ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 1 ΑΑΔ 1485

16 Δεκεμβρίου, 2005

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

FOUAD SAADE,

Εφεσείων,

v.

NABIL ZEINI,

Εφεσιβλήτου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11970)

_________________________

Ευρήματα Δικαστηρίου ― Διατυπώσεις, συναγωγή συμπερασμάτων και κατάληξη σε ευρήματα αξιοπιστίας και γεγονότων, είναι έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας.

Δικηγόροι ― Δικηγόρος και πελάτης ― Κατά πόσο η συμπεριφορά του δικηγόρου έναντι του πελάτη του αποτελούσε απόδειξη παράβασης των κανόνων και των πλαισίων της δίκαιης δίκης ― Αντιδεοντολογική συμπεριφορά δικηγόρου αποτελεί η παροχή προνομιούχων πληροφοριών που απόκτησε από τον πελάτη του, προς τον αντίδικο.

Απόδειξη ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Ευχέρεια του Δικαστηρίου να αποδεχθεί μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα, η οποία συγκεντρώνει τα απαραίτητα στοιχεία αξιοπιστίας και να απορρίψει την υπόλοιπη.

Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία επεδικάσθη υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντος το ποσό των Δολλαρίων Αμερικής 18.000 ή το ισάξιο σε Λίρες Κύπρου με νόμιμο τόκο και έξοδα. Το ποσό αυτό ήταν το υπόλοιπο του ποσού των $30.000 το οποίο ο εφεσίβλητος, σύμφωνα με την εκδοχή του, είχε δανείσει στον εφεσείοντα και από το οποίο είχε αφαιρεθεί ποσό $12.000 το οποίο το Δικαστήριο δέχθηκε ότι ο εφεσείων  πλήρωσε στον εφεσίβλητο έναντι του προαναφερόμενου δανείου των $30.000. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρόλον ότι έκρινε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, απέρριψε την εκδοχή του ότι το ποσό των $12.000 αφορούσε σε πληρωμή άλλων χρεών του εφεσείοντος προς τον εφεσίβλητο, τα οποία δεν είχαν οποιαδήποτε σχέση με το επίδικο δάνειο.

Η θέση του εφεσείοντος ήταν ότι το προαναφερόμενο ποσό των $30.000, που αποτελούσε και το αντικείμενο της εναντίον του αξίωσης του εφεσίβλητου, του δόθηκε από τον εφεσίβλητο κατόπιν συμφωνίας για από κοινού επένδυση στο Χ.Α.Κ. Η θέση αυτή δεν έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο.

Οι λόγοι έφεσης αφορούν ουσιαστικά στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την αξιοπιστία των μαρτύρων και ειδικά των διαδίκων. Εγείρεται επίσης λόγος που εμπεριέχει τα παράπονα του εφεσείοντος για μη διεξαγωγή δίκαιης δίκης. Αυτά τα παράπονα εδράζονται ουσιαστικά στη συμπεριφορά και στις ενέργειες των εμπλεκομένων στην υπόθεση δικηγόρων.

Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν διαπίστωσε ουσιαστικό λόγο για επέμβασή του στην πρωτόδικη απόφαση. Οι αρχές τις οποίες το Ανώτατο Δικαστήριο εφάρμοσε απορρίπτοντας την έφεση αναφέρονται στις πιο πάνω εισαγωγικές σημειώσεις.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον εναγόμενο εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, Υπ. Αρ. 2636/01, ημερ. 6/2/04, με την οποία έκρινε ως αξιόπιστο μάρτυρα τον ενάγοντα και την εκδοχή του για παροχή δανείου $30.000.- στον εναγόμενο αλλά απέρριψε την εκδοχή του όσον αφορά τον σκοπό της πληρωμής ποσού $12.000.- σ' αυτόν από τον εναγόμενο.

 

Μ. Ιωάννου για Α. Νεοκλέους, για τον Εφεσείοντα.

Ν. Πιριλίδης, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η αξίωση του εφεσίβλητου ήταν για ποσό $30.000.- ή το ισάξιο σε κυπριακές λίρες. Σύμφωνα με την εκδοχή του το προαναφερόμενο ποσό ήταν το ποσό δανείου που ο εφεσίβλητος την 15.12.1999 στη Λάρνακα δάνεισε στον εφεσείοντα κατόπιν παρακλήσεως του τελευταίου.

Η θέση του εφεσείοντα ήταν ότι το προαναφερόμενο ποσό του δόθηκε από τον εφεσίβλητο κατόπιν μεταξύ τους συμφωνίας για από κοινού επένδυση στο Χ.Α.Κ.. Οι ζημιές και τα κέρδη της κοινής επένδυσης των διαδίκων θα κατανέμονταν ανάλογα με την επένδυση του καθενός.

Ο εφεσείων στις 16.1.2001 πλήρωσε στον εφεσίβλητο ποσό $12.000.- που αντιστοιχούσε σε Λ.Κ.7.900.- Σύμφωνα με τον εφεσείοντα το προαναφερόμενο ποσό ήταν το 40% της επενδύσεως του εφεσίβλητου το οποίο συμφωνήθηκε σε κάποιο στάδιο μεταξύ των δύο να επιστραφεί στον εφεσίβλητο.Σύμφωνα με τον εφεσίβλητο το προαναφερόμενο ποσό των $12.000.- αφορούσε σε πληρωμή άλλων χρεών του εφεσείοντα προς τον εφεσίβλητο, τα οποία δεν είχαν οποιαδήποτε σχέση με το επίδικο δάνειο.

Ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου κατέθεσε ο εφεσίβλητος-ενάγων και ο εφεσείων-εναγόμενος καθώς και κάποιος δεύτερος μάρτυρας υπεράσπισης. Κατατέθηκαν επίσης 29 τεκμήρια προς υποστήριξη των αντιστοίχων θέσεων των δύο πλευρών.

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής αφού ανέλυσε εκτενώς τη μαρτυρία των μαρτύρων προέβη σε ευρήματα αξιοπιστίας σύμφωνα με τα οποία ο εφεσίβλητος ήταν αξιόπιστος μάρτυρας αναφορικά με τον ισχυρισμό του για παροχή δανείου $30.000.- στον εφεσείοντα, η εκδοχή του όμως αναφορικά με το σκοπό της πληρωμής σ' αυτόν του ποσού των $12.000.- δεν έγινε δεκτή και απορρίφθηκε. Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής παρατήρησε πως ήταν επιτρεπτό να δεχθεί τη μαρτυρία του εφεσίβλητου ως γενικά αξιόπιστη αλλά να απορρίψει την πτυχή της μαρτυρίας του αναφορικά με το ζήτημα της πληρωμής του ποσού των $12.000.- Το πρωτόδικο δικαστήριο επίσης έκρινε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία του εφεσείοντα και του Μ.Υ. 2, όμως δέχθηκε πως το ποσό των $12.000.- πληρώθηκε έναντι του προαναφερομένου δανείου των $30.000.- Η θέση του εφεσείοντα αναφορικά με τις $12.000.- δεν ήταν βέβαια πως επρόκειτο για πληρωμή έναντι του δανείου αλλά για αποπληρωμή του 40% της επενδύσεως που ο εφεσίβλητος έκαμε στο Χ.Α.Κ..

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής όχι μόνον παρέθεσε και ανέλυσε τη μαρτυρία των διαδίκων και του Μ.Υ.2 αλλά την εξέτασε και σε συνάρτηση με τα κατατεθέντα τεκμήρια κάνοντας ειδική αναφορά στα τεκμήρια 22 και 24. Ως προς τον εφεσείοντα παρατήρησε πως οι αντιφάσεις στη μαρτυρία του ήταν «καίριες, κρίσιμες και καθοριστικές» και ως εκ τούτου έπλητταν θεμελιακά την αξιοπιστία του και καθιστούσαν τους ισχυρισμούς του ανεδαφικούς. Για το Μ.Υ.2 το πρωτόδικο δικαστήριο παρατήρησε πως ήταν διάχυτο στη μαρτυρία του πως ήλθε στο δικαστήριο με μόνο σκοπό να βοηθήσει τον εφεσείοντα ο οποίος υπήρξε συνάδελφος του για 15-18 χρόνια. Σε σχέση με τον εφεσίβλητο-ενάγοντα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι ήταν γενικά αξιόπιστος μάρτυρας με εξαίρεση το σημείο της μαρτυρίας του αναφορικά με τις $12.000.- Τελικά το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου και εις βάρος του εφεσείοντα για ποσό Δολαρίων Αμερικής 18.000.- ($30.000 - $12.000 = $18.000) ή το ισάξιο σε Λίρες Κύπρου με νόμιμο τόκο και έξοδα.

Οι δύο πρώτοι λόγοι εφέσεως αφορούν ουσιαστικά στα ευρήματα του πρωτοδίκου δικαστηρίου για την αξιοπιστία των μαρτύρων και ειδικά των διαδίκων. Κατά τον εφεσείοντα, ο εφεσίβλητος θα έπρεπε να είχε κριθεί ως αναξιόπιστος και ο ίδιος ως αξιόπιστος. Συγκεκριμένα, ο εφεσείων τονίζει το γεγονός  ότι το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την εκδοχή του εφεσίβλητου, αναφορικά με τις $12.000.-, ως αναξιόπιστη.

Είναι γνωστές και θεμελιωμένες οι νομολογιακές αρχές στη βάση των οποίων το Εφετείο επεμβαίνει και ανατρέπει τα ευρήματα αξιοπιστίας του πρωτοδίκου δικαστηρίου. Στην προκείμενη περίπτωση κρίνουμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εξέτασε όλη την ενώπιον του μαρτυρία στο σύνολο της και προέβη σε ευρήματα αξιοπιστίας και ευρήματα ως προς τα ουσιώδη γεγονότα που βρίσκονται μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας. Δεν θεωρούμε πως υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος επέμβασης του Εφετείου στα ευρήματα αυτά. Το πρωτόδικο δικαστήριο όχι μόνον ανέλυσε την ενώπιον του μαρτυρία αλλά και έδωσε επαρκή αιτιολογία αναφορικά με το συμπέρασμα του πως ο εφεσίβλητος ήταν γενικά αξιόπιστος μάρτυρας ενώ ο εφεσείων και ο Μ.Υ.2 ήταν αναξιόπιστοι μάρτυρες. Δεν υπάρχει οτιδήποτε στη μαρτυρία που να δείχνει ότι τα ευρήματα αυτά ήταν λανθασμένα ή αυθαίρετα. Επίσης δεν βρίσκουμε οτιδήποτε το μεμπτό στην απόφαση του ευπαίδευτου πρωτόδικου Δικαστή να δεχθεί γενικά ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του εφεσίβλητου αλλά να απορρίψει την εκδοχή του ως προς τις $12.000.- δηλαδή Λ.Κ.7.900.-

Ο τρίτος λόγος έφεσης εμπεριέχει τα παράπονα του εφεσείοντα για μη διεξαγωγή δίκαιης δίκης. Αυτά τα παράπονα εδράζονται ουσιαστικά σε ενέργειες του εφεσίβλητου σε σχέση με δικηγόρους που χρησιμοποίησε κατά την προετοιμασία και παρουσίαση της υπόθεσης του.  Ο εφεσίβλητος έπαυσε τον προηγούμενο δικηγόρο του στις 16.4.2002, εκκρεμούσης της ακροαματικής διαδικασίας, και χωρίς να δώσει οποιοδήποτε λόγο, ανέθεσε την  υπόθεση του στους σημερινούς του δικηγόρους μετά που συγκεκριμένη δικηγόρος είχε εγκαταλείψει το δικηγορικό γραφείο που εξυπηρετούσε τον εφεσείοντα στο παρελθόν και εργοδοτήθηκε στο δικηγορικό γραφείο των σημερινών δικηγόρων του εφεσίβλητου. Επίσης δικηγόρος που εργαζόταν στο παρελθόν στο δικηγορικό γραφείο που εξυπηρετούσε τον εφεσείοντα, κατ' ισχυρισμό καθοδηγούσε τη δικηγόρο που χειρίστηκε την υπόθεση για τον εφεσίβλητο και συνόδευε άλλο δικηγόρο του εφεσίβλητου σε κάποιο ταξίδι στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας όπου είχε διαβουλεύσεις μαζί του και μέσα στις αίθουσες του δικαστηρίου.

Εξετάσαμε με προσοχή τα παράπονα του εφεσείοντα που ενσωματώνονται στον τρίτο λόγο έφεσης και κρίνουμε πως, έστω και αν εκληφθούν ως δεδομένα, τίποτε απ' αυτά που λέει ο εφεσείων δεν αποτελούν απόδειξη παράβασης των κανόνων και των πλαισίων της δίκαιης δίκης. Δεν υπάρχει οτιδήποτε που απαγορεύει σε δικηγόρους να αλλάξουν εργασία ούτε και οτιδήποτε που απαγορεύει σε διαδίκους να σταματήσουν τις υπηρεσίες δικηγόρων χωρίς να δώσουν εξηγήσεις. Εκείνο που είναι αντιδεοντολογικό είναι δικηγόρος που χειρίζεται την υπόθεση για ένα διάδικο και στα πλαίσια του χειρισμού αυτού καθίσταται γνώστης προνομιούχων πληροφοριών από τον πελάτη του, στη συνέχεια να εξυπηρετήσει τον αντίδικο στον οποίο να δώσει και τις προνομιούχες πληροφορίες που έλαβε. Τα όσα ισχυρίζεται ο εφεσείων αναφορικά με το ταξίδι δύο δικηγόρων στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας και τις συνομιλίες τους εκεί, αλλά και τα όσα ισχυρίζεται σε σχέση με καθοδήγηση μιας δικηγόρου από άλλο δικηγόρο, δεν θεωρούμε πως παραβίασαν στην προκείμενη περίπτωση τους κανόνες της δίκαιης δίκης ή αποστέρησαν τον εφεσείοντα από οποιοδήποτε από τα δικαιώματα του. Αν οποιαδήποτε συμπεριφορά κάποιου δικηγόρου συνιστά πειθαρχικό ή άλλο παράπτωμα ή παράβαση των κανόνων της δεοντολογίας των δικηγόρων, αυτό είναι ζήτημα που μπορεί να εξεταστεί από τα αρμόδια όργανα αφού τεθεί ενώπιον τους.

Καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως οι λόγοι εφέσεως είναι αβάσιμοι και δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος για τον οποίο το Εφετείο θα ήταν ορθό και δίκαιο να επέμβει ανατρέποντας την πρωτόδικη απόφαση. Κατά συνέπεια η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο