ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 1435
13 Νοεμβρίου, 2009
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]
1. ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,
2. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι 3 και 4,
v.
ΚΩΣΤΑ ΤΣΙΡΙΔΗ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΜΕΡΟΠΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντος.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 386/2006)
Αστικά αδικήματα ― Αθέμιτος πλουτισμός ― Ιδιοποίηση ― Σύζυγος, ενεργώντας καθ' υπέρβαση των σκοπών γενικού πληρεξουσίου, το οποίο έδωσε προς αυτόν η σύζυγός του, απέσυρε τις χρηματικές τραπεζικές της καταθέσεις και αφού τις ένωσε με δικά του χρήματα, τις έδωσε μετά τον θάνατό της, σε δύο δικούς του συγγενείς ― Ποία ήταν η ευθύνη των εν λόγω συγγενών, οι οποίοι δεν έλαβαν καλόπιστα τα χρήματα, έναντι των διαχειριστών της περιουσίας της αποβιώσασας συζύγου.
Απόδειξη ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Αξιολόγηση αξιοπιστίας μαρτύρων από το πρωτόδικο Δικαστήριο σε υπόθεση καταχρηστικής χρήσης γενικού πληρεξουσίου και οικειοποίησης χρηματικών τραπεζικών καταθέσεων της πληρεξουσιοδοτούσας ― Ήταν ορθή και δεν παρεχόταν οποιοδήποτε έρεισμα για επέμβαση του Εφετείου.
Πολιτική Δικονομία ― Δικόγραφα ― Αποτελούν το αποκλειστικό μέσο για τον προσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων ― Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν μπορεί να επεκταθεί στην επίλυση θεμάτων που δεν περιλαμβάνονται στα δικόγραφα.
Ψυχική πίεση (undue influence) ― Καταρτισμός γενικού πληρεξουσίου κάτω από συνθήκες ψυχικής πίεσης ― Ακυρώθηκε από το Δικαστήριο.
Ο ενάγων - εφεσίβλητος, διαχειριστής της περιουσίας της αποβιωσάσης Μερόπης Κωνσταντινίδου, καταχώρησε αγωγή εναντίον των διαχειριστών της περιουσίας του αποβιώσαντος συζύγου της Μερόπης, Παρασκευά και εναντίον των εφεσειόντων - εναγομένων 3 και 4 Κώστα και Χαράλαμπου Κωνσταντινίδη, αδελφότεκνων του Παρασκευά. Ισχυρίστηκε ότι η Μερόπη, όταν βρισκόταν στη ζωή και δεν ήταν ικανή λόγω μεγάλης ηλικίας και κακής κατάστασης υγείας να χειριστεί τα προσωπικά της θέματα, έδωσε πληρεξούσιο στον Παρασκευά ώστε αυτός να μπορεί να αποσύρει χρήματα για τα ιατρικά της έξοδα από τους τραπεζικούς της λογαριασμούς. Όμως ο Παρασκευάς χρησιμοποιώντας το πληρεξούσιο απέσυρε όλα τα χρήματα της Μερόπης που ανέρχοντο πέραν των £60.000 και έκλεισε τους δικούς της λογαριασμούς καταθέτοντάς τα σε δικούς του λογαριασμούς στους οποίους είχε άλλες £40.000 δικά του χρήματα. Το 1994, μετά που είχε αποθάνει η Μερόπη, ο Παρασκευάς έδωσε συνολικά από τους λογαριασμούς του στον αδελφότεκνό του Κώστα σχεδόν £60.000 και στον αδελφότεκνό του Χαράλαμπο πέραν των £40.000.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα ακύρωσης του γενικού πληρεξουσίου, ως εξασφαλισθέντος υπό συνθήκες ψυχικής πίεσης. Εξέδωσε επίσης απόφαση τόσο εναντίον των διαχειριστών της περιουσίας του Παρασκευά όσο και εναντίον των εφεσειόντων για το ποσό των £61.554. Δεν εδόθη όμως διάταγμα to trace and follow εφ' όσον τα χρήματα της Μερόπης είχαν αναμιχθεί με εκείνα του Παρασκευά.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση αμφισβητώντας τα συμπεράσματα και ευρήματα του Δικαστηρίου και την αποτελεσματικότητα της μαρτυρίας, όπως και εν μέρει τη δεκτότητά της. Προέβαλαν επίσης τον ισχυρισμό ότι η δίκη δεν ήταν δίκαιη καθ' όσον υπήρξε «απροκάλυπτη συνεργασία» μεταξύ των διαχειριστών της περιουσίας του Παρασκευά και του εφεσίβλητου.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εδόθη το πληρεξούσιο και η ευρύτητά του, υπερέβαινε το μέτρο ώστε εύλογα θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είχε εξασφαλιστεί ως αποτέλεσμα ψυχικής πίεσης. Όμως, όπως και να είχε η κατάσταση, εκείνο που είναι σημαντικό είναι ότι ο Παρασκευάς ενήργησε πέραν του σκοπού του πληρεξουσίου, όπως ήταν και η ουσία της υπόθεσης του εφεσίβλητου, για να οικειοποιηθεί τα χρήματα της Μερόπης, καθιστάμενος έτσι καταπιστευματοδόχος τους και οφείλει να τα επιστρέψει στην περιουσία της.
2. Η γνώση των εφεσειόντων για τον αθέμιτο πλουτισμό του Παρασκευά, επί της οποίας βασίστηκε ευρύτερα η δική τους ευθύνη, εστηρίζετο επί της μαρτυρίας, από την οποία, μεταξύ άλλων, φαίνεται ότι ο Παρασκευάς, έχοντας πολλή συχνή επαφή μαζί τους, ενημέρωνε τόσο τους ίδιους όσο και άλλους περί των περιουσιακών του στοιχείων. Η δε μαρτυρία των εφεσειόντων ορθά κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο επί του θέματος αυτού ως διαστρέβλωση της αλήθειας.
3. Η άρνηση της γνώσης των εφεσειόντων συγκρούεται και με τη δικογραφική τους θέση ότι το πληρεξούσιο εδόθη με σκοπό τη δωρεά όλων των χρημάτων της Μερόπης στον Παρασκευά, θέση που βεβαίως απερρίφθη.
4. Εφόσον διεπιστώθη ότι τα χρήματα που έλαβαν οι εφεσείοντες από τον Παρασκευά προέρχονταν από την ανάμιξη των δικών του και εκείνων της Μερόπης, οι εφεσείοντες παρέμειναν υπεύθυνοι έναντι των διαχειριστών της Μερόπης και δεν μπορούν να επωφελούνται της ανάμιξης προς αναίρεση της ευθύνης εκείνης. Εξ άλλου, και αντιστρέφοντας τα πράγματα, οι εφεσείοντες - και το βάρος θα ήταν πάνω τους - δεν αποδεικνύουν ότι τα χρήματα που έκαστος έλαβε δεν προήρχοντο από εκείνα της Μερόπης.
5. Η εκδοθείσα απόφαση πρέπει να τροποποιηθεί ώστε οι εφεσείοντες να είναι υπεύθυνοι αλληλεγγύως για £61.554. Έκαστος όμως από αυτούς δεν θα είναι κεχωρισμένως υπεύθυνος πέραν του ποσού το οποίο έλαβε, ήτοι, η ευθύνη του εφεσείοντος 1 (εναγομένου 3) θα είναι μέχρι £58.355 και η ευθύνη του εφεσείοντος 2 (εναγομένου 4) θα είναι μέχρι £40.590.
Η έφεση επιτράπηκε μερικώς με €2.000 έξοδα εναντίον των εφεσειόντων. Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Eρωτοκρίτου, Π.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 9300/98), ημερομ. 31.10.2006.
Μ. Χατζηχριστοφής, για τους Εφεσείοντες.
Τσιρίδης, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Σύμφωνα με το εύρημα του ευπαιδεύτου Προέδρου (ως ήτο τότε) ο οποίος εκδίκασε την αγωγή από την οποία προέρχεται η έφεση, η αρκετά ηλικιωμένη καθηγήτρια Μερόπη Κωνσταντινίδη, γυναίκα του Παρασκευά Κωνσταντινίδη, το Νοέμβριο του 1993 ασθένησε με καρκίνο και εισήχθη σε κλινική. Δεν είχαν παιδιά και η Μερόπη, ήδη από το 1983, είχε κάνει διαθήκη με την οποία άφηνε τα τρία σπίτια της στις αδελφές της ή στους κληρονόμους τους. Τα χρήματά της, πέραν των £60.000, κατατεθειμένα σε τράπεζες, τα άφηνε σε ευαγή και εκκλησιαστικά ιδρύματα. Την 3.12.1993, ενώ συνέχιζε να είναι στην κλινική, η Μερόπη παρεχώρησε στον Παρασκευά γενικό πληρεξούσιο για διαχείριση της κινητής και ακίνητης περιουσίας της. Ο Παρασκευάς, χρησιμοποιώντας το πληρεξούσιο, μεταξύ 4 και 22 Δεκεμβρίου απέσυρε όλα τα χρήματα και έκλεισε τους λογαριασμούς, καταθέτοντας τα σε δικούς του λογαριασμούς στους οποίους είχε άλλες £40.000 δικά του χρήματα. Η Μερόπη απέθανε την 31.12.1993. Το 1994 ο Παρασκευάς έδωσε συνολικά από τους λογαριασμούς του στον αδελφότεκνο του Κώστα σχεδόν £60.000 και στον αδελφότεκνο του Χαράλαμπο πέραν των £40.000. Ο Παρασκευάς απέθανε την 10.1.1995.
Το 1998 ο διαχειριστής της περιουσίας της Μερόπης, Εφεσίβλητος, ήγειρε αγωγή κατά των διαχειριστών της περιουσίας του Παρασκευά και των Κώστα και Χαράλαμπου, Εφεσειόντων. Ισχυρίσθηκε ότι η Μερόπη έδωσε το πληρεξούσιο στον Παρασκευά ώστε αυτός να μπορεί να αποσύρει χρήματα για τα ιατρικά της έξοδα, κατόπιν προτροπής του Παρασκευά ο οποίος και ετοίμασε το πληρεξούσιο, και ουδόλως επί σκοπώ να αποσύρει και οικειοποιηθεί τα χρήματά της. Το πληρεξούσιο, ισχυρίσθηκε περαιτέρω, υπεγράφη ως αποτέλεσμα δόλου ή και αθέμιτης επιρροής του Παρασκευά επί της Μερόπης, με πρόθεση να οικειοποιηθεί τα χρήματα τους. Περαιτέρω, ο Εφεσίβλητος ισχυρίσθηκε ότι ο Παρασκευάς εν πάση περιπτώσει κατέστη καταπιστευματοδόχος των χρημάτων και οφείλει να τα επιστρέψει στην περιουσία της Μερόπης. Ως προς τους Εφεσείοντες, ο Εφεσίβλητος ισχυρίσθηκε ότι αυτοί, παίρνοντας τα χρήματα, ήσαν ένοχοι δόλου έναντι του Παρασκευά, η σχετική παράγραφος της έκθεσης Απαιτήσεως όμως διεγράφη. Παρέμεινε εν τούτοις άλλος ισχυρισμός ότι, καθ' όσον ο Παρασκευάς δεν είχε την κυριότητα των χρημάτων αλλά ήταν καταπιστευματοδόχος, δεν μπορούσε νομίμως να τα δώσει στους Εφεσείοντες οι οποίοι, ως αδικαιολογήτως πλουτισθέντες, και δεν έχουν δικαίωμα να τα κρατούν. Και περαιτέρω, διετυπώθη η θέση ότι ο Εφεσίβλητος δικαιούται να εντοπίσει και ακολουθήσει τα χρήματα της Μερόπης στους Εφεσείοντες.
Οι διαχειριστές της περιουσίας του Παρασκευά ουσιαστικά δεν αντιδίκησαν με τον Εφεσίβλητο. Τηρώντας μάλλον μια ουδέτερη στάση ως προς τη γνώση τους, συμφώνησαν ότι η Μερόπη δεν είχε λόγο να αναιρέσει τη διαθήκη της δίδοντας τα χρήματα της στον Παρασκευά για δικό του όφελος και ότι ο Παρασκευάς έδωσε τα χρήματα που απέσυρε από τους λογαριασμούς της Μερόπης, μαζί με τα δικά του χρήματα, στους Εφεσείοντες, ισχυριζόμενοι ότι αυτοί του τα απέσπασαν με δόλο ή και ψυχική πίεση.
Οι Εφεσείοντες έδωσαν άλλη εκδοχή. Ισχυρίσθησαν ότι η Μερόπη όταν ασθένησε ήταν τόσο δυσαρεστημένη με τους συγγενείς της ώστε απεφάσισε να δώσει τα χρήματα της στον Παρασκευά, εξ ου και το πληρεξούσιο εδόθη για το σκοπό αυτό. Αρνήθησαν, στα πλαίσια αυτά, και τους ισχυρισμούς του Εφεσιβλήτου για δόλο ή αθέμιτη επιρροή εναντίον του Παρασκευά. Ανεφέρθησαν δε σε αγωγή εναντίον τους από τους διαχειριστές της περιουσίας του Παρασκευά, στην οποία, όπως και στην ακολουθήσασα έφεση, δικαιώθησαν. Τα χρήματα λοιπόν που έλαβαν από τον Παρασκευά, κατέληξαν, ήσαν δικά του και μπορούσε να τα διέθετε όπως έκανε.
Το Δικαστήριο εδέχθη τη μαρτυρία που εδόθη για τον Εφεσίβλητο καθώς και εκείνη του ενός εκ των διαχειριστών του Παρασκευά τον οποίο κάλεσαν οι Εφεσείοντες. Τη δική τους μαρτυρία την απέρριψε ως δημιουργήσασα «χείριστη εντύπωση», όπως απέρριψε και τη μαρτυρία του άλλου μάρτυρά τους. Επί της νομικής πτυχής, διαπίστωσε ότι, αν και δεν απεδείχθη δόλος εκ μέρους του Παρασκευά, εν τούτοις απεδείχθη ότι, ως εκ της κατάστασης της υγείας της Μερόπης, ο Παρασκευάς, ως σύζυγός της, ήταν σε θέση να κυριαρχήσει επί της θέλησης της ώστε το γενικό πληρεξούσιο να εξασφαλίσθηκε υπό συνθήκες ψυχικής πίεσης. Η ακόλουθη λοιπόν δυνάμει αυτού απόσυρση των χρημάτων της Μερόπης από τον Παρασκευά και η μεταφορά τους στους δικούς του λογαριασμούς ήταν ακυρώσιμη και ακυρώθηκε, με συνέπεια την υποχρέωση των διαχειριστών του Παρασκευά να επιστρέψουν τα χρήματα στον Εφεσίβλητο. Ως προς τους Εφεσείοντες, το Δικαστήριο έκρινε ότι, εφ' όσον ο Παρασκευάς είχε καταστεί καταπιστευματοδόχος των χρημάτων της Μερόπης, δεν μπορούσε νομίμως να τα δώσει στους Εφεσείοντες και ότι αυτοί, εφ' όσον δεν τα έλαβαν καλόπιστα αλλά γνωρίζοντας τις συνθήκες υπό τις οποίες είχαν περιέλθει στον Παρασκευά, όφειλαν να τα επιστρέψουν στον Εφεσίβλητο. Εξεδόθη λοιπόν διάταγμα ακύρωσης του πληρεξουσίου και απόφαση τόσο εναντίον των διαχειριστών της περιουσίας του Παρασκευά όσο και εναντίον των Εφεσειόντων για το ποσό των £61.554. Δεν εδόθη όμως διάταγμα to trace and follow εφ' όσον τα χρήματα της Μερόπης είχαν αναμιχθεί με εκείνα του Παρασκευά.
Μόνο οι Εφεσείοντες άσκησαν έφεση, η οποία με 17 λόγους έφεσης καλύπτει σε έκταση την απόφαση. Ο πρώτος λόγος έφεσης δεν θα μας απασχολήσει, αφού αφορά τη μαρτυρία για την αξία των ακινήτων της Μερόπης και δεν υπεισέρχεται στα ως άνω επίδικα θέματα και στην απόφαση. Ο δεύτερος λόγος έφεσης στηρίζεται σε παρανόηση. Παραπέμποντας στην υπεράσπιση των Εφεσειόντων, όπου διατυπώνετο ισχυρισμός για πρόωρο της αγωγής κατά το ότι θα έπρεπε, πριν εγερθεί αγωγή κατά των διαχειριστών του Παρασκευά, να διαπιστώνετο το κληρονομικό του δικαίωμα στην περιουσία της Μερόπης για να διαφανεί αν η απαίτηση δεν υπερέβαινε τούτο, παραγνωρίζει, όχι μόνο ότι δεν κρίνονται εδώ τα όποια κληρονομικά δικαιώματα του Παρασκευά στην περιουσία της Μερόπης παρά η ευθύνη του απέναντι αυτής, αλλά και ότι η έφεση των Εφεσειόντων μόνο ως προς την απαίτηση εναντίον τους και όχι ως προς εκείνη εναντίον της περιουσίας του Παρασκευά ενδιαφέρει. Απορριπτέος είναι και ο 17ος λόγος έφεσης ότι η δίκη δεν ήταν δίκαιη καθ' όσον υπήρξε «απροκάλυπτη συνεργασία» μεταξύ των διαχειριστών της περιουσίας του Παρασκευά και του Εφεσιβλήτου (άλλη εισήγηση, παρεμπιπτόντως γενόμενη, ότι η δίκη δεν ήταν δίκαιη διότι διεξήχθη 12 χρόνια μετά τον ουσιώδη χρόνο δεν θα εξετασθεί αφού δεν καλύπτεται από το διατυπωθέντα στο εφετήριο 17ο λόγο έφεσης, ούτε ηγέρθη τέτοιο θέμα πρωτοδίκως). Η επιλογή των διαχειριστών του Παρασκευά ως προς την υπεράσπιση τους ήταν δικό τους θέμα, σύμφωνα με την αντίληψη τους της αλήθειας των πραγμάτων.
Επί της ουσίας, η έφεση δεν αμφισβητεί τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου επί της αξιοπιστίας των μαρτύρων. Αμφισβητούνται μάλλον τα συμπεράσματα του δικαστηρίου και η αποτελεσματικότητα της μαρτυρίας, όπως και εν μέρει η δεκτότητά της. Οι λόγοι έφεσης 7, 8 και 12 αφορούν τη μαρτυρία ως προς το ύψος των καταθέσεων της Μερόπης. Δεν ήταν, λέγεται, ασφαλής η μαρτυρία ως προς τούτο. Κακώς, κατά την εισήγηση, το Δικαστήριο στηρίχθηκε στη μαρτυρία του υπαλλήλου του Φόρου Κληρονομιών, Μ.Ε. 6, και σε δηλώσεις του αποβιώσαντα γραμματέα της Σ.Π.Ε. Μονιάτη.
Διευκρινιστικά, να λεχθεί ότι η Μερόπη είχε δύο λογαριασμούς στη Σ.Π.Ε. Μονιάτη και τρεις στη Λαϊκή. Οι λόγοι έφεσης δεν μπορούν να απευθύνονται στους λογαριασμούς της Λαϊκής αφού ως προς εκείνους υπάρχει η μαρτυρία του υπαλλήλου της Λαϊκής Μ.Ε. 5 ότι μεταξύ 17 και 22 Δεκεμβρίου ο Παρασκευάς δυνάμει του πληρεξουσίου απέσυρε όλα τα χρήματα από αυτούς και τους έκλεισε, ούτε υπάρχει έρεισμα στην εισήγηση ότι κακώς έγινε δεκτή και η μαρτυρία του εν λόγω υπαλλήλου στην αγωγή των διαχειριστών του Παρασκευά εναντίον των Εφεσειόντων ως ενισχυτική της μαρτυρίας του - η μαρτυρία του δεν εχρειάζετο ενίσχυση. Ως προς τη Σ.Π.Ε. Μονιάτη είναι γεγονός ότι το Δικαστήριο είχε ενώπιον του τη μαρτυρία του Μ.Ε.6 που βασίσθηκε στις δηλώσεις του Εφεσίβλητου για τα ποσά των καταθέσεων της Μερόπης, και ο οποίος δεν είχε ιδία γνώση, η μαρτυρία όμως αυτή δεν αμφισβητήθηκε και μάλιστα το πιστοποιητικό που παρουσίασε ο μάρτυρας έγινε δεκτό ως τεκμήριο χωρίς ένσταση. Ανεξαρτήτως τούτου, υπάρχει η επιστολή του γραμματέα της Σ.Π.Ε. Μονιάτη προς τον Εφεσίβλητο η οποία έγινε δεκτή ως τεκμήριο (13), από την οποία σαφώς προκύπτουν τα ευρήματα του Δικαστηρίου. Οι Εφεσίβλητοι δεν έχουν δίκαιο να παραπονούνται ότι το Δικαστήριο δεν έπρεπε να βασισθεί στην επιστολή αυτή εν όψει της πιο αβέβαιας μαρτυρίας του γραμματέα στην αγωγή των διαχειριστών του Παρασκευά κατά των Εφεσειόντων. Το Δικαστήριο εξήγησε δεόντως γιατί προτίμησε να βασισθεί στην επιστολή και να μην επηρεασθεί από τη μαρτυρία - η επιστολή εγράφη όταν ακόμη ο γραμματέας ήταν γραμματέας, προφανώς έχοντας υπ'όψη του τα στοιχεία, ενώ η μαρτυρία του εδόθη από μνήμης, όταν έπαυσε να είναι γραμματέας. Αυτό βεβαίως δεν επηρεάζει το άλλο θέμα που εγείρεται στο λόγο έφεσης 5, ότι κακώς έγινε δεκτή η μαρτυρία του γραμματέα στο τεκμήριο 13 ότι επληροφορήθη ότι το πληρεξούσιο εδόθη για τα ιατρικά έξοδα της Μερόπης. Το θέμα τούτο εξ άλλου δεν επενεργεί στα ουσιαστικά επίδικα θέματα.
Τη μαρτυρία του υπαλλήλου της Λαϊκής, Μ.Ε.5, επιχειρεί να αμφισβητήσει ο λόγος έφεσης 13 ως προς τις αναλήψεις που έγιναν από τον Παρασκευά από τους λογαριασμούς της Μερόπης στη Λαϊκή, στη βάση ότι ο Μ.Ε. 5 δεν είχε προσωπική γνώση και βασίσθηκε σε φωτοαντίγραφο. Αυτό δεν είναι ορθό. Η μαρτυρία του Μ.Ε. 5 είχε πλήρες υπόβαθρο στα στοιχεία της τράπεζας.
Αμφισβήτηση γίνεται με τους λόγους έφεσης 9 και 11 και του ευρήματος ότι ο Παρασκευάς κατέθεσε στους δικούς του λογαριασμούς τα χρήματα της Μερόπης που απέσυρε από τους λογαριασμούς της, στη βάση ότι δεν υπήρχε επαρκής μαρτυρία προς τούτο και ως προς το ποσό των χρημάτων του Παρασκευά. Δεν θα επαναλάβουμε όσα ήδη ελέχθησαν ως προς τις καταθέσεις της Μερόπης και τις αποσύρσεις τους από τον Παρασκευά για να καταδειχθεί το βέβαιο της κατάληξης του Δικαστηρίου. Να συμπληρώσουμε μόνο ότι η βεβαιότητα αυτή επεκτείνεται και στις καταθέσεις των χρημάτων στους λογαριασμούς του Παρασκευά, και μάλιστα με ευρεία σύμπτωση αντίστοιχων ποσών και ημερομηνιών, όπως προκύπτει από τη μαρτυρία. Είναι μάλλον η ανάλυση στην οποία προβαίνουν οι Εφεσείοντες που βασίζεται σε εικασίες ως προς τη μη αντιστοιχία των εν λόγω αποσύρσεων και καταθέσεων και παραγνωρίζει τα δεδομένα και την κοινή λογική των πραγμάτων.
Να κάνουμε όμως και μια γενική παρατήρηση ως προς τους λόγους έφεσης 9 αλλά και τους λόγους έφεσης 7, 8, 11, 12 και 13 - υπάρχει αντίφαση μεταξύ αυτών και της δικογραφικής θέσης των Εφεσειόντων ότι η Μερόπη, επειδή ήταν δυσαρεστημένη με τους συγγενείς της, απεφάσισε να δώσει τα χρήματα της στον Παρασκευά, παραχωρώντας του προς τούτο το πληρεξούσιο, ώστε τα χρήματα που πήραν οι ίδιοι από τον Παρασκευά να μην ήσαν πλέον της Μερόπης. Η θέση αυτή εξυπακούει αποδοχή των Εφεσειόντων ότι ο Παρασκευάς απέσυρε τα χρήματα της Μερόπης και τα κατέθεσε σε δικούς του λογαριασμούς, και δεν μπορούν τώρα με πειστικότητα οι Εφεσείοντες να αλλάζουν γραμμή πλεύσης.
Οι λόγοι έφεσης 4 και 6 αφορούν την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η Μερόπη υπέγραψε το πληρεξούσιο υπό συνθήκες ψυχικής πίεσης εκ μέρους του Παρασκευά. Το θέμα που αφορούν οι λόγοι έφεσης αυτοί βεβαίως δεν επηρεάζει, όπως ορθώς δέχονται και οι Εφεσείοντες, το κατά πόσο ο Παρασκευάς έκανε καταχρηστική χρήση του πληρεξουσίου, που φρονούμε, είναι και η ουσία του πράγματος. Στερούνται όμως ερείσματος εν πάση περιπτώσει. Με δεδομένα τα ευρήματα του δικαστηρίου, βασισμένα στην αξιοπιστία της μαρτυρίας, ότι η Μερόπη ουδόλως είχε διαφοροποιήσει τις ήδη εκφρασθείσες στη διαθήκη της προθέσεις της ως προς τη διάθεση της περιουσίας της και στην ανάγκη κάλυψης των τρεχόντων ιατρικών εξόδων της (που συναρτώντο και προς ενδεχόμενη μετάβαση της για θεραπεία στο εξωτερικό) που δεν αναμένετο να τα καλύψει ο Παρασκευάς αφού Μερόπη και Παρασκευάς διατηρούσαν χωριστά βαλάντια, δεν δικαιολογείται παρέμβασή μας με την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι το γενικό πληρεξούσιο εξασφαλίστηκε από τον Παρασκευά, με πρόθεση της Μερόπης όπως χρησιμοποιηθεί για το σκοπό απόσυρσης χρημάτων για κάλυψη των ιατρικών εξόδων της, υπό συνθήκες που, ως εκ της συζυγικής σχέσης, των συνθηκών που εδόθη και της ευρύτητάς του, υπερέβαινε το μέτρο ώστε να είχε εξασφαλιστεί ως αποτέλεσμα ψυχικής πίεσης. Όπως και να είχε όμως το πράγμα, το σημαντικό είναι ότι η δυνάμει του πληρεξουσίου απόσυρση όλων των χρημάτων της Μερόπης και η μεταφορά τους στους λογαριασμούς του Παρασκευά ήταν πέραν του σκοπού του πληρεξουσίου και αυτή ήταν η ουσία της υπόθεσης του Εφεσιβλήτου ότι, ανεξαρτήτως των συνθηκών εξασφάλισης του πληρεξουσίου, ο Παρασκευάς, ενεργώντας δυνάμει αυτού αλλά πέραν του σκοπού του για να οικειοποιηθεί τα χρήματα της Μερόπης, κατέστη καταπιστευματοδόχος τους και οφείλει να τα επιστρέψει στην περιουσία της. Στη γνώση εξ άλλου των Εφεσειόντων για το αθέμιτο του πλουτισμού του Παρασκευά είναι που εβασίσθη ευρύτερα η δική τους ευθύνη, η οποία και αποτελεί το αντικείμενο της έφεσης.
Το θέμα της γνώσης, που είναι και το πιο ουσιαστικό στην έφεση, καλύπτεται από το λόγο έφεσης 14. Το συμπέρασμα του Δικαστηρίου, λέγουν οι Εφεσείοντες, δεν στηρίζεται στη μαρτυρία παρά μόνο σε εικασίες. Τα όσα όμως εισηγούνται οι Εφεσείοντες παραγνωρίζουν το καθ' όλα εύλογο των συμπερασμάτων του Δικαστηρίου επί της μαρτυρίας που έγινε δεκτή και λαμβανομένης υπόψη της απόρριψης της μαρτυρίας των ιδίων των Εφεσειόντων. Μεταφέρουμε αυτούσιο το σκεπτικό του Δικαστηρίου επί του θέματος, πιστοποιώντας τη δική μας συμφωνία:
«Αναφορικά με το εάν οι εναγόμενοι 3 και 4 γνώριζαν ή όχι ότι μέρος των χρημάτων που έδωσε ο Παρασκευάς προερχόταν από τους λογαριασμούς της Μερόπης, βρίσκω ότι αυτοί ήταν καθ' όλα ενήμεροι και ότι ο αντίθετος ισχυρισμός τους στο Δικαστήριο δεν ήταν αληθής. Ανεξάρτητα τούτου η συγκεκριμένη εκδοχή τους, με κανένα τρόπο δεν θα έπειθε αφού, με τόση συχνή επαφή που είχαν με τον Παρασκευά, θα ήταν άκρως αφύσικο να μην γνώριζαν. Φαίνεται από τη μαρτυρία ότι ο Παρασκευάς ενημέρωνε τόσο τους ίδιους όσο και τους άλλους για τα περιουσιακά του. Ο Μ.Υ.3 Κωστάκης Κωνσταντινίδης, εναγόμενος 3, ήταν παρών στην υπογραφή του πληρεξουσίου, συνόδευσε τον Παρασκευά στην Σ.Π.Ε. Μονιάτη για απόσυρση χρημάτων από τους λογαριασμούς της Μερόπης, τον μετέφερε στη Λαϊκή για τον ίδιο σκοπό και παρόλα ταύτα ισχυρίστηκε, με κάποια θρασύτητα θα έλεγα, ότι δεν γνώριζε τα γεγονότα και ότι ούτε καν ενημέρωσε τον αδελφό του. Απορρίπτω αυτή τη θέση. Επίσης απορρίπτω ως χαλκευμένη την παρόμοια θέση του εναγόμενου 4 ότι ο αδελφός του δεν του είπε τίποτε για όσα γνώριζε για τα χρήματα της Μερόπης και ότι δεν γνώριζε ότι στα χρήματα που του έδωσε ο Παρασκευάς περιλαμβάνονταν και τα χρήματα της Μερόπης. Η διαστρέβλωση της αλήθειας από τους εναγόμενους 3 και 4 ήταν τέτοια που ακόμη και μετά την εμπλοκή του Φόρου Εισοδήματος και Φόρου Κληρονομιών, της εκδίκασης της Αγωγής 1163/95, του ανοίγματος όλων σχεδόν των λογαριασμών τόσο του Παρασκευά όσο και της Μερόπης για σκοπούς διαχείρισης ακόμη και σήμερα δεν γνωρίζουν ότι τα χρήματα που πήραν από τον θείο τους περιλαμβάνονται και τα χρήματα της Μερόπης. Ήθελαν να πείσουν ότι δεν ήξεραν πόσα ακριβώς χρήματα είχε ο Παρασκευάς στους λογαριασμούς του, ενώ από τις στενές σχέσεις που είχαν μαζί του, συμπεριλαμβανομένης και της μεταφοράς του σε τράπεζες όπου χρησιμοποίησε το πληρεξούσιο, φαίνεται εντελώς αφύσικη μια τέτοια εκδοχή. Ο εναγόμενος 3 ο οποίος φαίνεται να είχε τον πρωτεύοντα ρόλο στις συναλλαγές με τον Παρασκευά, προσπάθησε ανεπιτυχώς να πείσει το Δικαστήριο ότι ενώ έπαιρνε τον Παρασκευά σε διάφορα τραπεζικά ιδρύματα και με τη χρήση του πληρεξουσίου απέσυρε χρήματα, ο ίδιος δήθεν δεν ήταν παρών στις πράξεις αλλά καθόταν μακριά. Και εδώ ο εναγόμενος 3 παραποίησε τα γεγονότα για να αποφύγει σκοπέλους. Το ίδιο έκαμε όταν ισχυρίστηκε ότι όταν ο πιστοποιών υπάλληλος έδιδε στη Μερόπη το πληρεξούσιο να το υπογράψει και αυτή μετά που το υπέγραψε είπε στο σύζυγο της «εντάξει Παρασκευά κανόνις τα, πιάστα εσύ». Και πάλιν δεν κατάλαβε τι γινόταν, δεν ρώτησε οτιδήποτε και ούτε είχε την περιέργεια να μάθει περί τίνος επρόκειτο. Πέραν τούτου δέχθηκε ότι κατά την εκδίκαση της αγωγής 1163/95 κατάθεσε ότι στην παρουσία του η Μερόπη είπε στον Παρασκευά «. τα χρήματα να τα βάλεις όλα στο όνομα σου γιατί δεν ξέρουμε τι θα γίνουμε. Αν πεθάνω τουλάχιστον να τα πιάσεις και τους δικούς μου δεν τους αξίζει τίποτε». Η μόνη εξήγηση που έδωσε ο εναγόμενος για τη διαφορά μεταξύ των πιο πάνω και των όσων κατάθεσε στην παρούσα δίκη, είναι ότι τότε πιθανώς να θυμόταν καλύτερα. Όμως αν τότε θυμόταν καλύτερα και πράγματι άκουσε τη θεία του να λέει αυτά που της αποδίδει, τότε γιατί σήμερα ισχυρίζεται ότι δεν γνωρίζει ότι μέρος των χρημάτων που είχε ο Παρασκευάς ήταν και τα χρήματα που πήρε από τη Μερόπη; Κατά την κρίση μου είναι φανερή η πρόθεση του εναγόμενου να αποκρύψει οτιδήποτε το οποίο ενδεχομένως θα οδηγούσε στο να αποδοθεί ευθύνη στον ίδιο και στον αδελφό του.»
Να συμπληρώσουμε μόνο επαναλαμβάνοντας ότι η άρνηση της γνώσης των Εφεσειόντων συγκρούεται και με τη δικογραφική τους θέση ότι το πληρεξούσιο εδόθη με σκοπό τη δωρεά όλων των χρημάτων της Μερόπης στον Παρασκευά, θέση που βεβαίως απερρίφθη.
Οι λόγοι έφεσης 3, 15 και 16 αφορούν την ανάμιξη των χρημάτων της Μερόπης με εκείνα του Παρασκευά. Οι Εφεσείοντες εισηγούνται ότι, πέραν της αβεβαιότητας ως προς το ακριβές ποσό των χρημάτων εκάστου, η ανάμιξη αυτή και η ακόλουθη παραχώρηση από τον Παρασκευά στους Εφεσείοντες £58,355 και £40.590 αντιστοίχως δεν επιτρέπει να διακριβωθεί ποίο ποσό από τα χρήματα της Μερόπης έλαβε ο κάθε Εφεσείων και έτσι δεν δικαιολογεί την έκδοση απόφασης εναντίον των Εφεσειόντων αλληλεγγύως και κεχωρισμένως για ολόκληρο το ποσό των χρημάτων της Μερόπης (£61.554), ώστε μόνο ο Παρασκευάς να ευθύνετο έναντι της Μερόπης για αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Υπάρχει λογική στην εισήγηση ως προς την κεχωρισμένη ευθύνη εκάστου Εφεσείοντος, χωρίς όμως να επηρεάζεται η αλληλέγγυα ευθύνη των Εφεσειόντων για ολόκληρο το ποσό των χρημάτων της Μερόπης. Με δεδομένη την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι ο Παρασκευάς έδωσε στους Εφεσείοντες όλα τα χρήματα της Μερόπης μαζί με τα δικά του, και εφόσον η ευθύνη των Εφεσειόντων βασίζεται στον αδικαιολόγητο πλουτισμό (το Δικαστήριο απέρριψε οποιαδήποτε δυνατότητα to trace and follow ως εκ της ανάμιξης), ο κάθε Εφεσείων δεν μπορεί να ευθύνεται κεχωρισμένως για περισσότερα από όσα ο ίδιος έλαβε. Δεν συμφωνούμε όμως με την περαιτέρω εισήγηση των Εφεσειόντων ότι, λόγω της ανάμιξης, μόνο ο Παρασκευάς μπορούσε να ευθύνετο έναντι της Μερόπης για αδικαιολόγητο πλουτισμό. Οι Εφεσείοντες, εφόσον διεπιστώθη ότι τα χρήματα που έλαβαν από τον Παρασκευά προέρχονταν από την ανάμιξη των δικών του και εκείνων της Μερόπης, παρέμεναν υπεύθυνοι έναντι των διαχειριστών της Μερόπης και δεν μπορούν να επωφελούνται της ανάμιξης προς αναίρεση της ευθύνης εκείνης. Εξ άλλου, και αντιστρέφοντας τα πράγματα, οι Εφεσείοντες - και το βάρος θα ήταν πάνω τους - δεν αποδεικνύουν ότι τα χρήματα που έκαστος έλαβε δεν προήρχοντο από εκείνα της Μερόπης.
Ο τελευταίος λόγος έφεσης (10) αφορά τον τόκο που οι Εφεσείοντες λέγουν ότι επιδικάστηκε επί του ποσού της απόφασης πριν από την 25.10.2002 που αυτοί κατέστησαν διάδικοι. Δεν βλέπουμε όμως να επιδικάστηκε οποιοσδήποτε τόκος.
Ως αποτέλεσμα, η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται πλην στο βαθμό που επιτυγχάνει κατά το ότι η εκδοθείσα απόφαση υπό (2) τροποποιείται ώστε να έχει ως ακολούθως:
(2) εναντίον των Εφεσειόντων αλληλεγγύως για £61.554, έκαστος Εφεσείων όμως δεν θα είναι κεχωρισμένως υπεύθυνος πέραν του ποσού το οποίο ο ίδιος έλαβε, ήτοι η ευθύνη του Εφεσείοντα 1 (εναγομένου 3) θα είναι μέχρι £58.355 και η Ευθύνη του Εφεσείοντα 2 (εναγόμενου 4) θα είναι μέχρι £40.590.
Λαμβάνοντας υπόψη το συνολικό αποτέλεσμα της έφεσης, επιδικάζουμε €2.000 έξοδα εναντίον των Εφεσειόντων.
Η έφεση επιτρέπεται μερικώς με €2.000 έξοδα εναντίον των εφεσειόντων. Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω.