ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 1000
29 Σεπτεμβρίου, 2006
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
HARVEST MARINE LIMITED,
Ενάγοντες,
v.
1. ONENEFF SHIPPING LIMITED,
2. DIMAX SHIPPING & CHARTERING LTD,
Εναγομένων.
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 13/2004)
Ναυτοδικείο ― Αγωγή για αθέτηση συμφωνίας χρονοναύλωσης πλοίου ― Πρόωρη παράδοση του πλοίου στους ενάγοντες, ιδιοκτήτες του πλοίου, από τους εναγόμενους, ναυλωτές του πλοίου ― Εκδόθηκε απόφαση υπέρ των εναγόντων και εις βάρος των εναγομένων μόνο για το ποσό των οφειλομένων αλλά μη καταβληθέντων ναύλων ― Οι ενάγοντες δεν υπέστησαν οποιαδήποτε πραγματική ζημιά εξαιτίας της πρόωρης παράδοσης του πλοίου, ένεκα των συνθηκών που επικρατούσαν στην αγορά δηλαδή ένεκα της αύξησης των ναύλων.
Κατά ή περί την 14/5/2003 υπεγράφη έγγραφο χρονοναύλωσης για ναύλωση του πλοίου της ενάγουσας στη δεύτερη εναγόμενη εταιρεία για περίοδο 12 μηνών. Ο ναύλος συμφωνήθηκε σε 2.100 Δολάρια Αμερικής ημερησίως και ήταν προπληρωτέος ανά δεκαπενθήμερο.
Σύμφωνα με τους ενάγοντες η δεύτερη εναγόμενη αθέτησε τη συμφωνία χρονοναύλωσης μη πληρώνοντας έγκαιρα τον ναύλο σε δύο περιπτώσεις και ζητώντας την παράδοση εμπορευμάτων σε συγκεκριμένο λιμάνι της Ισπανίας, χωρίς όμως να παρουσιάσει στον καπετάνιο του πλοίου τα απαραίτητα έγγραφα, δηλαδή τις φορτωτικές και εγγύηση προσυπογραμμένη και από τράπεζα καλής φήμης.
Εν όψει των διαφορών που προέκυψαν μεταξύ των εναγόντων και των δευτέρων εναγομένων οι δεύτεροι εναγόμενοι επέστρεψαν το πλοίο στους ενάγοντες πριν συμπληρωθεί η περίοδος των 12 μηνών. Οι ενάγοντες με την Αναφορά τους αξιώνουν όλο το δεδουλευμένο ενοίκιο του πλοίου δυνάμει των όρων του ναυλοσυμφώνου ημερ. 14/5/2003 και το οποίο αφορά την περίοδο από 24/7/2003 (ημερομηνία παράδοσης του πλοίου στους ενάγοντες) μέχρι 22/5/2004 (ημερομηνία που έληγε κανονικά η περίοδος της χρονοναύλωσης). Το ποσό αυτό ανέρχεται σε 265,384.41 Δολάρια Η.Π.Α. ή το ισάξιο σε κυπριακές λίρες. Αξιώνουν επίσης οι ενάγοντες το ποσό των 21,800 ευρώ ή το ισάξιο του σε κυπριακές λίρες, ως ποσό που καταβλήθηκε από την ενάγουσα εκ μέρους και για λογαριασμό των εναγομένων, κατά τη διάρκεια της ισχύος του προαναφερόμενου ναυλοσυμφώνου. Ακόμα οι ενάγοντες αξιώνουν αποζημιώσεις για αναίτια δι' αποκηρύξεως παράβαση (repudiatory breach) και πρόωρο τερματισμό του ναυλοσυμφώνου, εκ μέρους των εναγομένων.
Οι εναγόμενοι ισχυρίζονται πως η πρώτη εναγόμενη εταιρεία δεν εμπλέκετο στο πιο πάνω ναυλοσύμφωνο και ότι δεν εγγυήθηκε τη δεύτερη εναγόμενη εταιρεία. Η δεύτερη εναγόμενη εταιρεία αρνείται ότι καθυστέρησε την πληρωμή οποιουδήποτε ναύλου και επιρρίπτει ευθύνη για αθέτηση της μεταξύ τους συμφωνίας στους ενάγοντες. Με την ανταξίωση της αξιώνει συνολικό ποσό 71.549,15 Δολάρια Η.Π.Α. για προμήθεια επί ναύλου, απώλεια ναύλου για φορτία που δεν φορτώθηκαν, καύσιμα κατά την επιστροφή του πλοίου, για την περίοδο που το πλοίο ήταν εκτός ναύλου (21 - 24/7/2006), για αναμονή λιμενεργατών για εκφόρτωση την 21/7/2003 και για έξοδα των πλοιοκτητών στην Ελευσίνα και την Χαλκίδα. Οι εναγόμενοι 2 δέχονται ότι όφειλαν στην ενάγουσα σε ναύλα ποσό 38.073 Δολαρίων Η.Π.Α. και ως εκ τούτου, συμψηφίζοντας τα δύο ποσά, αξιώνουν μόνον το υπόλοιπο του προαναφερόμενου ποσού των 71.549,15 Δολαρίων Η.Π.Α., δηλαδή 33.476,15 Δολάρια Η.Π.Α. Οι εναγόμενοι 2 περιπλέον αξιώνουν 400.000 Δολάρια Η.Π.Α. ως διαφυγόντα κέρδη από ναύλα φορτίων που θα εξεύρισκαν κατά τη διάρκεια του εναπομείναντος χρόνου του ναυλοσυμφώνου (περίπου 10 μήνες).
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι ενάγοντες δικαιούνται εναντίον των δευτέρων εναγομένων μόνο το ποσό των 63.000 Δολαρίων Αμερικής που συνιστά το ποσό των οφειλομένων αλλά μη καταβληθέντων ναύλων και εκδίδεται η ανάλογη απόφαση με έξοδα υπέρ των εναγόντων και εις βάρος των δευτέρων εναγομένων, στην ανάλογη κλίμακα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
2. Η αγωγή εναντίον των πρώτων εναγομένων αποτυγχάνει εφόσον δεν αποδείχτηκε συμβατική σχέση μεταξύ εναγόντων και πρώτων εναγομένων ούτε και οποιαδήποτε εμπλοκή των πρώτων εναγομένων στην προαναφερόμενη συμφωνία. Με έξοδα εις βάρος των εναγόντων όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
3. Η ανταπαίτηση των δευτέρων εναγομένων απορρίπτεται, λόγω της αποτυχίας τους να αποδείξουν ότι οι ενάγοντες αθέτησαν τη μεταξύ τους συμφωνία ή ότι αυτοί (οι εναγόμενοι 2) υπέστησαν οποιαδήποτε ζημιά εξαιτίας τέτοιας αθέτησης. Με έξοδα εις βάρος τους, τα οποία θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Εκδόθηκε απόφαση και διαταγή εξόδων ως ανωτέρω.
Αγωγή Ναυτοδικείου.
A. Χαβιαράς, για τους Ενάγοντες.
Α. Θεοφίλου, για τους Εναγομένους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η ενάγουσα ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο ιδιοκτήτρια του πλοίου Μ/V ORION (το πλοίο) το οποίο ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο εγγεγραμμένο στο νηολόγιο της Μάλτας.
Μεταξύ της ενάγουσας και της δεύτερης εναγόμενης εταιρείας υπογράφηκε έγγραφο χρονοναύλωσης, κατά ή περί την 14.5.2003, για ναύλωση του πλοίου, για περίοδο 12 μηνών. Ο ναύλος συμφωνήθηκε σε 2.100 Δολάρια Αμερικής ημερησίως και ήταν προπληρωτέος ανά δεκαπενθήμερο.
Είναι η θέση των εναγόντων ότι η προαναφερόμενη χρονοναύλωση, η οποία έπετο χρονικά προηγούμενης χρονοναύλωσης, στην οποία εμπλέκετο και η πρώτη εναγόμενη εταιρεία, τελούσε υπό το ίδιο νομικό καθεστώς, όπως και η πρώτη χρονοναύλωση, δηλαδή ότι η πρώτη εναγόμενη εταιρεία ήταν εγγυήτρια της δεύτερης.
Σύμφωνα με τους ενάγοντες η δεύτερη εναγόμενη αθέτησε τη συμφωνία χρονοναύλωσης μη πληρώνοντας έγκαιρα τον ναύλο σε δύο περιπτώσεις και ζητώντας την παράδοση εμπορευμάτων σε συγκεκριμένο λιμάνι της Ισπανίας, χωρίς όμως να παρουσιάσει στον καπετάνιο του πλοίου τα απαραίτητα έγγραφα, δηλαδή τις φορτωτικές και εγγύηση προσυπογραμμένη και από τράπεζα καλής φήμης.
Εν όψει των διαφορών που προέκυψαν μεταξύ των εναγόντων και των δευτέρων εναγομένων οι δεύτεροι εναγόμενοι ζήτησαν την επιστροφή του πλοίου στους ενάγοντες πολύ πριν συμπληρωθεί η περίοδος των 12 μηνών, πράγμα το οποίο και έγινε. Οι ενάγοντες με την Αναφορά τους αξιώνουν όλο το δεδουλευμένο ενοίκιο του πλοίου δυνάμει των όρων του ναυλοσυμφώνου ημερ. 14.5.2003 και το οποίο αφορά την περίοδο από 24.7.2003 (ημερομηνία παράδοσης του πλοίου στους ενάγοντες) μέχρι 22.5.2004 (ημερομηνία που έληγε κανονικά η περίοδος της χρονοναύλωσης). Το ποσό αυτό ανέρχεται σε 265,384.41 Δολάρια Η.Π.Α. ή το ισάξιο τους σε κυπριακές λίρες. Αξιώνουν επίσης οι ενάγοντες το ποσό των 21,800 ευρώ ή το ισάξιο του σε κυπριακές λίρες, ως ποσό που καταβλήθηκε από την ενάγουσα εκ μέρους και για λογαριασμό των εναγομένων, κατά τη διάρκεια της ισχύος του προαναφερομένου ναυλοσυμφώνου. Ακόμα οι ενάγοντες αξιώνουν αποζημιώσεις για αναίτια και δι' αποκηρύξεως παράβαση (repudiatory breach) και πρόωρο τερματισμό του ναυλοσυμφώνου, εκ μέρους των εναγομένων.
Οι εναγόμενοι ισχυρίζονται πως η πρώτη εναγόμενη εταιρεία δεν είχε οποιαδήποτε εμπλοκή στο προαναφερόμενο δεύτερο ναυλοσύμφωνο, ημερ. 14.5.2003 και ότι δεν εγγυήθηκε τη δεύτερη εναγόμενη εταιρεία. Η δεύτερη εναγόμενη εταιρεία αρνείται ότι καθυστέρησε την πληρωμή οποιουδήποτε ναύλου και λέγει ότι οι ενάγοντες αθέτησαν τη μεταξύ τους συμφωνία: (α) επειδή ο καπετάνιος του πλοίου δεν ακολουθούσε τις οδηγίες των δευτέρων εναγομένων, όπως είχε υποχρέωση, αναφορικά με τη φόρτωση εμπορευμάτων στο πλοίο, και (β) επειδή ο καπετάνιος δεν δεχόταν να ξεφορτώσει τα εμπορεύματα στο λιμάνι που του υπεδείκνυαν οι εναγόμενοι 2, παράλογα, ζητώντας τα πρωτότυπα των φορτωτικών και εγγύηση προσυπογραμμένη από τράπεζα. Με αυτά τα δεδομένα η εναγόμενη 2 δεν είχε άλλη επιλογή από του να παραδώσει πρόωρα το πλοίο στους ενάγοντες, πράγμα το οποίο έπραξε την 21.7.2003. Εξαιτίας της πρόωρης παράδοσης του πλοίου οι ενάγοντες δεν υπέστησαν οποιαδήποτε ζημιά εφόσον τα ποσά που πληρώνονταν για την ναύλωση πλοίων από τον Ιούλιο του 2003 μέχρι τον Μάιο του 2004 ήταν πολύ μεγαλύτερα από εκείνα που προνοούνταν στο ναυλοσύμφωνο και επομένως οι ενάγοντες όχι μόνον δεν υπέστησαν ζημιά αλλά έκαμαν και κέρδος εξαιτίας της πρόωρης παράδοσης του πλοίου τους. Με την ανταξίωση τους οι εναγόμενοι 2 αξιώνουν συνολικό ποσό 71.549,15 Δολάρια Η.Π.Α. για προμήθεια επί ναύλου, απώλεια ναύλου για φορτία που δεν φορτώθηκαν, καύσιμα κατά την επιστροφή του πλοίου, για την περίοδο που το πλοίο ήταν εκτός ναύλου (21 - 24.7.2003), για αναμονή λιμενεργατών για εκφόρτωση την 21.7.2003 και για έξοδα των πλοιοκτητών στην Ελευσίνα και την Χαλκίδα. Οι εναγόμενοι 2 δέχονται ότι όφειλαν στην ενάγουσα σε ναύλα ποσό 38.073 Δολαρίων Η.Π.Α. και ως εκ τούτου, συμψηφίζοντας τα δύο ποσά, αξιώνουν μόνον το υπόλοιπο του προαναφερόμενου ποσού των 71.549,15 Δολαρίων Η.Π.Α., δηλαδή 33.476,15 Δολάρια Η.Π.Α.. Οι εναγόμενοι 2 περιπλέον αξιώνουν 400.000 Δολάρια Η.Π.Α. ως διαφυγόντα κέρδη από ναύλα φορτίων που θα εξεύρισκαν κατά τη διάρκεια του εναπομείναντος χρόνου του ναυλοσυμφώνου (περίπου 10 μήνες).
Ενώπιον του δικαστηρίου κατατέθηκε πληθώρα εγγράφων ως τεκμήρια και έδωσαν μαρτυρία, για τους ενάγοντες ο κ. Διαμαντής Βογιατζίδης, πλοίαρχος από την Αθήνα, ενώ για τους εναγόμενους έδωσε μαρτυρία ο κ. Στάθης Αγαθοκλέους, που κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν Διευθυντής των δύο εναγομένων εταιρειών, και ο κ. Miomir Mladenovic.
Κατά την ακροαματική διαδικασία η ανταξίωση των πρώτων εναγομένων αποσύρθηκε και απορρίφθηκε.
Παρακολούθησα με προσοχή τους μάρτυρες που έδωσαν μαρτυρία ενώπιόν μου. Ο Μ.Ε. 1 κ. Διαμαντής Βογιατζίδης δεν μου έδωσε την εντύπωση μάρτυρα στου οποίου τη μαρτυρία μπορώ να βασιστώ. Κατέληξα στο συμπέρασμα αυτό αφού έλαβα υπόψη ότι ο μάρτυρας αυτός απέφυγε να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις, όπως π.χ. αν το πλοίο εγκαταλείφθηκε τελικά στην ασφαλιστική εταιρεία ή όχι και περιέπεσε και σε κάποιες αντιφάσεις όπως αναφορικά με την ιδιοκτησία του πλοίου μετά που μετονομάστηκε σε «ΚΑΤΙΝΑ». Σε κάποιο σημείο της μαρτυρίας του, όταν δεν μπορούσε να δικαιολογήσει τους λογαριασμούς των εναγόντων είπε ότι τους λογαριασμούς τους έκανε το λογιστήριο και αν υπάρχουν λάθη θα πρέπει να διορθωθούν, είναι όμως καλόπιστα λάθη και όχι σκόπιμα. Δεν είμαι διατεθειμένος να βασιστώ στη μαρτυρία του μάρτυρα αυτού την οποία απορρίπτω.
Ο Μ.Υ.1 κ. Αγαθοκλέους επίσης δεν έδωσε την εντύπωση μάρτυρος στου οποίου τη μαρτυρία μπορώ να βασιστώ. Παρά τη θέση του μάρτυρα, όπως φαίνεται στη γραπτή του κατάθεση η οποία κατατέθηκε υπό τύπο κυρίως εξετάσεως, ότι οι εναγόμενοι 2 δεν παραδέχονται ότι οφείλονται δεδουλευμένα ενοίκια ή δόσεις ναύλου, εντούτοις είναι φανερό ότι τέτοια ενοίκια οφείλονταν, όπως γίνεται παραδεκτό και στο δικόγραφο της εναγομένης 2. Δεν μπορώ να δεχθώ ούτε αυτού του μάρτυρα τη μαρτυρία ως αληθινή.
Ο Μ.Υ.2 κ. Mladenovic έδωσε στο δικαστήριο την εντύπωση αξιόπιστου μάρτυρα, που γνώριζε το θέμα για το οποίο έδωσε μαρτυρία, δεν περιέπεσε σε ουσιαστικές αντιφάσεις και δέχομαι τη μαρτυρία του ως ορθή. Βασικά ο μάρτυρας αυτός ανέφερε ότι η αγορά ενοικίασης πλοίων από τον Ιούλιο 2003 μέχρι τον Μάιο 2004 ανέβαινε και ότι ο ίδιος ήταν έτοιμος να ενοικιάσει το πλοίο, για μεταφορά εμπορευμάτων, με ψηλότερες τιμές απ' αυτές που συμφωνήθηκαν μεταξύ των συμβληθέντων.
Με βάση τα προαναφερόμενα, καταλήγω στα εξής ευρήματα:
(α) Οι ενάγοντες και οι δεύτεροι εναγόμενοι υπέγραψαν συμφωνία χρονοναύλωσης στις 14.5.2003. Η περίοδος της χρονοναύλωσης θα ήταν 12 μήνες συν πλην 10 μέρες και θα άρχιζε στις 20.5.2003. Ο ναύλος συμφωνήθηκε σε 2.100 Δολάρια την ημέρα και ήταν προπληρωτέος ανά δεκαπενθήμερο.
(β) Η πρώτη εναγόμενη εταιρεία καμιά εμπλοκή δεν είχε στη μεταξύ των εναγόντων και εναγομένων 2 προαναφερόμενη συμφωνία ναύλωσης.
(γ) Στις 6.7.2003 και 21.7.2003 ο ναύλος δεν καταβλήθηκε από τους εναγόμενους 2 στους ενάγοντες και παραμένει πληρωτέος.
(δ) Προέκυψαν διαφορές μεταξύ των συμβληθέντων και ο καπετάνιος του πλοίου αρνείτο να εκφορτώσει τα εμπορεύματα των δευτέρων εναγομένων στην πόλη Sagunto της Ισπανίας αν δεν του παραδίδονταν τρεις φορτωτικές και εγγύηση προσυπογραμμένη από καλήν τράπεζα.
(ε) Ως αποτέλεσμα των προαναφερομένων διαφορών οι εναγόμενοι 2 ζήτησαν και παρέδωσαν το πλοίο στους ενάγοντες στις 24.7.2004 αφού είχαν ζητήσει από 21.7.2004 πρόωρο τερματισμό της χρονοναύλωσης.
(στ) Κατά το χρόνο του πρόωρου τερματισμού της χρονοναύλωσης οι τιμές ναύλωσης πλοίων είχαν ανεβεί και συνέχισαν να ανεβαίνουν σταθερά μέχρι το τέλος της κανονικής περιόδου χρονοναύλωσης. Οι ενάγοντες, μετά την παράδοση του πλοίου, δεν υπέστησαν οποιαδήποτε ζημία εξαιτίας της πρόωρης παράδοσης του πλοίου από τους εναγόμενους 2, λόγω της προαναφερόμενης αύξησης των τιμών για ναυλώσεις πλοίων.
Τα συμπεράσματα μου είναι τα εξής:
1. Τα προαναφερόμενα ενοίκια, που ήταν πληρωτέα στις 6.7.2003 και 21.7.2003, οφείλονταν και εξακολουθούν να οφείλονται από τους εναγόμενους 2 στους ενάγοντες. Αυτό συνιστούσε αθέτηση της συμφωνίας χρονοναύλωσης, εκ μέρους των εναγομένων 2.
2. Ο καπετάνιος του πλοίου είχε δικαίωμα να αρνηθεί την εκφόρτωση των εμπορευμάτων στο προαναφερόμενο λιμάνι της Ισπανίας αν δεν του παραδίδονταν οι τρεις φορτωτικές και εγγύηση προσυπογραμμένη από καλήν τράπεζα (Δέστε: Τεκμήριον 18). Επομένως δεν υπήρξε αθέτηση της συμφωνίας χρονοναύλωσης, εκ μέρους των εναγόντων, σ' αυτό το θέμα.
3. Οι δεύτεροι εναγόμενοι δεν απέδειξαν, με αξιόπιστη μαρτυρία, ότι οι ενάγοντες αθέτησαν τη μεταξύ τους συμφωνία και σ' ότι αφορά την ισχυριζόμενη άρνηση του πλοιάρχου να ακολουθήσει τις οδηγίες τους κατά τον ουσιώδη χρόνο ή ότι υπέστησαν οποιαδήποτε ζημιά, εξαιτίας των πράξεων ή παραλείψεων των εναγόντων.
4. Οι ενάγοντες δεν υπέστησαν οποιαδήποτε πραγματική ζημιά εξαιτίας της πρόωρης παράδοσης του πλοίου ένεκα των συνθηκών που επικρατούσαν στην αγορά, δηλαδή ένεκα της αύξησης των ναύλων.
5. Οι ενάγοντες επίσης απέτυχαν να αποδείξουν, με αξιόπιστη μαρτυρία, ότι υπέστησαν οποιαδήποτε άλλη ζημιά εξαιτίας των αθετήσεων της συμφωνίας εκ μέρους των δευτέρων εναγομένων.
6. Οι πρώτοι εναγόμενοι ουδεμίαν ανάμειξη ή ευθύνη είχαν για την προαναφερόμενη συμφωνία χρονοναύλωσης.
Εν όψει των προαναφερομένων θεωρώ ότι οι ενάγοντες, δυνάμει του ναυλοσυμφώνου - τεκμηρίου 18, δικαιούνται στα δύο οφειλόμενα (στις 6.7.2003 και 21.7.2003) αλλά μη καταβληθέντα προπληρωτέα δεκαπενθήμερα ενοίκια του πλοίου (δηλαδή σε 30 ημέρες Χ $2.100 ημερησίως = $63.000) αλλά δεν δικαιούνται σε οτιδήποτε άλλο, εφόσον με την πρόωρη (και αντισυμβατική) παράδοση του πλοίου σ' αυτούς, αυτοί είχαν και την ευκαιρία να πραγματοποιήσουν κέρδος. Εν πάση περιπτώσει οι ενάγοντες απέτυχαν να αποδείξουν οποιαδήποτε ζημιά, με αξιόπιστη μαρτυρία. Δεν θα μειώσω το προαναφερόμενο ποσό με οποιοδήποτε ποσοστό προμήθειας, εφόσον αν κάποιοι δικαιούντο σε προμήθεια, αυτοί θα ήταν οι πρώτοι εναγόμενοι, οι οποίοι απέσυραν την ανταπαίτησή τους.
Οι εναγόμενοι 2 επίσης απέτυχαν να αποδείξουν, με αξιόπιστη μαρτυρία, ότι οι ενάγοντες αθέτησαν τη μεταξύ τους συμφωνία ή ότι αυτοί (οι εναγόμενοι 2) υπέστησαν οποιαδήποτε ζημιά εξαιτίας τέτοιας αθέτησης.
Η αγωγή εναντίον των πρώτων εναγομένων απέτυχε εφόσον δεν αποδείχτηκε συμβατική σχέση μεταξύ εναγόντων και πρώτων εναγομένων ούτε και οποιαδήποτε εμπλοκή των πρώτων εναγομένων στην προαναφερόμενη συμφωνία.
Κατά συνέπεια η αγωγή εναντίον των πρώτων εναγομένων απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των εναγόντων, τα οποία να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή. Εκδίδεται απόφαση υπέρ των εναγόντων και εις βάρος των δευτέρων εναγομένων για το ποσό των 63.000 Δολαρίων Αμερικής, που συνιστά το ποσό των οφειλομένων αλλά μη καταβληθέντων ναύλων. Υπέρ των εναγόντων και εις βάρος των δευτέρων εναγομένων επιδικάζονται έξοδα στην ανάλογη κλίμακα, όπως θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή.
Η ανταπαίτηση των δευτέρων εναγομένων απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος τους, τα οποία θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή.
Eκδίδεται απόφαση για διαταγή εξόδων ως ανωτέρω.