ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 1 ΑΑΔ 381
7 Μαρτίου, 2005
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
1. TWIN PEAKS SNACK - BAR - PUB - RESTAURANT -
TAKE AWAY LTD,
2. ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ,
3. JULIE ELIZABETH ARISTIDOU,
Εφεσείoντες-Ενάγοντες,
v.
1. Z. CHARILAOU DEVELOPERS & SON LTD,
2. JOHN STEAWRT WEBSTER,
3. ERICA CAROLE JUDITH WEBSTER,
Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11821)
Έφεση ― Προϋποθέσεις επέμβασης του Εφετείου σε αποφάσεις που αφορούν ενδιάμεσες αιτήσεις ― Άρνηση του Εφετείου να επέμβει σε ενδιάμεση απόφαση με την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο ακύρωσε προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε σε μονομερή αίτηση λόγω απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων.
Στην υπόθεση αυτή το Εφετείο αρνήθηκε να επέμβει σε ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με την οποία το Δικαστήριο ακύρωσε προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε σε μονομερή αίτηση των εφεσειόντων-εναγόντων, και με το οποίο απαγορεύετο στους εφεσίβλητους 2 και 3 να αποσύρουν από τον τραπεζικό λογαριασμό τους ποσό £16.500,00, λόγω μη αποκάλυψης σημαντικών στοιχείων. Σημειώθηκε επίσης ότι:
«Το Εφετείο δεν επεμβαίνει εύκολα σε αποφάσεις που αφορούν σε ενδιάμεσες αιτήσεις, ακόμη και έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων, γιατί σ' αυτό το στάδιο της διαδικασίας το πρωτόδικο Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί ακόμη η διαδικασία, έχει την κυριαρχική ευθύνη γι' αυτή, με βασικό σκοπό την οδήγηση της υπόθεσης στην τελεσιδικία το συντομότερο δυνατό. Και η συνδρομή των δικηγόρων για την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι βέβαια μεγάλη. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όπου υπάρχει παράβαση νόμου ή αρχής, που οδηγεί σε αδικία εις βάρος του εφεσείοντα».
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τους ενάγοντες κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 8/8/2003 (Αρ.�Αγωγής 2653/03) με την οποία ακύρωσε προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε στις 6.5.2003, σε μονομερή αίτηση των εφεσειόντων, και με το οποίο απαγορευόταν στους εφεσίβλητους 2 και 3 να αποσύρουν από τον τραπεζικό λογαριασμό τους ποσό £16.500,00 στα πλαίσια της πιο πάνω αγωγής με την οποία οι ενάγοντες αξίωναν την ακύρωση σύμβασης ημερ. 21/2/03, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η αγορά από τους εφεσείοντες της επιχείρησης καφετέριας και εστιατορίου, που διαχειρίζονταν οι εφεσίβλητοι, καθώς και η υποκατάσταση τους ως ενοικιαστών του καταστήματος στο οποίο στεγαζόταν η επιχείρηση
Μ. Ιωάννου, για τους Εφεσείοντες.
Φ. Τσαγγαρίδης, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Στις 8.8.03 Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ακύρωσε προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε στις 6.5.2003, σε μονομερή αίτηση των εφεσειόντων, και με το οποίο απαγορευόταν στους εφεσίβλητους 2 και 3 να αποσύρουν από τον τραπεζικό λογαριασμό τους ποσό £16.500,00. Η ακύρωση του διατάγματος έγινε μετά την ένσταση των εφεσιβλήτων, στην οποία ισχυρίστηκαν πως λαθεμένα είχε εκδοθεί σε μονομερή αίτηση το προσωρινό διάταγμα, γιατί οι εφεσείοντες δεν είχαν αποκαλύψει στο Δικαστήριο σημαντικά στοιχεία, τα οποία θα' πρεπε να βρίσκονταν ενώπιον του για να ασκήσει ορθά τη διακριτική του ευχέρεια. Τα γεγονότα της υπόθεσης σε συντομία είναι τα εξής: Οι εφεσείοντες-ενάγοντες και οι εφεσίβλητοι-εναγόμενοι υπέγραψαν στις 21.2.2003 σύμβαση, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η αγορά από τους εφεσείοντες της επιχείρησης καφετέριας και εστιατορίου, που διαχειρίζονταν οι εφεσίβλητοι, καθώς και η υποκατάσταση τους ως ενοικιαστών του καταστήματος στο οποίο στεγαζόταν η επιχείρηση. Οι εφεσείοντες πλήρωσαν την ημέρα της υπογραφής της σύμβασης £18.000, ποσό που αντιπροσώπευε την αγορά της επιχείρησης και ενοίκια τριών μηνών προς τον ιδιοκτήτη.
Με την αγωγή τους οι εφεσείοντες ζητούν ακύρωση της πιο πάνω συμφωνίας γιατί, κατά τους ισχυρισμούς τους, οι εφεσίβλητοι τους απέκρυψαν το γεγονός πως η επιχείρηση δεν είχε τις απαραίτητες άδειες λειτουργίας από τον ΚΟΤ και το Δήμο Γερμασόγειας. Αντίθετη είναι η θέση των εφεσιβλήτων, που διατείνονται πως η επιχείρηση τους ασκείτο νόμιμα και είχαν όλες τις απαραίτητες προς τούτο άδειες, περιλαμβανομένης και αυτής του ΚΟΤ.
Όπως είπαμε στην αρχή της απόφασης μας η πρωτόδικος δικαστής ακύρωσε το προσωρινό διάταγμα που εξέδωσε εις βάρος των εφεσιβλήτων γιατί έκρινε πως οι εφεσείοντες είχαν αποκρύψει ουσιώδη στοιχεία κατά την έκδοση της καταχωρισθείσας από αυτούς μονομερούς αίτησης, τα οποία και απαριθμεί στην απόφαση της. Στην πρωτόδικη διαδικασία είχαν κατατεθεί οι ένορκες δηλώσεις και τα διάφορα έγγραφα που υποστήριζαν τις εκατέρωθεν θέσεις. Τα ευρήματα της πρωτόδικης δικαστού περιέχονται στο πιο κάτω απόσπασμα της απόφασης:
«Προκύπτει αβίαστα και ξεκάθαρα ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο η επιχείρηση που πωλήθηκε στους ενάγοντες 2 και 3 καλύπτετο από άδεια λειτουργίας που εκδόθηκε με όρους οι οποίοι θα έπρεπε να υλοποιηθούν μέχρι 30.6.2003. Τίθεται το ερώτημα κατά πόσον και με δεδομένο ότι οι Ενάγοντες ανακάλυψαν την επιστολή του ΚΟΤ Αυγούστου 2002 μετά από έρευνα στις αρμόδιες αρχές, η ανανέωση της άδειας Λειτουργίας του 2003 μπορούσε να ήταν εύλογα γνωστή στους Ενάγοντες πριν την καταχώρηση της μονομερούς αιτήσεως. Δεν υπάρχει αμφιβολία για το Δικαστήριο ότι οι Αιτητές όφειλαν να λάμβαναν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να μάθουν με ποίο τρόπο θα έπρεπε να λειτουργήσουν την επιχείρηση την οποία είχαν αγοράσει κάτι το οποίο ήταν μέσα στα πλαίσια των δυνατοτήτων τους και κάτι το οποίο εύκολα μπορούσε να ανακαλυφθεί ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι είχαν ανακαλύψει την προγενέστερη επιστολή του ΚΟΤ (Αυγούστου 2002) και μάλιστα που αφορούσε τον Μάριο Αθανασιάδη τον προηγούμενο ιδιοκτήτη της επιχείρησης από τον οποίο αγόρασαν οι Εναγόμενοι 2 και 3 την επιχείρηση.»
Ενώ η σκέψη της Δικαστού στην επόμενη παράγραφο έχει ως εξής:
«Με δεδομένο ότι η επιχείρηση αγοράστηκε στις 21.2.2003 και από τότε η λειτουργία της πλέον αφορούσε τους Ενάγοντες και όχι τους Εναγόμενους 2 και 3 και έχοντας υπόψη ότι υπήρχε ανανέωση της άδειας Λειτουργίας και η επιχείρηση μπορούσε να λειτουργεί νόμιμα μέχρι 30.6.2003, ημερομηνία κατά την οποία θα έπρεπε να εκπληρωθούν οι όροι της ανανέωσης, το γεγονός ότι οι Αιτητές δεν αποτάθηκαν στις αρμόδιες αρχές ενώ είχαν στην διάθεση τους επαρκή χρόνο να το πράξουν ούτε είχαν οποιαδήποτε αρνητική απάντηση είτε για έκδοση άδειας οικοδομής είτε αλλαγής χρήσης είτε άδειας λειτουργίας κρίνω ότι υπήρχε παράλειψη των εναγόντων να αναφέρουν αυτά τα στοιχεία στο στάδιο της μονομερούς αίτησης.»
Έχουμε διαβάσει με προσοχή το περίγραμμα της αγόρευσης του δικηγόρου των εφεσειόντων, τον οποίο είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε και δια ζώσης. Δεν έχει πει τίποτε ενώπιον μας που να προωθεί τη θέση του πως η πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη. Θα πρέπει επίσης να σημειώσουμε πως το εφετείο δεν επεμβαίνει εύκολα σε αποφάσεις που αφορούν σε ενδιάμεσες αιτήσεις, ακόμη και έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων, γιατί σ' αυτό το στάδιο της διαδικασίας το πρωτόδικο Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί ακόμη η διαδικασία, έχει την κυριαρχική ευθύνη γι' αυτή, με βασικό σκοπό την οδήγηση της υπόθεσης στην τελεσιδικία το συντομότερο δυνατό. Kαι η συνδρομή των δικηγόρων για την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι βέβαια μεγάλη. Το εφετείο επεμβαίνει μόνο όπου υπάρχει παράβαση νόμου ή αρχής, που οδηγεί σε αδικία εις βάρος του εφεσείοντα. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.