ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 1 ΑΑΔ 69
18 Ιανουαρίου, 2005
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΓΕΡΟΛΕΜΟΣ ΤΑΣΟΥ ΛΟΥΚΑ,
Εφεσείων-Εναγόμενος,
v.
ΑΒΡΑΑΜ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εφεσίβλητου-Ενάγοντα.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11736)
Ευρήματα Δικαστηρίου ― Εύρημα πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την απόδοση ευθύνης σε υπόθεση διεκδίκησης αποζημιώσεων για επίθεση ― Έφεση κατά του πιο πάνω ευρήματος ― Απορρίφθηκε, δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος επέμβασης στην κρίση του Δικαστηρίου.
Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον του ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσείων επιτέθηκε πρώτος στον εφεσίβλητο. Ο εφεσείων επικαλέσθηκε την ύπαρξη αντιφάσεων μεταξύ της μαρτυρίας του εφεσίβλητου και της ανακριτικής του κατάθεσης, που κατατέθηκε ως τεκμήριο, αναφορικά με τα γεγονότα που έλαβαν χώρα και απέδιδε στον εφεσίβλητο επίθεση εναντίον του με "ττέλι". Ο εφεσείων εισηγήθηκε επίσης ότι αν πράγματι κρατούσε δυνατά τον εφεσίβλητο από το λαιμό, κατά την εξέλιξη του επεισοδίου όπως την περιέγραψε ο εφεσίβλητος, θα έπρεπε να είχαν προκληθεί και εκεί τραυματισμός ή κάποια εξωτερικά σημάδια.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η κατηγορηματική άρνηση του εφεσίβλητου της πιο πάνω εκδοχής του εφεσείοντος δεν αποκαλύπτει αντίφαση, μάλιστα τόσο σημαντική που να είχε την καταλυτική σημασία που ο εφεσείων εισηγείται.
2. Ούτε οι γιατροί που κλήθηκαν ρωτήθηκαν ούτε το Εφετείο μπορεί να θεωρήσει ότι απαραιτήτως το δυνατό κράτημα από τον εφεσείοντα του λαιμού του εφεσίβλητου θα του προκαλούσε τραυματισμό ή εξωτερικά σημάδια.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας που δόθηκε στις 27/5/03 (Αρ. Αγωγής 1443/01) με την οποία δέχτηκε την εκδοχή του εφεσίβλητου και επιδίκασε υπέρ του αποζημιώσεις ύψους £1.500 και απέρριψε την ανταπαίτηση του εφεσείοντα ότι δράστης της επίθεσης και υπόλογος για αποζημιώσεις ήταν ο εφεσίβλητος.
Ε. Φλουρέντζος, για τον Eφεσείοντα.
Α. Καλλένου για Α. Ανδρέου, για τον Eφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος διεκδίκησε από τον εφεσείοντα αποζημιώσεις για επίθεση. Κατά την ανταπαίτηση του εφεσείοντα δράστης της επίθεσης και υπόλογος για αποζημιώσεις ήταν ο εφεσίβλητος. Το πρωτόδικο δικαστήριο δέχτηκε την εκδοχή του εφεσίβλητου, επιδίκασε υπέρ του αποζημιώσεις ύψους £1.500 και απέρριψε την ανταπαίτηση. Διατυπώθηκε ένας λόγος έφεσης, μόνο σε σχέση με τη συμπεριφορά των διαδίκων κατά το επεισόδιο, ως εξής:
"Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε, με βάση την ενώπιον του μαρτυρία, σε εύρημα ότι ο εφεσείων επιτέθηκε πρώτος εις στον εφεσίβλητο."
Με αιτιολογία ως ακολούθως:
"1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εύρημα ότι ο εφεσείων πρώτος επιτέθηκε στον εφεσίβλητο την στιγμή που η ενώπιον του μαρτυρία ήτο ότι ο εφεσείων ήτο κάτω και ο εφεσίβλητος πάνω στο τρακτέρ.
2. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο στα ευρήματα του δεν δικαιολογεί πως ο εφεσίβλητος και υπό ποίες συνθήκες κατέβηκε από το τρακτέρ και ενεπλάκη με τον εφεσείοντα.
3. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο οδήγησε εαυτό σε λανθασμένο εύρημα ότι δηλαδή ο εφεσίβλητος δεν αντεξετάσθηκε επί του σημείου της ανακριτικής του κατάθεσης σε σχέση με το ττέλλι-σίδηρο που κρατούσε όταν κατέβηκε από το τρακτέρ με αποτέλεσμα να προσπεράσει αυτό το μέρος της μαρτυρίας κατά τρόπο που το οδήγησε σε λανθασμένο εύρημα.
4. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα θεώρησε ως μικροαντιφάσεις τις αντιφάσεις που υπήρξαν στην μαρτυρία του εφεσίβλητου σε σχέση με τα τραύματα του αλλά ιδιαίτερα τα ισχυριζόμενα σημεία τραυματισμού του.
5. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε σε εύρημα ότι ο εφεσείων έπιασε τον εφεσίβλητο από τον λαιμό να τον πνίξει "μέχρι σημείου που δεν ανάπνεε" αφού τίποτα από την πραγματική μαρτυρία δεν υποστήριξε αυτή την θέση".
Με το περίγραμμα αγόρευσης προωθήθηκαν μόνο τα αφορώντα στο "ττέλι" (αρ. 3) και το λαιμό (αρ. 5). Επομένως, και εφόσον θα θεωρούσαμε πως δεν εγκαταλείφθηκαν, παρέμειναν εντελώς ατεκμηρίωτα τα περί την ύπαρξη αντιφάσεων με σημασία στη μαρτυρία του εφεσίβλητου. Θα δούμε πως η μαρτυρία του εφεσίβλητου, εφόσον κρίθηκε αξιόπιστη, σαφώς δικαιολογούσε την κατάληξη. Ενόψει της περιορισμένης εμβέλειας του λόγου έφεσης ο οποίος, κατά ελαστική πρέπει να σημειώσουμε προσέγγιση, μπορεί να εκληφθεί ως απτόμενος της εν γένει αξιοπιστίας του εφεσίβλητου για τους λόγους που εξειδικεύονται, δεν θα χρειαστεί να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες.
Κατά τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, μετά από παρατηρήσεις του εφεσείοντα ότι "πάτησε" με τον ελκυστήρα στον οποίο επέβαινε ένα δικό του λάστιχο νερού στο σύνορο των κτημάτων τους, αρνούμενος κατέβηκε, για να δεχθεί αμέσως την επίθεσή του. Τον κτύπησε με την παλάμη του στο πρόσωπο και στο κεφάλι, τον έπιασε από το λαιμό και τον έριξε στο έδαφος και εκεί, βρισκόμενος από πάνω του, συνέχισε να τον κτυπά κρατώντας τον και από το λαιμό "ώσπου ροχάλισε".
Κατά τη μαρτυρία του εφεσείοντα, μετά τις παρατηρήσεις του για το λάστιχο του νερού, ο εφεσίβλητος κατέβηκε από τον ελκυστήρα του και με ένα "κομμάτι ττέλι που ήταν διπλωμένο 6 έως 10 γυρούς", επιχείρησε να τον κτυπήσει. Αμύνθηκε και ενώ κρατούσε το ττέλι, έπεσαν στο έδαφος. Ο εφεσίβλητος τον κρατούσε από μια καδένα που έφερε στο λαιμό "μέχρι να τον πνίξει". Και στο τέλος, χωρίς ποτέ ο ίδιος να κτυπήσει τον εφεσίβλητο, κατάφερε να απελευθερωθεί. Και, όπως περαιτέρω συνοψίζει τη μαρτυρία του το πρωτόδικο δικαστήριο, τα όποια τραύματα του εφεσίβλητου" μπορεί να προκλήθηκαν όταν προσπαθούσαν και οι δυο να ξεμπλέξουν". Σημειώνουμε πως, κατά την ιατρική μαρτυρία, ενόψει και φωτογραφιών που λήφθηκαν την επομένη του επεισοδίου, ο εφεσίβλητος έφερε εκδορές και μώλωπες στο πρόσωπο, στο μέτωπο, στο ζυγωματικό με ελαφρύ οίδημα και εκχυμώσεις στο θωρακικό και κοιλιακό τοίχωμα. Ενώ ο εφεσείων εκδορά στον αυχένα και στην αριστερή κνήμη.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού σχολίασε και τη μαρτυρία της συζύγου του εφεσίβλητου και του αδελφού του εφεσείοντα, με εκτεταμένη αιτιολογία, κυρίως με αναφορά στην εξιστόρηση των γεγονότων, έκρινε αναξιόπιστο τον εφεσείοντα και κατέληξε πως τα γεγονότα εκτυλίχθηκαν όπως κατέθεσε ο εφεσίβλητος. Εξηγώντας πως ο τελευταίος, στην προσπάθειά του να απελευθερωθεί "έπιασε τον εναγόμενο από καδένα που είχε στο λαιμό του". Έχουμε σημειώσει πως τα επιχειρήματα του εφεσείοντα, όπως αυτά αναπτύχθηκαν ενώπιόν μας, δεν αγγίζουν την εν γένει αιτιολογία της κρίσης του πρωτόδικου δικαστηρίου σε σχέση με την αξιοπιστία. Θα εξετάσουμε, λοιπόν, τα δυο ζητήματα που θέτει.
Πρώτο είναι τα περί το "ττέλι". Θεωρεί ο εφεσείων πως υπήρχε θεμελιώδης αντίφαση μεταξύ της μαρτυρίας του εφεσίβλητου και της ανακριτικής κατάθεσής του, που κατατέθηκε ως τεκμήριο. Σε εκείνη την κατάθεση, όσο και αν αρνείτο οποιαδήποτε δική του επιθετική συμπεριφορά και, ακόμα, όσο και αν εξιστόρησε τα γεγονότα ακριβώς όπως και κατά την ακρόαση, δέχτηκε πως, όταν κατέβηκε από τον ελκυστήρα, κρατούσε ένα "ττέλι" ενώ κατά την ακρόαση το αρνήθηκε. Κατά την εισήγηση του εφεσείοντα, ορθή εκτίμηση αυτής της διαφοράς, θα έπρεπε να επιδράσει στην κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στο θέμα και δεν διαπιστώνουμε σφάλμα στην προσέγγισή του. Ορθά επισήμανε το γεγονός πως δεν αντεξετάστηκε επί του σημείου ο εφεσίβλητος ώστε να είχε και την ευκαιρία να εξηγήσει. Κυρίως, όμως, οι ερωτήσεις κατά την αντεξέτασή του για το "ττέλι", που περιγραφόταν ως "μάτσο" ή ως "λοστός", χωρίς αναφορά στην ανακριτική κατάθεση, δεν αφορούσαν ακριβώς στο κατά πόσο κρατούσε τέτοιο αντικείμενο ώστε να προέκυπτε επ' αυτού συγκεκριμένη απάντηση. Αποδιδόταν στον εφεσίβλητο επίθεση κατά του εφεσείοντα με "ττέλι" και η κατηγορηματική πράγματι άρνηση του εφεσίβλητου αυτής της εκδοχής, δεν αποκαλύπτει αντίφαση, μάλιστα τόσο κάθετη που να είχε την καταλυτική σημασία που ο εφεσείοντας εισηγείται.
Το δεύτερο και τελευταίο θέμα αφορά στο μη εντοπισμό κακώσεων στο λαιμό του εφεσίβλητου. Κατά την εισήγηση, αν πράγματι ο εφεσείοντας, κατά την εξέλιξη του επεισοδίου όπως την περιέγραψε ο εφεσίβλητος, τον κρατούσε δυνατά από το λαιμό θα έπρεπε να είχαν προκληθεί και εκεί τραυματισμός ή κάποια εξωτερικά σημάδια. Στερείται υπόβαθρου αυτή η εισήγηση, ώστε να αξιολογηθεί περαιτέρω. Ούτε οι δυο γιατροί που κλήθηκαν ρωτήθηκαν ούτε και εμείς μπορούμε να θεωρήσουμε ότι απαραιτήτως από τέτοιο κράτημα, θα έπρεπε να προκύψουν τραυματισμός ή εξωτερικά σημάδια.
Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος που να επιτρέπει παρέμβασή μας και η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.