ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 682
19 Ιουλίου, 2006
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ELISSAR INTERNATIONAL TRADING,
Εφεσείοντες,
v.
ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11826)
Ασφαλιστικό Δίκαιο ― Ασφαλιστήριο έγγραφο ― Αποζημιώσεις για απώλεια και καταστροφή εμπορευμάτων κατά τη μεταφορά τους με πλοίο για τα οποία υπήρχε ασφαλιστική κάλυψη ― Το ποσό της ασφάλειας που αναφέρεται στο ασφαλιστήριο έγγραφο δεν ανταποκρίνεται απαραίτητα προς το μέτρο της αποζημίωσης ― Ο ασφαλισμένος πρέπει να αποδείξει την έκταση της αξίας της απώλειάς του και το ποσό στο οποίο δικαιούται, θα υπολογιστεί ανάλογα.
Οι εφεσείοντες, ιδιοκτήτες φορτίου παντελονιών, μέρος του οποίου απωλέσθη το δε υπόλοιπο υπέστη ζημιά κατά τη μεταφορά του από Λεμεσό προς Bourgas Βουλγαρίας με το πλοίο Nikolas, ήγειραν αγωγή εναντίον των εφεσιβλήτων, ασφαλιστών του φορτίου, αξιώνοντας το ποσό της ζημιάς, η οποία σύμφωνα με τις εκθέσεις των εμπειρογνωμόνων υπολογίστηκε στο ποσό των Δολ. ΗΠΑ 759.105,00. Το ποσό το οποίο αξίωναν οι εφεσείοντες με την έκθεση απαίτησης τους ανερχόταν στο ποσό των Δολ. ΗΠΑ 759.100,00. Διαζευκτικά αξίωναν Δολ. ΗΠΑ 835.010,00, ποσό που προκύπτει από την προσθήκη 10% επί του ποσού της ζημιάς σύμφωνα με το Άρθρο 71 του Αγγλικού Marine Insurance Act 1906. Αξίωσαν επίσης το ποσό που δαπάνησαν για διασφάλιση του εναπομείναντος φορτίου και μείωση της ζημιάς εκ Δολ. ΗΠΑ 30.323,00 πλέον τόκο προς 8.5% από 3/11/1995 επί των πιο πάνω κονδυλίων.
Οι εφεσίβλητοι στην έκθεση υπεράσπισής τους αρνήθηκαν τις ζημιές και ισχυρίστηκαν ότι, εάν υπήρξαν ζημιές, αυτές οφείλονταν στην αποκλειστική και/ή συντρέχουσα αμέλεια των εφεσειόντων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι το ποσό της ζημιάς υπολογίστηκε στο ποσό των Δολ. ΗΠΑ 759.105,00, σύμφωνα με τις εκθέσεις των εμπειρογνωμόνων. Σημείο αναφοράς των εν λόγω εκθέσεων αποτέλεσε η αξία του εμπορεύματος στη βάση σχετικού τιμολογίου. Η βλάβη στο φορτίο προκλήθηκε από κίνδυνο που κάλυπτε η σύμβαση ασφάλισης. Η Ρήτρα 1 των Ρητρών Ινστιτούτου για φορτία Α θεωρήθηκε σχετική και ενόψει τούτου, κρίθηκε ότι οι εφεσίβλητοι, δυνάμει του ασφαλιστικού εγγράφου, υπέχουν ευθύνη έναντι των εφεσειόντων οι οποίοι, κατά το χρόνο επέλευσης της ζημιάς είχαν το απαιτούμενο ασφαλιστικό συμφέρον.
Σχετικά με το ζήτημα της απόδειξης της πραγματικής ζημιάς το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατήρησε πως το βάρος απόδειξης της πραγματικής ζημιάς βρισκόταν στους ώμους των εφεσειόντων. Κατά την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου οι εφεσείοντες, εκτός από την εκτίμηση αναφορικά με τη ζημιά, όφειλαν να προσκομίσουν στοιχεία προς απόδειξη της διαφοράς μεταξύ της αρχικής τιμής/αξίας του φορτίου και της τιμής πώλησης του μετά τη ζημιά καθώς και στοιχεία αναφορικά με τα έξοδα που ενδεχομένως προέκυψαν. Αν οι εφεσείοντες εισέπραξαν μικρότερο ποσό από κείνο της εκτίμησης θα είχαν συμφέρον να εισπράξουν μεγαλύτερη αποζημίωση. Αν όμως εισέπραξαν περισσότερα θα έπρεπε να το αποκαλύψουν για να μειωθεί η αξίωση τους κατά των εφεσιβλήτων. Μετά τους πιο πάνω συλλογισμούς, το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εφεσείοντες, με εξαίρεση το γνωστό μέρος του φορτίου που έπεσε στη θάλασσα και χάθηκε οριστικά, απέτυχαν να αποδείξουν την πραγματική ζημιά που έχουν υποστεί. Η αξία των παντελονιών που χάθηκαν ανέρχεται με βάση τα στοιχεία στο ποσό των Δολ. ΗΠΑ 201.645,00, ποσό για το οποίο εκδόθηκε απόφαση υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον των εφεσιβλήτων πλέον νόμιμο τόκο από 17/1/1997 και έξοδα.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση. Υποστήριξαν ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε αντινομικά συμπεράσματα και λανθασμένες διαπιστώσεις αναφορικά με το θέμα του προσδιορισμού της ζημιάς.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η εκτιμημένη ζημιά του φορτίου δεν μπορούσε από μόνη της να αποτελέσει στοιχείο καθοριστικό του αποτελέσματος. Οι εφεσείοντες, οι οποίοι πώλησαν το εναπομείναν φορτίο, δεν προσκόμισαν μαρτυρία ως προς το προϊόν πώλησης το οποίο και παρέμεινε άγνωστο ενώ τούτο θα έπρεπε να αποτελούσε στοιχείο μαρτυρίας για σκοπούς υπολογισμού της πραγματικής ζημιάς τους. Το άγνωστο αυτό στοιχείο ήταν άκρως σημαντικό για τον προσδιορισμό της πραγματικής ζημιάς των εφεσειόντων.
2. Το ποσό που αναγράφεται στο ασφαλιστήριο αποτελούσε απλή ένδειξη του ποσού που θα μπορούσαν κατ' ανώτατο όριο να ανακτήσουν οι εφεσείοντες.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Χριστοδούλου v. Compass Insurance Company Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1910,
Westminster Fire Office v. Glasgow Provident Investment Society [1988] 13 App. C. 699.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπ.�Αρ. 14116/97), ημερ. 22/8/06.
Κ. Σαβεριάδης, για τους Εφεσείοντες.
Μ. Ηλιάδης, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κραμβής.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι ασφάλισαν φορτίο των εφεσειόντων αποτελούμενο από 21.024 παντελόνια αξίας C.I.F. Δολ. ΗΠΑ 946.080,00. Το φορτίο ασφαλίστηκε για το ποσό των Δολ. ΗΠΑ 1.040.688,00 ή ΛΚ 471.305,00 για ένα ταξίδι από Λεμεσό προς Bourgas Βουλγαρίας πάνω στο πλοίο Nikolas το οποίο θα απέπλεε από τη Λεμεσό κατά ή περί την 31.10.95.
Το ασφαλιστήριο έγγραφο (Marine Insurance Policy), διαλάμβανε Ρήτρες Ινστιτούτου για φορτία (Α) 01/01/82 οι οποίες, μεταξύ άλλων, προβλέπουν:
«1. Η ασφάλεια αυτή καλύπτει όλους τους κινδύνους απώλειας ή ζημιάς στο αντικείμενο ασφαλίσεως.
.........................................................................................................
16. Είναι καθήκον των Ασφαλιζομένων και των υπηρετών και αντιπροσώπων τους στην περίπτωση απώλειας η οποία καλύπτεται από το παρόν ............ να λάβουν τέτοια μέτρα τα οποία θα ήταν λογικό ώστε ν' αποφευχθεί και/ή μειωθεί τέτοια απώλεια .......... και οι Ασφαλιστές επιπλέον από την κάλυψη οποιασδήποτε απώλειας θα καλύψουν τον Ασφαλιζόμενο για οποιαδήποτε τέτοια έξοδα τα οποία υπέστη λογικά και κανονικά λόγω της ασκήσεως αυτών των καθηκόντων.
.........................................................................................................
19. Η ασφάλεια αυτή υπόκειται στο αγγλικό δίκαιο και πρακτική.»
Το φορτίο, συσκευασμένο σε χαρτοκιβώτια τοποθετημένα εντός εμπορευματοκιβωτίου, φορτώθηκε στο πλοίο Nikolas γύρω στις 31.10.95. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού το φορτίο υπέστη ζημιά η οποία, σύμφωνα με τις σχετικές λεπτομέρειες απωλειών και ζημιών στην Έκθεση Απαίτησης, ανήλθε στο ποσό Δολ. ΗΠΑ 759.100,00. Μέρος του φορτίου απωλέσθηκε πλήρως το δε υπόλοιπο υπέστη ζημιά από θαλάσσιο νερό με αποτέλεσμα να μειωθεί η αξία του. Το πλοίο έφθασε στο Bourgas στις 5.11.95 και την επομένη, έγινε η εκφόρτωση του φορτίου και η διαπίστωση των ζημιών που είχε υποστεί. Οι εφεσείοντες προχώρησαν στην εκτίμηση των ζημιών και τοποθέτησαν το φορτίο που απέμεινε στο νέο εμπορευματοκιβώτιο που αγόρασαν. Το εν λόγω εμπορευματοκιβώτιο σφραγίστηκε από τις τελωνειακές αρχές της Βουλγαρίας. Τα έξοδα των εφεσειόντων στη Βουλγαρία που αφορούσαν στη διασφάλιση του φορτίου και στη μείωση της ζημιάς, ανήλθαν στο ποσό των Δολ. ΗΠΑ 30.323,00.
Οι εφεσείοντες με αγωγή εναντίον των εφεσιβλήτων αξίωσαν το ποσό της ζημιάς, ήτοι Δολ. ΗΠΑ 759.100,00 και διαζευκτικά Δολ. ΗΠΑ 835.010,00, ποσό που προκύπτει από την προσθήκη 10% επί του ποσού της ζημιάς σύμφωνα με το άρθρο 71 του Αγγλικού Marine Insurance Act 1906. Αξίωσαν επίσης το ποσό που δαπάνησαν για διασφάλιση του εναπομείναντος φορτίου και μείωση της ζημιάς εκ Δολ. ΗΠΑ 30.323,00 πλέον τόκο προς 8.5% από 3.11.1995 επί των πιο πάνω κονδυλίων.
Σύμφωνα με την έκθεση απαίτησης, το πλοίο, λόγω κακοκαιρίας, πήρε δεξιά κλίση και το εμπορευματοκιβώτιο με το φορτίο άνοιξε. Μέρος του φορτίου διασκορπίστηκε στο κατάστρωμα το δε υπόλοιπο, αποτελούμενο από 4.481 παντελόνια, έπεσε με το εμπορευματοκιβώτιο στη θάλασσα. Διαζευκτικά προβλήθηκε ισχυρισμός ότι το εμπορευματοκιβώτιο ανοίχθηκε από μέλη του πληρώματος και μέρος του φορτίου ρίχθηκε στη θάλασσα ενώ το υπόλοιπο διασκορπίστηκε στο κατάστρωμα με αποτέλεσμα να υποστεί ζημιά από το νερό της θάλασσας που περιέλουζε το κατάστρωμα.
Οι εφεσίβλητοι, στην έκθεση υπεράσπισης τους, αρνήθηκαν ότι οι εφεσείοντες δικαιούνταν στην κυριότητα και παράδοση του φορτίου. Αρνήθηκαν επίσης τους ισχυρισμούς αναφορικά με τη συσκευασία και τον τρόπο φόρτωσης του φορτίου επί του πλοίου. Ισχυρίστηκαν ότι οι εφεσείοντες δεν συμμορφώθηκαν με όρους του ασφαλιστηρίου και συγκεκριμένα ότι παρέλειψαν να λάβουν δικαστικά ή άλλα μέτρα εναντίον των μεταφορέων και/ή των πλοιοκτητών του πλοίου Nikolas ή παρέβησαν το καθήκον για χρήση κατάλληλου πλοίου. Ισχυρίστηκαν επίσης ότι οι εφεσείοντες δεν παρουσίασαν, ως είχαν υποχρέωση, τα πρωτότυπα των φορτωτικών ή άλλων εγγράφων και εμποδίζονται να ζητούν αποζημίωση. Οι εφεσίβλητοι αρνήθηκαν τις ζημιές, αν όμως υπήρξαν ζημιές, αυτές οφείλονταν, καθώς ισχυρίστηκαν, στην αποκλειστική και/ή συντρέχουσα αμέλεια των εφεσειόντων. Οι εφεσίβλητοι ισχυρίστηκαν ακόμη ότι οι εφεσείοντες, κατά παράβαση του όρου 18 των Ρητρών του Ινστιτούτου, παρέλειψαν να τους ειδοποιήσουν μέσα σε εύλογο χρόνο για την πρόκληση της ζημιάς με αποτέλεσμα η επιθεώρηση και εκτίμηση του φορτίου να γίνει τον Ιανουάριο 1996 με σημαντική καθυστέρηση. Τέλος, οι εφεσίβλητοι ισχυρίστηκαν ότι το φορτίο παρέμεινε στο πλοίο για χρονικό διάστημα πέραν του μήνα και αρνήθηκαν ότι αυτό τοποθετήθηκε σε νέο εμπορευματοκιβώτιο κλπ.
Ο λοστρόμος του πλοίου, περιέγραψε τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες που προέκυψαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και ό,τι είχε συμβεί σε σχέση με το φορτίο ως αποτέλεσμα ή/και σε συνάρτηση προς τις κακές καιρικές συνθήκες. Ο αντιπρόσωπος του πλοίου αναφέρθηκε στη φόρτωση του εμπορευματοκιβωτίου πάνω στο πλοίο και εξήγησε το λόγο για τον οποίο το εμπορευματοκιβώτιο παρέμεινε στο κατάστρωμα αντί να μεταφερθεί στο αμπάρι του πλοίου. Ο εν λόγω μάρτυρας, αναφέρθηκε και στα γεγονότα που έλαβαν χώραν μετά την άφιξη του πλοίου στη Βουλγαρία και στα μέτρα που λήφθηκαν σε σχέση με το πλοίο και το επίδικο φορτίο. Καθόσον αφορά το θέμα της ζημιάς κατέθεσαν τρεις μάρτυρες. Ο ένας κατέθεσε για τους εφεσείοντες και οι άλλοι δυο για τους εφεσίβλητους. Παρουσιάστηκαν επίσης εκθέσεις και άλλα έγγραφα και το περιεχόμενό τους συνεκτιμήθηκε με την προφορική μαρτυρία από το πρωτόδικο δικαστήριο.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία, διαπίστωσε ότι το φορτίο υπέστη βλάβη κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Μέρος του φορτίου έπεσε στη θάλασσα το δε υπόλοιπο βρέχτηκε με θαλάσσιο νερό με αποτέλεσμα να προκληθεί ζημιά στα παντελόνια. Η ζημιά του φορτίου, σύμφωνα με τις εκθέσεις των εμπειρογνωμόνων υπολογίστηκε στο ποσό των Δολ. ΗΠΑ 759.105,00. Σημείο αναφοράς των εν λόγω εκθέσεων αποτέλεσε η αξία του εμπορεύματος στη βάση σχετικού τιμολογίου. Η βλάβη στο φορτίο προκλήθηκε από κίνδυνο που κάλυπτε η σύμβαση ασφάλισης. Η Ρήτρα 1 των Ρητρών Ινστιτούτου για φορτία Α θεωρήθηκε σχετική και ενόψει τούτου, κρίθηκε ότι οι εφεσίβλητοι, δυνάμει του ασφαλιστικού εγγράφου, υπέχουν ευθύνη έναντι των εφεσειόντων οι οποίοι, κατά το χρόνο επέλευσης της ζημιάς είχαν το απαιτούμενο ασφαλιστικό συμφέρον.
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής ασχολήθηκε στη συνέχεια με το ζήτημα της απόδειξης της πραγματικής ζημιάς. Όπως ορθά παρατήρησε, το βάρος απόδειξης της πραγματικής ζημιάς βρισκόταν στους ώμους των εφεσειόντων. Κρίθηκε ότι η εκτίμηση αναφορικά με τη ζημιά (τεκμ. 4) δεν ήταν η μόνη μαρτυρία που οι εφεσείοντες όφειλαν να προσκομίσουν. Κατά την κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου οι εφεσείοντες όφειλαν να προσκομίσουν στοιχεία προς απόδειξη της διαφοράς μεταξύ της αρχικής τιμής/αξίας του φορτίου και της τιμής πώλησης του μετά τη ζημιά καθώς και στοιχεία αναφορικά με τα έξοδα που ενδεχομένως προέκυψαν. Αν οι εφεσείοντες εισέπραξαν μικρότερο ποσό από εκείνο της εκτίμησης θα είχαν συμφέρον να εισπράξουν μεγαλύτερη αποζημίωση. Αν όμως εισέπραξαν περισσότερα θα έπρεπε να το αποκαλύψουν για να μειωθεί η αξίωση τους κατά των εφεσιβλήτων. Μετά τους πιο πάνω συλλογισμούς, το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εφεσείοντες, με εξαίρεση το γνωστό μέρος του φορτίου που έπεσε στη θάλασσα και χάθηκε οριστικά, απέτυχαν να αποδείξουν την πραγματική ζημιά που έχουν υποστεί. Η αξία των 4481 παντελονιών που χάθηκαν ανέρχεται με βάση τα στοιχεία στο ποσό των Δολ.ΗΠΑ 201.645,00 (4481Χ45=201.645,00) ποσό για το οποίο εκδόθηκε απόφαση υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον των εφεσιβλήτων πλέον νόμιμο τόκο από 17.1.97 και έξοδα.
Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και ζητούν τον παραμερισμό της. Προβλήθηκαν τρεις λόγοι έφεσης ήτοι,
«1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Ενάγουσα εταιρεία απέτυχε να αποδείξει την πραγματική ζημία που υπέστη ως και το μέγεθος αυτής σε ότι αφορά τη ζημιά που προκλήθηκε στα εμπορεύματα που δεν απωλέσθησαν ολοσχερώς.
2. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ισχυριζόμενη μεταγενέστερη πώληση των εμπορευμάτων για ποσό το οποίο το Δικαστήριο αγνοεί στερεί στην ενάγουσα το δικαίωμα να αποζημιωθεί για την πραγματική ζημιά που υπέστη σε σχέση με τα εμπορεύματα που δεν απωλέσθησαν ολοσχερώς και στα οποία προκλήθηκαν μόνο ζημιές.
3. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα ερμήνευσε τη σχετική νομοθεσία και τις σχετικές νομικές αρχές σε σχέση με την απόδειξη της ζημιάς που υπέστη η ενάγουσα.»
Υποστηρίχθηκε από τους εφεσείοντες ότι το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε αντινομικά συμπεράσματα και λανθασμένες διαπιστώσεις αναφορικά με το θέμα του προσδιορισμού της ζημιάς. Είναι η θέση των εφεσειόντων ότι οι συγκλίνουσες εκθέσεις των εμπειρογνωμόνων Yupadgev και Agocs, οι οποίοι κατέθεσαν για τους εφεσείοντες και τους εφεσίβλητους αντίστοιχα έγιναν αποδεκτές ως προς την αλήθεια του περιεχομένου τους και με βάση αυτές τις εκθέσεις το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «..... η συνολική χρηματική ζημιά με βάση την τιμή στο τιμολόγιο των εμπορευμάτων ανερχόταν σε $759.105,00». Λέγουν επίσης ότι το πρωτόδικο δικαστήριο διαπίστωσε ότι η ασφάλιση έγινε με βάση την αξία των παντελονιών σύμφωνα με το τιμολόγιο και συνεπώς οι εφεσίβλητοι γνώριζαν την τιμή. Παρά τα πιο πάνω, το δικαστήριο αντινομικά κατέληξε στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι απέτυχαν (οι εφεσείοντες) να αποδείξουν την πραγματική ζημιά που υπέστησαν εφόσον το πιο πάνω ποσό των Δολ. ΗΠΑ 759.105,00 αντικατοπτρίζει το μέγεθος της ζημιάς που ευθέως αφορά στο φορτίο.
Οι εκθέσεις των εμπειρογνωμόνων πάνω στις οποίες βασίστηκε το δικαστήριο για τον προσδιορισμό της ζημιάς δεν είναι απόλυτα ταυτόσημες, κυρίως σε ό,τι αφορά τα ποσοστά υποτίμησης της αξίας των παντελονιών που απέμειναν και της αντίστοιχης ζημιάς. Ωστόσο, οι μικρές αποκλίσεις οι οποίες υπάρχουν δεν θα μας απασχολήσουν εφόσον δεν άπτονται της ουσίας του θέματος ούτε εξάλλου εγείρεται τέτοιο θέμα. Επομένως θα δεχθούμε ως ορθό το συμπέρασμα του δικάσαντος δικαστηρίου ότι η συνολική χρηματική ζημιά ανερχόταν στο ποσό των Δολ. ΗΠΑ 759.105,00. Στο εν λόγω ποσό συμπεριλαμβάνονται οι αντίστοιχες υποτιμήσεις της αξίας (depreciation) των παντελονιών δηλαδή του φορτίου που απέμεινε. Προφανώς τα αντίστοιχα ποσοστά υποτίμησης της αξίας των παντελονιών είναι ανάλογα με το βαθμό της ζημιάς που αυτά έχουν υποστεί από το νερό της θάλασσας κλπ. Στο πιο πάνω ποσό, συμπεριλαμβάνεται και η αξία του φορτίου που χάθηκε ολοσχερώς ήτοι, Δολ. ΗΠΑ 201,645.00 (το ποσό που έχει επιδικαστεί ως αποζημίωση υπέρ των εφεσειόντων).
Το πρωτόδικο δικαστήριο, είχε ενώπιόν του μια αρκετά σαφή εικόνα της εκτιμημένης ζημιάς του φορτίου. Αυτή όμως η εικόνα, από μόνη της, δεν μπορούσε να αποτελέσει στοιχείο καθοριστικό του αποτελέσματος. Μετά το συμβάν και την εκτίμηση της ζημιάς που προέκυψε, ακολούθησε η πώληση όλου του εναπομείναντος φορτίου από τους εφεσείοντες χωρίς οι τελευταίοι να προσκομίσουν μαρτυρία αναφορικά με τις λεπτομέρειες αυτής της πώλησης και ιδιαίτερα ως προς το προϊόν της πώλησης το οποίο παρέμεινε άγνωστο ενώ τούτο θα έπρεπε να αποτελούσε στοιχείο μαρτυρίας για σκοπούς υπολογισμού της πραγματικής ζημιάς τους. Το άγνωστο αυτό στοιχείο ήταν άκρως σημαντικό για τον προσδιορισμό της πραγματικής ζημιάς που έχουν υποστεί οι εφεσείοντες αν μάλιστα, λάβει κανείς υπόψη ότι η τιμή πώλησης του εναπομείναντος φορτίου μπορούσε ενδεχομένως να ήταν ιδιαίτερα ψηλή ή ιδιαίτερα χαμηλή ή κανονική ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς κατά το συγκεκριμένο χρόνο και τόπο που έγινε η πώληση με ανάλογες διακυμάνσεις στο ύψος της αποζημίωσης.
Οι εφεσείοντες ως οι έχοντες το βάρος απόδειξης της πραγματικής τους ζημιάς, όφειλαν να προσκομίσουν μαρτυρία προς απόδειξη αυτού του αναγκαίου στοιχείου για να καταστεί έτσι δυνατός ο προσδιορισμός του ύψους της πραγματικής ζημιάς που έχουν υποστεί. Βλ. Ηλίας Χριστοδούλου ν. Compass Insurance Company Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1910. Το ποσό που αναγράφεται στο ασφαλιστήριο αποτελούσε απλή ένδειξη του ποσού που θα μπορούσαν κατ' ανώτατο όριο να ανακτήσουν οι εφεσείοντες. Βλ. Westminster Fire Office v. Glasgow Provident Investment Society [1988] 13 App. C. 699.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των εφεσειόντων.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.