ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 102
27 Ιανουαρίου, 2009
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
ΚΩΣΤΑΚΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
MICHAEL AUTOMOTIVE LTD,
Εφεσίβλητης-Καθ' ης η αίτηση.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 104/2007)
Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Τερματισμός απασχολήσεως ― Όριο ηλικίας αφυπηρέτησης ― Σύμβαση εργοδότησης δεν προέβλεπε ηλικία αφυπηρέτησης ― Κατά πόσο υπήρχε έδαφος εφαρμογής της προβλεπόμενης από τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο συντάξιμης ηλικίας ― Κατά πόσο το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών ερμήνευσε ορθά το Άρθρο 5(δ) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967, (Ν. 24/1967) όπως τροποποιήθηκε, όταν έκρινε ότι ο τερματισμός απασχολήσεως του εργοδοτούμενου στο 60ό έτος της ηλικίας του ήταν νόμιμος.
Ο εφεσείων, προσλήφθηκε από τους εφεσίβλητους στις 23.9.1965 ως μηχανικός στο γκαράζ τους στη Λεμεσό. Στις 26.5.2004, η υπηρεσία του τερματίστηκε για το λόγο ότι αυτός συμπλήρωσε την κανονική ηλικία αφυπηρέτησης που ήταν το 60ό έτος. Δελτία προσλήψεων της περιόδου που προσελήφθη ο εφεσείων δεν αναφέρουν ημερομηνία αφυπηρέτησης, ενώ μεταγενέστερα δελτία καθορίζουν ρητά ότι η ηλικία αφυπηρέτησης είναι το 60ό έτος. Το ότι αυτή ήταν η ηλικία αφυπηρέτησης ήταν γνωστό σε όλους τους υπαλλήλους των εφεσιβλήτων.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών (ΔΕΔ) με την οποία κρίθηκε ότι ο τερματισμός απασχολήσεώς του από τους εφεσίβλητους δεν ήταν παράνομος. Υποστηρίζει ότι το ΔΕΔ δεν ερμήνευσε ορθά το Άρθρο 5 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967, (Ν. 24/1967), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»). Ο συνήγορος του εφεσείοντος υποστήριξε ότι οι όροι απασχόλησής του καθορίζονταν από τη σύμβαση εργασίας του η οποία δεν καθόριζε ως κανονική ηλικία αφυπηρέτησής του το 60ό έτος. Εισηγήθηκε ότι, εφόσον το όριο ηλικίας αφυπηρέτησής του δεν καθορίζεται, εφαρμογής τυγχάνει το Άρθρο 4 του Νόμου, το οποίο αναφέρεται σε «συντάξιμη ηλικία». Αυτή, στο Άρθρο 2 του Νόμου, προσδιορίζεται ως η συντάξιμη ηλικία που ορίζεται στο Άρθρο 2 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 1980, (Ν.41/80), (όπως τροποποιήθηκε), όπου «.... σημαίνει την ηλικία των εξήντα πέντε ετών, .....», και όχι στο Άρθρο 5(δ) του Νόμου.
Αποφασίστηκε ότι:
Η πρακτική η οποία επικρατούσε και η οποία καθόριζε το όριο αφυπηρέτησης των υπαλλήλων των εφεσιβλήτων στο 60ό έτος δεν άφηνε περιθώριο για εφαρμογή της συντάξιμης ηλικίας όπως προβλέπετο από τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο. Από τη φρασεολογία του Άρθρου 5(δ) του Νόμου προκύπτει ότι η απασχόληση τερματίζεται είτε κατά τη λήξη σύμβασης τακτής περιόδου, όταν υπάρχει, ή λόγω συμπλήρωσης της κανονικής ηλικίας αφυπηρέτησης, όπως αυτή προσδιορίζεται στο άρθρο. Η σύμβαση εργοδότησης του εφεσείοντος δεν προέβλεπε κανονική ηλικία αφυπηρέτησης, αυτή, όμως, προβλεπόταν, από την πρακτική που ίσχυε για όλους τους υπαλλήλους των εφεσιβλήτων.
Η έφεση απορρίφθηκε με €1.300 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ των εφεσιβλήτων.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Waite v. Government Communications HQ [1983] 2 All E.R. 1013.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Λευκωσίας (Χατζητζιοβάννης, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 629/04), ημερομ. 22.3.2007.
Ζ. Νικολάου, για τον Εφεσείοντα.
Δ. Καλλής, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα έφεση, αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών στην Υπόθεση Αρ. 629/04, με την οποία κρίθηκε ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του εφεσείοντα - (αιτητή) - από τους εφεσίβλητους δεν ήταν παράνομος, αλλά έγινε στα πλαίσια της συμπλήρωσης του ορίου αφυπηρέτησης, που ίσχυε για το προσωπικό τους.
Με την έφεση, δεν αμφισβητούνται, βεβαίως, οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τα γεγονότα αλλά η υπαγωγή τους στο νομοθετικό πλαίσιο που διέπει το ζήτημα. Με άλλα λόγια, ο εφεσείων διατείνεται ότι λανθασμένα ερμηνεύθηκε το Άρθρο 5 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967, (Ν. 24/1967), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»).
Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως αυτά διαπιστώθηκαν στη βάση των παραδεκτών γεγονότων και της μαρτυρίας των εφεσιβλήτων, την οποία αποδέχθηκε ως αξιόπιστη το πρωτόδικο Δικαστήριο, έχουν ως ακολούθως:-
Η υπηρεσία του εφεσείοντα - προσλήφθηκε από τους εφεσίβλητους στις 23/9/1965 και ασχολείτο ως μηχανικός στο γκαράζ τους στη Λεμεσό - τερματίστηκε στις 26/5/2004, για το λόγο ότι αυτός συμπλήρωσε την κανονική ηλικία αφυπηρέτησης, που ήταν το 60ό έτος.
Σύμφωνα με στοιχεία του Επαρχιακού Γραφείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων Λεμεσού, τρεις άλλοι υπάλληλοι των εφεσιβλήτων σταμάτησαν να εργάζονται, με τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας τους. Δελτία προσλήψεων της περιόδου που προσελήφθη ο εφεσείων δεν αναφέρουν ημερομηνία αφυπηρέτησης, ενώ μεταγενέστερα δελτία καθορίζουν ρητά ότι η ηλικία αφυπηρέτησης είναι το 60ό έτος. Το ότι αυτή ήταν η ηλικία αφυπηρέτησης ήταν γνωστό σε όλους τους υπαλλήλους των εφεσιβλήτων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με τη διαπίστωση των πιο πάνω γεγονότων, αφού παρέθεσε το Άρθρο 5(δ) του Νόμου, ανέφερε ότι με αυτό:-
«... ο νομοθέτης αποκλείει του πεδίου εφαρμογής των προστατευτικών από την απόλυση διατάξεων του Νόμου (Ν.24/67), όσους εργοδοτούμενους συμπληρώνουν ή συνεπλήρωσαν κατά τη λήξη της εργασιακής σύμβασης την 'κανονική ηλικία αφυπηρέτησης' ('normal retiring age') που ισχύει στην επιχείρηση όπου απασχολούνται. Αν όμως στην επιχείρηση δεν υπάρχει όριο ηλικίας, τότε ισχύει για όλους η προβλεπόμενη στο Άρθρο 4 του Νόμου 'συντάξιμη ηλικία' που για κάθε περίπτωση είναι το 65ο έτος (νόμιμη ηλικία αποχώρησης).»
Στη συνέχεια, καθοδηγούμενο από την υπόθεση Waite v. Government Communications HQ [1983] 2 All E.R. 1013, όπου ερμηνεύτηκε ο όρος «κανονική ηλικία αφυπηρέτησης», κατέληξε ότι:-
«Από τα πραγματικά γεγονότα της υπό κρίσιν υπόθεσης προκύπτει ότι η κανονική ηλικία αφυπηρέτησης του προσωπικού της Εργοδότριας Εταιρείας ήταν το 60ο έτος της ηλικίας τους. Από τα δελτία προσλήψεως που τέθηκαν ενώπιον μας προκύπτει επίσης ότι σε αρκετές περιπτώσεις το όριο αφυπηρέτησης προβλεπόταν ρητά στους όρους απασχόλησης ενώ σε άλλα, προγενέστερα δελτία, δεν γινόταν οποιαδήποτε αναφορά. Πέραν όμως της εν λόγω συμβατικής ηλικίας, η πρακτική που ακολουθούσε η Εργοδότρια Εταιρεία στην εκμετάλλευση της ήταν δεδομένη και κατ' επέκταση γνωστή σ' ολόκληρο το προσωπικό της γεγονός που επιμαρτυρείται μέσα από το σύνολο των γεγονότων που προκύπτουν από την αξιολογηθείσα ενώπιον μας μαρτυρία. Είναι αδύνατο να δεχθούμε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει ότι η ηλικία αφυπηρέτησης του ήταν το 60ο έτος της ηλικίας του, τη στιγμή που αυτό συνέβαινε με ολόκληρο το προσωπικό της Εταιρείας.
Κανένας λόγος δεν τέθηκε ενώπιόν μας εκ μέρους του Αιτητή που να δικαιολογεί τη διαφοροποίηση του ορίου αφυπηρέτησης στην κατηγορία που ο ίδιος ανήκε σε συσχετισμό με το υπόλοιπο προσωπικό. Η πρακτική επομένως που ακολουθείτο για το γραφειακό προσωπικό δεν διαφοροποιείτο απ' αυτή του τεχνικού ή οποιουδήποτε άλλου προσωπικού. Από την άλλη είναι δύσκολο να δεχθούμε ότι σε μια επιχείρηση δύνανται να συνυπάρχουν δύο διαφορετικά όρια αφυπηρέτησης υπαλλήλων της ίδιας κατηγορίας.»
Ο συνήγορος του εφεσείοντα, ενώπιόν μας, υποστήριξε ότι οι όροι απασχόλησής του καθορίζονταν από τη σύμβαση εργασίας του και μόνο, η οποία δεν καθόριζε ως κανονική ηλικία αφυπηρέτησής του το 60ό έτος. Εφόσον, εισηγήθηκε, το όριο ηλικίας αφυπηρέτησής του δεν καθορίζεται, εφαρμογής τυγχάνει το Άρθρο 4 του Νόμου, το οποίο αναφέρεται σε «συντάξιμη ηλικία». Αυτή, στο Άρθρο 2 του Νόμου, προσδιορίζεται ως η συντάξιμη ηλικία που ορίζεται στο Άρθρο 2 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 1980, (Ν. 41/80), (όπως τροποποιήθηκε), όπου «... σημαίνει την ηλικία των εξήντα πέντε ετών, ...», και όχι στο Άρθρο 5(δ) του Νόμου.
Το Άρθρο 5(δ) του Νόμου, προβλέπει ότι:-
«5. Τερματισμός απασχολήσεως δι' οιονδήποτε των ακολούθων λόγων δεν παρέχει δικαίωμα εις αποζημίωσιν:
...............................................................................................................
(δ) όταν η απασχόλησις τερματίζηται κατά την λήξιν συμβάσεως τακτής περιόδου, ή λόγω της υπό του εργοδοτουμένου συμπληρώσεως της κανονικής ηλικίας αφυπηρετήσεως βάσει εθίμου, νόμου, συλλογικής συμφωνίας, συμβάσεως, κανόνων της εργασίας ή άλλως:
......................................................................................................»
Έχουμε εξετάσει την επιχειρηματολογία του δικηγόρου του εφεσείοντα, δε βρίσκουμε, όμως, να μας υποδείχθηκε οτιδήποτε, που να δικαιολογεί επέμβασή μας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε το πιο πάνω άρθρο και ενέταξε σ' αυτό τα γεγονότα της υπόθεσης ορθά. Ήταν αδιαμφισβήτητο ότι η συμφωνία εργοδότησης του εφεσείοντα δεν προέβλεπε για την ηλικία αφυπηρέτησής του. Διαπίστωσε, όμως, το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι υπήρχε πρακτική, η οποία καθόριζε το όριο αφυπηρέτησης των υπαλλήλων των εφεσιβλήτων, δηλαδή κανονική ηλικία αφυπηρέτησης να είναι το 60ό έτος. Με τη διαπίστωση ότι οι υπάλληλοι των εφεσιβλήτων αφυπηρετούσαν σ' αυτήν την ηλικία, δεν παρεχόταν έδαφος εφαρμογής της προβλεπόμενης από τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο συντάξιμης ηλικίας. Προκύπτει από τη φρασεολογία του Άρθρου 5(δ) του Νόμου ότι η απασχόληση τερματίζεται είτε κατά τη λήξη σύμβασης τακτής περιόδου, όταν υπάρχει, ή λόγω συμπλήρωσης της κανονικής ηλικίας αφυπηρέτησης, όπως αυτή προσδιορίζεται στο Άρθρο. Η σύμβαση εργοδότησης του εφεσείοντα δεν προέβλεπε κανονική ηλικία αφυπηρέτησης, αυτή, όμως, προβλεπόταν, από την πρακτική που ίσχυε για όλους τους υπαλλήλους των εφεσιβλήτων.
Η έφεση απορρίπτεται με €1.300 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ των εφεσιβλήτων.
Η έφεση απορρίπτεται με €1.300 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ των εφεσιβλήτων.