ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 1 ΑΑΔ 328
28 Φεβρουαρίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΧΙΛΛΕΩΣ,
Εφεσείων,
v.
ΖΗΝΩΝΑ ΜΕΡΚΗ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 11819, 11820)
Αποφάσεις και διατάγματα ― Εφέσεις εναντίον της απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου η οποία στηρίχθηκε σε διαιτητική απόφαση και εναντίον της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση για παραμερισμό της εν λόγω διαιτητικής απόφασης ― Απορρίφθηκαν, δεν τεκμηριώθηκαν οι ισχυρισμοί του εφεσείοντος περί αντικανονικότητας της διαδικασίας, εκπρόθεσμου της απόφασης και απουσίας αιτιολόγησής της.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντος απόφαση για το ποσό των £6.351,15 πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα. Στηρίχθηκε σε διαιτητική απόφαση ενός μόνου διαιτητή στον οποίο, παραπέμφθηκαν για τελεσίδικη απόφαση οι διαφορές δύο αγωγών που καταχώρησε ο εφεσίβλητος - μια εναντίον του εφεσείοντος και μια εναντίον άλλου προσώπου.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης, αλλά και εναντίον της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση παραμερισμού της διαιτητικής απόφασης ασκήθηκαν οι παρούσες εφέσεις. Ό,τι κυρίως, απασχόλησε κατ' έφεση ήταν η ορθότητα της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα για παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης. Ο εφεσείων υποστήριξε ότι η απόφαση ήταν εκπρόθεσμη, η συμπεριφορά του διαιτητή απαράδεκτη, αφού δεν του έδωσε τον αναγκαίο χρόνο για να παρουσιάσει αποδεικτικά στοιχεία και επίσης ότι η απόφαση ήταν αναιτιολόγητη.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων, με τη συμπεριφορά του, κωλύεται να προβάλει θέμα εκπροθέσμου, αφού καμιά διαμαρτυρία περί εκπροθέσμου δεν καταγράφεται στο σχετικό πρακτικό. Το Δικαστήριο κατέληξε σε περαιτέρω εύρημα ότι ο χρόνος των 90 ημερών, που καθορίστηκε με το διάταγμα παραπομπής των διαφορών σε διαιτησία, επιδέχεται παράτασης και, εν πάση περιπτώσει, ετοιμασία της απόφασης μετά την πάροδο του χρόνου αυτού δεν επιδρά στην εγκυρότητα της.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο εφεσείων δεν μπορεί από τη μια να συνεργάζεται και να επικοινωνεί με τον διαιτητή μετά την πάροδο του καθορισθέντος χρόνου για ετοιμασία της απόφασης και, από την άλλη, να επικαλείται ακυρότητά της.
2. Το Επαρχιακό Δικαστήριο έδωσε εκτεταμένη αιτιολογία της απόρριψης των ισχυρισμών του εφεσείοντος.
3. Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου καλύπτουν ικανοποιητικά όλα όσα ο εφεσείων έθεσε τόσο σε σχέση με την αντικανονικότητα όσο και σε σχέση με την αιτιολογία της απόφασης.
4. Ό,τι απαιτείται από τον διαιτητή είναι η κατάθεση στο Δικαστήριο, σύμφωνα με το Άρθρο 37 του περί Δικαστηρίων Νόμου, της έκθεσης, η οποία και κατατέθηκε.
Οι εφέσεις απορρίφθηκαν με έξοδα.
Εφέσεις.
Εφέσεις από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 7/7/03 (Αρ. Αγωγής 4494/98) με την οποία επιδικάστηκε υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του το αξιούμενο από τον ενάγοντα ποσό των £6,351,15 πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα η οποία στηρίχτηκε σε διαιτητική απόφαση διαιτητή στον οποίο, με συμφωνία των διαδίκων και διάταγμα του Δικαστηρίου, παραπέμφθηκαν για τελεσίδικη απόφαση οι διαφορές δύο αγωγών που καταχώρισε ο εφεσίβλητος - μία εναντίον του εφεσείοντα και μία εναντίον άλλου προσώπου αλλά και εναντίον της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση του εφεσείοντα για παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης.
Μ. Μελίδης, για τον Εφεσείοντα και στις δύο εφέσεις.
Κ. Χατζηπιέρας, για τον Εφεσίβλητο και στις δύο εφέσεις.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.. Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Παπαδοπούλου.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Στις 7/7/2003, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντα απόφαση για το ποσό των £6.351,15 πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα. Στηρίχθηκε σε διαιτητική απόφαση ενός μόνου διαιτητή στον οποίο, με συμφωνία των διαδίκων και διάταγμα του Δικαστηρίου, παραπέμφθηκαν για τελεσίδικη απόφαση οι διαφορές δύο αγωγών που καταχώρισε ο εφεσίβλητος - μία εναντίον του εφεσείοντα και μία εναντίον άλλου προσώπου.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης, αλλά και της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση του εφεσείοντα για παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης, ασκήθηκαν εφέσεις οι οποίες, λόγω της σχετικότητάς τους, ακούστηκαν μαζί. Ό,τι, κυρίως, απασχόλησε κατ' έφεση ήταν η ορθότητα της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα για παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης.
Εφεσείων, εφεσίβλητος και ακόμη ένα πρόσωπο διατηρούσαν από κοινού αποθήκες αποταμίευσης στη Λεμεσό. Το 1985 αποφάσισαν να διαλύσουν το συνεταιρισμό. Προέκυψαν οικονομικές διαφορές για τις οποίες ο εφεσίβλητος καταχώρισε αγωγές εναντίον των δύο πρώην συνεταίρων του. Επειδή οι διαφορές αφορούσαν λογαριασμούς, οι διάδικοι συμφώνησαν να τις παραπέμψουν σε διαιτησία, σύμφωνα με τα Άρθρα 35 και 36 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/60).
Σχετικό διάταγμα εκδόθηκε από το Δικαστήριο στις 29/5/2002 και οι διαφορές, όπως εμφαίνονταν στα δικόγραφα, παραπέμφθηκαν ενώπιον του Γεώργιου Αναστασίου ο οποίος θα ετοίμαζε την απόφασή του εντός 90 ημερών. Συμφωνήθηκε, μεταξύ άλλων, όπως ο διαιτητής χρησιμοποιήσει τις δικές τους γνώσεις ως πραγματογνώμονας, καθορίσει τη διαδικασία κατά τη δική του κρίση, δυνάμενος να αποδεχτεί γραπτή ή προφορική μαρτυρία, η δε απόφασή του θα ήταν τελεσίδικη.
Η απόφαση, ημερομηνίας 16/9/2002, κατατέθηκε και ανοίχθηκε στο Δικαστήριο, παρουσία των συνηγόρων, στις 18/9/2002, ημερομηνία που ήταν ορισμένη η αγωγή.
Ακολούθησε καταχώριση αίτησης παραμερισμού της διαιτητικής απόφασης από τον εφεσείοντα, για λόγους που αφορούσαν το εκπρόθεσμο της απόφασης, την, κατ' ισχυρισμό, απαράδεκτη συμπεριφορά του διαιτητή, ο οποίος δεν έδωσε στον εφεσείοντα τον αναγκαίο χρόνο για να παρουσιάσει αποδεικτικά στοιχεία, και, τέλος, το αναιτιολόγητο της απόφασης.
Ήταν η θέση του εφεσείοντα ότι η ετοιμασία της απόφασης μετά την εκπνοή της προθεσμίας που καθορίστηκε από το Δικαστήριο επέδρασε στην εγκυρότητά της και, παρά τις διαμαρτυρίες που διατυπώθηκαν από τη συνήγορό του, αυτή καταχωρήθηκε στο Δικαστήριο και ανοίχθηκε. Προς υποστήριξη των πιο πάνω, υπήρξε ένορκη δήλωση από πλευράς της συνηγόρου.
Αντίθετη ήταν η θέση του εφεσίβλητου, ο οποίος πρόβαλε ότι η συνεργασία του διαιτητή και του εφεσείοντα προκύπτει μέσα από τις επιστολές του εφεσείοντα προς το διαιτητή - Τεκμ. Α, όπου διατυπώνονται ευχαριστίες για τη συνεργασία - και ότι όλοι οι ισχυρισμοί για παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης είναι εκ των υστέρων σκέψεις. Ο ίδιος ο εφεσείων, άλλωστε, μετά την εκπνοή των 90 ημερών, ζητούσε χρόνο για να παρουσιάσει περαιτέρω στοιχεία που, σύμφωνα με τη δική του αντίληψη, θα επιδρούσαν στο τελικό αποτέλεσμα.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων, με τη συμπεριφορά του, κωλύεται να προβάλει θέμα εκπροθέσμου. Για την κατάληξή του αυτή, στηρίχθηκε στις επιστολές του εφεσείοντα και στο πρακτικό του Δικαστηρίου ημερομηνίας 18/9/2002, όπου καμιά διαμαρτυρία περί εκπροθέσμου δεν καταγράφεται. Ήταν, περαιτέρω, εύρημα ότι ο χρόνος των 90 ημερών, που καθορίστηκε με το διάταγμα παραπομπής των διαφορών σε διαιτησία, επιδέχεται παράτασης και, εν πάση περιπτώσει, ετοιμασία της απόφασης μετά την πάροδο του χρόνου αυτού δεν επιδρά στην εγκυρότητά της.
Κατ' έφεση, υποστηρίχθηκε ότι το διάταγμα παραπομπής ήταν γενικό και ασαφές, σε βαθμό που δεν παρείχε δυνατότητα εφαρμογής από το Δικαστήριο των αρχών που ακολουθούνται σε περιπτώσεις παραπομπής διαφορών σε διαιτησία με βάση τον περί Διαιτησίας Νόμο, ΚΕΦ. 4. Σε σχέση με τα επί μέρους ζητήματα για τον παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης, ενώπιόν μας τέθηκαν όσα και πρωτόδικα εξετάστηκαν.
Δε συμφωνούμε με όσα ο συνήγορος του εφεσείοντα επικαλέστηκε για παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης και, συνακόλουθα, της διαιτητικής. Η κατάληξη του Επαρχιακού Δικαστηρίου, σύμφωνα με τα όσα υπήρχαν ενώπιόν του, ήταν απόλυτα δικαιολογημένη. Ούτε είναι νοητό ο εφεσείων, από τη μια, να συνεχίζει να δίδει στοιχεία και να επικοινωνεί με το διαιτητή μετά την πάροδο του καθορισθέντος για ετοιμασία της απόφασης χρόνου και, από την άλλη, να επικαλείται ακυρότητά της.
Ούτε ως προς το ζήτημα της διαδικασίας που ακολουθήθηκε διακρίνουμε το Επαρχιακό Δικαστήριο να παρέλειψε να εξετάσει ο,τιδήποτε. Με εκτεταμένη αιτιολογία, απέρριψε τους ισχυρισμούς του εφεσείοντα.
Ενώπιόν μας υπήρξε επιχειρηματολογία, με αναφορές σε επί μέρους λογαριασμούς και στοιχεία, τα οποία, είτε δε συνεκτιμήθηκαν από το διαιτητή, είτε δε δόθηκε η ευκαιρία και ο χρόνος στον εφεσείοντα να τα παρουσιάσει.
Με κάθε ένα από τα στοιχεία, στα οποία έχουμε παραπεμφθεί ως καταδεικνύοντα αντικανονικότητα της διαδικασίας, το Επαρχιακό Δικαστήριο ασχολήθηκε και δε διακρίνουμε είτε λανθασμένη προσέγγιση είτε νομικό λάθος, έτσι ώστε να καθίστανται τα ευρήματα αστήρικτα. Τα ευρήματα πρωτοδίκως καλύπτουν ικανοποιητικά όλα όσα ο εφεσείων έθεσε τόσο σε σχέση με την αντικανονικότητα όσο και σε σχέση με την αιτιολογία.
Ό,τι ο διαιτητής έλαβε υπόψη του προτού καταλήξει, το εξειδικεύει στην απόφασή του. Αντίθετα με ό,τι εισηγήθηκε ο εφεσείων, δεν απαιτείται να προσκομίσει στο Επαρχιακό Δικαστήριο τη μαρτυρία επί της οποίας στήριξε την απόφασή του. Ό,τι απαιτείται να κατατεθεί στο Δικαστήριο, σύμφωνα με το Άρθρο 37 του περί Δικαστηρίων Νόμου, είναι η έκθεση, η οποία και κατατέθηκε.
Δε βρίσκουμε κανένα λόγο, που να δικαιολογεί παρέμβαση του Εφετείου.
Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.
Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.