ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 1 ΑΑΔ 1828

10 Δεκεμβρίου, 2003

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚAΛΛΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΧΡΙΣΤΟΦΗΣ ΠΑΝΑΓΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,

Εφεσείων,

ν.

ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΠΑΝΑΓΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11169)

 

Ευρήματα Δικαστηρίου ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Εφετείο δεν επεμβαίνει σε ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων εκτός αν δεν δικαιολογούνται από την ενώπιον του μαρτυρία ή όταν ικανοποιηθεί ότι η αιτιολογία είναι ανεπαρκής.

Αγωγή ― Αιτία αγωγής ― Αδικαιολόγητος πλουτισμός ― Διεκδίκηση του ποσού αποζημίωσης απαλλοτριωθέντος κτήματος από τον φερόμενο ως νέο ιδιοκτήτη στη βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού ― Η αγωγή ήταν εκ των δικών της όρων εντελώς αβάσιμη.

Οι διάδικοι είναι αδέλφια.  Μετά το θάνατο του πατέρα τους κληρονόμησαν μερίδιο ανά 1/6 ο καθένας στο κτήμα του πατέρα τους στο χωριό Ποταμίτισσα της επαρχίας Λεμεσού, δοθέντος ότι υπήρχαν έξι παιδιά.  Το κτήμα απαλλοτριώθηκε πρόσφατα και κατεβλήθη στην εφεσίβλητη-εναγόμενη το ποσό των £818 ως το μέρος της αποζημίωσης που αναλογούσε στο μερίδιό της.  Ο εφεσείων-ενάγων καταχώρησε αγωγή αξιώνοντας από την εφεσίβλητη το ποσό των £818, ισχυριζόμενος ότι η εφεσίβλητη του είχε πωλήσει για £26 το εν λόγω μερίδιό της με πωλητήριο έγγραφο ημερ. 27.1.1946, το οποίο μάλιστα ο εφεσείων καταχώρησε στο Κτηματολόγιο το Νοέμβριο του 1946, χωρίς όμως ποτέ να έχει εκδοθεί τίτλος επ' ονόματί του για το εν λόγω μερίδιο.  Η εφεσίβλητη αρνήθηκε τον πιο πάνω ισχυρισμό και δέχθηκε μόνο ότι του πώλησε άλλο κτήμα για το ποσό των £26.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία της εφεσίβλητης ότι δεν υπέγραψε το εν λόγω έγγραφο και κατέληξε ότι αυτό δεν συνιστούσε συμφωνία πώλησης του μεριδίου της εφεσίβλητης στον εφεσείοντα. Το Δικαστήριο ανεφέρθη συναφώς και στο μη ευανάγνωστο του εγγράφου και στο ότι ούτε ο φερόμενος ως συντάξας αυτό ούτε ο φερόμενος ως μάρτυρας εις αυτό είχαν δώσει μαρτυρία εφόσον είχαν ήδη αποβιώσει.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση.

Μερικοί από τους λόγους έφεσης στρέφονται εναντίον των ευρημάτων αξιοπιστίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου και οι υπόλοιποι αναφέρονται σε επιχειρηματολογία ως προς επί μέρους σημεία που παρερμηνεύουν πτυχές της απόφασης.  Με τον τρίτο λόγο έφεσης προβάλλεται η θέση ότι ο εφεσείων βάσισε την απαίτηση του όχι μόνο σε συμφωνία αλλά και σε αδικαιολόγητο πλουτισμό, ότι και ο αδικαιολόγητος πλουτισμός, αν ήταν έτσι, περνούσε μέσα από την πώληση του μεριδίου της εφεσίβλητης στον εφεσείοντα.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Δεν έχει λεχθεί ή υποδειχθεί οτιδήποτε το συγκεκριμένο που να μπορούσε να δικαιολογήσει παρέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή των ευρημάτων αξιοπιστίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

2.  Στην παρούσα υπόθεση θα έπρεπε να κινηθεί αγωγή για ειδική εκτέλεση της συμφωνίας ή για αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας και όχι αγωγή για είσπραξη του ποσού της απαλλοτρίωσης, που καταβάλλεται στο δεδομένο ιδιοκτήτη του απαλλοτριωθέντος κτήματος, στη μόνη δυνατή βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού.  Αυτή ήταν και η σύντομη απάντηση που θα έπρεπε να είχε δοθεί από το Δικαστήριο στην αγωγή η οποία ήταν εκ των δικών της όρων εντελώς αβάσιμη.  Αντί τούτου, η ακρόαση μετατράπη σε αχρείαστη διερεύνηση του θέματος ισχύος συμφωνίας που μόνο στα πλαίσια αγωγής για ειδική εκτέλεση ή για αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας θα άρμοζε να εξετάζετο.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.

Έφεση.

Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 23/7/01 (Αρ. Αγωγής 2574/97) με την οποία απέρριψε την αξίωσή του για καταβολή σ' αυτόν από την εναγόμενη του αναλογούντος σ' αυτή μέρους της αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση τεμαχίου στην Ποταμίτισσα με τον ισχυρισμό ότι αυτή περί το 1946 του είχε πωλήσει για £26 το μερίδιό της στο εν λόγω τεμάχιο.

Στ. Στυλιανού, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Φλωρίδης, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου  θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.:  Το πραγματικό υπόβαθρο της έφεσης αυτής είναι απλό και, εν πολλοίς, κοινό έδαφος.  Ο πατέρας των διαδίκων ήταν ιδιοκτήτης, μεταξύ άλλων, του κτήματος Φ/Σ 37/64 Τεμάχιο 1039 στο χωριό Ποταμίτισσα της επαρχίας Λεμεσού, τοποθεσία "Χωράφκια". Με το θάνατό του, το 1924 κατά τον εφεσείοντα-ενάγοντα ή το 1926/1927 κατά την εφεσίβλητη-εναγόμενη, η εφεσίβλητη κατέστη, κληρονομικώ δικαιώματι, και δοθέντος ότι υπήρχαν έξι παιδιά, ιδιοκτήτρια του 1/6 μεριδίου του κτήματος.  Πολύ πιο πρόσφατα, σε χρόνο που δεν καθορίστηκε, το κτήμα απαλλοτριώθηκε και κατεβλήθη στην εφεσίβλητη το ποσό των £818 ως το μέρος της αποζημίωσης που αναλογούσε στο 1/6 μερίδιό της (άλλες £818 κατεβλήθησαν στον εφεσείοντα ως το μέρος της αποζημίωσης που αναλογούσε στο δικό του 1/6 κληρονομικό μερίδιο).  Με την αγωγή του ο εφεσείων απαίτησε το ποσό που κατεβλήθη στην εφεσίβλητη, ισχυριζόμενος ότι η εφεσίβλητη του είχε πωλήσει για £26 το εν λόγω μερίδιό της, μεταξύ άλλων κτημάτων, με περιγραφόμενο στην έκθεση απαίτησης ως πωλητήριο ή άλλο έγγραφο ημερ. 27.1.1946, το οποίο μάλιστα ο εφεσείων κατεχώρησε στο Κτηματολόγιο το Νοέμβριο του 1946, χωρίς όμως ποτέ να έχει εκδοθεί τίτλος επ' ονόματι του εφεσείοντα για το εν λόγω μερίδιο.  Η εφεσίβλητη με την υπεράσπισή της αρνήθηκε ότι υπέγραψε το εν λόγω έγγραφο και ότι πώλησε στον εφεσείοντα το εν λόγω μερίδιό της, δεχόμενη μόνο ότι του πώλησε ένα κτήμα σε άλλη περιοχή και μερικούς πεύκους για το ποσό των £26.

Η ευπαίδευτη Δικαστής η οποία άκουσε την υπόθεση, στη βάση μαρτυρίας αντίστοιχης προς τις δικογραφικές θέσεις των διαδίκων πλην του ότι δεν εδόθη μαρτυρία ότι το εν λόγω έγγραφο είχε κατατεθεί στο Κτηματολόγιο, είδε το θέμα ως εξαρτώμενο από το κατά πόσο η εφεσίβλητη είχε υπογράψει ή όχι το εν λόγω έγγραφο, θεωρώντας ότι το τι ήταν επίδικο ήταν η ύπαρξη της συμφωνίας που ισχυρίζετο ο εφεσείων και αρνείτο η εφεσίβλητη.  Μη αποδεχόμενη τη μαρτυρία του εφεσείοντα και αποδεχόμενη τη μαρτυρία της εφεσίβλητης ότι δεν υπέγραψε το εν λόγω έγγραφο, όπως βεβαιώνετο από τη μαρτυρία δύο μαρτύρων της εφεσίβλητης οι οποίοι κατέθεσαν ότι γνώριζαν την υπογραφή της εφεσίβλητης και ότι η υπογραφή στο εν λόγω έγγραφο, όπως και σε άλλο έγγραφο ημερ. 23.9.1946 αναφερόμενο από τον εφεσείοντα ως απόδειξη πληρωμής του υπολοίπου των £26, δεν ήταν η δική της, κατέληξε ότι το εν λόγω έγγραφο δεν συνιστούσε συμφωνία πώλησης του μεριδίου της εφεσίβλητης στον εφεσείοντα. Η ευπαίδευτη Δικαστής ανεφέρθη συναφώς και στο μη ευανάγνωστο του εν λόγω εγγράφου όπως και στο ότι ούτε ο φερόμενος ως συντάξας αυτό ούτε ο φερόμενος ως μάρτυρας εις αυτό είχαν δώσει μαρτυρία εφόσον είχαν ήδη αποβιώσει.

Με την έφεση προσβάλλονται τα ευρήματα αξιοπιστίας, χωρίς όμως να έχει λεχθεί ή υποδειχθεί οτιδήποτε το συγκεκριμένο που να μπορούσε να δικαιολογήσει παρέμβασή μας.  Στην πραγματικότητα, οι εισηγήσεις του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον εφεσείοντα στηρίζονται μάλλον στη δεδομένη ισχύ του εν λόγω εγγράφου ως συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων παρά στα στοιχεία που θα μπορούσαν να συνηγορούσαν υπέρ της εγκύρου καταρτίσεώς του ή της ανατροπής των ευρημάτων του Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία.  Όπως εκλαμβάνουν επίσης ως δεδομένο ότι το εν λόγω έγγραφο, το οποίο αναφέρεται στην πώληση τεσσάρων κτημάτων και, πλην του ότι είναι, όπως παρατήρησε και η ευπαίδευτη Δικαστής, δυσανάγνωστο, δεν περιγράφει επαρκώς τα κτήματα στα οποία αναφέρεται, περιλαμβάνει και το επίδικο κτήμα.  Η ίδια παρανόηση διέπει και την εισήγηση ότι πρόκειται για αρχαίο έγγραφο και έτσι δεδομένης ισχύος. Ούτε οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού του εν λόγω εγγράφου ως αρχαίου εγγράφου απεδείχθη ότι επληρούντο, τοσούτον μάλλον αφού δεν εδόθη μαρτυρία περί ασφαλούς φύλαξής του ή καν κατάθεσής του στο Κτηματολόγιο ως ήτο ο ισχυρισμός στην έκθεση απαίτησης, ούτε αναιρείτο η ανάγκη απόδειξης ότι η υπογραφή σε αυτό μπορούσε να αποδοθεί στην εφεσίβλητη.

Με αυτή τη θεώρηση καταρρέουν βεβαίως και οι λόγοι έφεσης οι οποίοι προϋποθέτουν ανατροπή των ευρημάτων αξιοπιστίας για να μπορούν να προωθηθούν.  Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης αναφέρονται σε επιχειρη- ματολογία ως προς επι μέρους σημεία που παρερμηνεύουν πτυχές της απόφασης.  Επισημαίνουμε μόνο, ως προς τον τρίτο λόγο έφεσης, με τον οποίο προβάλλεται η θέση ότι ο εφεσείων βάσισε την απαίτησή του όχι μόνο σε συμφωνία αλλά και σε αδικαιολόγητο πλουτισμό, ότι και ο αδικαιολόγητος πλουτισμός, αν ήταν έτσι, περνούσε μέσα από πώληση του μεριδίου της εφεσίβλητης στον εφεσείοντα.  

Αυτό όμως μας οδηγεί σε μια θεμελιακή πτυχή της υπόθεσης που διέφυγε της προσοχής των διαδίκων όσο και της ευπαιδεύτου Δικαστή.  Και αν ακόμα όλα όσα ισχυρίζετο στην έκθεση απαίτησής του ο εφεσείων αποδεικνύοντο, η απαίτησή του θα έπασχε εν πάση περιπτώσει. Η ύπαρξη οποιασδήποτε συμφωνίας μεταξύ του και της εφεσίβλητης για πώληση σε αυτόν του μεριδίου της στο εν λόγω κτήμα, εφόσον δεν υλοποιήθηκε με τη μεταβίβαση του μεριδίου,  μόνο αγωγή για ειδική εκτέλεση, αν αυτή μπορούσε να εξασφαλιστεί, προς καθιέρωση της ιδιοκτησίας του, ή για αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας, θα μπορούσε να στηρίξει και όχι αγωγή για είσπραξη του ποσού της απαλλοτρίωσης, που καταβάλλεται στο δεδομένο ιδιοκτήτη του απαλλοτριωθέντος κτήματος,  στη  μόνη δυνατή βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Αυτή ήταν και η σύντομη απάντηση που θα έπρεπε να είχε δοθεί από το Δικαστήριο στην αγωγή η οποία ουσιαστικά ήταν εκ των δικών της όρων εντελώς αβάσιμη. Αντί τούτου, η ακρόαση μετατράπη σε αχρείαστη διερεύνηση του θέματος ισχύος συμφωνίας που μόνο στα πλαίσια αγωγής για ειδική εκτέλεση ή για αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας θα άρμοζε να εξετάζετο.

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντα.

H�έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο