ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 1 ΑΑΔ 952

26 Σεπτεμβρίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΕΥΑΝΘΗ ΙΩΑΝΝΟΥ,

Εφεσείων-Ενάγων,

v.

ROYAL INTERNATIONAL INSURANCE HOLDINGS LTD,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 145/2005)

 

Ασφάλιση ― Ασφαλιστικό συμβόλαιο ― Αγωγή εναντίον ασφαλιστικής εταιρείας για ανάκτηση ποσού το οποίο, κατ' ισχυρισμό, αντιπροσώπευε τις ζημιές που προκλήθηκαν στο ακίνητο του ασφαλιζόμενου από σεισμική δόνηση ― Απόρριψη αγωγής με το σκεπτικό ότι δεν αποδείχθηκε η ύπαρξη ασφαλιστικού συμβολαίου ― Ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης κατ' έφεση ― Παραπομπή της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου που την εκδίκασε πρωτοδίκως για να αποφασίσει το ποσό που η ασφαλιστική εταιρεία υποχρεούται να καταβάλει στον ασφαλιζόμενό της.

Δικαιώματα διαδίκου ― Δίκαιη δίκη ― Μια από τις βασικές προϋποθέσεις της είναι η υποχρέωση πληροφόρησης μεταξύ των αντιδίκων της υπόθεσής τους.

Εφετείο ― Παρατηρήσεις Εφετείου ― (Α) Σε σχέση με την υποχρέωση των ασφαλιστικών εταιρειών για τίμηση των συμβολαίων τους και (Β) Σε σχέση με την υποχρέωση καθορισμού των επίδικων θεμάτων ενώπιον του Δικαστηρίου.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού απέρριψε την αγωγή του εφεσείοντος με την οποία ζητούσε αποζημιώσεις ύψους £4.860 για ζημιές που προκλήθηκαν στο ακίνητο του από σεισμική δόνηση που έγινε στη Λεμεσό. Η εφεσίβλητη δεν αμφισβητούσε την ύπαρξη του ασφαλιστικού συμβολαίου το οποίο κατατέθηκε κοινή συναινέσει, εφόσον γινόταν και παραδεκτό στην έκθεση υπεράσπισης. Το σκεπτικό του Δικαστηρίου ήταν ότι ο εφεσείων δεν κατόρθωσε να αποδείξει την ύπαρξη ασφαλιστικού συμβολαίου και γι' αυτό η αγωγή του έπρεπε να απορριφθεί.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ολόκληρο το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης είναι εσφαλμένο.

2.  Η υπόθεση έπρεπε να ιδωθεί στη βάση του μόνου επίδικου θέματος, που ήταν το ύψος του ποσού για την αποκατάσταση της ζημιάς που υπέστη το ακίνητο του εφεσείοντος από το σεισμό. Η εφεσίβλητη ισχυριζόταν πως η ζημιά στο ακίνητο από το σεισμό θα μπορούσε να αποκατασταθεί με πολύ μικρότερο κόστος, περίπου £400.

3.  Η δίκη επί του σημείου κατά πόσο υπήρχε ή όχι ασφαλιστικό συμβόλαιο ήταν αχρείαστη. Η εφεσίβλητη είχε παραδεκτεί την ύπαρξη του ασφαλιστικού συμβολαίου με τον εφεσείοντα. Είχε και η ίδια υποχρέωση να το παρουσιάσει. Μία από τις βασικές προϋποθέσεις της δίκαιης δίκης είναι η υποχρέωση πληροφόρησης μεταξύ των αντιδίκων της υπόθεσής τους.

4.  Η πρωτόδικος δικαστής δεν καθόρισε το ποσό που, κατά την κρίση της, η εφεσίβλητη πρέπει να καταβάλει στον εφεσείοντα, όπως η καθιερωμένη πάγια πρακτική όταν απορρίπτεται η απαίτηση του ενάγοντος. Ως εκ τούτου παραπέμπεται η υπόθεση ενώπιον της ιδίας δικαστού για να αποφασίσει το ζήτημα, στη βάση της μαρτυρίας που έχει ήδη προσκομιστεί ενώπιον της, αφού ακούσει και τους δικηγόρους. Τα έξοδα όλων των διαδικασιών θα βαρύνουν την εφεσίβλητη στην ανάλογη κλίμακα, όταν θα καθοριστεί το ποσό στο οποίο δικαιούται ο εφεσείων.

Η έφεση επιτράπηκε. Εκδόθηκε διαταγή ως ανωτέρω.

Παρατηρήσεις Εφετείου:

1.  Αναμένεται από τις ασφαλιστικές εταιρείες να τιμούν τα συμβόλαια τους, όπου πρέπει, κατά λογική συνέπεια και ισότιμο τρόπο, με τους ασφαλιζόμενους.

2.  Στις διαδικασίες πριν από την ακρόαση, οι δικηγόροι, αλλά και το Δικαστήριο οφείλουν να καθορίσουν με ακρίβεια και καθαρότητα τα επίδικα θέματα.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπ.�Αρ. 4311/01), ημερ. 29/3/05.

Ν. Πουμπουρίδης για Α. Νεοκλέους, για τον Εφεσείοντα.

Στ. Οικονόμου, για τον Εφεσίβλητο.

Ex tempore

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Ο εφεσείων-ενάγων αξίωσε από την εφεσίβλητη-εναγόμενη, ασφαλιστική εταιρεία, αποζημιώσεις ύψους £4.860 για ζημιές που προκλήθηκαν σε ακίνητο του ως αποτέλεσμα σεισμικής δόνησης που έγινε στη Λεμεσό. Ήταν η θέση του εφεσείοντος πως μετά την υποβολή σχετικού αιτήματος προς την εφεσίβλητη, η τελευταία εξέδωσε προς αυτόν το ασφαλιστικό συμβόλαιο με αριθμό C1003410-A323, με το οποίο καλύπτονταν ζημιές σε ακίνητη ιδιοκτησία του από διάφορες αιτίες, μεταξύ αυτών και σεισμό. Πλήρωνε δε τακτικά, και έναντι αποδείξεων, τα ασφάλιστρα του. Η εφεσίβλητη αρνήθηκε να καταβάλει στον εφεσείοντα το πιο πάνω ποσό και ως εκ τούτου προχώρησε με αγωγή εναντίον της. Η αγωγή καταχωρίστηκε στις 12.7.2001. Η υπόθεση εκδικάστηκε από δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, η οποία και εξέδωσε την απόφαση της στις 29.3.2005. Η απόφαση είναι μακροσκελής, περίπου 28 σελίδες. Απορρίφθηκε η αγωγή του εφεσείοντα γιατί κρίθηκε πως δεν κατόρθωσε να αποδείξει την ύπαρξη ασφαλιστικού συμβολαίου.

Έχουμε τη γνώμη, με εκτίμηση στην πρωτόδικο δικαστή, πως ολόκληρο το σκεπτικό της απόφασης είναι εσφαλμένο. Η δικαστής ασχολήθηκε επί μακρόν με τη νομολογία που αφορά στο βάρος της απόδειξης σε πολιτική υπόθεση και στο είδος της αποδεκτής μαρτυρίας. Διέλαθαν όμως της προσοχής της απλά γεγονότα, που προχωρούμε να επισημάνουμε, και τα οποία καθιστούσαν αχρείαστη τέτοια ενασχόληση. Η εφεσίβλητη δέκτηκε πως υπάρχει το πιο πάνω συμβόλαιο. Αυτό γίνεται παραδεκτό όχι μόνο στην έκθεση υπερασπίσεως αλλά δηλώθηκε  και στο Δικαστήριο πριν από την έναρξη της δίκης. Επί του προκειμένου ο δικηγόρος της εφεσίβλητης δηλώνει τα εξής σχετικά,  όπως καταγράφονται στο πρακτικό. 

«Γίνεται παραδεκτό γεγονός εκ μέρους μας ότι υπάρχει το συμβόλαιο ασφάλειας C1003410-A323 μεταξύ του ενάγοντα και εκ συμφώνου κατατίθεται ως τεκμήριο προς αναγνώριση

Υπογραμμίζουμε τη λέξη «αναγνώριση» γιατί από αυτή οδηγήθηκε στην απόρριψη η αγωγή του εφεσείοντα. Και τούτο γιατί η δικαστής έκρινε, και ορθά, πως στη μαρτυρία του ο εφεσείων δεν πήρε το συμβόλαιο στα χέρια του για να το καταθέσει ως τεκμήριο.

Ο δικηγόρος του εφεσείοντος εισηγήθηκε πως η λέξη «αναγνώριση» γράφτηκε κατά λάθος στο πρακτικό. Στην πραγματικότητα κατατέθηκε το ασφαλιστικό συμβόλαιο κοινή συναινέσει, εφόσον γινόταν και παραδεκτό στην έκθεση υπεράσπισης της εφεσίβλητης.  Έχει δίκαιο ο δικηγόρος του εφεσείοντα, και για την ορθότητα της θέσης του συνηγορούν τα εξής: Είναι προφανές, από ολόκληρη τη διαδικασία, πως η εφεσίβλητη δεν αμφισβητούσε την ύπαρξη του ασφαλιστικού συμβολαίου, γι' αυτό και δεν υποβλήθηκε κάτι τέτοιο στον ενάγοντα όταν κατέθετε. Ολόκληρη η αντεξέταση του επικεντρώθηκε στην αμφισβήτηση από την εφεσίβλητη του ύψους του ποσού που αξίωνε. Η εφεσίβλητη ισχυριζόταν πως οι ζημιές στο ακίνητο του εφεσείοντα από το σεισμό θα μπορούσαν να αποκατασταθούν με πολύ μικρότερο κόστος, περίπου £400. Η ίδια η εφεσίβλητη είχε διορίσει και δικό της ειδικό εκτιμητή για να κοστολογήσει τις ζημιές. Το συμβόλαιο είχε κατατεθεί, όπως είπαμε, στο Δικαστήριο και σ' αυτό ρητά αναφέρεται, κάτω από τον τίτλο, EXTENSIONS OPERATIVE (A) explosion (B) aircraft (C) earthquake...Excess C£100.

Δύο μόνο σχόλια προτού τελειώσουμε. Δεν αφήνει ευχάριστη εντύπωση, στη βάση των πιο πάνω δεδομένων, το γεγονός ότι η εφεσίβλητη δεν καθόρισε με ακρίβεια τη θέση της ενώπιον του Δικαστηρίου. Πρόκειται για ασφαλιστική εταιρεία, και τα Δικαστήρια, σύμφωνα με πάγια νομολογία, θεωρούν πως το αίτημα για ασφάλιση, συνοδευόμενο από τα αναγκαία στοιχεία που η ίδια η ασφαλιστική εταιρεία απαιτεί προτού δεχθεί τον κίνδυνο και εκδώσει το ασφαλιστικό συμβόλαιο, είναι υψηλής πίστης. Γι' αυτό, αν διαπιστωθεί πως το περιεχόμενο των δηλώσεων του ασφαλιζόμενου δεν είναι ορθό δικαιούται η ασφαλιστική εταιρεία να το ακυρώσει και να μη το τιμήσει. Αναμένεται, κατά λογική συνέπεια και ισότιμο τρόπο, οι ασφαλιστικές εταιρείες να τιμούν τα συμβόλαια τους, όπου πρέπει. Η άλλη παρατήρηση μας έχει άμεση σχέση με τη διαδικασία και τους εμπλεκόμενους σ' αυτή δικηγόρους και το ίδιο το Δικαστήριο. Προτού προχωρήσει η υπόθεση στην ακρόαση έγιναν οι συνήθεις διαδικασίες. Σ' αυτές οι δικηγόροι, αλλά και το Δικαστήριο όφειλαν να καθορίσουν με ακρίβεια και καθαρότητα τα επίδικα θέματα. Στην υπόθεση που εξετάζουμε, όπως υποδείξαμε, ένα ήταν το επίδικο θέμα, το ύψος του ποσού για την αποκατάσταση της ζημιάς που υπέστη το ακίνητο του εφεσείοντα από το σεισμό.

Τέλος, όταν εξετάζονται κανόνες προσαγωγής αποδεικτικού υλικού και απόκλισης του βάρους απόδειξης σε πολιτική υπόθεση πρέπει να έχουμε υπόψη τις πρόνοιες του άρθρου 30 του συντάγματος, που διασφαλίζει τη δίκαιη δίκη, τα στοιχεία της οποίας έχει καθορίσει η νομολογία μας αλλά και αυτή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπου ερμηνεύει και εφαρμόζει το αντίστοιχο άρθρο 6 της Σύμβασης. Και μία από τις βασικές προϋποθέσεις της δίκαιης δίκης είναι η υποχρέωση πληροφόρησης μεταξύ των αντιδίκων της υπόθεσης τους. Στην υπόθεση που μας απασχόλησε η εφεσίβλητη παραδέκτηκε την ύπαρξη του ασφαλιστικού συμβολαίου με τον εφεσείοντα. Είχε και η ίδια υποχρέωση να το παρουσιάσει. Η δίκη επ' αυτού του σημείου ήταν αχρείαστη.

Η έφεση, επομένως, επιτυγχάνει. Η δικαστής δεν προχώρησε να καθορίσει ποίο, στην κρίση της, είναι το ποσό που η εφεσίβλητη πρέπει να καταβάλει στον εφεσείοντα, όπως η καθιερωμένη πάγια πρακτική όταν απορρίπτεται η απαίτηση του ενάγοντος. Ως εκ τούτου παραπέμπεται η υπόθεση ενώπιον της ιδίας δικαστού για να αποφασίσει το ζήτημα, στη βάση της μαρτυρίας που έχει ήδη προσκομιστεί ενώπιον της, αφού ακούσει και τους δικηγόρους.  Τα έξοδα όλων των διαδικασιών θα βαρύνουν την εφεσίβλητη στην ανάλογη κλίμακα, όταν θα καθοριστεί το ποσό στο οποίο δικαιούται ο εφεσείων.

Η έφεση επιτρέπεται.�Εκδίδεται διαταγή ως ανωτέρω.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο