ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 94(I)/2004 - Ο περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμος του 2004
Ν. 95(I)/2000 - Ο περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμος του 2000
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2008) 1 ΑΑΔ 130
8 Φεβρουαρίου, 2008
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ
ΤΟΥ 1964 (N.33/64), ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ
ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΡΡΙΠΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΗΜΕΡ. 21/12/2007 ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ
ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ.
(Αίτηση Αρ. 5/2008)
Προνομιακά εντάλματα Certiorari ― Αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης Certiorari για ακύρωση απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε αίτημα της Διευθύντριας Τελωνείων για έκδοση εντάλματος σύλληψης ατόμου για ισχυριζόμενη διάπραξη των αδικημάτων της δόλιας αποφυγής δασμού και/ή φόρου κατανάλωσης και/ή φόρου προστιθέμενης αξίας ― Κατά πόσο η Διευθύντρια Τελωνείων νομιμοποιείτο να εκδώσει ένταλμα σύλληψης του εν λόγω ατόμου, σύμφωνα με τις πρόνοιες των Άρθρων 18(1) και 19(2) και (3) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155 και/ή σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου (Αρ. 94(Ι)/2004).
Ποινική Δικονομία ― Ένταλμα σύλληψης ― Άρθρα 18(1) και 19(2) και (3) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155 ― Κατά πόσο το Τμήμα Τελωνείων νομιμοποιείται να ζητά τη σύλληψη πολιτών σύμφωνα με τις πρόνοιες των πιο πάνω άρθρων.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας απέρριψε το αίτημα της Διευθύντριας Τελωνείων για έκδοση εντάλματος σύλληψης του Paul Nicholas Ciardiello, κατοίκου Λάρνακας, ο οποίος παρέλειψε να συμμορφωθεί με γραπτή ανάληψη υποχρέωσης να εξαγάγει αφορολόγητο αυτοκίνητο εκτός Κύπρου από το λιμάνι Λεμεσού και το μετακίνησε στα κατεχόμενα προς αποφυγήν καταβολής των ανάλογων οφειλόμενων φόρων και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας. Το αίτημα εστηρίζετο στις πρόνοιες του Άρθρου 18 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155.
Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής επιζητά την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης ισχυριζόμενος ότι η Διευθύντρια Τελωνείων είχε το δικαίωμα να καταχωρήσει στο Δικαστήριο αίτηση για την έκδοση εντάλματος σύλληψης του πιο πάνω, σύμφωνα με τις πρόνοιες των Άρθρων 18(1) και 19(2) και (3) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155.
Αποφασίστηκε οτι:
Μια προσεκτική εξέταση των προνοιών των πιο πάνω άρθρων δεν μπορεί να οδηγήσει σε συμπέρασμα ότι η Διευθύντρια έχει δικαιοδοσία να ζητά την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης. Ούτε και τα δικαιώματα τα οποία δίδονται σε λειτουργούς του Τμήματος Τελωνείων αναφορικά με παραβιάσεις προνοιών του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου (Ν. 94(Ι)/2004), περιλαμβάνουν και δικαίωμα σύλληψης. Όπως πολύ ορθά σημειώνεται στην απόφαση του Δικαστή ο οποίος απέρριψε την αίτηση της Διευθύντριας για την έκδοση εντάλματος σύλληψης, αν η Νομοθετική Εξουσία ήθελε να επεκτείνει το δικαίωμα αίτησης για την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης σε τελωνειακούς λειτουργούς, θα μπορούσε να είχε περιλάβει ένα τέτοιο δικαίωμα στη σχετική νομοθεσία.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αίτηση.
Ε. Παπαγαπίου Χρίστου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Αιτητή.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση για την παραχώρηση άδειας για την καταχώρηση αίτησης για την έκδοση εντάλματος Certiorari, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας (αιτητής) επιδιώκει την ακύρωση απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία απορρίφθηκε αίτηση για την έκδοση εντάλματος σύλληψης που είχε ζητηθεί από τη Διευθύντρια Τελωνείων.
(α) Τα γεγονότα.
Ο Paul Nicholas Ciardiello, κάτοικος Λάρνακας, παρέλαβε ένα αφορολόγητο όχημα τύπου Peugeot 1560 cc από αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης, με γραπτή ανάληψη υποχρέωσης να το εξαγάγει εκτός Κύπρου από το λιμάνι Λεμεσού. Αντί να συμμορφωθεί με την πιο πάνω υποχρέωση του, ο Ciardiello μετακίνησε το πιο πάνω όχημα στα κατεχόμενα μέσω των Βρυσούλλων και το όχημα βρίσκεται τώρα υπό τη φύλαξη των αρχών του ψευδοκράτους στο κατεχόμενο λιμάνι της Αμμοχώστου, που είχε ως αποτέλεσμα την αποφυγή καταβολής των ανάλογων οφειλόμενων φόρων και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας. Οι ενέργειες του Ciardiello συνιστούν κατ' ισχυρισμό της Διευθύντριας Τελωνείων τη διάπραξη των αδικημάτων της δόλιας αποφυγής δασμού και/ή φόρου κατανάλωσης και/ή φόρου προστιθέμενης αξίας, παράνομης κατοχής αφορολόγητου οχήματος και μη τήρησης όρου που τέθηκε από τη Διευθύντρια του Τμήματος Τελωνείων κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου (Ν. 94(Ι)/2004) και του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου (Ν. 95(Ι)/2000).
Με βάση τα πιο πάνω γεγονότα η Διευθύντρια Τελωνείων ζήτησε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στηριζόμενη στις πρόνοιες του Άρθρου 18 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, την έκδοση εντάλματος σύλληψης του πιο πάνω. Το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αφού αποφάνθηκε ότι το Τμήμα Τελωνείων δεν νομιμοποιείται να ζητά τη σύλληψη πολιτών, σύμφωνα με τις πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου.
Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής επιζητά την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης ισχυριζόμενος ότι η Διευθύντρια Τελωνείων είχε το δικαίωμα να καταχωρίσει στο Δικαστήριο αίτηση για την έκδοση εντάλματος σύλληψης του πιο πάνω, σύμφωνα με τις πρόνοιες των Άρθρων 18(1) και 19(2) και (3) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.
(β) Η νομική πλευρά.
Τα Άρθρα 18(1) και 19(2) και (3) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, προνοούν ότι,
"18.-(1) Όταν δικαστής ικανοποιείται με γραπτή ένορκη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια να πιστεύεται ότι ένα πρόσωπο διέπραξε αδίκημα ή όταν η σύλληψη ή η κράτηση θεωρηθεί ευλόγως αναγκαία για παρεμπόδιση διαπράξεως αδικήματος ή αποδράσεως μετά τη διάπραξη αυτού, ο δικαστής δύναται να εκδώσει ένταλμα (που θα αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως ένταλμα συλλήψεως) το οποίο να εξουσιοδοτεί τη σύλληψη του ατόμου εναντίον του οποίου στρέφεται το ένταλμα.
19.- (2) Κάθε τέτοιο έγγραφο αναφέρει σε συντομία το ποινικό αδίκημα ή ζήτημα για το οποίο εκδίδεται, κατονομάζει ή με άλλο τρόπο περιγράφει το πρόσωπο που θα συλληφθεί και διατάσσει τον αστυνομικό ή άλλο πρόσωπο προς το οποίο αυτό απευθύνεται να συλλάβει το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδίδεται και να προσάγει αυτό ενώπιο του Δικαστηρίου που έκδωσε το ένταλμα ή άλλου Δικαστηρίου αρμόδιου για την περίπτωση, για να απολογηθεί στο ποινικό αδίκημα ή ζήτημα που αναφέρεται στο ένταλμα και να τύχει περαιτέρω μεταχείρισης σύμφωνα με το νόμο.
(3) Κάθε τέτοιο ένταλμα συνήθως απευθύνεται γενικά προς όλους τους αστυνομικούς· αλλά ο Δικαστής που εκδίδει τέτοιο ένταλμα δύναται, αν είναι αναγκαία η άμεση εκτέλεσή του και δεν υπάρχει αμέσως διαθέσιμος αστυνομικός, να απευθύνει αυτό προς οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή πρόσωπα, και το πρόσωπο αυτό ή πρόσωπα το εκτελούν, όταν δε το ένταλμα απευθύνεται σε περισσότερους από ένα αστυνομικούς ή περισσότερα από ένα πρόσωπα, αυτό δύναται να εκτελεστεί από όλους ή από οποιοδήποτε ή από περισσότερους του ενός από αυτούς."
Είναι η θέση του αιτητή ότι εφόσον η Διευθύντρια του Τμήματος Τελωνείων νομιμοποιείται να διεξάγει ανακρίσεις για αδικήματα που σχετίζονται με τις διατάξεις των περί Τελωνείων Νόμων, σύμφωνα με την εξουσιοδότηση του Υπουργικού Συμβουλίου της 18/2/2007, που βασίστηκε στο Άρθρο 4(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, η Διευθύντρια νομιμοποιείται επίσης να ζητά από το Δικαστήριο και την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης, αφού δεν υπάρχει οποιαδήποτε συνταγματική ή νομοθετική πρόνοια η οποία περιορίζει την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης σε μέλη της Αστυνομίας.
Η πιο πάνω εισήγηση είναι ανεδαφική. Οι εξουσίες των ανακριτών καθορίζονται με τις πρόνοιες των Άρθρων 4 και 5 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 και περιορίζονται στη διαδικασία που ακολουθείται από τους ανακριτές για τη διεξαγωγή ανακρίσεων σε σχέση με τη διάπραξη ενός ποινικού αδικήματος.
Μια προσεκτική εξέταση των προνοιών των Άρθρων 18(1) και 19(2) και (3) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, πάνω στα οποία βασίζεται η παρούσα αίτηση, δεν μπορεί να οδηγήσει σε συμπέρασμα ότι η Διευθύντρια έχει δικαιοδοσία να ζητά την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης. Η αναφορά στο Άρθρο 19(2) του Κεφ. 155, ότι ένα ένταλμα σύλληψης που εκδίδεται από ένα Δικαστή, "διατάσσει τον αστυνομικόν ή έτερον προς ον τούτο απευθύνεται να συλλάβη το πρόσωπον εναντίον του οποίου εκδίδεται", δεν μπορεί να ερμηνευθεί ότι παρέχει στη Διευθύντρια το δικαίωμα να αποτείνεται η ίδια στο Δικαστήριο για την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης αναφορικά με τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων που σχετίζονται με τις διατάξεις των περί Τελωνείων Νόμων. Ο μη ρητός αποκλεισμός της Διευθύντριας δεν εξυπακούει ότι αυτή μπορεί έμμεσα να απευθύνεται στο Δικαστήριο για την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης.
Μια σχετική με την παρούσα αίτηση είναι η διαδικασία διεξαγωγής ερευνών από τους λειτουργούς του Τμήματος Τελωνείων αναφορικά με παραβιάσεις προνοιών του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου (Ν. 94(Ι)/2004). Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 79 του πιο πάνω Νόμου, εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί του Τμήματος Τελωνείων δύνανται να εισέρχονται σε οικήματα για να ερευνήσουν το οίκημα και να επιθεωρήσουν οποιαδήποτε εμπορεύματα, αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία (Άρθρο 79(1)). Επιπρόσθετα όταν λειτουργός στο Τμήμα Τελωνείων έχει εύλογες υποψίες ότι σε οίκημα (που περιλαμβάνει και κατοικία) διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί αδίκημα που συνιστά παραβίαση της περί Τελωνείων νομοθεσίας, μπορεί να ζητήσει από το Δικαστήριο την έκδοση εντάλματος με το οποίο να εξουσιοδοτείται λειτουργός του Τμήματος να εισέλθει και ερευνήσει το καθοριζόμενο στο ένταλμα οίκημα (Άρθρο 19(3)). Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός που έχει δικαίωμα έρευνας (Άρθρο 79(1) και (2)) και δικαστική εξουσιοδότηση για τη διεξαγωγή έρευνας (Άρθρο 19(3)), δύναται,
(i) να κατακρατήσει, κατάσχει ή μετακινήσει οποιαδήποτε από τα εμπορεύματα, αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία ως αποδεικτικά στοιχεία για σκοπούς δικαστικής διαδικασίας και
(ii) να ερευνήσει οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκεται στο οίκημα όταν πιστεύει εύλογα ότι το πιο πάνω πρόσωπο έχει στην κατοχή του τέτοια εμπορεύματα, αρχεία, βιβλία ή έγγραφα.
Μια προσεκτική εξέταση των πιο πάνω προνοιών δεν αποκαλύπτει ότι τα πιο πάνω δικαιώματα περιλαμβάνουν και δικαίωμα σύλληψης. Όπως πολύ ορθά σημειώνεται στην απόφαση του Δικαστή ο οποίος απέρριψε την αίτηση της Διευθύντριας για την έκδοση εντάλματος σύλληψης, αν η Νομοθετική Εξουσία ήθελε να επεκτείνει το δικαίωμα αίτησης για την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης σε τελωνειακούς λειτουργούς, θα μπορούσε να είχε περιλάβει ένα τέτοιο δικαίωμα στη σχετική νομοθεσία.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.