ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 1 ΑΑΔ 1204

28 Σεπτεμβρίου, 2005

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

Εφεσείων-Εναγόμενος,

v.

ΙΩΑΝΝΗ ΜΕΝΤΖΗ,

Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11602)

 

Αστικά αδικήματα ― Αμέλεια και/ή παράβαση των νομίμων καθηκόντων ασφαλιστικού αντιπροσώπου προς ασφαλιζόμενο σε σχέση με ανανέωση του υφιστάμενου ασφαλιστικού συμβολαίου του αυτοκινήτου του ― Επιδίκαση ως αποζημίωση, υπέρ του ασφαλιζόμενου και εναντίον του ασφαλιστικού αντιπροσώπου, του συμφωνηθέντος ποσού, ζημιά του αυτοκινήτου, που προκλήθηκε σε τροχαίο ατύχημα, πλέον του ποσού που κατέλαβε στη Δημοκρατία για επανόρθωση της ζημιάς στο δρόμο, νόμιμου τόκου και εξόδων της διαδικασίας ― Επικύρωση πρωτόδικης απόφασης κατ' έφεση.

Ευρήματα Δικαστηρίου ― Αξιολόγηση αξιοπιστίας μαρτύρων ― Αποτελεί έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Προϋποθέσεις επέμβασης του Εφετείου.

Ο εφεσίβλητος - ενάγων (ο εφεσίβλητος) καταχώρησε αγωγή εναντίον του εφεσείοντος - εναγομένου (ο εφεσείων) αξιώνοντας αποζημιώσεις για ζημιές τις οποίες υπέστη συνεπεία της αμέλειας και/ή της παράβασης των νομίμων καθηκόντων του εφεσείοντος ως ασφαλιστικού αντιπροσώπου.

Το Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι ο εφεσείων δεν ακολούθησε τις οδηγίες που του έδωσε ο εφεσίβλητος για ανανέωση του ασφαλιστικού συμβολαίου του με την Εταιρεία Eurosure Insurance Co Ltd αλλά προέβη στη σύναψη νέου ασφαλιστικού συμβολαίου με την ασφαλιστική εταιρεία Ledra, χωρίς να περιλάβει δεόντως στην πρόταση ασφάλισης τις προηγούμενες καταδίκες και τα δυστυχήματα στα οποία ενεπλάκη ο εφεσίβλητος. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η απόρριψη της απαίτησης του εφεσίβλητου προς την ασφαλιστική εταιρεία Λήδρα για κάλυψη των ζημιών του όταν το αυτοκίνητό του καταστράφηκε ολοσχερώς και προκάλεσε ζημιές στην περιουσία τρίτων κατά την εμπλοκή του σε τροχαίο ατύχημα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων ήταν ένοχος παράβασης καθήκοντος και αμέλειας προς τον εφεσίβλητο. Το Δικαστήριο επιδίκασε στον εφεσίβλητο ως αποζημίωση το συμφωνηθέν ποσό των £7.000- ζημιά του αυτοκινήτου του, πλέον το ποσό των £112 που κατέβαλε στη Δημοκρατία για επανόρθωση της ζημιάς στο στηθαίο ασφάλειας του δρόμου όπου συνέβηκε το ατύχημα. Επιδίκασε, επίσης, υπέρ του εφεσίβλητου νόμιμο τόκο επί του επιδικασθέντος ποσόν πλέον τα έξοδα της διαδικασίας.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση προσβάλλοντας ως εσφαλμένη τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η αξίωση του εφεσίβλητου δεν αποτελούσε κώλυμα (estoppel) στην αξίωση του, αφού ο εφεσίβλητος είχε αποδεχθεί το νέο ασφαλιστικό συμβόλαιο με την εταιρεία Ledra, χωρίς την προβολή οποιασδήποτε διαμαρτυρίας. Ο εφεσείων υποστήριξε ότι με την υπεράσπιση του προέβαλλε ισχυρισμό για κώλυμα, ενώ το Δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι ελλείψει του αναγκαίου δικογραφημένου υπόβαθρου, δεν προτίθετο να «λάβει υπόψη τέτοιας φύσεως κώλυμα του ενάγοντα στην προώθηση των αξιούμενων θεραπειών του».

Προβλήθηκε επίσης, ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι ο εφεσείων γνώριζε, κατά την υποβολή της πρότασης ασφάλισης προς την εταιρεία Ledra, ότι ο εφεσίβλητος είχε προηγούμενα ατυχήματα και συναφείς ποινικές καταδίκες.

Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης αφορούν τα ευρήματα και συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου τα οποία άπτονται της αξιοπιστίας είτε της μαρτυρίας του εφεσίβλητου η οποία έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη, είτε της μαρτυρίας του εφεσείοντος η οποία απορρίφθηκε ως αναξιόπιστη.

Το Ανώτατο Δικαστήριο αφού εξέτασε τα διάφορα σημεία της μαρτυρίας στα οποία το παρέπεμψε ο δικηγόρος του εφεσείοντος, όπως και την επιχειρηματολογία του επί τούτων, αποφάνθηκε ότι δεν του υποδείχθηκε οτιδήποτε που να δικαιολογεί την επέμβαση του και απέρριψε την έφεση με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντος.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντος.

Έφεση.

Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 19/12/02 (Αρ. Αγωγής 7002/98) με την οποία επιδίκασε υπέρ του ενάγοντα το συμφωνηθέν ποσό των £7.000 πλέον άλλα ποσά ως αποζημιώσεις για τις ζημιές τις οποίες υπέστη συνεπεία της αμέλειας και παράβασης των νομίμων καθηκόντων του εναγόμενου ως ασφαλιστικού του αντιπροσώπου.

Μ. Ιωάννου, για τον Εφεσείοντα.

Α. Κίτσιος, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ..

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την υπ' αρ. 7002/1998 αγωγή που καταχώρησε στο Ε.Δ. Λεμεσού, ο εφεσίβλητος αξίωσε από τον εφεσείοντα αποζημιώσεις για ζημιές τις οποίες υπέστη συνεπεία της αμέλειας και ή της παράβασης των νομίμων καθηκόντων του εφεσείοντος ως ασφαλιστικού του αντιπροσώπου.

Σύμφωνα με την έκθεση απαιτήσεως, στις 26.5.1997, ο εφεσίβλητος έδωσε προς τον εφεσείοντα οδηγίες για ανανέωση του υφιστάμενου ασφαλιστικού συμβολαίου του αυτοκινήτου του, με αρ. εγγραφής ΕΚΒ193, με την ασφαλιστική εταιρεία Eurosure Insurance Co Ltd. Αντ' αυτού ο εφεσείων προέβη σε σύναψη νέου ασφαλιστικού συμβολαίου με την ασφαλιστική εταιρεία Ledra, συντάσσοντας και υπογράφοντας ο ίδιος τη σχετική πρόταση ασφάλισης (Proposal Form), χωρίς να περιλάβει τα προηγούμενα ατυχήματα και ποινικές καταδίκες του εφεσίβλητου, και εξασφαλίζοντας σχετικό συμβόλαιο για κάλυψη της αξίας του αυτοκινήτου για ποσό £11.000. Την 31.8.1997 ο εφεσίβλητος ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα με αποτέλεσμα την ολοσχερή καταστροφή του αυτοκινήτου και την πρόκληση ζημιών στην περιουσία τρίτων. Συνακόλουθα, ο εφεσίβλητος υπέβαλε, μέσω του εφεσείοντος, απαίτηση προς την ασφαλιστική εταιρεία Ledra για κάλυψη των ζημιών. Όμως, η εταιρεία απέρριψε την απαίτηση, θεωρώντας ότι το ασφαλιστικό συμβόλαιο ήταν άκυρο λόγω απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων, συγκεκριμένα των προηγούμενων ατυχημάτων και συναφών ποινικών καταδικών του εφεσίβλητου.

Με την υπεράσπιση ο εφεσείων πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι ήταν κατόπιν οδηγιών του εφεσίβλητου που μεσολάβησε για την ασφάλιση του αυτοκινήτου του με την ασφαλιστική εταιρεία Ledra, συμπλήρωσε δε τη σχετική πρόταση ασφάλισης σύμφωνα και πάλι με τις οδηγίες του. Συνεπώς, οποιαδήποτε παράλειψη στην πρόταση οφειλόταν αποκλειστικά και μόνο στον εφεσίβλητο ο οποίος και εμποδιζόταν να εγείρει οποιαδήποτε αξίωση εναντίον του εφεσείοντος για αμέλεια και ή παράβαση των νομίμων καθηκόντων του ως ασφαλιστικού του αντιπροσώπου.

Κατά την ακρόαση ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου οι δικηγόροι των διαδίκων κατέθεσαν εκ συμφώνου διάφορα έγγραφα ως τεκμήρια. Πρόσθετα, ο δικηγόρος του εφεσείοντος παραδέχθηκε την ιδιοκτησία του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου καθώς και το αξιούμενο ποσό της ζημιάς στο αυτοκίνητο (£7.000). Μαρτυρία έδωσαν, για μεν τον εφεσίβλητο, ο ίδιος, ο λοχίας της αστυνομίας Αντώνης Αντωνίου, ο Αλέκος Πουλχέριος, Διευθύνων Σύμβουλος της ασφαλιστικής εταιρείας Ledra, ο υπαστυνόμος-γραφολόγος Μάριος Μαρκίδης και ο Ιγνάτιος Μέντζης, πατέρας του εφεσίβλητου, για δε τον εφεσείοντα, ο ίδιος.

Στη συνέχεια, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε την εκατέρωθεν μαρτυρία, αποδεχόμενο, για τους λόγους που εξήγησε, τη μαρτυρία όλων των μαρτύρων του εφεσίβλητου, και απορρίπτοντας, για τους λόγους που επίσης εξήγησε, τη μαρτυρία του εφεσείοντος, κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα:

".... έχοντας κατά νου την ως άνω αξιολόγηση και τα παραδεκτά γεγονότα βρίσκω και αποδέχομαι ότι ο ενάγοντας κατά τον ουσιώδη για την παρούσα αγωγή χρόνο ήταν ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου με αρ. εγγραφής ΕΚΒ193. Κατά τον ως άνω χρόνο ο εναγόμενος ήταν ασφαλιστικός αντιπρόσωπος. Ο ενάγοντας κατόπιν πρότασης ασφάλισης ημερ. 24/5/1996 (Τεκμήριο 7) η οποία υπεβλήθη μέσω του εναγομένου προς την ασφαλιστική εταιρεία Eurosure είχε ασφαλίσει το ως άνω αναφερόμενο αυτοκίνητο του με την ως άνω ασφαλιστική εταιρεία δυνάμει συμβολαίου ασφάλισης (Τεκμήριο 6). Η ως άνω αναφερόμενη πρόταση ασφάλισης συμπληρώθηκε από τον εναγόμενο και υπεγράφη από τον ενάγοντα.

Περί τον Μάϊο του 1997 πριν τη λήξη της περιόδου ισχύος του ως άνω ασφαλιστικού συμβολαίου ο ενάγοντας τηλεφώνησε στον εναγόμενο και του έδωσε οδηγίες να ανανεώσει το ως άνω αναφερόμενο ασφαλιστικό έγγραφο. Του έδωσε επίσης οδηγίες να μειώσει την ασφαλιστέα αξία από £13.000 σε £11.000. Κατά τη μεταξύ τους συνομιλία ο εναγόμενος δεν είχε ρωτήσει τον ενάγοντα οτιδήποτε σε σχέση με προηγούμενες καταδίκες του ή δυστυχήματα στα οποία ενεπλάκη.

Κατά την 7/7/1997 ο εναγόμενος στο γραφείο του παρέδωσε στον ενάγοντα το ασφαλιστικό συμβόλαιο - Τεκμήριο 8 - το οποίο κατόπιν διαμεσολάβησης του εναγομένου εξεδόθη από την Ασφαλιστική Εταιρεία Ledra για την ασφάλιση του ως άνω αναφερομένου αυτοκινήτου του ενάγοντα. Το ως άνω ασφαλιστικό συμβόλαιο (Τεκμήριο 8) εξεδόθη μετά την υποβολή από τον εναγόμενο της πρότασης ασφάλισης - Τεκμήριο 9 - το οποίο βρίσκω ότι αποτελεί φωτοαντίγραφο του πρωτοτύπου εγγράφου πρότασης ασφάλισης - Τεκμήριο 18. Η ως άνω πρόταση συμπληρώθηκε από τον εναγόμενο. Βρίσκω και αποδέχομαι ότι ο εναγόμενος δεν καταχώρησε στην πρόταση ασφάλισης προς την Ledra (Τεκμήριο 18) όλες τις προηγούμενες καταδίκες και δυστυχήματα του ενάγοντα σύμφωνα με τους όρους ζ & η της ως άνω πρότασης εκτός από το δυστύχημα που αναφέρεται στην ως άνω πρόταση. Βρίσκω και αποδέχομαι ότι ο ενάγοντας δεν υπέγραψε την ως άνω πρόταση ασφάλισης (Τεκμήριο 18). Δε μπορώ να καταλήξω σε ασφαλές συμπέρασμα σε σχέση με το πρόσωπο στο οποίο ανήκει η υπογραφή που υπάρχει επί του ως άνω εγγράφου δίπλα από τη φράση "υπογραφή προτείνοντα". Βρίσκω και αποδέχομαι ότι ο ενάγοντας ουδέποτε έδωσε οδηγίες στον εναγόμενο να προβεί στην σύναψη του ως άνω ασφαλιστικού εγγράφου με την ως άνω Ασφαλιστική Εταιρεία Ledra (Τεκμήριο 8).

Ο ενάγοντας κατά την 7/7/1997 παρέλαβε το ως άνω ασφαλιστικό συμβόλαιο και πλήρωσε στον εναγόμενο το ποσό του ασφαλίστρου. Για την ως άνω πληρωμή ο εναγόμενος εξέδωσε στον ενάγοντα την απόδειξη (Τεκμήριο 13). Βρίσκω και αποδέχομαι ότι το ποσό που πλήρωσε ο ενάγοντας ως ασφάλιστρο είναι αυτό που αναφέρεται στην ως άνω απόδειξη. Κατά την περίοδο ισχύος του ως άνω ασφαλιστικού εγγράφου το ως άνω αναφερόμενο αυτοκίνητο μετά που ενεπλάκη σε δυστύχημα υπέστη ζημιές ύψους £7.000. Ο ενάγοντας μέσω του εναγομένου υπέβαλε προς την ως άνω ασφαλιστική εταιρεία δήλωση για κάλυψη των ζημιών του ως άνω αυτοκινήτου (Τεκμήριο 16). Η ως άνω ασφαλιστική εταιρεία απέρριψε την ως άνω απαίτηση του ενάγοντα για τους λόγους που επεξηγεί στην επιστολή - Τεκμήριο 5 - το περιεχόμενο της οποίας αποδέχομαι και την οποία απέστειλε προς τον ενάγοντα."

Ακολούθως, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε στη νομική πτυχή της υπόθεσης, έκρινε ότι, κατά τη σύναψη του ασφαλιστικού συμβολαίου με την εταιρεία Ledra, ο εφεσείων ενεργούσε ως ασφαλιστικός αντιπρόσωπος του εφεσίβλητου και, συνακόλουθα, υπείχε την υποχρέωση να συμμορφώνεται και ενεργεί αυστηρά, σύμφωνα με τις οδηγίες του. Διαφορετικά ευθυνόταν έναντι του για αμέλεια και παράβαση νόμιμου καθήκοντος. Κατέληξε δε ως εξής:

"Στρεφόμενος στα γεγονότα της υπό κρίση υπόθεσης όπως τα έχω αποδεχτεί πιο πάνω οι οδηγίες που δόθηκαν από τον ενάγοντα προς τον εναγόμενο ήταν σαφείς και ξεκάθαρες σε βαθμό που δεν άφηναν στον εναγόμενο κανένα περιθώριο δράσης κατά τη διακριτική του ευχέρεια. Αντί αυτών ο εναγόμενος προέβη στη σύναψη νέου ασφαλιστικού συμβολαίου με την εταιρεία Ledra. Κατά συνέπεια κρίνω ότι ο εναγόμενος με τη συμπεριφορά που επέδειξε παρέβη τις οδηγίες και τους όρους εντολής του ενάγοντα. Επιπρόσθετα κρίνω ότι η ως άνω συμπεριφορά του εναγόμενου σύμφωνα με τις αυθεντίες που παρέθεσα πιο πάνω συνιστά αμελή πράξη.

Επίσης κρίνω ότι συνιστά αμέλεια και η παράλειψη του εναγόμενου να συμπεριλάβει δεόντως στην πρόταση ασφάλισης (Τεκμήριο 18) τις προηγούμενες καταδίκες και τα δυστυχήματα στα οποία ενεπλάκη ο ενάγοντας. Πιστεύω ότι όφειλε να γνωρίζει ως ασφαλιστικός αντιπρόσωπος ότι η ως άνω παράλειψη δυνατό να επηρέαζε τη νομική ισχύ του ρηθέντος ασφαλιστικού εγγράφου. Εξάλλου η θέση την οποία προέβαλε μέσα από τη μαρτυρία του δεν ήταν ότι αγνοούσε την ως άνω υποχρέωση. Αντιθέτως η θέση του ήταν ότι συμπλήρωσε την επίδικη πρόταση ασφάλισης (Τεκμήριο 18) με όσες πληροφορίες του έδωσε ο ενάγοντας, θέση που απερρίφθη από το Δικαστήριο.

Με βάση τα όσα έχω αναφέρει πιο πάνω καταλήγω ότι η συμπεριφορά του εναγόμενου την οποία περιγράφω πιο πάνω πέραν του ότι συνιστά παράβαση καθήκοντος προς τον ενάγοντα, συνιστά συγχρόνως και αμέλεια."

Τελικά, το πρωτόδικο Δικαστήριο, στηριζόμενο στα ευρήματα και συμπεράσματά του, επιδίκασε στον εφεσίβλητο ως αποζημίωση το συμφωνηθέν ποσό των £7.000 - ζημιά του αυτοκινήτου του, πλέον το ποσό των £112 που κατέβαλε στη Δημοκρατία για επανόρθωση της ζημίας στο στηθαίο ασφαλείας του δρόμου όπου επεσυνέβη το ατύχημα. Επιδίκασε, επίσης, υπέρ του εφεσίβλητου νόμιμο τόκο επί του επιδικασθέντος ποσού, πλέον τα έξοδα της διαδικασίας.

Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης για σειρά λόγων.

Προβάλλεται ως λόγος έφεσης ότι, εφόσον ο εφεσίβλητος αποδέχθηκε το νέο ασφαλιστικό συμβόλαιο με την εταιρεία Ledra, χωρίς να προβάλει οποιαδήποτε διαμαρτυρία, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η συμπεριφορά του εφεσίβλητου δεν αποτελούσε κώλυμα (estoppel) στην αξίωσή του επειδή, με την υπεράσπιση του εφεσείοντος, δεν προβαλλόταν οποιοδήποτε κώλυμα. Και τούτο διότι, στην πραγματικότητα, με την παράγραφο 5 της υπεράσπισης, προβαλλόταν ισχυρισμός για κώλυμα.

Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση έχει ως εξής:

"Δε διαφεύγει επίσης της προσοχής μου ότι ο ενάγοντας απεδέχθη το νέο ασφαλιστικό συμβόλαιο με την Ασφαλιστική Εταιρεία Ledra χωρίς να προβάλει οποιαδήποτε διαμαρτυρία. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε απλά πείστηκε από την επεξήγηση που του είχε δώσει ο ενάγοντας ότι η "Ledra" ήταν καλύτερη από την προηγούμενη ασφαλιστική εταιρεία. Η ως άνω συμπεριφορά του ενάγοντα δυνατόν να αποτελούσε κώλυμα στη διεκδίκηση των θεραπειών που αξιώνει με την παρούσα αγωγή. Όμως στην έκθεση υπεράσπισης του εναγόμενου δεν προβάλλεται οποιοδήποτε κώλυμα του ενάγοντα που να στηρίζεται στη συμπεριφορά του που περιγράφω πιο πάνω. Συνεπώς ελλείψει του αναγκαίου δικογραφημένου υποβάθρου δεν προτίθεμαι να λάβω υπόψη τέτοιας φύσεως κώλυμα του ενάγοντα στην προώθηση των αξιούμενων θεραπειών του (βλ. Bullen & Leake & Jacobs, Precedents of pleadings, 13th edition, par. 1148)."

Η παράγραφος 5 της υπεράσπισης του εφεσείοντος έχει ως εξής:

"Περαιτέρω ο Εναγόμενος 2 ισχυρίζεται ότι κατόπιν οδηγιών και/ή εγκρίσεως του Ενάγοντα εμεσολάβησεν δια την ασφάλιση του αυτοκινήτου με αριθμό εγγραφής ΕΚΒ 193 με τους Εναγομένους 1 και μόνον συνεπλήρωσεν την πρόταση ασφαλίσεως (proposal form) συμφώνως προς τις οδηγίες του Ενάγοντα και/ή εκ μέρους του και συνεπώς τυχόν παράλειψη οφείλεται αποκλειστικώς και μόνον εις τον Ενάγοντα και συνεπώς εμποδίζεται (is estoped) να εγείρη οιανδήποτε αξίωση εναντίον του."

Από τα πιο πάνω είναι πρόδηλο ότι το κώλυμα που προβάλλεται με την παράγραφο 5 της υπεράσπισης είναι εντελώς διαφορετικό από το κώλυμα στο οποίο αναφέρεται το πρωτόδικο Δικαστήριο. Συγκεκριμένα, η παράγραφος 5 της υπεράσπισης, αφού αποδίδει στον εφεσίβλητο την ευθύνη για την παράλειψη αναφοράς στην πρόταση ασφάλισης με την εταιρεία Ledra των προηγούμενων ατυχημάτων και ποινικών καταδικών του, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι αυτός κωλύεται να εγείρει οποιαδήποτε αξίωση εναντίον του εφεσείοντος ως ευθυνομένου για την εν λόγω παράλειψη. Το κώλυμα στο οποίο αναφέρεται το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει εντελώς διαφορετικό υπόβαθρο. Στηρίζεται στην παρατήρηση ότι η υπεράσπιση του εφεσείοντος δεν προβάλλει οποιοδήποτε κώλυμα στη βάση της αποδοχής από τον εφεσίβλητο του νέου ασφαλιστικού συμβολαίου με την εταιρεία Ledra, χωρίς οποιαδήποτε διαμαρτυρία. Ούτε, βέβαια, από τα γεγονότα που παρατίθενται στην υπεράσπιση προκύπτει η επίκληση τέτοιου κωλύματος.

Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι ο εφεσείων γνώριζε, κατά την υποβολή της πρότασης ασφάλισης προς την εταιρεία Ledra (Τεκμήριο 18), ότι ο εφεσίβλητος είχε προηγούμενα ατυχήματα και συναφείς ποινικές καταδίκες. Και τούτο διότι ο εφεσίβλητος ανέφερε, κατά τη μαρτυρία του, ότι δε θυμόταν αν, κατά τη συμπλήρωση της πρότασης ασφάλισης με την εταιρεία Eurosure (Τεκμήριο 7), ανέφερε στον εφεσείοντα τα προηγούμενα ατυχήματα και τις τρεις συναφείς καταδίκες του.

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Ο εφεσίβλητος ανέφερε στη μαρτυρία του ότι, αν και δε θυμόταν τι ανέφερε στον εφεσίβλητο κατά την ημέρα συμπλήρωσης της πρότασης ασφάλισης με την εταιρεία Eurosure (Τεκμήριο 7), εν τούτοις, όταν έγινε η πρόταση ασφάλισης προς την εταιρεία Ledra, ο εφεσείων ήδη γνώριζε για τα προηγούμενα ατυχήματα και τις συναφείς καταδίκες του, εφόσον ήταν μέσω εκείνου που υπέβαλε τις απαιτήσεις του (claims) προς την εταιρεία Eurosure. Η θέση αυτή του εφεσίβλητου, η οποία έγινε δεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο, υποστηρίζεται και από τη μαρτυρία του πατέρα του η οποία, επίσης, έγινε δεκτή. Σύμφωνα με τη μαρτυρία αυτή ο εφεσείων γνώριζε πολύ καλά ότι ο εφεσίβλητος είχε εμπλακεί σε οδικά ατυχήματα και καταδικαστεί, προέτρεψε δε το μάρτυρα να πει στο γιο του "να προσέχει". Αλλά και ο ίδιος ο εφεσίβλητος παραδέχθηκε, κατά τη μαρτυρία του, ότι γνώριζε ότι ο εφεσείων είχε ιστορικό στην πρόκληση ατυχημάτων. Επεξηγώντας, μάλιστα, το λόγο για τον οποίο στην πρόταση ασφάλισης προς την εταιρεία Ledra (Τεκμήριο 18) αναφέρεται ένα μόνο από τα ατυχήματα, στα οποία ενεπλάκη ο εφεσίβλητος, είπε ότι τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες ενδιαφέρονται να τους αναφερθούν μόνο τα ατυχήματα που προκλήθηκαν με το αυτοκίνητο το οποίο καλούνται να ασφαλίσουν. Σε κατοπινό βέβαια στάδιο, ο εφεσείων δέχθηκε ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες απαιτούν να τους αναφερθούν όλα τα ατυχήματα που προκάλεσε ο υπό ασφάλιση πελάτης με οποιοδήποτε αυτοκίνητο.

Άλλος λόγος έφεσης είναι ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι μεταξύ του εφεσείοντος και του εφεσίβλητου είχε δημιουργηθεί σχέση ασφαλιστικού αντιπροσώπου και αντιπροσωπευομένου, είναι εσφαλμένο καθότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ΜΕ3 Αλέκου Πουλχέριου, η οποία έγινε αποδεκτή, ο εφεσείων είχε διοριστεί ως αντιπρόσωπος της εταιρείας Ledra στις 4.2.1997, η δε συνεργασία αυτή κράτησε μέχρι την 1.1.1998.

Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Σύμφωνα με τη μαρτυρία που αποδέχθηκε το Δικαστήριο, ο εφεσείων συνέταξε, υπέγραψε και προώθησε την πρόταση ασφάλισης προς την εταιρεία Ledra, υπηρεσία για την οποία πληρώθηκε από τον εφεσίβλητο, εκδίδοντας και σχετική απόδειξη του ασφαλιστικού του γραφείου, ημερομηνίας 7.7.1997 (Τεκμήριο 13). Πέραν τούτου, ο ίδιος ο εφεσείων παραδέχθηκε στη μαρτυρία του ότι ο εφεσίβλητος, αλλά και ο πατέρας του, ήσαν καλοί πελάτες και πάντοτε τον πλήρωναν για τις υπηρεσίες του. Επομένως, ο εφεσίβλητος είχε καταστεί και ενεργούσε ως ασφαλιστικός αντιπρόσωπος του εφεσίβλητου στη σύναψη του ασφαλιστικού συμβολαίου με την εταιρεία Ledra (Τεκμήριο 8). Το ακόλουθο απόσπασμα από τον Chitty on Contracts, 26th Ed., Vol. II, para 2512, που παρατίθεται στην πρωτόδικη απόφαση, είναι σχετικό:

"The agent of an insurance company, working on commission or as an employee, normally acts for the company, though his authority may not extend far beyond the submission of proposals. It has however been held that he may become the agent of the proposer if he assists in the completion of the proposal form. An insurance broker, on the other hand, is prima facie an agent of the assured and not of the underwriter: though he may also act as the underwriter's agent in certain respects, e.g. the handling of claims-a situation which can give rise to a conflict of interests".

Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος έφεσης ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος δεν υπέγραψε την πρόταση ασφάλισης προς την εταιρεία Ledra (Τεκμήριο 18), είναι εσφαλμένο καθότι ο ΜΕ4 υπαστυνόμος-γραφολόγος Μάριος Μαρκίδης, του οποίου η μαρτυρία έγινε αποδεκτή, κατέθεσε ότι δεν μπορούσε να καθορίσει το πρόσωπο που έθεσε την υπογραφή στην πρόταση, το δε Δικαστήριο, αποδεχόμενο τη μαρτυρία του, έκρινε ότι δεν μπορούσε να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα ως προς το πρόσωπο που έθεσε την υπογραφή δίπλα από τη φράση "υπογραφή προτείνοντα".

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Το γεγονός ότι το Δικαστήριο δέχθηκε ότι δεν μπορούσε να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα ως προς το ποιος έθεσε την υπογραφή στην πρόταση, δεν το εμπόδιζε, αποδεχόμενο τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, να καταλήξει, αρνητικά, ότι αυτός δεν ήταν το πρόσωπο που υπέγραψε την πρόταση.

Με άλλους λόγους έφεσης προσβάλλονται ευρήματα και συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου απτόμενα της αξιοπιστίας είτε της μαρτυρίας του εφεσίβλητου, η οποία έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη, είτε της μαρτυρίας του εφεσείοντος, η οποία απορρίφθηκε ως αναξιόπιστη.

Οι αρχές με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει για να ανατρέψει ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων είναι γνωστές. Το ζήτημα της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο αν τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή από τα ίδια τα ευρήματά του. Έχουμε εξετάσει τα διάφορα σημεία της μαρτυρίας στα οποία μας παρέπεμψε ο δικηγόρος του εφεσείοντος, όπως και την επί τούτων επιχειρηματολογία του. Δε θεωρούμε ότι μας υποδείχθηκε οτιδήποτε που να δικαιολογεί την επέμβασή μας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξήγησε, σε έκταση, τους λόγους, καθόλα εύλογους, για τους οποίους αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου και απέρριψε εκείνη του εφεσείοντος.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντος.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντος.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο