ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 420
14 Απριλίου, 2009
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΠΗΓΑΣΙΟΥ, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ TIΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ/ Ή ΔΙΑΤΑΓΕΣ ΗΜΕΡ. 3.4.09 ΚΑΙ 6.4.09 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΗΜΕΡ. 5.3.08, ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 133(Ι)/04,
ΚΑΙ
ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΠΗΓΑΣΙΟΥ.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 23/2009)
___________________________
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari και Prohibition ― Αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης Certiorari και Prohibition εναντίον δύο αποφάσεων και/ή διαταγών που εκδόθηκαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου στη διαδικασία εκδίκασης αιτήσεως για έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εναντίον του αιτητή ― Ισχυρισμός για έκδηλη πλάνη νόμου στην οποία υπέπεσε το πρωτόδικο Δικαστήριο ― Απόρριψη αίτησης λόγω ύπαρξης άλλου ένδικου μέσου και μη στοιχειοθέτησης εξαιρετικών περιστάσεων για παράκαμψη του κανόνα ότι όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο δεν χωρεί αίτηση για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων.
Κατά τη διαδικασία εκδίκασης αίτησης της Κατηγορούσας Αρχής για έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εναντίον του αιτητή στην παρούσα διαδικασία, το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου ανέβαλε την υπόθεση αρχικά στις 3.4.09 και μετέπειτα στις 6.4.09, με σκοπό να δώσει στην Κατηγορούσα Αρχή την ευκαιρία να προσκομίσει έγγραφο το οποίο σχετίζεται με δέσμευση της χώρας που ζητά την έκδοση του ευρωπαϊκού εντάλματος, στην προκείμενη περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, ότι σε περίπτωση καταδίκης του εκζητουμένου στη χώρα εκείνη, ο εκζητούμενος θα εκτίσει την ποινή του στη χώρα από την οποία ζητείται η εκτέλεση του εντάλματος, δηλαδή την Κύπρο.
Ο αιτητής είναι ελεύθερος υπό όρους που έθεσε το Δικαστήριο και ο αιτητής ικανοποίησε.
Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής ζητά άδεια καταχώρησης αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Certiorari και Prohibition με σκοπό την ακύρωση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου και την, εν τω μεταξύ, απαγόρευση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου να προχωρήσει ή να συνεχίσει την εκδίκαση της αιτήσεως για έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εναντίον του εκζητουμένου αιτητή.
Το ουσιαστικό θέμα που εγείρεται με την παρούσα αίτηση αφορά, κατά κύριο λόγο, στην ερμηνεία των Άρθρων 4, 13 και 21 του Ν. 133(Ι)/04, δηλαδή του νόμου περί ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και των διαδικασιών παράδοσης εκζητουμένων προσώπων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο συνήγορος του αιτητή υποστήριξε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο υπέπεσε σε έκδηλη πλάνη νόμου η οποία επηρεάζει δυσμενώς τα νόμιμα δικαιώματα του αιτητή και ουσιαστικά τον αποστερεί από το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά του να τύχει δίκαιης δίκης. Ο συνήγορος υποστήριξε περαιτέρω ότι η διαδικασία ήταν κατεπείγουσα στην οποία ουσιαστικά οι αναβολές δεν είχαν θέση, ότι το προαναφερόμενο έγγραφο, δυνάμει του Άρθρου 13 του νόμου, συνιστά απαραίτητο συστατικό στοιχείο της υπόθεσης και όχι απαραίτητο συμπληρωματικό στοιχείο και επομένως δεν ήταν στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου δικαστηρίου να διατάξει την προσκόμιση αυτού του στοιχείου αλλά ήταν υποχρέωση της Κατηγορούσας Αρχής να το παρουσιάσει στο δικαστήριο και μάλιστα στο κατάλληλο στάδιο που είναι το στάδιο της συμπλήρωσης της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το Δικαστήριο το οποίο επιλαμβάνεται αιτήσεως για Certiorari δεν μπορεί εύκολα να αποφασίσει κατά πόσο το έγγραφο που προνοείται στο Άρθρο 13(στ) του νόμου συνιστά απαραίτητο συμπληρωματικό στοιχείο που θα έπρεπε να το παρουσιάσει η Κατηγορούσα Αρχή και μάλιστα στο στάδιο που ανέφερε ο αιτητής, και να αποφανθεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο στην προκείμενη περίπτωση, υπέπεσε σε έκδηλη πλάνη νόμου. Ούτε και το γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, ενώ είχε τάξει αρχική προθεσμία τριών ημερών, στη συνέχεια έδωσε περαιτέρω παράταση χρόνου τεσσάρων ημερών στην Κατηγορούσα Αρχή, για να παρουσιάσει το προαναφερόμενο στοιχείο, συνιστά έκδηλη πλάνη νόμου. Αυτά είναι αρκετά περίπλοκα θέματα νομικής ερμηνείας τα οποία μπορούν να τεθούν ενώπιον του Εφετείου κατ' έφεση και να αποφασιστούν.
2. Επιπρόσθετα όμως τα όσα επικαλείται ο αιτητής μπορούν κάλλιστα να αποτελέσουν, στο κατάλληλο στάδιο της διαδικασίας, λόγους έφεσης. Και το κατάλληλο στάδιο της διαδικασίας είναι αν και όταν το πρωτόδικο δικαστήριο αποφασίσει την έκδοση ή την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως εναντίον του εκζητουμένου.
3. Ο αιτητής δεν δικαιούται να αποκτήσει την αιτούμενη άδεια ενόψει της δυνατότητάς του για άσκηση εναλλακτικού ένδικου μέσου και μη στοιχειοθέτησης εξαιρετικών περιστάσεων ώστε το Δικαστήριο να επέμβει σ' αυτό το ζήτημα με το ένδικο μέσο που χρησιμοποιήθηκε.
4. Τα συμφέροντα της ορθής απονομής της δικαιοσύνης εξυπηρετούνται καλύτερα στην υπόθεση αυτή με τη συμπλήρωση, το συντομότερο δυνατόν, της διαδικασίας ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου και σε περίπτωση που ο αιτητής δεν ικανοποιηθεί από την πρωτόδικη απόφαση, τα νόμιμα και θεμιτά του συμφέροντα διασφαλίζονται πλήρως από το δικαίωμα έφεσης το οποίο έχει.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αίτηση.
Ρ. Ερωτοκρίτου, για τον Αιτητή.
Εx-tempore
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την αίτηση αυτή ο αιτητής ζητά άδεια για καταχώριση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Certiorari και Prohibition με σκοπό την ακύρωση απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου και την, εν τω μεταξύ, απαγόρευση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου να προχωρήσει ή να συνεχίσει την εκδίκαση αιτήσεως για έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εναντίον του εκζητουμένου αιτητή.
Σύμφωνα με τον αιτητή, το πρωτόδικο δικαστήριο, όπως φαίνεται από τα πρακτικά, διέπραξε έκδηλη πλάνη νόμου η οποία επηρεάζει δυσμενώς τα θεμιτά και νόμιμα δικαιώματα του αιτητή και ουσιαστικά αποστερεί τον αιτητή από το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη το οποίο κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα, τους νόμους και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο ευπαίδευτος συνόγορος του αιτητή υπέβαλε στο δικαστήριο, μεταξύ άλλων, ότι στην προκείμενη περίπτωση συντρέχουν οι εξαιρετικές εκείνες περιστάσεις που δικαιολογούν την έκδοση του προνομιακού εντάλματος Certiorari επειδή με την καθυστέρηση που ήδη έλαβε χώρα, αλλά και με την καθυστέρηση που προβλέπεται ότι θα συμβεί και στο μέλλον, επηρεάζονται δυσμενώς και ουσιαστικά ανεπανόρθωτα τα δικαιώματα του αιτητή σε δίκαιη δίκη
Το ουσιαστικό θέμα που εγείρεται με την παρούσα αίτηση αφορά, κατά κύριο λόγο, στην ερμηνεία των Άρθρων 4, 13 και 21 του Ν. 133(Ι)/04, δηλαδή του νόμου περί ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και των διαδικασιών παράδοσης εκζητουμένων προσώπων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η προσοχή του κ. Ερωτοκρίτου επικεντρώθηκε στις δύο αναβολές αλλά και στις γενικές παρατηρήσεις στις οποίες προέβηκε το πρωτόδικο δικαστήριο στις 3.4.09 και στις 6.4.09. Αφού συμπληρώθηκε η υπόθεση για την «Κατηγορούσα Αρχή» ή τους αιτητές και αφού προστέθηκε επιπρόσθετος δικηγόρος για τον εκζητούμενο, το πρωτόδικο δικαστήριο ρώτησε τους δικηγόρους υπεράσπισης κατά πόσο επιθυμούσαν να προσφέρουν οποιαδήποτε μαρτυρία. Η υπεράσπιση δήλωσε στο δικαστήριο ότι θα περιοριζόταν σε αγορεύσεις. Στις 3.4.09 και αφού η υπόθεση για τους αιτητές ή την Κατηγορούσα Αρχή είχε ήδη συμπληρωθεί, το πρωτόδικο δικαστήριο παρατήρησε ότι δεν υπήρχε ενώπιον του κάποιο έγγραφο ή πληροφορίες αναφορικά με το Άρθρο 13(στ) του προαναφερόμενου νόμου, το οποίο σχετίζεται με δέσμευση της χώρας που ζητά την έκδοση του ευρωπαϊκού εντάλματος, στην προκείμενη περίπτωση το Ηνωμένο Βασίλειο, ότι σε περίπτωση καταδίκης του εκζητουμένου στη χώρα εκείνη ο εκζητούμενος θα εκτίσει την ποινή του στη χώρα από την οποία ζητείται η εκτέλεση του εντάλματος, δηλαδή την Κύπρο. Μετά από την παρατήρηση του δικαστηρίου ότι αυτό το στοιχείο, αυτή η πληροφορία, δεν υπήρχε ενώπιον του, η εκπρόσωπος των αιτητών ή της Κατηγορούσας Αρχής ανέφερε ότι δεν ήταν εις θέση να απαντήσει στο ερώτημα του δικαστηρίου για το πότε θα ήταν διαθέσιμο το έγγραφο εκείνο και ζήτησε αναβολή. Υπήρξε ένσταση εκ μέρους των δικηγόρων του εκζητουμένου, το δικαστήριο όμως ανέφερε ότι εφάρμοζε ουσιαστικά το Άρθρο 21(2) του προαναφερόμενου νόμου και ζήτησε να διευκρινιστεί το κατά πόσον η Κατηγορούσα Αρχή είχε στην κατοχή της το προαναφερόμενο στοιχείο. Με σκοπό να δώσει χρόνο στην εκπρόσωπο του Γενικού Εισαγγελέα να τοποθετηθεί ως προς την ύπαρξη αυτού του σχετικού εγγράφου ή διαβεβαίωσης, όπως είπε το δικαστήριο, ανέβαλε την υπόθεση στις 6.4.09 στην 1.00 μ.μ.. Ο εκζητούμενος διατάχθηκε να είναι παρών με τους ίδιους όρους εγγυήσεως που του είχαν επιβληθεί. Στις 3.4.09 το δικαστήριο σημείωσε, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Αν σήμερα η πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής έλεγε ότι δεν το έχουμε, εγώ σαφώς θα προχωρήσω από εκεί και πέρα να εκδώσω σχετική απόφαση, με διαταγή να παρουσιαστεί το έγγραφο». Αυτό το σημείο των λεχθέντων από το πρωτόδικο δικαστήριο, τόνισε ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στην αγόρευση του, ως σημείο που δείχνει την έκδηλη πλάνη νόμου στην οποία το πρωτόδικο δικαστήριο υπέπεσε. Στις 6.4.09 η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής ή των αιτητών ανέφερε ότι το πιστοποιητικό, όπως είπε, αναμενόταν να έρθει από τη χώρα έκδοσης και ότι δεν το είχε στην κατοχή της. Ως εκ τούτου ζήτησε και πάλιν αναβολή, στην οποία έφεραν ένσταση οι δικηγόροι του εκζητουμένου-αιτητή στην παρούσα διαδικασία. Οι λόγοι της ένστασης φαίνονται στο σχετικό πρακτικό του πρωτόδικου δικαστηρίου. Ουσιαστικά αυτοί είναι και οι λόγοι στους οποίους βάσισε και τη σημερινή του επιχειρηματολογία ο κ. Ερωτοκρίτου. Μπορούν να συνοψισθούν ως εξής:
Το Άρθρο 21(2) του Ν. 133(Ι)/04 προνοεί κατεπείγουσα διαδικασία εφόσον προνοεί ότι και στην περίπτωση που η δικαστική αρχή, που αποφάσισε για την εκτέλεση του εντάλματος, κρίνει ότι οι πληροφορίες που διαβιβάστηκαν από το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος δεν αρκούν ώστε να επιτρέψουν στη δικαστική αρχή να αποφασίσει για την παράδοση, η δικαστική αρχή ζητά μέσω της κεντρικής αρχής την κατεπείγουσα προσκόμιση των απαραίτητων συμπληρωματικών στοιχείων. Επομένως, εισηγήθηκε ο κ. Ερωτοκρίτου, το πρωτόδικο δικαστήριο θα έπρεπε να είχε υπόψη του ότι πρόκειται για κατεπείγουσα διαδικασία στην οποία ουσιαστικά οι αναβολές δεν έχουν θέση. Εισηγήθηκε επιπρόσθετα, ο κ. Ερωτοκρίτου, ότι το προαναφερόμενο έγγραφο, δυνάμει του Άρθρου 13 του νόμου, συνιστά απαραίτητο συστατικό στοιχείο της υπόθεσης και όχι απαραίτητο συμπληρωματικό στοιχείο. Επομένως δεν ήταν στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου δικαστηρίου να διατάξει την προσκόμιση αυτού του στοιχείου αλλά ήταν υποχρέωση της «Κατηγορούσας Αρχής» ή των αιτητών να το παρουσιάσουν στο δικαστήριο και μάλιστα στο κατάλληλο στάδιο. Κατά τον κ. Ερωτοκρίτου, το κατάλληλο στάδιο ήταν κατά τη συμπλήρωση της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής. Δεν είναι νοητό, όπως εισηγήθηκε ο κ. Ερωτοκρίτου, να αναβάλλεται η υπόθεση όχι μια αλλά δύο φορές, όπως στην προκείμενη περίπτωση, με σκοπό να δοθεί ευκαιρία στην Κατηγορούσα Αρχή να παρουσιάσει τα στοιχεία που ήταν απαραίτητα για να τεκμηριώσουν την υπόθεσή της, τα οποία δεν προσκόμισε. Αυτό απολήγει σε αδικία για τον εκζητούμενο-αιτητή εφόσον επηρεάζει δυσμενώς τα δικαιώματα του για δίκαιη δίκη και ταχεία διεκπεραίωση της υπόθεσης. Ο κ. Ερωτοκρίτου επέσυρε την προσοχή του δικαστηρίου και στο δικαίωμα της δικαστικής αρχής, σύμφωνα με το Άρθρο 21(2), να «τάξει προθεσμία» για την παραλαβή των απαραίτητων συμπληρωματικών στοιχείων. Εξυπακούεται, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, ότι έστω και αν το προαναφερόμενο στοιχείο, που προνοείται από το Άρθρο 13(στ), θεωρηθεί ως απαραίτητο «συμπληρωματικό στοιχείο», το δικαστήριο μια μόνο φορά μπορεί να τάξει προθεσμία για την παραλαβή του και αυτό το έπραξε, το πρωτόδικο δικαστήριο, στις 3.4.09. Επομένως δεν είχε οποιαδήποτε εξουσία να τάξει περαιτέρω προθεσμία και στις 6.4.09 με σκοπό την προσκόμιση του προαναφερόμενου στοιχείου. Εφόσον το πρωτόδικο δικαστήριο στις 3.4.09 ανέφερε ότι άρχιζε τη διαδικασία του Άρθρου 21(2), δεν ήταν πλέον στη διακριτική του ευχέρεια να μη συμπληρώσει τη διαδικασία αλλά να αναβάλει την υπόθεση και ακόμα να αφήσει ανοικτό και το ενδεχόμενο περαιτέρω αναβολών στο μέλλον.
Στις 10.4.09, που η υπόθεση αναβλήθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο, προφανώς δεν έγινε οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου σε σχέση με αυτή την υπόθεση ενόψει της εκκρεμότητας της παρούσας αίτησης για Certiorari και Prohibition.
Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία, ιδιαίτερα τα όσα έλαβαν χώρα ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου στις 3.4.09 και στις 6.4.09, υπό το φως των όσων εισηγήθηκε στο δικαστήριο ο κ. Ερωτοκρίτου. Δεν μπορώ να συμφωνήσω με τις θέσεις του αιτητή για τους εξής λόγους:
Ο λόγος τον οποίο ουσιαστικά επικαλείται στην προκείμενη περίπτωση ο αιτητής και για τον οποίο εισηγείται ότι δικαιούται σε άδεια για να καταχωρήσει αίτηση για Certiorari, είναι η έκδηλη πλάνη νόμου. Η πλάνη νόμου δηλαδή που είναι καταφανής από τα πρακτικά της υπόθεσης. Στην προκείμενη περίπτωση θεωρώ ότι τα όσα εισηγήθηκε ο κ. Ερωτοκρίτου ότι συνιστούν έκδηλη πλάνη νόμου δεν μπορούν να θεωρηθούν σαν τέτοια. Στην καλύτερη περίπτωση για τον αιτητή το ζήτημα που θέτει ανάγεται στην ερμηνεία του Άρθρου 21(2) του προαναφερόμενου νόμου σε συνάρτηση με τα Άρθρα 4 και 13 του ιδίου νόμου και ακόμα και με την απόφαση πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν θεωρώ ότι το κατά πόσον το έγγραφο που προνοείται από το Άρθρο 13(στ) του νόμου συνιστά απαραίτητο συμπληρωματικό στοιχείο, που θα έπρεπε η «Κατηγορούσα Αρχή» να είχε παρουσιάσει και μάλιστα στο στάδιο της συμπλήρωσης της υπόθεσής της, είναι κάτι για το οποίο το δικαστήριο που επιλαμβάνεται αιτήσεως για Certiorari μπορεί εύκολα να αποφασίσει και μάλιστα να αποφανθεί ότι το πρωτόδικο δικαστήριο, στην προκείμενη περίπτωση, υπέπεσε σε έκδηλη πλάνη νόμου. Ούτε και το γεγονός ότι το πρωτόδικο δικαστήριο, ενώ είχε τάξει αρχική προθεσμία τριών ημερών, στη συνέχεια έδωσε περαιτέρω παράταση χρόνου τεσσάρων ημερών στην «Κατηγορούσα Αρχή» ή στους αιτητές, για να παρουσιάσουν το προαναφερόμενο στοιχείο, μπορεί να λεχθεί ότι συνιστά έκδηλη πλάνη νόμου. Αυτά, κατά την κρίση μου, είναι αρκετά περίπλοκα θέματα νομικής ερμηνείας τα οποία μπορούν να τεθούν ενώπιον του Εφετείου κατ' έφεση και να αποφασιστούν. Κατά την εκτίμησή μου όμως δεν πέτυχε ο αιτητής να δείξει στο δικαστήριο, έστω και εκ πρώτης όψεως, ότι το πρωτόδικο δικαστήριο υπέπεσε σε «έκδηλη πλάνη νόμου» και ως εκ τούτου ότι ουσιαστικά υπερέβη τη δικαιοδοσία του.
Επιπρόσθετα όμως τα όσα επικαλείται ο αιτητής μπορούν κάλλιστα να αποτελέσουν, στο κατάλληλο στάδιο της διαδικασίας, λόγους έφεσης. Και το κατάλληλο στάδιο της διαδικασίας είναι αν και όταν το πρωτόδικο δικαστήριο αποφασίσει την έκδοση ή την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως εναντίον του εκζητουμένου. Τότε, κατά την εκτίμησή μου, όλα αυτά τα θέματα ερμηνείας νόμου ή παραβίασης των θεμιτών συμφερόντων και δικαιωμάτων του αιτητή μπορούν να τεθούν ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου (Εφετείου) και να αποφασιστούν. Δεδομένου λοιπόν ότι στην προκείμεμη περίπτωση ο αιτητής έχει διαζευκτική θεραπεία που είναι η θεραπεία της έφεσης εναντίον της απόφασης του πρωτοδίκου δικαστηρίου, στο κατάλληλο στάδιο, ο αιτητής θα έπρεπε να δείξει στο παρόν δικαστήριο ότι συντρέχουν και εξαιρετικές περιστάσεις για τις οποίες είναι ορθό και δίκαιο να του δοθεί άδεια για καταχώριση αίτησης για Certiorari και Prohibition.
Και πάλι εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία υπό το φως των όσων υποβλήθηκαν εκ μέρους του αιτητή και δεν μπορώ να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι συντρέχουν, στην προκείμενη περίπτωση, εξαιρετικές περιστάσεις, όπως καθορίζονται από τη νομοθεσία, για να δοθεί στον αιτητή η ζητούμενη άδεια. Δεν θεωρώ ότι, υπό τις περιστάσεις, τα θεμιτά συμφέροντα ή τα δικαιώματα του αιτητή, τα οποία είναι κατοχυρωμένα, επηρεάζονται δυσμενώς από το γεγονός ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έδωσε δύο αναβολές με σκοπό να δώσει την ευκαιρία στην «Κατηγορούσα Αρχή» ή στους αιτητές να προσκομίσουν το προαναφερόμενο στοιχείο. Ο αιτητής είναι ελεύθερος υπό όρους που έθεσε το δικαστήριο και ο αιτητής ικανοποίησε. Τυχόν έκδοση άδειας για καταχώριση αίτησης για Certiorari σίγουρα δεν θα συνέβαλλε στη συμπλήρωση της κατεπείγουσας αυτής διαδικασίας, όπως είπε ο κ. Ερωτοκρίτου, το συντομότερο δυνατό. Κατά την κρίση μου τα συμφέροντα της ορθής απονομής της δικαιοσύνης εξυπηρετούνται καλύτερα στην υπόθεση αυτή με τη συμπλήρωση, το συντομότερο δυνατόν, της διαδικασίας ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου και σε περίπτωση που ο αιτητής δεν ικανοποιηθεί από την πρωτόδικη απόφαση τα νόμιμα και θεμιτά του συμφέροντα διασφαλίζονται πλήρως από το δικαίωμα έφεσης το οποίο έχει.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω θεωρώ ότι δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση άδειας για καταχώριση Certiorari και Prohibition, αλλά ούτε και ότι με την έκδοση τέτοιας αίτησης εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της ορθής απονομής της δικαιοσύνης. Στην απόφασή μου αυτή κατέληξα αφού βέβαια έλαβα υπόψη όλα τα θεμιτά και νόμιμα συμφέροντα και δικαιώματα του αιτητή τα οποία, κατά την κρίση μου, δεν επηρεάζονται δυσμενώς με τη μη έκδοση της ζητούμενης άδειας.
Κατά συνέπεια η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.