ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2007) 1 ΑΑΔ 1186

12 Νοεμβρίου, 2007

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

1. ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΣΕΒΑΣΤΟΣ,

2. ΜΙΜΑ ΣΕΒΑΣΤΟΥ,

Εφεσείοντες,

ν.

ΜΑΙΡΗΣ ΣΕΒΑΣΤΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 3/2006)

 

Ακίνητη ιδιοκτησία ? Ακύρωση μεταβιβάσεων ακινήτων οι οποίες έγιναν με πλαστό πληρεξούσιο έγγραφο ? Κατά πόσο, δεδομένης της γνησιότητας της υπογραφής της μεταβιβάζουσας την περιουσία στο πληρεξούσιο έγγραφο, το Δικαστήριο έπρεπε να αποδεκτεί την εκδοχή της ότι ουδέποτε υπέγραψε το ίδιο το πληρεξούσιο ως πληρεξούσιο ή την εκδοχή του προσώπου προς όφελος του οποίου έγιναν οι μεταβιβάσεις, ότι το υπέγραψε.

Η εφεσίβλητη - ενάγουσα κίνησε αγωγή εναντίον του γιου της εφεσείοντος 1 ισχυριζόμενη ότι ουδέποτε έθεσε την υπογραφή της σε πληρεξούσιο έγγραφο με το οποίο τον εξουσιοδοτούσε να μεταβιβάσει επ' ονόματί του 23 οικόπεδα εγγεγραμμένα στο όνομά της. Η αγωγή εστρέφετο επίσης και εναντίον της εφεσείουσας 2, συζύγου του εφεσείοντος 1 προς την οποία αυτός μεταβίβασε 21 από τα οικόπεδα δια δωρεάς η οποία με τη σειρά της πώλησε 6 από αυτά. Όλοι οι αγοραστές ήσαν επίσης εναγόμενοι στην αγωγή της εφεσίβλητης, τελικά όμως αυτή απεσύρθη εναντίον τους και παρέμεινε προς εκδίκαση η νομιμότητα της μεταβίβασης στον εφεσείοντα 1 και ακολούθως στην εφεσείουσα 2 και η αποζημίωση, συμφωνηθείσα στο ποσό των £320.000, για την αξία των πωληθέντων οικοπέδων, που επίσης εξαρτάτο από τη νομιμότητα της αρχικής μεταβίβασης.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε αποδεκτεί μαρτυρία ότι η εφεσίβλητη είχε θέσει την υπογραφή της σε άδειες κόλλες καθ' υπόδειξη δικηγόρου που ενεργούσε και για το γιο της ώστε αυτές να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον καταρτισμό εγγράφων αν αυτό χρειάζετο, όπως και μαρτυρία της αδελφής του εφεσείοντος 1 ότι ο ίδιος της είχε πει ότι σκόπευε να εξασφαλίσει, όπως και εξασφάλισε, τη μεταβίβαση οικοπέδων της μητέρας του στην αδελφή του με πλαστό πληρεξούσιο έγγραφο που θα κατάρτιζε από άδειες κόλλες υπογραμμένες από τη μητέρα τους, παρά τις προσπάθειές της να τον αποτρέψει.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι το πληρεξούσιο, αν και έφερε τη γνήσια υπογραφή της εφεσίβλητης, ήταν πλαστό. Το Δικαστήριο κατέληξε ότι αν και η μαρτυρία της εφεσίβλητης δεν θα ήταν αφ' εαυτής ασφαλής, στο τέλος της ημέρας καθίστατο δεκτή σε συνάρτηση και με την απόρριψη της μαρτυρίας του εφεσείοντος 1. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι όχι μόνο ο εφεσείων 1 είχε κίνητρο και λόγους να θέλει να αποσπάσει την περιουσία της μητέρας του, την οποία θεωρούσε ότι δεν τη διαχειρίζετο σωστά, αλλά και ουδόλως μπορούσε να γίνει πιστευτή η εκδοχή του για τη γνησιότητα του πληρεξουσίου ιδιαίτερα λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν του, μεταξύ των οποίων, ήταν και το ότι πριν την ημερομηνία της φερόμενης κατάρτισης του επίδικου πληρεξουσίου, η εφεσίβλητη αρνείτο επανειλημμένα και επίμονα να δωρίσει άλλη ακίνητη περιουσία προς τον εφεσείοντα 1, μέχρι που υπέστη και σωματική επίθεση λόγω τούτου.

Η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης αμφισβητείται με την παρούσα έφεση. Βάση της έφεσης είναι η εισήγηση ότι, δεδομένης της διαπίστωσης της γνησιότητας της υπογραφής της εφεσίβλητης στο πληρεξούσιο, δεν μπορούσε να καταλήξει το Δικαστήριο άλλως πως για τη γνησιότητα του, και μάλιστα αφού δεν έκανε ευρήματα ως προς τις ακριβείς συνθήκες του πλαστού καταρτισμού του τον οποίο διαπίστωσε αλλά και αφού είχε πτωχή εικόνα για τη μαρτυρία της εφεσίβλητης. Με την έφεση προσβάλλεται και η περαιτέρω διαπίστωση ότι, δοθείσας της πλαστότητας του πληρεξουσίου και της ακύρωσης των αρχικών μεταβιβάσεων στο όνομα του εφεσείοντος 1, ήσαν άκυρες και οι επόμενες μεταβιβάσεις στην εφεσείουσα 2 καθ' όσον αυτή δεν ήταν αγοραστής με δίκαιο αντάλλαγμα καλή τη πίστει.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το ζητούμενο ως το κεντρικό επίδικο θέμα δεν ήταν η γνησιότητα της υπογραφής της εφεσίβλητης στο πληρεξούσιο αλλά, δεδομένου αυτού του στοιχείου, κατά πόσο έπρεπε να γίνει δεκτή η εκδοχή της εφεσίβλητης ότι δεν υπέγραψε το ίδιο το πληρεξούσιο ως πληρεξούσιο ή η εκδοχή του εφεσείοντος 1 ότι το υπέγραψε. Η κατάληξη του Δικαστηρίου να απορρίψει την εκδοχή του εφεσείοντος 1, αιτιολογείται πλήρως από τα στοιχεία της μαρτυρίας που τέθηκαν ενώπιόν του, στοιχεία τα οποία και καθιστούσαν μη εύλογη οποιαδήποτε αντίθετη κατάληξη.

2.    Ο λόγος έφεσης που αφορά στη διαπίστωση για την ακυρότητα των μεταβιβάσεων στην εφεσείουσα 2, δεν έχει αναπτυχθεί, πράγμα που εν πάση περιπτώσει θα ήταν δύσκολο να γίνει, ενόψει της αναντίλεκτης ορθότητας της νομικής θέσης του Δικαστηρίου επί του θέματος.

Η έφεση απορρίφθηκε με £2.500 έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Υπόθεση Αρ. 3788/2000), ημερομ. 21.12.2005.

Κ. Ανδρέου, για τους Εφεσείοντες.

Α. Ευτυχίου, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Χατζηχαμπής, Δ.:

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων 1, παρουσιάζοντας στο Κτηματολόγιο γενικό πληρεξούσιο έγγραφο από τη μητέρα του, που είναι η εφεσίβλητη, προς τον ίδιο, εξασφάλισε σύμφωνα με τους όρους του πληρεξουσίου την επ΄ονόματι του μεταβίβαση και εγγραφή 23 οικοπέδων τα οποία ήσαν εγγεγραμμένα επ΄ονόματι της μητέρας του. Λίγους μήνες μετά η εφεσίβλητη τον ενήγαγε ισχυριζόμενη ότι ουδέποτε του είχε δώσει τέτοιο πληρεξούσιο. Παρά ταύτα, στη συνέχεια ο εφεσείων πώλησε δύο οικόπεδα και μεταβίβασε τα υπόλοιπα 21 δια δωρεάς στη σύζυγο του, εφεσείουσα 2, η οποία με τη σειρά της πώλησε 6 από αυτά.  Όλοι οι αγοραστές ήσαν επίσης εναγόμενοι στην αγωγή της εφεσίβλητης, τελικά όμως αυτή απεσύρθη εναντίον τους και παρέμεινε προς εκδίκαση η νομιμότητα της μεταβίβασης στον εφεσείοντα 1 και ακολούθως στην εφεσείουσα 2 και η αποζημίωση, συμφωνηθείσα στο ποσό των £320.000, για την αξία των πωληθέντων οικοπέδων, που επίσης εξαρτάτο από τη νομιμότητα της αρχικής μεταβίβασης. 

Η υπογραφή της εφεσίβλητης στο πληρεξούσιο εκρίθη γνήσια από εμπειρογνώμονα μάρτυρα, αλλά ούτε και η ίδια αμφισβήτησε τη γνησιότητα της. Ήταν όμως η θέση της ότι η ίδια ουδέποτε έθεσε την υπογραφή της σε τέτοιο πληρεξούσιο.  Η υπογραφή της στο πληρεξούσιο, το οποίο έφερε ημερομηνία ενός μηνός πριν από τη μεταβίβαση, είχε πιστοποιηθεί από κοινοτάρχη στον οποίο το είχε παρουσιάσει για πιστοποίηση ο εφεσείων 1 αλλά στην απουσία της εφεσίβλητης.  Η εφεσίβλητη είχε στείλει και μια επιστολή στο Κτηματολόγιο, δύο μήνες πριν από τη μεταβίβαση, πληροφορώντας το ότι ακύρωνε όλα τα πληρεξούσια που ενδεχομένως να είχε δώσει για οποιαδήποτε μεταβίβαση κτήματος της.  Υπήρξε και δεύτερη επιστολή, η οποία παρελήφθη στο Κτηματολόγιο μια ημέρα πριν από τη μεταβίβαση με την οποία η εφεσίβλητη, η οποία εφέρετο να την είχε απευθύνει, το πληροφορούσε ότι υπέγραψε νέο πληρεξούσιο έγγραφο στον εφεσείοντα 1 και έτσι παρακαλούσε να μη ληφθεί υπόψη ως προς αυτό το πληρεξούσιο η επιστολή την οποία είχε αρχικά αποστείλει.  Η εφεσίβλητη όμως αρνήθηκε ότι απέστειλε τέτοια επιστολή και η υπογραφή της σε αυτή εκρίθη μη γνήσια από τον ίδιο εμπειρογνώμονα μάρτυρα.

Ήταν με αναφορά σε αυτό το υπόβαθρο που εδόθη η μαρτυρία.  Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος ο οποίος επελήφθη της υπόθεσης έκρινε ότι το πληρεξούσιο, αν και έφερε τη γνήσια υπογραφή της εφεσίβλητης, όπως ήταν η μαρτυρία του εμπειρογνώμονα, ήταν πλαστό.  Στην κατάληξη αυτή ήχθη αφού εξέτασε το σύνολο της ενώπιον του μαρτυρίας για να καταλήξει ότι, αν και η μαρτυρία της εφεσίβλητης δεν θα ήταν αφ΄ευατής ασφαλής, στο τέλος της ημέρας καθίστατο δεκτή σε συνάρτηση και με την απόρριψη της μαρτυρίας του εφεσείοντα 1.  Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος διαπίστωσε ότι όχι μόνο ο εφεσείων 1 είχε κίνητρο και λόγους να θέλει να αποσπάσει την περιουσία της μητέρας του, την οποία θεωρούσε ότι δεν τη διαχειρίζετο σωστά, αλλά και ουδόλως μπορούσε να γίνει πιστευτή η εκδοχή του για τη γνησιότητα του πληρεξουσίου ιδιαίτερα λαμβανομένων υπόψη των ακόλουθων στοιχείων (σελ.23-24): 

«1. Το ότι όχι πολύ πριν από την ημερομηνία της φερόμενης κατάρτισης του επίδικου πληρεξουσίου, η ενάγουσα αρνείτο επανειλημμένα και επίμονα να δωρίσει άλλη ακίνητη περιουσία προς τον εναγόμενο 1, μέχρι που υπέστη και σωματική επίθεση λόγω τούτου.

 2.  Το ότι όχι πολύ πριν από την ημερομηνία κατάρτισης του επίδικου πληρεξουσίου, η ενάγουσα παρέδωσε την επιστολή προς το Κτηματολόγιο με το οποίο ακύρωνε πληρεξούσια προς τα παιδιά της, ακριβώς για να αποτρέψει τυχόν περαιτέρω μεταβιβάσεις.

 3.  Τα στοιχεία μαρτυρίας περί της ύπαρξης υπογεγραμμένων από την ενάγουσα λευκών κόλλων που είχε δώσει προς το δικηγόρο κ.Μικέλλη.

 4.  Η μαρτυρία της αδελφής του εναγόμενου 1 περί του τρόπου κατάρτισης πληρεξουσίου από τον αδελφό της.

 5.  Η όχι πειστική εξήγηση που έδωσε ο εναγόμενος 1 σύμφωνα με την οποία η ενάγουσα υπέγραψε ενώπιον του το πληρεξούσιο χωρίς να προσδιορίσει πότε, πού και υπό ποιες συνθήκες.

 6.  Οι μεγάλες αδυναμίες που εγγενώς έχει η εκδοχή του εναγομένου 1 σύμφωνα με την οποία ενώ η μητέρα του στο παρελθόν αποδέχθηκε και του μεταβίβασε οικόπεδα πηγαίνοντας η ίδια προσωπικά στο Κτηματολόγιο όπου και προέβηκε στη μεταβίβαση 3 - 4 οικοπέδων μόνο, ενώ αργότερα, ενώ όλα έδειχναν ότι πεισματικά αρνείτο να δώσει και άλλα οικόπεδα, παρουσιάζεται να δίδει στον εναγόμενο 1, ένα γενικό αυτή τη φορά πληρεξούσιο, δίδοντας του εν λευκώ και στην απουσία της  το δικαίωμα να μεταβιβάσει επ΄ονόματι του, ολόκληρη την κινητή (sic) της περιουσία. Και να παρουσιάζεται από τον Μ.Υ.2 Λάρκου σαν ευχαριστημένη όταν επέστρεψε από το ταξίδι της και έμαθε ότι ο γιος της μεταβίβασε αυτή τη φορά όχι 2 - 3 οικόπεδα αλλά 23.  Και σε μια ανεξήγητη μεταστροφή αμέσως μετά, να επισκέπτεται το Κτηματολόγιο διαμαρτυρόμενη και να υποβάλλει καταγγελία στην αστυνομία.

 7.  Το γεγονός ότι η επιστολή - Τεκμ.7, από την οποία μόνο ο εναγόμενος 1 μπορούσε να ωφεληθεί αφού επιχειρούσε να περισώσει την ισχύ του επίδικου πληρεξουσίου, ήταν αποδεδειγμένα πλαστογραφημένη και καμιά εξήγηση δεν δόθηκε ως προς τα της αποστολής της.»

Να παρατηρήσουμε αναφορικά με τα στοιχεία 3 και 4 ότι ο ευπαίδευτος Πρόεδρος είχε αποδεκτεί μαρτυρία ότι η εφεσίβλητη είχε θέσει την υπογραφή της σε άδειες κόλλες καθ΄υπόδειξη δικηγόρου που ενεργούσε και για το γιο της ώστε αυτές να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον καταρτισμό εγγράφων αν αυτό χρειάζετο, όπως και μαρτυρία της αδελφής του εφεσείοντα 1 ότι ο ίδιος της είχε πει ότι σκόπευε να εξασφαλίσει, όπως και εξασφάλισε, τη μεταβίβαση οικοπέδων της μητέρας του στην αδελφή του με πλαστό πληρεξούσιο έγγραφο που θα κατάρτιζε από άδειες κόλλες υπογραμμένες από τη μητέρα τους, παρά τις προσπάθειες της να τον αποτρέψει. 

Η έφεση βασίζεται σε λανθασμένη αντίληψη των πραγμάτων.  Στη βάση της είναι η εισήγηση ότι, δεδομένης της διαπίστωσης της γνησιότητας της υπογραφής της εφεσίβλητης στο πληρεξούσιο, δεν μπορούσε να καταλήξει το Δικαστήριο άλλως πως για τη γνησιότητα του, και μάλιστα αφού δεν έκανε ευρήματα ως προς τις ακριβείς συνθήκες του πλαστού καταρτισμού του τον οποίο διαπίστωσε αλλά και αφού είχε πτωχή εικόνα για τη μαρτυρία της εφεσίβλητης.  Η γνησιότητα της υπογραφής της εφεσίβλητης στο πληρεξούσιο όμως έπαιρνε την υπόθεση μέχρις εκεί και όχι πιο πέρα.  Το ζητούμενο, ως το κεντρικό επίδικο θέμα, ήταν ακριβώς, τούτου δεδομένου, κατά πόσο έπρεπε να γίνει δεκτή η εκδοχή της εφεσίβλητης ότι ουδέποτε υπέγραψε το ίδιο το πληρεξούσιο ως πληρεξούσιο ή η εκδοχή του εφεσείοντα 1 ότι το υπέγραψε.  Αυτό ήταν το αμφισβητούμενο θέμα και ήταν ως προς αυτό που προβληματίστηκε το Δικαστήριο με αναφορά στην όλη μαρτυρία για να καταλήξει, δίδοντας τους λόγους του που συνάδουν με τη λογική των πραγμάτων στο απόσπασμα που παραθέσαμε.  Δεν υπάρχει οτιδήποτε στα αναφερόμενα στο περίγραμμα  για τους εφεσείοντες που να καταδεικνύει σφάλμα στην προσέγγιση του ευπαίδευτου Προέδρου με κατάληξη την απόρριψη της εκδοχής του εφεσείοντα 1.  Απεναντίας, τα στοιχεία αιτιολογούσαν πλήρως την κατάληξη εκείνη αλλά και καθιστούσαν μη εύλογη οποιαδήποτε αντίθετη κατάληξη. 

Με την έφεση προσβάλλεται και η περαιτέρω διαπίστωση του ευπαίδευτου Προέδρου ότι, δοθείσας της πλαστότητας του πληρεξουσίου και της ακύρωσης των αρχικών μεταβιβάσεων στο όνομα του εφεσείοντα 1, ήσαν άκυρες και οι επόμενες μεταβιβάσεις στην εφεσείουσα 2 καθ΄όσον αυτή δεν ήταν αγοραστής με δίκαιο αντάλλαγμα καλή τη πίστει.  Στο περίγραμμα η εισήγηση ότι η κατάληξη αυτή είναι λανθασμένη απλώς γίνεται και δεν αναπτύσσεται, πράγμα που εν πάση περιπτώσει θα ήταν δύσκολο να γίνει αφού η ορθότητα της νομικής αντίληψης του ευπαιδεύτου Προέδρου επί του θέματος είναι αναντίλεκτη. 

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Οι εφεσείοντες θα καταβάλουν στην εφεσίβλητη £2,500 έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με £2.500 έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο