ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 1 ΑΑΔ 1465

16 Δεκεμβρίου, 2005

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

ΜΑΡΙΟΣ ΜΑΤΣΑΚΗΣ,

Εφεσείων-Εναγόμενος,

v.

ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 60/2005)

 

Έφεση ― Δύναται να ασκηθεί μόνο εναντίον ενδιάμεσης ή τελικής απόφασης καθοριστικής ή δηλωτικής των δικαιωμάτων των διαδίκων ― Ενδιάμεση απόφαση για διαγραφή παραγράφων από την έκθεση υπεράσπισης ― Δεν είναι εφέσιμη ― Αρχές που υιοθετήθηκαν από την πλειοψηφία της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 1530 ― Εφαρμόστηκαν και στην παρούσα υπόθεση.

Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία είχε εγκριθεί αίτηση του ενάγοντος - εφεσίβλητου για διαγραφή από την έκθεση υπεράσπισης του εφεσείοντος - εναγόμενου 20 παραγράφων. Η αγωγή έχει αντικείμενο την ισχυριζόμενη δυσφήμιση του εφεσίβλητου από τον εφεσείοντα. Ο εφεσίβλητος, ιδιοκτήτης της εφημερίδας Πολίτης, υποστήριξε στην έκθεση απαίτησης ότι ο εφεσείων, τότε βουλευτής, προέβη σε δυσφήμισή του στη διάρκεια συνέντευξής του σε ραδιοφωνικό σταθμό, διατυπώνοντας υποψία ότι η στάση της εφημερίδας του προς υποστήριξη του σχεδίου Ανάν  πριν από το δημοψήφισμα της 24/4/2004 να μην ήταν αμερόληπτη ως εκ του ενδεχομένου ο εφεσίβλητος να είχε οικονομικά συμφέροντα λόγω δοσοληψιών με τους Αμερικανούς.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Οι αρχές της πλειοψηφίας της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Χαρούς ν. Χαρούς, στην οποία καθορίστηκε οριστικά το θέμα ως προς το εφέσιμο των αποφάσεων και κρίθηκε ότι δεν είναι εφέσιμες οι ενδιάμεσες αποφάσεις που εκδίδονται στην πορεία της αγωγής εκτός αν έχουν άμεσες επιπτώσεις στα δικαιώματα των διαδίκων, υιοθετούνται και στην παρούσα υπόθεση. Η εφεσιβαλλόμενη απόφαση για διαγραφή δεν είναι τελική αλλά ενδιάμεση. Δεν είναι λοιπόν εφέσιμη. Η ενδιάμεση αυτή απόφαση μπορεί να εφεσιβληθεί στα πλαίσια της έφεσης κατά τελικής απόφασης εναντίον του εφεσείοντος στην αγωγή, αν τέτοια εκδοθεί.

2.  Οι δικονομικοί κανόνες, περιλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τη διαγραφή, ρυθμίζουν το δικογραφικό πλαίσιο στο οποίο θα διεξαχθεί η δίκη και υπόκεινται οι ίδιοι στις δικονομικές πρόνοιες του νόμου και της νομολογίας που διέπουν το εφέσιμο οποιασδήποτε σχετικής απόφασης. Κατά πόσο οι δικονομικές ρυθμίσεις και πρόνοιες απολήγουν σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση σε παραβίαση ευρύτερου θεμελιακού δικαιώματος, όπως το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, κρίνεται στην ώρα του στο τέλος της ημέρας.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Polly Peck (Holdings) Plc v. Trelford [1986] 2 WLR 845,

Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 1530.

Έφεση.

Έφεση από τον εναγόμενο εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, Υπ. Αρ. 7523/04, ημερ. 25/2/05, με την οποία στα πλαίσια αγωγής του ενάγοντα για δυσφήμισή του από τον εναγόμενο σε συνέντευξη του τελευταίου σε ραδιοφωνικό σταθμό αποδέκτηκε αίτηση του ενάγοντα για διαγραφή συγκεκριμένων παραγράφων από την έκθεση υπεράσπισης του εναγόμενου.

Χρ. Κληρίδης, για τον Εφεσείοντα.

Κ. Γεωργίου, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο Εφεσίβλητος ήγειρε κατά του Εφεσείοντα, τότε βουλευτή, αγωγή για δυσφήμιση την οποία, όπως είναι η θέση του στην έκθεση απαίτησης, ο Εφεσείων διέπραξε στη διάρκεια συνέντευξης του σε ραδιοφωνικό σταθμό. Οι παρατιθέμενες αναφορές συνοψίζονται στη διατύπωση υποψίας εκ μέρους του Εφεσείοντα ότι η στάση της εφημερίδας του Εφεσίβλητου προς υποστήριξη του σχεδίου Ανάν πριν από το δημοψήφισμα μπορεί να μην ήταν αμερόληπτη ως εκ του ενδεχομένου ο Εφεσίβλητος να είχε οικονομικά συμφέροντα λόγω συγκεκριμένων εμπορικών δοσοληψιών με τους Αμερικανούς, τις οποίες και τον καλούσε, αν όντως τις είχε, να τις αποκαλύψει.

Με την έκθεση υπεράσπισης του ο Εφεσείων, πλην της αρνήσεως ότι τα λεχθέντα συνιστούσαν δυσφήμιση, ήγειρε και τις υπερασπίσεις του ευλόγου σχολίου επί θέματος δημοσίου ενδιαφέροντος και του περιορισμένου προνομίου σε σχέση με νομικό, ηθικό ή κοινωνικό καθήκον του Εφεσείοντα προς τους Κύπριους πολίτες και δη τους ψηφοφόρους του, στηρίζοντας περαιτέρω την υπεράσπιση του στην επίκληση άσκησης του θεμελιώδους συνταγματικού δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου.

Πλην των παραγράφων στις οποίες περιείχοντο τα ως άνω, στην έκθεση υπεράσπισης περιλήφθησαν 20 παράγραφοι, τη διαγραφή των οποίων, εν όλω ή εν μέρει αναλόγως, εζήτησε ο Εφεσίβλητος με αίτησή του. Τις παραθέτουμε, υπογραμμίζοντας μόνο τις αναφορές των οποίων δεν εζητήθη η διαγραφή:

"11. Ο Ενάγοντας ήταν ο κύριος μέτοχος και εκδότης της καθημερινής εφημερίδας «Πολίτης» η οποία παίζει εκ των πραγμάτων καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της γνώμης των αναγνωστών της, ανάμεσα στους οποίους είναι και ψηφοφόροι που στηρίζουν το Δημοκρατικό Κόμμα στο οποίο ανήκει ο εναγόμενος και ειδικότερα και ψηφοφόροι που έδωσαν σταυρό προτίμησης στον Εναγόμενο.

12. Κατά τον ουσιώδη χρόνο είχε κατατεθεί από τον Γ.Γ. των Ηνωμένων Εθνών, συγκεκριμένη πρόταση λύσης του κυπριακού προβλήματος, γνωστή ως Σχέδιο Ανάν προωθούμενη από τον αγγλοαμερικανικό παράγοντα με την πλήρη στήριξη της κυβέρνησης των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου και η οποία θα τίθετο σε δύο ξεχωριστά δημοψηφίσματα, από τη μία ενώπιον της ελληνοκυπριακής κοινότητας και από την άλλη ενώπιον των παράνομων Τούρκων εποίκων και των αυτοχθόνων Τουρκοκυπρίων που έχουν εναπομείνει στις κατεχόμενες από την Τουρκία περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας.

13. Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο το Σχέδιο Ανάν θεωρείτο από μεγάλο ποσοστό Ελληνοκυπρίων ως ένας τρόπος μονιμοποίησης και νομιμοποίησης των παράνομων κατοχικών δεδομένων και/ή διχοτομικό και/ή άδικο και/ή ρατσιστικό και/ή εκτρωματικό και/ή αντίθετο με τις διεθνώς κατοχυρωμένες αρχές της δημοκρατίας, της ισότητας, της κρατικής ανεξαρτησίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και/ή ότι εξυπηρετούσε τουρκικά, βρετανικά και αμερικανικά συμφέροντα. Λεπτομέρειες θα δοθούν κατά τη δικάσιμο.

14. Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο διοργανώνονταν έντονες λαϊκές κινητοποιήσεις από ομάδες πολιτών και μαθητών, οι οποίοι και ξεχύνονταν στους δρόμους και συμμετείχαν σε αυθόρμητες εκδηλώσεις και συλλαλητήρια, διανέμοντας φυλλάδια και επαναλαμβάνοντας τα συνθήματα «ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ», «ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΚΕΡΥΝΕΙΑ», «ΕΞΩ Ο ΑΤΤΙΛΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ», «ΒΑΛΤΕ ΤΟΥΣ ΕΠΟΙΚΟΥΣ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΑΝΑΝ» και «ΟΧΙ ΣΕ ΛΥΣΗ ΔΙΧΟΤΟΜΙΚΗ - ΝΑΙ ΣΕ ΛΥΣΗ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ», διατρανώνοντας τοιουτοτρόπως το όραμά τους για μια Κύπρο ελεύθερη, δημοκρατική και ανεξάρτητη, χωρίς θεσμοθετημένες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χωρίς ξένους στρατούς, χωρίς τούρκους έποικους και χωρίς πολιτικό ή/και γεωγραφικό διαχωρισμό των Κυπρίων με βάση την εθνική τους καταγωγή.

15. Χαρακτηριστική ήταν και η αντίδραση της κυπριακής κυβέρνησης κατά του Σχεδίου, αφού ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, με διάγγελμά του προς τον κυπριακό λαό της 7ης Απριλίου 2004, εκφράζοντας το γενικότερο αίσθημα της πλειοψηφίας των Ελληνοκυπρίων κατά του Σχεδίου, συνέστησε τη μη αποδοχή του Σχεδίου. Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας συνεκτιμώντας όλα τα δεδομένα με ψυχραιμία και αντικειμενικότητα, αλλά και με πλήρη συναίσθηση της ιστορικότητας των στιγμών και το βάρος της ευθύνης που του αναλογούσε, δήλωσε ότι λυπόταν ειλικρινά, γιατί δεν μπορούσε να αποδεχθεί και να υπογράψει το Σχέδιο Ανάν, όπως τελικά διαμορφώθηκε.

16. Ο Πρόεδρος δήλωσε ότι παρέλαβε κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο και ότι δε θα παρέδιδε «κοινότητα», χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα.

17. Ο Πρόεδρος δήλωσε ότι είχε εμπιστοσύνη στην κρίση των Ελληνοκυπρίων, ότι ήταν βέβαιος ότι δεν τους άγγιζαν ψεύτικα διλήμματα, ότι δεν τους τρόμαζαν απειλές για δήθεν διεθνή απομόνωση, ότι δεν τους έπειθαν τα περί δήθεν τελευταίας ευκαιρίας και ότι εξακολουθούσαν να έχουν για αυτούς νόημα οι ηθικές αξίες και αρχές του λαού μας, του πολιτισμού και του εθνικού ιστορικού μας βίου, τον οποίο ήθελαν να συνεχίσουν με ασφάλεια, δικαιοσύνη, ελευθερία και ειρήνη.

18. Κατά τη γνώμη του Προέδρου της Δημοκρατίας, στη ζυγαριά του ΝΑΙ και του ΟΧΙ, πολύ βαρύτερες και πολύ πιο επαχθείς θα ήταν οι συνέπειες του ΝΑΙ.

19. Ως εκ τούτου, ο Πρόεδρος Παπαδόπουλος κάλεσε τους Ελληνοκυπρίους να απορρίψουν το Σχέδιο Ανάν και να πουν στις 24 Απρίλη ένα δυνατό ΟΧΙ. Τους κάλεσε να υπερασπιστούν το δίκαιο, την αξιοπρέπεια και την ιστορία τους. Έχοντας αίσθημα ευθύνης απέναντι στην ιστορία, στο παρόν και το μέλλον της Κύπρου και του λαού μας, τους κάλεσε να μην υποθηκεύσουν το μέλλον στην πολιτική βούληση της Τουρκίας και να προασπιστούν την Κυπριακή Δημοκρατία, λέγοντας ΟΧΙ στην κατάλυσή της.  Τους κάλεσε επίσης να συστρατευθούν για μια νέα πιο ελπιδοφόρα πορεία  επανένωσης της Κύπρου μέσα από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

20. Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, είχε επίσης αναπτυχθεί έντονος δημόσιος πολιτικός διάλογος μεταξύ απλών πολιτών, δημοσιογράφων και πολιτικών που άμεσα ή/και συγκεκαλυμμένα υποστήριζαν την αποδοχή του Σχεδίου Ανάν και των απλών πολιτών, δημοσιογράφων και πολιτικών, οι οποίοι απέρριπταν το Σχέδιο Ανάν. Ο πολιτικός διάλογος διεξαγόταν τόσο στις απλές καθημερινές συζητήσεις των Ελληνοκυπρίων όσο και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ο πολιτικός αυτός διάλογος ήταν ενίοτε ιδιαίτερα έντονος και/ή οξύς με εκατέρωθεν ανταλλαγές χαρακτηρισμών μεταξύ των υποστηρικτών του Σχεδίου και αυτών οι οποίοι ήταν αντίθετοι με αυτό.

21. Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, ανάμεσα στα πολιτικά πρόσωπα τα οποία τάσσονταν εναντίον του Σχεδίου Ανάν, ήταν και ο Εναγόμενος.

22. Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, ο Ενάγων προσωπικά και μέσω της εφημερίδας «ΠΟΛΙΤΗΣ» την οποία εκδίδει και μέσω των συντακτών της, είχε ταχθεί αναφανδόν υπέρ του Σχεδίου Ανάν.

23. Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο ο Εναγόμενος ή/και άλλα πολιτικά πρόσωπα τα οποία αντιτίθεντο στο Σχέδιο Ανάν, τύγχαναν αρνητικού σχολιασμού και/ή ειρωνείας και/ή εξύβρισης και/ή χλευασμού και/ή λοιδορίας και/ή προπηλακισμού σε τακτική βάση μέσω επώνυμων και ανώνυμων δημοσιευμάτων στην Εφημερίδα «Πολίτης».

24. Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, ανάμεσα στους Ελληνοκύπριους αναγνώστες και μη της εφημερίδας «Πολίτης» είχαν δημιουργηθεί εύλογα ερωτηματικά ως προς τα ποια ήταν τα κίνητρα τα οποία οδηγούσαν την εφημερίδα «Πολίτης» στη διαμόρφωση της ακραίας και/ή ένθερμης και/ή φανατικής υποστήριξής της προς το Σχέδιο Ανάν.

25. Μέσα στο πλαίσιο του ως άνω αναφερόμενου πολιτικού διαλόγου ο οποίος διεξαγόταν κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, ο Εναγόμενος έθεσε με το ισχυριζόμενο επίδικο δημοσίευμα προς τον Ενάγοντα, εκδότη της εφημερίδας «Πολίτης», διάφορα εύλογα ερωτήματα που αφορούσαν τις οικονομικές του συναλλαγές με νομικά ή/και φυσικά πρόσωπα αμερικανικής υπηκοότητας και τον κάλεσε να διευκρινίσει δημόσια κατά πόσον σχετίζονταν οι συναλλαγές αυτές με τη γενικότερη πολιτική της εφημερίδας «Πολίτης» υπέρ του Σχεδίου Ανάν, το οποίο σύμφωνα με την ευρύτερη αντίληψη που επικρατούσε ανάμεσα στους Ελληνοκύπριους, εξυπηρετούσε ανάμεσα σε άλλα, τα αμερικανικά συμφέροντα.

26. Ο Εναγόμενος ισχυρίζεται ότι τα όσα κατ' ισχυρισμό δημοσιεύθηκαν από αυτόν σε ραδιοφωνική εκπομπή, συνιστούν εύλογο σχόλιο πολιτικού περιεχομένου σε θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος και/ή συμφέροντος, επί των προαναφερθέντων πραγματικών γεγονότων, το οποίο μάλιστα τέθηκε όχι υπό τη μορφή απόλυτης τοποθέτησης ή συμπεράσματος από τον Εναγόμενο, αλλά υπό μορφή δημόσιου ερωτήματος και/ή κριτικής σκέψης ως προς το εάν ο ενάγων είχε οικονομικές συναλλαγές με πρόσωπα αμερικανικής υπηκοότητας, οι οποίες πιθανόν να εξηγούσαν την φανατική υποστήριξη της εφημερίδας «Πολίτης» και της πλειοψηφίας των συντακτών της προς το Σχέδιο Ανάν και να εξηγούσαν τους προπηλακισμούς κατά προσώπων τα οποία αντιτίθεντο στο συγκεκριμένο Σχέδιο.

27. Οι δηλώσεις του Εναγόμενου, εάν αποδειχθούν, έγιναν καλή τη πίστη και μέσα στα πλαίσια του νομικού και/ή ηθικού και/ή κοινωνικού καθήκοντος το οποίο είχε ο εναγόμενος κατά τον ουσιώδη χρόνο, προς τους Κύπριους πολίτες, τους οποίους και εκπροσωπεί στο Κοινοβούλιο και ειδικότερα προς τους ψηφοφόρους του κόμματός του και τους ψηφοφόρους που τον τίμησαν με την ψήφο τους, οι οποίοι πιθανόν να ήταν αναγνώστες της εφημερίδας «Πολίτης» και οι οποίοι είχαν συμφέρον στη λήψη του δημοσιεύματος, αφού καλούνταν σε προσεχές διάστημα από τον ουσιώδη χρόνο να σταθμίσουν τα ενώπιόν τους δεδομένα με αντικειμενικότητα και να ψηφίσουν υπέρ ή κατά του Σχεδίου Ανάν, το οποίο θα καθόριζε το νομικό και πραγματικό πλαίσιο διαβίωσης αυτών και των οικογενειών τους στην Κύπρο.

28. Το ισχυριζόμενο δημοσίευμα, εάν αποδειχθεί, έγινε καλή τη πίστη και αποσκοπούσε στην προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των προσώπων προς τα οποία έγινε η δημοσίευση, δηλαδή τα συμφέροντα των Ελληνοκυπρίων ακροατών της εκπομπής «Καλημέρα Κύπρος» οι οποίοι καλούνταν σε προσεχές διάστημα από τον ουσιώδη χρόνο να σταθμίσουν τα ενώπιόν τους δεδομένα με αντικειμενικότητα και να ψηφίσουν υπέρ ή κατά του Σχεδίου Ανάν, το οποίο θα καθόριζε το νομικό και πραγματικό πλαίσιο διαβίωσης αυτών και των οικογενειών τους στην Κύπρο.

31. Το Σχέδιο Ανάν απορρίφθηκε εν τέλει στις 24 Απριλίου 2004 από το 76% της ελληνοκυπριακής κοινότητας και σε κάθε περίπτωση από τη μεγάλη πλειοψηφία του κυπριακού λαού, Ε/Κ και Τ/Κ.

32. Ο Εναγόμενος θα ισχυριστεί ότι ο Ενάγων, σαν ιδιοκτήτης ΜΜΕ, έχει ιδιαίτερο καθήκον προς το κοινό να ενεργεί με πλήρη διαφάνεια στις δοσοληψίες του και να τηρεί το πόθεν έσχες, δεδομένου ότι κάθε άμεση ή έμμεση εξάρτηση δυνατόν να δημιουργήσει αμφιβολίες στο μυαλό κάθε αντικειμενικού παρατηρητή και παράλληλα ο Εναγόμενος ως βουλευτής είχε καθήκον να προκαλέσει τον Ενάγοντα να δώσει όλα τα στοιχεία και λεπτομέρειες τυχόν δοσοληψιών του με εταιρείες αμερικανικών συμφερόντων και/ή άλλων, έτσι που τυχόν αμφιβολίες και/ή υποψίες στην κοινή γνώμη να διαλευκανθούν μέσα από ένα δημόσιο διάλογο, στο πλαίσιο της πλήρους διαφάνειας.  Με τα ερωτήματα που έθεσε ο Εναγόμενος, άφησε το θέμα στην κρίση του καθενός ανάλογα με την απάντηση του κου Παπαδόπουλου-Ενάγοντα, ο δε Ενάγων άρπαξε την ευκαιρία και σε διάφορες εκπομπές και/ή μέσω των Μέσων Μαζικής ενημέρωσης, απήντησε στα ερωτήματα, χωρίς να υποστεί οιαδήποτε βλάβη και/ή ζημία."

Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος ενώπιον του οποίου ετέθη η αίτηση την ενέκρινε με το ακόλουθο σκεπτικό:

"(iii) Με βάση τα πιο πάνω, είναι κατά το Δικαστήριο φανερό ότι οι λεπτομέρειες που παρουσιάζονται στην υπεράσπιση εκτός του γεγονότος ότι είναι τοποθετημένες κατά λανθασμένο τρόπο, καταγράφουν ισχυρισμούς που καμία σχέση δεν έχουν με την υπεράσπιση του εντίμου σχολίου ή του προνομιούχου δημοσιεύματος, ιδωμένα βέβαια τα όσα καταγράφονται σε αυστηρό συσχετισμό με το επίδικο δυσφημιστικό δημοσίευμα. Το επίδικο δημοσίευμα καταλογίζει στον αιτητή, όπως έχει προαναφερθεί, οικονομικό συσχετισμό και ανοίκειο συμφέρον με Αγγλοαμερικάνικα συμφέροντα μέσα από δοσοληψίες πώλησης εταιρείας του αιτητή ως το κίνητρο του αιτητή και/ή της εφημερίδας «Πολίτης» για υποστήριξη του Σχεδίου Ανάν. Η καταγραφή ισχυρισμών όπως περιέχονται στην υπεράσπιση ξεφεύγουν κατά πολύ των συνοπτικών και επακριβών λεπτομερειών που θα έπρεπε να δίδονταν κάτω από αυτές τις υπερασπίσεις και θα ήταν αυστηρά ομιλούντες αναγκαίες για υποστήριξη της θέσεως που πρόβαλε ο καθ' ου στη δημοσιογραφική εκπομπή και που θα έπρεπε να σχετίζονταν με αυτές και μόνο τις θέσεις που αφορούν τις οικονομικές συναλλαγές του αιτητή.  Ο πλατειασμός ο οποίος παρατηρείται στις επίδικες προς διαγραφή παραγράφους είναι τέτοιας εμβέλειας που καθιστά τους ισχυρισμούς όχι μόνο αχρείαστους, αλλά και άσχετους σε σχέση με την ορθά δικογραφημένη υπεράσπιση του εντίμου σχολίου ή του προνομιούχου δημοσιεύματος. Ως παραδείγματα και μόνο τέτοιων αχρείαστων και άσχετων ισχυρισμών μπορούν να αναφερθούν τα όσα καταγράφονται στις παρ. 14-19 όπου γίνεται αναφορά σε έντονες λαϊκές κινητοποιήσεις εναντίον του Σχεδίου με χαρακτηρισμούς και επίθετα, στην θέση που έλαβε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, τα περί ψεύτικων διλημμάτων και απειλών για διεθνή απομόνωση, για ηθικές αξίες και αρχές του Κυπριακού λαού, για το ΟΧΙ που θα έπρεπε οι Ελληνοκύπριοι να διατρανώσουν υπερασπίζοντας το δίκαιο, την αξιοπρέπεια και την ιστορία του. Όλα αυτά καμία απολύτως σχέση δεν έχουν με τις όποιες οικονομικές συναλλαγές του αιτητή που κατ' ισχυρισμόν τον εξώθησαν να υποστηρίξει το Σχέδιο Ανάν.

Το ζητούμενο στο επίδικο δημοσίευμα είναι κατά πόσο αυτό είναι δυσφημιστικό στην έννοια του Νόμου και κατά πόσο μπορούσε ο καθ' ου να προβεί στα σχόλια τα οποία έκαμε ως θέμα δημοσίου συμφέροντος, έντιμου σχολιασμού και προνομιούχου δημοσιεύματος. Γι' αυτές τις υπερασπίσεις ο καθ΄ου θα έπρεπε να παρέθετε λεπτομέρειες των όσων καταλόγισε στον αιτητή μέσα από τη ραδιοφωνική συνέντευξη του και να έδιδε και συγκεκριμένα στοιχεία που τυχόν είχε σε σχέση με τις συναλλαγές του αιτητή και τις διασυνδέσεις του με τα Αγγλοαμερικάνικα συμφέροντα.  Αυτά είναι τα γεγονότα που θα υποστήριζαν κατά συνοπτικό και ακριβή δικογραφικό τρόπο τις υπερασπίσεις που ο καθ' ου επέλεξε να εισάξει στην υπεράσπιση του και όχι τα όσα καταγράφηκαν και δη με τον τρόπο με τον οποίο καταγράφηκαν, που εκτρέπουν την ορθή πορεία που θα έπρεπε η συγκεκριμένη ακροαματική διαδικασία επί του καταλογιζομένου δυσφημιστικού κειμένου να ακολουθούσε. Η παραμονή των προς διαγραφή παραγράφων στο δικόγραφο θα συντελούσε και θα εδραίωνε αυτή την εκτροπή. Όπως λέχθηκε και στην υπόθεση Polly Peck (Holdings) Plc v. Trelford [1986] 2 WLR 845 στις σε. 858-9, το Εφετείο αναλύοντας τις αρχές που λαμβάνονται σε υποθέσεις δυσφήμησης:

"The fourth principle is that the trial of the action should concern itself with the essential issues and the evidence relevant thereto and that public policy and the interests of the parties require that the trial should be kept strictly to the issues necessary for a fair determination of the dispute between the parties."

Και στις σελ. 869:

"In all cases it is the duty of the Court to see that the defendant, in particularising a plea of justification or fair comment, does not act oppressively."

(iv) Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία ότι οι λέξεις και οι φράσεις που χρησιμοποιήθηκαν όχι μόνο είναι αχρείαστες προβάλλοντας άσχετα θέματα, αλλά είναι και σκανδαλώδεις, ενώ φέρνουν τον αιτητή και σε αμηχανία με βάση την γνωστή νομολογία που έχει ήδη προδιαγραφεί. Όπως αναφέρεται πρόσθετα στον Odgers - supra - σελ. 144, το πρωταρχικό κριτήριο κατά πόσο ένα δικόγραφο εμπεριέχει σκανδαλώδη θέματα είναι κατά πόσο τα όσα αναφέρονται είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα, το δε κριτήριο της σχετικότητας είναι κατά πόσο τα εγειρόμενα ζητήματα θα ήταν αποδεκτά ως μαρτυρία. Όταν αχρείαστα ζητήματα καταλογίζουν στον αντίδικο οποιαδήποτε χλευαστικά σχόλια ή κατηγορίες ή ισχυρισμούς για λανθασμένη ή παράνομη συμπεριφορά του ιδίου ή οποιουδήποτε άλλου, τότε τα θέματα αυτά θεωρούνται σκανδαλώδη και θα διαγραφούν.

Η χρήση των λέξεων, για παράδειγμα, στην παρ. 13 της υπεράσπισης περί Σχεδίου διχοτομικού, άδικου, ρατσιστικού, εκτρωματικού κλπ. είναι αναμφίβολα σκανδαλώδη στα πλαίσια του συγκεκριμένου επιδίκου θέματος και είναι και αχρείαστα, ενώ θα φέρουν τον αντίδικο αιτητή σε αμηχανία, δεδομένου ότι αναφέρεται στο τέλος της παραγράφου ότι λεπτομέρειες θα δοθούν κατά τη δικάσιμο, θέση που προδιαγράφει την πορεία που ο καθ' ου επιθυμεί να ακολουθήσει στη δίκη. Ορθά η κα Γεωργίου διατύπωσε τη θέση ότι το δικόγραφο της υπεράσπισης είναι μάλλον πολιτικό κείμενο παρά δικόγραφο. Ο αιτητής σε περίπτωση που θα ήθελε να καταχωρήσει, όπως και έχει δικαίωμα, απάντηση στην υπεράσπιση, θα βρεθεί προ μεγάλης αμηχανίας να απαντήσει αυτό το είδος της υπεράσπισης, η οποία περιέχει χαρακτηρισμούς, επίθετα, επιχειρήματα, πολιτικές θέσεις κ.α. πέραν και έξω των όσων αναγκαίων θα έπρεπε να καταγράφονταν στα πλαίσια των συγκεκριμένων υπερασπίσεων του εντίμου σχολιασμού και του προνομιούχου του δημοσιεύματος. Ως αναφέρεται στον Odgers στην ίδια σελίδα, «embarrassing», σημαίνει να είναι ο ισχυρισμός τόσο άσχετος με το επίδικο θέμα, που η παραμονή του στο δικόγραφο θα προκαλούσε αχρείαστα έξοδα και θα επηρέαζε την δίκη περιπλέκοντας τους διαδίκους σε μια διαφορά και μια διαφωνία που είναι εντελώς έξω από τα αυστηρά επίδικα θέματα. Κάτι τέτοιο προδιαγράφεται να επισυμβεί με μαθηματική ακρίβεια με τους καταγραφέντες ισχυρισμούς.

(ν) Πέραν των πιο πάνω, οι προς διαγραφήν ισχυρισμοί είναι καταγραμμένοι με τέτοια γενικότητα που αφορούν γενικά την συμπεριφορά των Ελληνοκυπρίων και την τοποθέτηση τους έναντι του Σχεδίου Ανάν πριν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που θα προκαλούσε έξοδα και αμηχανία στον αιτητή εάν ήθελε να καταχωρήσει οποιαδήποτε απάντηση. Για παράδειγμα, καταγράφεται η θέση στην παρ. 24 ότι θα δημιουργηθεί «στους αναγνώστες και μη» της εφημερίδας ΠΟΛΙΤΗΣ, εύλογα ερωτηματικά ως προς τα κίνητρα της εφημερίδας στην διαμόρφωση «... της ακραίας και/ή ένθερμης και/ή της φανατικής υποστήριξης της προς το Σχέδιο Ανάν». Αυτοί οι ισχυρισμοί είναι δύσκολο να αποδειχθούν ή να αντικρουσθούν μέσα από σχετική, συγκεκριμένη και παραδεκτή μαρτυρία, διότι περιέχουν διαπιστώσεις και προσωπικές θέσεις του καθ' ου προσωπικά που δεν μπορούν να επεκτείνονται σε μια τέτοια γενική καταγραφή, η οποία μάλιστα κατά πρόδηλο τρόπο εκφεύγει της σχετικότητας, δεδομένου ότι γίνεται αναφορά και σε «μη αναγνώστες» της εφημερίδας «Πολίτης», ισχυρισμός που αδιαμφισβήτητα δείχνει το πόσο εύκολα η υπεράσπιση εκφεύγει εκείνων των ισχυρισμών που θα ήταν απολύτως αναγκαίοι για να αντιμετωπιστεί η έκθεση απαίτησης.

(vi) Οι προς διαγραφή παραγράφοι 12-25 αλλά και τα προς διαγραφή μέρη των υπολοίπων παραγράφων που αναφέρονται στην αίτηση είναι με τέτοιο τρόπο συμπλεγμένα μεταξύ τους που δεν θα μπορούσε να γίνει εύλογα οποιοσδήποτε διαχωρισμός και θα πρέπει, ως εκ τούτου, να τύχουν διαγραφής εξ ολοκλήρου."

Ο Εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση για διαγραφή. Δεν θα υπεισέλθουμε τώρα στην ορθότητα του σκεπτικού της εφεσιβαλλόμενης απόφασης αφού, κατά την ακρόαση της έφεσης, κρίναμε ότι προέχει άλλο θέμα, εκείνο του εφέσιμου της απόφασης εν όψει των δικονομικών αρχών που ρυθμίζουν ποίες αποφάσεις είναι εφέσιμες και σε ποίο στάδιο της διαδικασίας. Με πρώτιστη βεβαίως αναφορά στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1 A.A.Δ. 1530, η οποία καθόρισε οριστικώς το θέμα. Εφέσιμη, σύμφωνα με το άρθρο 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου, είναι κάθε απόφαση δικαστηρίου που ασκεί πολιτική δικαιοδοσία. Σύμφωνα με την απόφαση της πλειοψηφίας στη Χαρούς ν. Χαρούς, ο όρος «απόφαση» στο άρθρο 25(1) σημαίνει μόνο απόφαση καθοριστική για τα δικαιώματα των διαδίκων. Τέτοια είναι βεβαίως πάντοτε η τελική απόφαση στην αγωγή.  Δεν είναι όμως εφέσιμες οι ενδιάμεσες αποφάσεις που εκδίδονται στην πορεία της αγωγής εκτός αν έχουν άμεσες επιπτώσεις στα δικαιώματα των διαδίκων. Οι λόγοι για την αρχή αυτή συναρτώνται προς την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας. Δεν είναι επιθυμητό, προς το συμφέρον της ταχείας και απρόσκοπτης απονομής της δικαιοσύνης, να διακόπτεται η πορεία της υπόθεσης με την υποβολή αποσπασματικών εφέσεων κατά ενδιάμεσων αποφάσεων που επιφέρουν καθυστέρηση και περιπλοκότητα στη διαδικασία.  Ούτε επηρεάζεται δυσμενώς ο αντίδικος εναντίον του οποίου στρέφεται η ενδιάμεση απόφαση. Η αρχή που αφορά το μη εφέσιμο ενδιάμεσων αποφάσεων αφορά μόνο το αυτοτελώς μη εφέσιμο τους στο στάδιο της έκδοσης της ενδιάμεσης απόφασης. Δοθέντος ότι όλες οι τελικές αποφάσεις υπόκεινται σε έφεση, το θέμα που εγείρεται στην ενδιάμεση απόφαση μπορεί πάντοτε να εγερθεί ως λόγος έφεσης εναντίον της τελικής απόφασης με τη λογική ότι η ενδιάμεση απόφαση μπορεί να επηρέασε το αποτέλεσμα της τελικής απόφασης.  Ιδιαίτερα, αν ο αντίδικος φρονεί ότι η ενδιάμεση απόφαση απέληξε στο να μην είχε δίκαιη δίκη.

Οι αρχές αυτές διαγράφουν την τύχη της ενώπιον μας έφεσης.  Η εφεσιβαλλόμενη απόφαση δεν είναι τελική αλλά ενδιάμεση.  Δεν καθορίζει τα ουσιαστικά δικαιώματα των διαδίκων στην αγωγή.  Δεν είναι λοιπόν εφέσιμη. Η εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον Εφεσείοντα ότι με τη διαγραφή επηρεάζεται η εμβέλεια της υπεράσπισης του και έτσι η δυνατότητα του να έχει δίκαιη δίκη συγχύζει το εφέσιμο με το ουσιαστικό. Όπως ήδη υποδείξαμε, ο Εφεσείων δεν εμποδίζεται εντελώς να εφεσιβάλει την ενδιάμεση απόφαση για διαγραφή. Απλώς δεν μπορεί να το κάνει τώρα αλλά μπορεί να το κάνει στα πλαίσια έφεσης κατά τελικής απόφασης εναντίον του στην αγωγή, αν τέτοια εκδοθεί. Εξ άλλου, το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη είναι θεμελιώδες και αναφαίρετο δικαίωμα του διαδίκου και ο εφεσείων μπορεί πάντοτε να ισχυρισθεί, αν η αγωγή επιτύχει και εκδοθεί εναντίον του τελική απόφαση, ότι αυτή είναι προϊόν μη δίκαιης δίκης ως εκ του ότι η ενδιάμεση απόφαση για διαγραφή ήταν λανθασμένη και είχε το αποτέλεσμα που εισηγείται. Το ίδιο θα ίσχυε αν επρόκειτο για απόφαση με την οποία επιτρέπετο ή δεν επιτρέπετο τροποποίηση ή με την οποία διατάσσετο ή δεν διατάσσετο παροχή περαιτέρω και καλύτερων λεπτομερειών. Η επίδραση που έχει τέτοια διαταγή στην έκβαση της υπόθεσης, όπως και στην προκειμένη περίπτωση, κρίνεται όχι ενδιάμεσα αλλά στο τέλος της ημέρας υπό το φως όλων των δεδομένων.  Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα πίεσε ακόμα το επιχείρημα ότι, αν και θα μπορεί να ελεγχθεί η ορθότητα της διαταγής για διαγραφή στα πλαίσια έφεσης κατά της τελικής απόφασης όπως πιο πάνω, ο ίδιος θα έχει υποστεί ζημιά ως εκ του ότι θα έχει εκδοθεί απόφαση εναντίον του με όλες τις συνέπειες. Το ανάλογο θα μπορούσε όμως να πει και ο Εφεσίβλητος αν το Δικαστήριο είχε απορρίψει την αίτηση για διαγραφή. Η ουσία είναι ότι οι δικονομικοί κανόνες, περιλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τη διαγραφή, ρυθμίζουν το δικογραφικό πλαίσιο στο οποίο θα διεξαχθεί η δίκη και υπόκεινται οι ίδιοι στις δικονομικές πρόνοιες του νόμου και της νομολογίας που διέπουν το εφέσιμο οποιασδήποτε σχετικής απόφασης. Κατά πόσο οι δικονομικές ρυθμίσεις και πρόνοιες απολήγουν σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση σε παραβίαση ευρύτερου θεμελιακού δικαιώματος, όπως το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, κρίνεται στην ώρα του στο τέλος της ημέρας.

Καταλήγουμε λοιπόν ότι η εφεσιβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εφέσιμη αυτοτελώς στο στάδιο αυτό και η έφεση συνεπώς απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο