ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 1 ΑΑΔ 719

7 Ιουνίου, 2005

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΕΥΑΓΟΡΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11643)

 

Συμβάσεις ― Σύμβαση μεταξύ εμπλεκομένων διαδίκων σε τροχαίο ατύχημα με την οποία ο εφεσείων αποδέχθηκε την ευθύνη του και συμφώνησε να καταβάλει στην εφεσίβλητη συγκεκριμένο ποσό προς πλήρη διευθέτηση όλων των μεταξύ τους απαιτήσεων ― Κατά πόσο οι διάδικοι με τη σύναψη της εν λόγω συμφωνίας εγκατέλειψαν το δικαίωμά τους να ζητούν διαζευκτικά αποζημιώσεις με βάση το αστικό αδίκημα της αμέλειας.

Αμέλεια ― Τροχαίο ατύχημα ― Απόδοση αποκλειστικής ευθύνης για πρόκληση τροχαίου ατυχήματος σε οδηγό γεωργικού ελκυστήρα ο οποίος επιχειρώντας στροφή προς δεξιά πάροδο ανέκοψε την πορεία οχήματος που τον προσπερνούσε ― Επικύρωση της πρωτόδικης απόφασης κατ' έφεση.

Έξοδα ― Επιδίκαση εξόδων ― Ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του εκδικάζοντος Δικαστηρίου ― Τα έξοδα ακολουθούν κατά κανόνα το αποτέλεσμα της δίκης, εκτός εάν συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν απόκλιση από τον κανόνα.

Η υπόθεση αυτή αφορά τη σύγκρουση δύο οχημάτων στις 17.3.1994 στο δρόμο Τροόδους-Λευκωσίας, κατά το προσπέρασμα, με τις αντικρουόμενες εκδοχές των οδηγών τους ως προς τις συνθήκες πρόκλησης της σύγκρουσης.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε την εκδοχή της εφεσίβλητης ότι ενώ αρχικά ο εφεσείων, που βρισκόταν μπροστά της, και οδηγούσε πολύ αργά το τράκτορ του σύροντας καρότσα, οδήγησε αριστερά, δίνοντάς της την εντύπωση ότι της πρόσφερε την ευκαιρία να τον προσπεράσει, την στιγμή που αυτή άρχισε να προσπερνά, ο εφεσείων εντελώς ξαφνικά έστριψε απότομα δεξιά για να εισέλθει σε πάροδο στη δεξιά πλευρά το δρόμου, ανακόπτοντάς της έτσι την πορεία, με αποτέλεσμα να προκληθεί σύγκρουση μεταξύ των δύο οχημάτων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων είχε αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα και απέρριψε την αγωγή του με έξοδα εις βάρος του, αλλά προχώρησε και αποτίμησε τις σωματικές του βλάβες. Το Δικαστήριο απέρριψε και την ανταπαίτηση της εφεσίβλητης με έξοδα εις βάρος της. Η εφεσίβλητη, εκτός από τους ισχυρισμούς της για αμέλεια του εφεσείοντος, ισχυρίστηκε στο δικογράφο της ότι την 1.6.94 έγινε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων κατά την οποία ο εφεσείων αποδέχθηκε την ευθύνη του για το ατύχημα και τις ζημιές και συμφώνησε να της καταβάλει ποσό £1.800.- προς πλήρη διευθέτηση οποιασδήποτε ζημιάς και/ή απαίτησης τόσο του εφεσείοντος όσο και της εφεσίβλητης. Η εφεσίβλητη μάλιστα έλαβε ποσό £1.000.- από τον εφεσείοντα έναντι του πιο πάνω συμφωνηθέντος ποσού και το υπόλοιπο των £800.- αξιώνει στην ανταπαίτησή της ως υπόλοιπο συμφωνηθεισών αποζημιώσεων. Διαζευκτικά, η εφεσίβλητη αξιώνει ποσό £4.030.- ως ειδικές αποζημιώσεις.

Κατά την ακροαματική διαδικασία οι ζημιές της εφεσίβλητης επί πλήρους ευθύνης συμφωνήθηκαν στο ποσό των £3.720.  Ο συνήγορος της εφεσίβλητης, στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων, δήλωσε ότι δεν εμμένει στην προβολή της προαναφερόμενης συμφωνίας ως υπεράσπισης κατά της απαίτησης του εφεσείοντος και την απέσυρε, όπως απέσυρε και την ανταπαίτηση η οποία προέκυπτε από αυτή.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού παρατήρησε πως η συμφωνία για το ποσό των £1.800 αποτελούσε ένα διαπιστωμένο γεγονός, αποφάνθηκε πως με τη σύναψη της εν λόγω συμφωνίας, προς πλήρη διευθέτηση των απαιτήσεών τους, οι διάδικοι εγκατέλειψαν το δικαίωμά τους να ζητούν διαζευκτικά αποζημιώσεις με βάση το αστικό αδίκημα της αμέλειας.

Ο εφεσείων με την έφεσή του αμφισβητεί το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη βρισκόταν σε διαδικασία προσπεράσματος όταν συνέβηκε το ατύχημα και ότι αυτή προσπερνούσε κανονικά.  Επίσης υποστηρίζει ότι το Δικαστήριο δεν έπρεπε να εκλάβει τη συμφωνία για καταβολή του ποσού £1.800.- ως αποζημίωση από τον ίδιο στην εφεσίβλητη ως επιβεβαιωτικό της αποκλειστικής δικής του ευθύνης.

Η εφεσίβλητη με την αντέφεσή της υποστηρίζει ότι, εφόσον απέσυρε τους ισχυρισμούς και την ανταπαίτησή της στη βάση συμφωνίας, αυτή δικαιούτο σε απόφαση επί της ανταπαίτησής της για ποσό £3.720 στη βάση του αστικού αδικήματος της αμέλειας, το οποίο προβάλλεται διαζευκτικά στο δικόγραφό της.  Αμφισβητεί επίσης την επιδίκαση των εξόδων εναντίον της και τις γενικές αποζημιώσεις ύψους £20.000.- που το Δικαστήριο έκρινε ως δίκαιες για τον πόνο, την ταλαιπωρία και την απώλεια των ανέσεων του εφεσείοντος επί πλήρους ευθύνης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν διαπίστωσε βάσιμο λόγο που να δικαιολογεί την παρέμβασή του στην πρωτόδικη απόφαση.  Αναφορικά με την προαναφερόμενη συμφωνία διευθέτησης που επιτεύχθηκε μεταξύ των διαδίκων, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι:

1.  Οι διάδικοι δεσμεύονταν από αυτή και τα αρχικά τους δικαιώματα, τα οποία βασίζονταν στο αστικό αδίκημα της αμέλειας και της παράβασης νομίμων καθηκόντων, δεν μπορούσαν υπό τις περιστάσεις να αναβιώσουν εφόσον αυτό θα ήταν αντίθετο με τα μεταξύ τους συμφωνηθέντα.

2.  Η ανταπαίτηση της εφεσίβλητης για το ποσό των £800.- ορθά απορρίφθηκε ενόψει της απόσυρσης της προαναφερόμενης συμφωνίας κατά της απαίτησης του εφεσείοντος.

Η έφεση και η αντέφεση απορρίφθηκαν με έξοδα.

Έφεση και Αντέφεση.

Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 5/3/03 (Αρ. Αγωγής 8945/95) με την οποία κρίθηκε ότι αποκλειστικά υπεύθυνος για το τροχαίο ατύχημα το οποίο συνέβη στο δρόμο Τροόδους-Λευκωσίας στις 17/3/94 με αποτέλεσμα τη σύγκρουση του οχήματός του με αυτό της εναγόμενης ήταν ο ίδιος και αντέφεση από την εφεσίβλητη εναντίον της απόρριψης της ανταπαίτησής της για ποσό £800.- ως υπόλοιπο συμφωνηθεισών αποζημιώσεων και διαζευκτικά ποσό £4.030.- ως ειδικές αποζημιώσεις που, με λεπτομέρεια, αναφέρονται στο δικόγραφό της.

Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσείοντα.

Θ. Ιωαννίδης, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η έφεση και η αντέφεση αφορούν σε τροχαίο ατύχημα το οποίο συνέβηκε το πρωινό της 17.3.1994 στον κύριο δρόμο Τροόδους-Λευκωσίας παρά την είσοδο της παρόδου που οδηγεί προς το εργοστάσιο ΣΕΔΙΓΕΠ στον Αστρομερίτη. Συνέβηκε όταν ο εφεσείων, οδηγώντας το γεωργικό ελκυστήρα ΜV153 σύροντας καρότσα φορτωμένη με πορτοκάλια, έστριψε δεξιά σε σχέση με την πορεία του για να εισέλθει στην είσοδο της προαναφερόμενης παρόδου ενώ η εφεσίβλητη, που τον ακολουθούσε, επιχειρούσε να οδηγήσει το αυτοκίνητο της BBF363 προς τη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας.

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής δέχθηκε την εκδοχή της εφεσίβλητης και απέρριψε εκείνη του εφεσείοντα. Δέχθηκε δηλαδή ότι ο εφεσείων, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο οδηγούσε το προαναφερόμενο όχημα του με πολύ μικρή ταχύτητα, σε κάποια στιγμή οδήγησε το τράκτορ του αρχικά προς τα αριστερά δίνοντας έτσι την εντύπωση στην εφεσίβλητη ότι της πρόσφερε την ευκαιρία να τον προσπεράσει πράγμα που η εφεσίβλητη άρχισε να κάμνει και τη στιγμή που η εφεσίβλητη βρισκόταν σε στάδιο προσπεράσματος του οχήματος του εφεσείοντα, ο εφεσείων εντελώς ξαφνικά και απρόσμενα έστριψε απότομα προς τα δεξιά προκαλώντας έτσι τη σύγκρουση μεταξύ των δύο οχημάτων και κατά συνέπεια και τις σωματικές βλάβες και τις ζημιές που προκλήθηκαν. Στο σημείο που η εφεσίβλητη άρχισε διαδικασία προσπεράσματος, η άσπρη διαχωριστική γραμμή στο δρόμο, η οποία προηγουμένως ήταν συνεχής, έγινε διακεκομμένη επιτρέποντας έτσι τη στροφή στα δεξιά προς την προαναφερόμενη πάροδο. Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής έκρινε πως η ύπαρξη συνεχούς άσπρης γραμμής στο δρόμο, αμέσως πριν το σημείο στο οποίο η εφεσίβλητη άρχισε την πορεία της δεξιότερα με σκοπό να προσπεράσει το προπορευόμενο όχημα του εφεσείοντα, δεν συνιστούσε παράγοντα που θα έπρεπε να προσμετρηθεί εις βάρος της εφεσίβλητης και αυτό ενόψει της προαναφερόμενης αρχικής κίνησης του εφεσείοντα προς τα αριστερά γεγονός που άφηνε ελεύθερο το δρόμο για το όχημα της εφεσίβλητης και της έδινε σαφώς την εντύπωση ότι της παρείχε ευκαιρία και χώρο για να προσπεράσει. Όπως παρατηρείται στην πρωτόδικη απόφαση, στο σημείο συγκρούσεως και αμέσως πριν από αυτό δεν υπήρχε οποιαδήποτε προειδοποιητική πινακίδα για την ύπαρξη παρόδου στα δεξιά, προς το προαναφερόμενο εργοστάσιο.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπό τις περιστάσεις υπό τις οποίες συνέβηκε το ατύχημα η εφεσίβλητη είχε συμπεριφερθεί ως λογικός και συνετός οδηγός. Έχοντας βρεθεί να ακολουθεί ένα όχημα που οδηγείτο στο δρόμο πολύ αργά σύροντας καρότσα φορτωμένη, απεφάσισε να το προσπεράσει αξιοποιώντας, όπως λογικά πίστεψε εκείνη τη στιγμή, την ευκαιρία που της έδιδε ο προπορευόμενος οδηγός, οδηγώντας το όχημα του αριστερότερα στο δρόμο. Κρίθηκε ότι η εφεσίβλητη δεν είχε οποιαδήποτε ευθύνη για το δυστύχημα και ότι η ευθύνη γι' αυτό βάρυνε αποκλειστικά τον εφεσείοντα ο οποίος αρχικά οδήγησε το όχημα του αριστερότερα στο δρόμο και στη συνέχεια εντελώς ξαφνικά και απροειδοποίητα έστριψε προς τα δεξιά φράσσοντας έτσι την πορεία της εφεσίβλητης η οποία εκείνη τη στιγμή προσπερνούσε κανονικά.

Με τα προαναφερόμενα δεδομένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή του εφεσείοντα με έξοδα εις βάρος του αλλά, όπως επιβάλλεται σε τέτοιες περιπτώσεις, προχώρησε και αποτίμησε τις σωματικές βλάβες που υπέστη ο εφεσείων.

Η εφεσίβλητη, εκτός από υπεράσπιση, καταχώρησε και ανταπαίτηση η οποία επίσης απορρίφθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο με έξοδα εις βάρος της. Στο δικόγραφο της η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε πως η προαναφερόμενη σύγκρουση και οι ζημιές που προκλήθηκαν ήταν αποτέλεσμα της αμέλειας και/ή παράβασης των νομίμων καθηκόντων του εφεσείοντα και έδωσε και λεπτομέρειες της ισχυριζόμενης αμέλειας και παράβασης των προαναφερομένων καθηκόντων. Η εφεσίβλητη επίσης ισχυρίστηκε ότι την 1.6.94 έγινε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων κατά την οποία ο εφεσείων αποδέχθηκε την ευθύνη του για το ατύχημα και τις ζημιές και συμφώνησε να καταβάλει στην εφεσίβλητη ποσό £1.800.- προς πλήρη διευθέτηση οποιασδήποτε ζημιάς και/ή απαίτησης τόσο του εφεσείοντα όσο και της εφεσίβλητης. Η εφεσίβλητη μάλιστα έλαβε ποσό £1.000.- από τον εφεσείοντα έναντι του προαναφερθέντος συμφωνηθέντος ποσού των £1.800.- και παρέμεινε οφειλόμενο υπόλοιπο ανερχόμενο στο ποσό των £800.- το οποίο η εφεσίβλητη αξίωσε στην ανταπαίτηση της. Στην ανταπαίτηση της η εφεσίβλητη αξιώνει το προαναφερόμενο ποσό των £800.- ως υπόλοιπο συμφωνηθεισών αποζημιώσεων και διαζευκτικά αξιώνει ποσό £4.030.- ως ειδικές αποζημιώσεις που, με λεπτομέρεια, αναφέρονται στο δικόγραφό της.

Κατά την ακροαματική διαδικασία οι ζημιές της εφεσίβλητης επί πλήρους ευθύνης συμφωνήθηκαν στο ποσό των £3.720.- Επίσης, όπως καταγράφεται ρητά στην πρωτόδικη απόφαση (σελ. 20) και αυτό δεν αμφισβητήθηκε με την αντέφεση, ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσίβλητης, στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων, δήλωσε ότι δεν εμμένει στην προβολή της προαναφερόμενης συμφωνίας ως υπέρασπισης κατά της απαίτησης του εφεσείοντα και την απέσυρε, όπως απέσυρε και την ανταπαίτηση η οποία προέκυπτε από αυτή.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδεχόμενο τη μαρτυρία της εφεσίβλητης και του πατέρα της ως αξιόπιστη διαπίστωσε, ως γεγονός, τη συνομολόγηση συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων για το προαναφερόμενο ποσό των £1.800.-, προς πλήρη διευθέτηση των απαιτήσεων των διαδίκων που προέκυψαν από το προαναφερόμενο ατύχημα. Η συμφωνία εκείνη αποτελούσε ένα διαπιστωμένο γεγονός, όπως παρατήρησε το πρωτόδικο Δικαστήριο και κατά συνέπεια οι διάδικοι δεν είχαν δικαίωμα να ζητούν διαζευκτικά αποζημιώσεις με βάση το αστικό αδίκημα της αμέλειας. Με τη σύναψη της συμφωνίας εγκατέλειψαν το προαναφερόμενο δικαίωμα τους οριστικά. Με αυτό το συλλογισμό ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής έκρινε πως  η εφεσίβλητη, δεν μπορούσε να βασιστεί πλέον στην αμέλεια ως αιτία αγωγής και δεδομένου ότι η απαίτηση της στη βάση της συμφωνίας αποσύρθηκε, απέρριψε και την ανταπαίτηση της με έξοδα εις βάρος της εφεσίβλητης.

Με την έφεση του ο εφεσείων προσβάλλει το εύρημα του πρωτοδίκου Δικαστηρίου, ότι η εφεσίβλητη βρισκόταν σε διαδικασία προσπεράσματος του εφεσείοντα όταν συνέβηκε το ατύχημα, ως λανθασμένο. Προς τούτο επικαλείται τα τεκμήρια 7 και 8, δηλαδή τη μαρτυρία της εφεσίβλητης ενώπιον πρωτόδικου ποινικού δικαστηρίου και κατάθεση της στην Αστυνομία ημερ. 22.3.94. Η ευπαίδευτη συνήγορος του εφεσείοντα βασίζει την επιχειρηματολογία της στο ότι η εφεσίβλητη στην προαναφερόμενη κατάθεση της στην Αστυνομία, τεκμήριο 8, ισχυρίστηκε ότι δεν έκαμε προσπάθεια να προσπεράσει το προπορευόμενο όχημα, από μόνη της. Ο λόγος που το αυτοκίνητο της κινήθηκε δεξιότερα ήταν η αποφυγή σύγκρουσης με το προπορευόμενο όχημα που έσυρε την καρότσα.  Επίσης στην κατάθεση της εφεσίβλητης στην Αστυνομία δεν αναγράφεται ότι πριν την απότομη κίνηση του οχήματος του εφεσείοντα προς τα δεξιά προηγήθηκε κίνηση του προς τα αριστερά.  Αυτό αναφέρθηκε από την εφεσίβλητη στην ακροαματική διαδικασία της Ποινικής Υπόθεσης 32332/95 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Αστυνομία Λευκωσίας ν. Ανδρόνικου Πολυκάρπου) και αναφέρθηκε επίσης και κατά την ακροαματική διαδικασία στην πρωτόδικη δίκη.

Εξετάσαμε με προσοχή τον πρώτο λόγο εφέσεως και καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής έλαβε υπόψη του όλα τα ενώπιόν του στοιχεία και κατέληξε σε ορθό και επιτρεπτό εύρημα το οποίο είναι συμβατό με τη μαρτυρία που δέχθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο ως αξιόπιστη και δεν βρίσκεται σε αντίθεση ούτε με το δικόγραφο της εφεσίβλητης ούτε και με προηγούμενες δηλώσεις ή καταθέσεις της. Η μαρτυρία της εφεσίβλητης, εξεταζόμενη στην ολότητά της και στην ορθή της διάσταση και όχι μικροσκοπικά, ήταν απόλυτα επιτρεπτό και θεμιτό να οδηγήσει το πρωτόδικο Δικαστήριο στο προαναφερόμενο εύρημα του (το οποίο προσβάλλεται με τον πρώτο λόγο εφέσεως).

Με το δεύτερο λόγο εφέσεως προσβάλλεται ως λανθασμένη η κατάληξη του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη προσπερνούσε κανονικά και η μη απόδοση σημασίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο στο ότι πριν την στροφή δεξιά υπήρχε συνεχής άσπρη γραμμή μήκους 20 μέτρων. Θεωρούμε ορθό το συλλογισμό και την αιτιολογία του πρωτόδικου Δικαστή, δεδομένου ότι πριν την απότομη και ξαφνική στροφή του εφεσείοντα προς τα δεξιά προηγήθηκε ελιγμός του οχήματος του προς τα αριστερά πράγμα που έδινε σαφώς την εντύπωση στην εφεσίβλητη ότι της παραχωρείτο χώρος και ευκαιρία να προσπεράσει.  Όπως παρατήρησε το πρωτόδικο Δικαστήριο ο αρχικός ελιγμός του εφεσείοντα προς τα αριστερά υποστηρίζεται και από τη δική του μαρτυρία στην οποία είπε ότι έκαμε κύκλο. Επιπρόσθετα, στο σημείο που προσπάθησε να προσπεράσει η εφεσίβλητη, η γραμμή ήταν διακεκομμένη και όχι συνεχής.

Ο τρίτος λόγος εφέσεως αφορά στη συμφωνία των διαδίκων για καταβολή ποσού £1.800.- ως αποζημίωση από τον εφεσείοντα στην εφεσίβλητη, στοιχείο που εξέλαβε το πρωτόδικο Δικαστήριο ως επιβεβαιωτικό της αποκλειστικής ευθύνης του εφεσείοντα.  Δεν θεωρούμε ότι ήταν λάθος για το πρωτόδικο Δικαστήριο να λάβει υπόψη του και αυτό το στοιχείο, της ανάληψης δηλαδή της υποχρεώσεως, εκ μέρους του εφεσείοντα, να καταβάλει στην εφεσίβλητη ποσό £1.800.- προς πλήρη διευθέτηση της ζημιάς. Το γεγονός ότι οι διάδικοι συμφώνησαν τη ζημιά της εφεσίβλητης σε £3.720.- δεν διαφοροποιεί την κατάσταση, κατά την εκτίμηση μας.  Πολλοί παράγοντες είναι δυνατό να οδηγήσουν ανθρώπους σε συμφωνίες για αποδοχή μικροτέρων ποσών ως αποζημίωση για ζημιά που υπέστησαν από ατύχημα και δεν θεωρούμε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε λανθασμένα τη συμφωνία των διαδίκων για πληρωμή στην εφεσίβλητη ποσού £1.800.- προς πλήρη διευθέτηση της ζημιάς που υπέστη και η εφεσίβλητη αλλά και ο εφεσείων.

Όσον αφορά την αντέφεση, ο πρώτος λόγος που προβάλλεται είναι ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την ανταπαίτηση της εφεσίβλητης για το ποσό των £3.720.- το οποίο δηλώθηκε εκ συμφώνου ότι ήταν η ζημιά της εφεσίβλητης.  Ο συλλογισμός του ευπαιδεύτου συνηγόρου της εφεσίβλητης βασίζεται στο ότι εφόσον το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι η ευθύνη βαρύνει εξ ολοκλήρου τον εφεσείοντα, εφόσον η ζημιά της εφεσίβλητης επί πλήρους ευθύνης συμφωνήθηκε στις £3.720.- και εφόσον η εφεσίβλητη δια του δικηγόρου της, στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων, απέσυρε τους ισχυρισμούς και την ανταπαίτηση της στη βάση συμφωνίας, αυτή δικαιούτο σε απόφαση επί της ανταπαιτήσεως της για ποσό £3.720.- στη βάση του αστικού αδικήματος της αμέλειας, το οποίο προβάλλεται διαζευκτικά στο δικόγραφό της.

Δεν συμφωνούμε με τον ευπαίδευτο συνήγορο της εφεσίβλητης. Στο δικόγραφο της εφεσίβλητης υπάρχουν ρητοί ισχυρισμοί (παράγραφοι 4 και 5 της υπεράσπισης και ανταπαίτησης) ότι μετά το προαναφερόμενο ατύχημα επιτεύχθηκε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων για πληρωμή ποσού £1.800.- από τον εφεσείοντα στην εφεσίβλητη, προς πλήρη διευθέτηση όλων των εκατέρωθεν αξιώσεων και απαιτήσεων. Μάλιστα η συμφωνία εκείνη υλοποιήθηκε μερικώς με την καταβολή ποσού £1.000.- από τον εφεσείοντα στην εφεσίβλητη έναντι του ποσού των £1.800.- Αυτή τη δικογραφημένη θέση της εφεσίβλητης, υποστήριξε με μαρτυρία ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου τόσο η ίδια η εφεσίβλητη όσο και ο πατέρας της ο οποίος ήταν άμεσα εμπλεκόμενος στη συνομολόγηση της συμφωνίας. Η μαρτυρία της εφεσίβλητης και του πατέρα της έγινε δεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο ως απόλυτα αξιόπιστη και το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε, ως γεγονός, ότι όντως επιτεύχθηκε τέτοια συμφωνία και όντως καταβλήθηκε ποσό £1.000.- έναντι της οφειλής του εφεσείοντα προς την εφεσίβλητη.

Κατά την εκτίμηση μας, πολύ ορθά, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ενόψει της προαναφερόμενης συμφωνίας τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των διαδίκων πηγάζουν μόνον από τη συμφωνία και οι διάδικοι δεν είχαν δικαίωμα να υπαναχωρήσουν από τα συμφωνηθέντα και να επιστρέψουν στα προ της συμφωνίας ισχυριζόμενα δικαιώματα τους τα οποία βασίζονταν στο αστικό αδίκημα της αμέλειας και της παράβασης νομίμων καθηκόντων. Δεν υπήρχε ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου οτιδήποτε, είτε στα δικόγραφα είτε στη μαρτυρία, που να δείχνει ότι για οποιοδήποτε λόγο η προαναφερόμενη συμφωνία διευθέτησης που επιτεύχθηκε μεταξύ των διαδίκων, είχε ακυρωθεί ή τερματιστεί από οποιονδήποτε. Επομένως οι διάδικοι δεσμεύονταν από την προαναφερόμενη έγκυρη συμφωνία και τα αρχικά τους δικαιώματα δεν μπορούσαν υπό τις περιστάσεις να αναβιώσουν εφόσον αυτό θα ήταν αντίθετο με τα μεταξύ τους συμφωνηθέντα.  Η απόσυρση των ισχυρισμών της εφεσίβλητης για συμφωνία και η απόσυρση της ανταξίωσης της στη βάση της συμφωνίας, η οποία έγινε από τον ευπαίδευτο συνήγορο της στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων, δεν μπορούσε να διαφοροποιήσει την κατάσταση και να προσφέρει στην εφεσίβλητη τη δυνατότητα να επαναδιεκδικήσει τα οποιαδήποτε δικαιώματα της, δυνάμει των προαναφερομένων αστικών αδικημάτων, κατά παράβαση της συμφωνίας που το Δικαστήριο βρήκε ότι έγινε και ήταν έγκυρη.

Η απόσυρση όμως της ανταπαίτησης της εφεσίβλητης που βασιζόταν στη συμφωνία, στο προαναφερόμενο στάδιο, είχε σαν συνέπεια και την απόρριψη της αξίωσης της εφεσίβλητης για το υπόλοιπο ποσό των £800.- που της όφειλε ο εφεσείων, δυνάμει της συμφωνίας. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η απόσυρση της απαίτησης εκείνης ενέπιπτε στα αποκλειστικά δικαιώματα της εφεσίβλητης και ορθά έκρινε ότι με την απόσυρση του ισχυρισμού για συμφωνία και της απαίτησης για το υπόλοιπο ποσό, η ανταπαίτηση της εφεσίβλητης ήταν αναπόφευκτο να απορριφθεί, ένεκα του κενού που προέκυψε.

Ο δεύτερος λόγος αντέφεσης αφορά στα έξοδα που το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε εις βάρος της εφεσίβλητης, απορρίπτοντας την ανταπαίτηση της. Δεν βλέπουμε οποιοδήποτε λόγο για τον οποίο τα έξοδα, στην ανταπαίτηση, δεν θα έπρεπε να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα.

Ο τρίτος λόγος αντέφεσης αφορά στις γενικές αποζημιώσεις ύψους £20.000.- που το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ως δίκαιες για τον πόνο, την ταλαιπωρία και την απώλεια των ανέσεων του εφεσείοντα, επί πλήρους ευθύνης. Υπό τις περιστάσεις, ο λόγος αυτός είναι άνευ αντικειμένου.

Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντα και η αντέφεση επίσης απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της εφεσίβλητης.

Η έφεση και η αντέφεση απορρίπτονται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο