ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2010) 1 ΑΑΔ 843

16 Ιουνίου, 2010

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

ΜΑΡΙΟΣ ΠΙΕΡΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΗΛΙΑ,

Εφεσίβλητης.

(Έφεση Αρ. 15/2009)

 

Απόδειξη ― Δυνατότητα μάρτυρα σε οποιαδήποτε διαδικασία εκτός από ποινική να καταθέσει γραπτή δήλωση κατά το στάδιο της κυρίως εξέτασής του ώστε αυτή να θεωρείται ότι αποτελεί την κυρίως εξέτασή του ― Άρθρο 25 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9.

Ο Πρόεδρος του Οικογενειακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου εξέδωσε ενδιάμεση απόφαση με την οποία δεν επέτρεψε την κατάθεση γραπτής δήλωσης του αιτητή κατά το στάδιο της κυρίως εξέτασής του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 25 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9 (ο Νόμος) με το σκεπτικό ότι οι πρόνοιες του Άρθρου 25 προσκρούουν σε κανόνες του δικονομικού μας συστήματος που βρίσκονται σε ισχύ (Δ.36, θ.1 και Δ.38, θ.1 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών).

Ο αιτητής εφεσίβαλε την απόφαση.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ο αιτητής είχε τη δυνατότητα να καταθέσει τη γραπτή δήλωσή του, όπως προνοεί το Άρθρο 25 του Νόμου, πρόνοια η οποία καλύπτει και τη διαδικασία ενώπιον των Οικογενειακών Δικαστηρίων. Εάν δε τίθετο θέμα ότι η δήλωση ή μέρος αυτής εμπεριέχει μαρτυρία η οποία δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή, το θέμα εξετάζεται από το Δικαστήριο ad hoc όπως σε κάθε άλλη περίπτωση. Εδώ βεβαίως δεν ηγέρθη τέτοιο θέμα.

2.      Λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν επέτρεψε την γραπτή δήλωση του εφεσείοντος στα πλαίσια και κατ' εφαρμογή των προνοιών του Άρθρου 25 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9.

Η έφεση επιτράπηκε χωρίς έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Oικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Kαρατσής, Π.), (Yπόθεση Aρ. 10/06), ημερομ. 12.1.2009.

Γ. Πιττάτζης, για τον Εφεσείοντα.

Κ. Ανδρέου, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κραμβή, Δ..

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η έφεση στρέφεται εναντίον ενδιάμεσης απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου με την οποία ο Πρόεδρος του εν λόγω δικαστηρίου δεν επέτρεψε στον αιτητή να καταθέσει κατά το στάδιο της κύριας εξέτασής του γραπτή δήλωσή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Αρθρου 25 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9 το οποίο προνοεί:

«25. Οποιοσδήποτε μάρτυρας σε οποιαδήποτε διαδικασία δύναται να υιοθετήσει το περιεχόμενο γραπτής κατάθεσης ή γραπτής δήλωσής του. Σε τέτοια περίπτωση, η εν λόγω γραπτή κατάθεση ή γραπτή δήλωση κατατίθεται στο Δικαστήριο και θεωρείται ότι αποτελεί την κυρίως εξέταση του μάρτυρα, ή μέρος αυτής.»

Ο Πρόεδρος ζήτησε από τους δικηγόρους των διαδίκων να αγορεύσουν «... κατά πόσο μπορεί αντί προφορικής μαρτυρίας να δοθεί δήλωση που συντάχθηκε από προηγουμένως και υπογράφτηκε από το μάρτυρα.» Ακολούθησαν οι αγορεύσεις των δικηγόρων και η επιφυλαχθείσα απόφαση δόθηκε μετά από τρεις περίπου μήνες. Κατά τη γνώμη μας δεν υπήρχε καν θέμα προς εξέταση. Ο πρωτόδικος δικαστής ανάλωσε κόπο και χρόνο με αναφορές σε διαδικαστικούς κανονισμούς, αγγλική νομολογία παρωχημένων εποχών και σε κυπριακή νομολογία, προγενέστερη της τροποποίησης του περί Αποδείξεως Νόμου το 2004 με την εισαγωγή του Αρθρου 25 (ανωτέρω). Ο Πρόεδρος, παραγνωρίζοντας την ουσία του πράγματος, ότι δηλαδή, ο νόμος υπερισχύει της δευτερογενούς νομοθεσίας και των δικονομικών κανόνων οι οποίοι αποτελούν μέρος της δευτερογενούς νομοθεσίας και ότι εν πάση περιπτώσει, εδώ πρόκειται για μεταγενέστερο νόμο ο οποίος, σύμφωνα με τα γνωστά υπερέχει του προγενέστερου εφόσον διαπιστώνεται ότι υπάρχει μεταξύ τους σύγκρουση, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πρόνοιες του Αρθρου 25 προσκρούουν σε κανόνες του δικονομικού μας συστήματος που βρίσκονται σε ισχύ (Δ.36, θ.1 και Δ.38, θ.1 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών) και δεν επέτρεψε την κατάθεση της γραπτής δήλωσης στο δικαστήριο.

Η εκκαλούμενη απόφαση είναι προδήλως λανθασμένη. Το Αρθρο 25 του νόμου δεν θέτει όρους ή περιορισμούς που αφορούν στην παρουσίαση της κατάθεσης ή δήλωσης μάρτυρα ώστε αυτή να θεωρείται ότι αποτελεί την κύρια εξέταση του μάρτυρα, καλύπτει δε και τη διαδικασία ενώπιον των Οικογενειακών Δικαστηρίων εφόσον με βάση το ερμηνευτικό Αρθρο 2 του περί Δικαστηρίων Νόμου Αρ. 14/60, πολιτική διαδικασία περιλαμβάνει οποιαδήποτε διαδικασία εκτός από ποινική. Αν τεθεί θέμα ότι η δήλωση ή μέρος αυτής εμπεριέχει μαρτυρία η οποία δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή, το θέμα εξετάζεται από το δικαστήριο ad hoc όπως σε κάθε άλλη περίπτωση. Εδώ βεβαίως δεν ηγέρθη τέτοιο θέμα. Είναι επίσης αυτονόητο πως σε περίπτωση που η δήλωση περιέχει μη αποδεκτή μαρτυρία και το έγγραφο κατατεθεί χωρίς ένσταση, το δικαστήριο διατηρεί μέχρι το τέλος της δίκης τη δυνατότητα να ενεργήσει στη βάση μόνο αποδεκτής μαρτυρίας, αγνοώντας οποιαδήποτε άλλη μη αποδεκτή μαρτυρία.

Ενόψει των πιο πάνω καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο δεν επέτρεψε την γραπτή δήλωση του εφεσείοντα στα πλαίσια και κατ' εφαρμογή των προνοιών του Αρθρου 25 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9. Παρενθετικά σημειώνουμε ότι ο δικηγόρος της εφεσίβλητης δήλωσε ενώπιόν μας ότι δεν υποστηρίζει την ορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης.

Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Ο φάκελος της υπόθεσης να επιστραφεί στο Οικογενειακό Δικαστήριο Αμμοχώστου για τα περαιτέρω. Υπό τις περιστάσεις δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

Η έφεση επιτρέπεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο