 δικαιώματα αφού αδιαμφισβήτητα επρόκειτο για 1.000.

(δ) Η εφεσίβλητη με επιστολή ημερ. 27.2.2001 πληροφόρησε την εφεσείουσα ότι δεν αποδέχεται την προσφορά της.

(ε) Η εφεσίβλητη απέτυχε να εξασφαλίσει ποσοστό πέραν του 30% των μετοχών της Κύκνος σύμφωνα με σχετικό όρο της Δημόσιας Πρότασης.

(στ) Με απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας επικυρώθηκε διακανονισμός σύμφωνα με τον οποίο η εφεσίβλητη για την απόκτηση των περιουσιακών στοιχείων της Κύκνος εξέδωσε και παραχώρησε σε κάθε ένα μέτοχο της Κύκνος, συμπεριλαμβανομένης και της εφεσείουσας, μια μετοχή της (εφεσίβλητης) ονομαστικής αξίας £0,10.

(ζ) Μετά την υλοποίηση του διακανονισμού, η εφεσείουσα έπαυσε να κατέχει οποιεσδήποτε μετοχές της Κύκνος αφού η εταιρεία αυτή έχει διαλυθεί.

(η) Μετά τη διανομή και αρχειοποίηση προέκυψε ότι οι μετοχές της εφεσίβλητης μειώθηκαν κατά 6 φορές και έτσι η εφεσείουσα κατέχει 834 μετοχές ονομαστικής αξίας £0,60 εκάστη. Κατέχει επίσης 455 δικαιώματα αγοράς μετοχών.

Μετά τη διατύπωση των πιο πάνω ευρημάτων και με δεδομένο το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η εφεσείουσα δεν συμπλήρωσε το «έντυπο αποδοχής και μεταβίβασης» (τεκμ. 5β) και δεν απέστειλε τα πιστοποιητικά των τίτλων των μετοχών και των δικαιωμάτων της Κύκνος που κατείχε κατά την 1.2.2001 το πρωτόδικο δικαστήριο εξέτασε κατά πόσο η εφεσείουσα αποδέχθηκε τη Δημόσια Πρόταση που εξήγγειλε η εφεσίβλητη. Στα πλαίσια της εξέτασης, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε σκόπιμο να εξετάσει και κατά πόσο η αποσταλείσα επιστολή της εφεσείουσας ημερ. 1.2.2001 αποτελεί αποδοχή της Δημόσιας Πρότασης με επακόλουθη δέσμευση της εφεσίβλητης.

Για τους λόγους που εξηγούνται στην εκκαλούμενη απόφαση, κρίθηκε ότι η εφεσείουσα υπέβαλε στην εφεσίβλητη προσφορά για την εξαγορά των μετοχών της στην Κύκνος ανεξάρτητα και έξω από τους όρους και προϋποθέσεις της εξαγγελθείσας Δημόσιας Πρότασης. Η εφεσίβλητη απέρριψε την εν λόγω προσφορά της εφεσείουσας με την επιστολή της ημερ. 27.2.2001 και ενόψει τούτου δεν υπήρξε συμφωνία στη βάση της Δημόσιας Πρότασης. Κρίθηκε επίσης ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει ότι το ποσοστό αποδοχής ξεπερνούσε το απαιτούμενο 30% με βάση σχετικό όρο της Δημόσιας Πρότασης και ότι η εφεσείουσα δεν δικαιούται στις αξιώσεις της. Ως αποτέλεσμα η αγωγή απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας.

Με τέσσερις λόγους έφεσης η εφεσείουσα επιδιώκει τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης την οποία θεωρεί λανθασμένη. Ο πρώτος λόγος έφεσης αναφέρεται στο εύρημα που αφορά στην αξιοπιστία του συζύγου της το οποίο, σύμφωνα με την εισήγηση, δεν ήταν εύλογα επιτρεπτό. Η πρωτόδικος δικαστής διαπίστωσε φανερή προσπάθεια του μάρτυρα να βοηθήσει τη σύζυγό του. Διαπίστωσε επίσης ότι ο μάρτυρας περιέπεσε σε ουσιώδεις και καίριες αντιφάσεις.

Εξετάσαμε τα επίμαχα σημεία της μαρτυρίας του κ. Παπαλλή και δεν εντοπίσαμε ούτε ουσιώδεις ούτε καίριες αντιφάσεις που θα μπορούσαν να κλονίσουν την αξιοπιστία του. Ο μάρτυρας παρέθεσε τα γεγονότα της υπόθεσης όπως ο ίδιος τα γνώριζε και έδωσε εξηγήσεις για το πώς  αντιλαμβανόταν τον τρόπο με τον οποίο μπορούσε να ενεργήσει εκ μέρους της συζύγου του για την προώθηση της αποδοχής της δημόσιας πρότασης προς την εφεσίβλητη. Το κατά πόσο αυτός ο τρόπος ήταν ή όχι ο ενδεδειγμένος είναι ζήτημα που δεν έχει σχέση με την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του μάρτυρα. Με κάθε εκτίμηση θεωρούμε ότι η κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου ήταν αδικαιολόγητα αυστηρή και εν πάση περιπτώσει λανθασμένη. Δεν εντοπίσαμε κανένα στοιχείο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη διαπίστωση ότι ο συγκεκριμένος μάρτυρας είναι αναξιόπιστος.

Το θέμα της εγκυρότητας της αποδοχής από την εφεσείουσα της Δημόσιας Πρότασης που δημοσίευσε η εφεσίβλητη αποτελεί το αντικείμενο των επόμενων δύο λόγων έφεσης. Η εφεσείουσα υποβάλλει ότι είναι λανθασμένο το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η επιστολή της προς την εφεσίβλητη δεν αποτελεί αποδοχή της Δημόσιας Πρότασης και συνεπώς δεν υπήρξε συμφωνία για τη μεταβίβαση των μετοχών της Κύκνος στην εφεσίβλητη. Για σκοπούς καλύτερης κατανόησης του επίδικου θέματος παραθέτουμε την επιστολή της εφεσείουσας ημερ. 1.2.2001 προς την εφεσίβλητη.

«Κύριοι,

Αναφέρομαι στην δημόσια πρόταση σας για εξαγορά μέχρι του 100% των τίτλων της Κύκνος Εταιρεία Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου Λίμιτεδ [Κύκνος] και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:-

Επιθυμώ να σας προσφέρω 5.000 [πέντε χιλιάδες] μετοχές ονομαστικής αξίας Λ.Κ1.00 η κάθε μια και 1.000 δικαιώματα μετοχών Warrants τα οποία κατέχω στην «Κύκνος» στα πλαίσια της Δημόσιας Πρότασης σας και στη βάση των ευνοϊκότερων όρων των μεταγενέστερων αγορών σας.

Καλείσθε να με βεβαιώσετε ότι αποδέχεσθε την εξαγορά των μετοχών αυτών και των δικαιωμάτων με βάση αυτούς τους ευνοϊκότερους όρους. Είμαι έτοιμη να σας μεταβιβάσω τις εν λόγω μετοχές έναντι του τιμήματος Λ.Κ.1,21 ανά μετοχή και τα δικαιώματα αγοράς μετοχών Warrants έναντι του τιμήματος Λ.Κ.0,38 σεντ ανά δικαίωμα ως έχετε υποχρέωση να μου προσφέρετε.»

Το έγγραφο της Δημόσιας Πρότασης διαλάμβανε προϋποθέσεις και όρους η τήρηση των οποίων αφορούσε τόσο την εφεσίβλητη όσο και τους αποδεχόμενους τη Δημόσια Πρόταση. Μεταξύ άλλων προβλεπόταν ότι σε περίπτωση διατύπωσης ανταγωνιστικής πρότασης η εφεσίβλητη θα είχε δικαίωμα ακύρωσης της πρότασης. Άλλος όρος ή προϋπόθεση της Δημόσιας Πρότασης ήταν η έγκριση ειδικών ψηφισμάτων από τους μετόχους της εφεσίβλητης για την έκδοση νέων μετατρέψιμων χρεογράφων και νέων δικαιωμάτων αγοράς μετοχών 2003 της εφεσίβλητης. Η Δημόσια Πρόταση διαλάμβανε επίσης όρο που αφορούσε στη διαδικασία αποδοχής της πρότασης. Όσοι επιθυμούσαν να αποδεχτούν τη Δημόσια Πρόταση έπρεπε να συμπληρώσουν το συνημμένο έντυπο αποδοχής και μεταβίβασης (σύμφωνα με τις οδηγίες που υπήρχαν στο εν λόγω έντυπο) που θεωρούνται, καθώς αναφέρεται, αναπόσπαστο μέρος της Δημόσιας Πρότασης. Το έγγραφο διαλάμβανε επίσης οδηγίες για την ταχυδρόμηση ή παράδοση των εντύπων αποδοχής σε καθορισμένες διευθύνσεις μαζί με τους σχετικούς τίτλους μέσα σε καθορισμένο χρονικό διάστημα. Υπήρχε ρητή πρόνοια ότι ουδέν έντυπο Αποδοχής και Μεταβίβασης θα γίνεται αποδεκτό μετά τις 12.30 της 26.1.2001 που, καθώς έχει ειπωθεί, παρατάθηκε μέχρι τις 2.2.2001.

Η εφεσείουσα, κατά παράβαση ρητού όρου της Δημόσιας Πρότασης, παρέλειψε να χρησιμοποιήσει το ειδικό Έντυπο Αποδοχής και Μεταβίβασης και παρέλειψε επίσης να αποστείλει ταυτόχρονα τα πιστοποιητικά μετοχών και δικαιωμάτων που κατείχε στην Κύκνος. Το πρωτόδικο δικαστήριο, με αναφορά στο λεκτικό της επιστολής της εφεσείουσας ημερ. 1.2.2001 προς την εφεσίβλητη, έκρινε πως επρόκειτο για πρόταση ή προσφορά εκπορευόμενη από την εφεσείουσα προς την εφεσίβλητη την οποία η τελευταία απέρριψε με την επιστολή της ημερ. 27.2.2001 και ότι εν πάση περιπτώσει δεν συνιστούσε αποδοχή της Δημόσιας Πρότασης. Στο σύγγραμμα Chitty on Contracts, General Principles, 27η έκδοση, σελ. 117 διατυπώνεται η βασική αρχή ότι στις περιπτώσεις όπου η πρόταση καθορίζει συγκεκριμένο τρόπο αποδοχής της, η πρόταση αυτή μπορεί να γίνει αποδεκτή μόνο με τον καθορισμένο τρόπο. Αν η αποδοχή της πρότασης γίνει με διαφορετικό τρόπο από τον καθορισμένο τότε μπορεί ενδεχομένως να θεωρηθεί ότι συνιστά αντιπρόταση οπότε μπορεί είτε να γίνει αποδεκτή είτε να απορριφθεί. Η σύμβαση μεταξύ των μερών θα προκύψει μόνο αν η αντιπρόταση γίνει αποδεκτή. Στο σύγγραμμα Treitel the Law of Contract, 9η έκδοση, σελ. 29 αναφέρονται τα εξής:

«3. Prescribed Method of Acceptance

(1) Compulsory method

Where an offer states that it can only be accepted in a certain way, the offeror is not, in general, bound unless acceptance is made in that way. Thus if the offeror asks for the acceptance to be sent to a particular place an acceptance sent elsewhere will not bind him, nor, if he asks for an acceptance in writing, will he be bound by one that is oral. The rule is particularly strict where the offer is contained in an option. The offeror will, however, be bound if he acquiesces in the different mode of acceptance and so waives the stipulated mode. Alternatively, a contract may be concluded if the purported acceptance (which is ineffective as such for failure to comply with the stipulated method) can be regarded  as a counter-offer and if that counter-offer is then accepted by the counter-offeree.»

Η Manchester Diocesan Council for Education v. Commercial and General Investments Ltd [1969] 3 All E.R. 1593 διακρίνεται από την παρούσα καθότι σ' εκείνη την υπόθεση, έγινε προκήρυξη προσφορών για αγορά ακίνητης περιουσίας του ενάγοντος Συμβουλίου με βάση την οποία η εναγόμενη εταιρεία υπέβαλε προσφορά αγοράς. Παρόλο που ο τοπογράφος μηχανικός του Συμβουλίου απέστειλε στον τοπογράφο μηχανικό της εταιρείας επιστολή με την οποία τον ενημέρωνε για την αποδοχή της προσφοράς της εταιρείας από το Συμβούλιο, δεν στάληκε στην εταιρεία επίσημη κοινοποίηση της αποδοχής στη διεύθυνση που είχε καθοριστεί με τους όρους της προκήρυξης του Συμβουλίου. Η εναγόμενη εταιρεία, βασιζόμενη στο γεγονός αυτό, ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχε δεσμευτική σύμβαση μεταξύ των μερών. Σε εκείνη την υπόθεση γνωστοποιήθηκε ρητά στην εταιρεία ότι η πρότασή της γίνεται αποδεκτή. Και ενώ η εταιρεία είχε δικαίωμα να απορρίψει την αποδοχή του Συμβουλίου, που έγινε με αντικανονικό τρόπο, δεν το έπραξε. Εν πάση περιπτώσει, ο όρος για κοινοποίηση της αποδοχής με συγκεκριμένο τρόπο προέκυπτε από τους όρους της προκήρυξης του ιδίου του Συμβουλίου και δεν αποτελούσε όρο που είχε τεθεί από την εταιρεία στην προσφορά της. Επομένως, είναι το Συμβούλιο που είχε την ευχέρεια να μη επιμείνει στην ικανοποίηση του όρου εφόσον υπό τις περιστάσεις, τα συμφέροντα της εταιρείας δεν θίγονταν με οποιοδήποτε τρόπο από τη μη ικανοποίηση του συγκεκριμένου όρου.

Η παράλειψη της εφεσείουσας να αποστείλει τους τίτλους των αξιών που κατείχε, ενέχει σημασία γιατί πέρα από την παράλειψη συμμόρφωσης προς το ρητό όρο της Δημόσιας Πρότασης περί ταυτόχρονης αποστολής των συγκεκριμένων εγγράφων με το έντυπο αποδοχής, ενισχύει την άποψη ότι η εφεσείουσα υπέβαλε με την επιστολή της πρόταση πώλησης στην εφεσίβλητη των μετοχών και των δικαιωμάτων που κατείχε και ανέμενε βεβαίωση αποδοχής της προσφοράς της για να αποστείλει στη συνέχεια τους τίτλους των αξιών για τη μεταβίβαση.

Είναι νομίζουμε φανερό ότι το λεκτικό της προαναφερόμενης επιστολής δεν μπορούσε να οδηγήσει στη σύναψη σύμβασης εφόσον η εφεσείουσα έθετε ως προϋπόθεση την ύπαρξη βεβαίωσης εκ μέρους της εφεσίβλητης ότι αυτή αποδέχεται την προσφορά της για την πώληση των μετοχών κλπ. στην προταθείσα τιμή.

Υπό το φως των πιο πάνω το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά έκρινε ότι δεν προέκυψε σύμβαση μεταξύ των διαδίκων και ορθά απέρριψε την αγωγή της εφεσείουσας με έξοδα. Η διαπίστωσή μας επί του προκειμένου καθιστά αχρείαστη την εξέταση των υπόλοιπων λόγων έφεσης.

Η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της εφεσίβλητης.

Η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της εφεσίβλητης.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο