ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 1 ΑΑΔ 1067
14 Ιουλίου, 2003
[ΑΡΤΕΜIΔΗΣ, ΝΙΚΟΛAΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠHΣ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΜΕΛΙΝΙΩΤΗΣ,
Εφεσείων,
ν.
1. ΔΗΜΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
2. ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΛΕΟΝΑΣΜΟΥ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11483)
Εργοδότης και εργοδοτούμενος — Τερματισμός απασχολήσεως — Απολυθείς δημοτικός υπάλληλος ήγειρε απαίτηση στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών εναντίον: (α) του Δήμου για παράνομη απόλυση και (β) του Ταμείου Πλεονάζοντος Προσωπικού για απόλυση λόγω πλεονασμού — Απόρριψη απαίτησης στο σύνολό της επειδή η νομιμότητα των πράξεων του Δήμου, εντάσσεται στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και έτσι στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος — Αποφασίστηκε κατ' έφεση ότι η έλλειψη δικαιοδοσίας αφορούσε μόνο την αίτηση εναντίον του Δήμου — Η αίτηση παραπέμφθηκε στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών προς εκδίκαση επί της ουσίας της όσον αφορά μόνο την απαίτηση εναντίον του Ταμείου για πλεονασμό.
Ο εφεσείων είχε καταχωρήσει αίτηση στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών εναντίον του εφεσίβλητου 1 για παράνομη απόλυση και εναντίον του εφεσίβλητου 2 στη διαζευκτική βάση ότι η απόλυση έγινε λόγω πλεονασμού. Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών απέρριψε την αίτηση στο σύνολό της μετά από προδικαστική ένσταση του εφεσίβλητου 1 αφού έκρινε ότι ο τερματισμός των υπηρεσιών του εφεσείοντος συνιστούσε διοικητική πράξη η νομιμότητα της οποίας μπορούσε να κριθεί μόνο στα πλαίσια της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος.
Με την έφεση αμφισβητήθηκε η ορθότητα της απόρριψης της αίτησης από το Δικαστήριο.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η απαίτηση του εφεσείοντος εναντίον του εφεσίβλητου 1 για παράνομη απόλυση βρισκόταν στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος.
2. Ο εφεσείων μπορούσε να αποταθεί στο Ταμείο, εφεσίβλητο 2, για αποζημίωση λόγω πλεονασμού και στη συνέχεια στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών αν η απάντηση ήταν αρνητική. Εφόσον η αίτηση του απορρίφθηκε επί νομικού λόγου που δεν μπορούσε να αφορά την απαίτηση του εναντίον του εφεσίβλητου 2, η αίτηση πρέπει να παραπεμφθεί στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών για να εκδικασθεί επί της ουσίας της όσον αφορά μόνο την απαίτηση εναντιον του εφεσίβλητου 2 για πλεονασμό.
Η έφεση εναντίον του εφεσίβλητου 1 απορρίφθηκε με έξοδα τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ' έφεση. Η έφεση εναντίον του εφεσίβλητου 2 επιτράπηκε με τα έξοδα της έφεσης να είναι έξοδα δίκης κατά την εκδίκαση επί του θέματος του πλεονασμού.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή κατά της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών που δόθηκε στις 13/9/02 (Αρ. Αίτησης 420/01) με την οποία απέρριψε την ενώπιόν του καταχωρηθείσα αίτηση με την οποία ο Εφεσείων ήγειρε απαίτηση τόσο εναντίον του πρώην εργοδότη του Δήμου Λευκωσίας για παράνομη απόλυση, όσο και εναντίον του Ταμείου Πλεονάζοντος Προσωπικού στη διαζευκτική βάση ότι η απόλυσή του έγινε λόγω πλεονασμού.
Ι. Κυριακίδης, για τον Εφεσείοντα.
Γ. Ζ. Γεωργίου και Κ. Μέσσιος για Κ. Μιχαηλίδη, για τον Εφεσίβλητο 1.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τον Εφεσίβλητο 2.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.:�Οι είκοσι δύο λόγοι έφεσης που εκτίθενται στο εφετήριο και που όπως μας ελέχθη θα μπορούσαν να ήσαν και πολύ περισσότεροι έχουν ως ενιαία βάση την απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών να απορρίψει την ενώπιον του καταχωρηθείσα αίτηση με την οποία ο Εφεσείων ήγειρε απαίτηση τόσο εναντίον του πρώην εργοδότη του Δήμου Λευκωσίας για παράνομη απόλυση όσο και εναντίον του Ταμείου Πλεονάζοντος Προσωπικού στη διαζευκτική βάση ότι η απόλυση του έγινε λόγω πλεονασμού. Η απόφαση εδόθη κατόπιν ακρόασης επί προδικαστικής ένστασης του Δήμου ότι ο Αιτητής δεν ήταν "εργοδοτούμενος" στα πλαίσια του άρθρου 2 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967 (Ν.24/67) και ότι εν πάση περιπτώσει ο τερματισμός των υπηρεσιών του συνιστούσε διοικητική πράξη η νομιμότητα της οποίας μπορούσε να κριθεί μόνο στα πλαίσια της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Το δικαστήριο αποφάσισε ότι όντως επρόκειτο για θέμα που ανάγετο στη δικαιοδοσία εκείνη και όχι στη δικαιοδοσία του και απέρριψε την αίτηση στο σύνολό της.
Ενώπιον μας στο στάδιο της προδικασίας ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσίβλητο Δήμο υπέβαλε εισήγηση ότι η έφεση είναι προδήλως αβάσιμη καθ΄όσον πρόκειται περί απολύτως καθαρής περίπτωσης έλλειψης δικαιοδοσίας και μας κάλεσε να εφαρμόσουμε τον κανονισμό 10(1) του περί Εφέσεων Διαδικαστικού Κανονισμού του 1996. Δεν θα μας απασχολήσει η άλλη εισήγηση του που αφορά το κατά πόσο οι λόγοι έφεσης είναι συννόμως διατυπωμένοι. Θεωρούμε κατάδηλο και αναντίλεκτο το ότι, καθ΄ όσον ο Εφεσείων εβάσιζε την αίτηση του εναντίον του Δήμου σε ισχυρισμό για παράνομη απόλυσή του, αμφισβητώντας έτσι τη νομιμότητα του τερματισμού των υπηρεσιών του, η απόφαση ότι επρόκειτο για θέμα που ανάγετο στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι εκ των πραγμάτων ορθή. Η νομιμότητα των πράξεων του Δήμου, περιλαμβανομένων των αποφάσεων του σε σχέση με την υπηρεσία του Εφεσείοντα ως υπαλλήλου του, εντάσσεται στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και έτσι στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Αναπόφευκτο ακόλουθο τούτου ήταν και η απόρριψη της απαίτησης του Εφεσείοντα εναντίον του Δήμου. Η έφεση εναντίον του Εφεσίβλητου Δήμου είναι προδήλως αβάσιμη και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του Εφεσίβλητου Δήμου και εναντίον του Εφεσείοντα τόσο στην έφεση όσο και πρωτοδίκως, η δε αντέφεση επί των τελευταίων καθίσταται άνευ αντικειμένου και δεν μπορεί παρά να απορριφθεί χωρίς διάταγμα για έξοδα.
Αυτό όμως μας παίρνει μόνο μέχρι εκεί που μας παίρνει. Δεν οδηγεί και στην απόρριψη της διαζευκτικής απαίτησης του Εφεσείοντα εναντίον του Ταμείου, η οποία εβασίζετο όχι σε παράνομη απόλυση αλλά σε πλεονασμό που ακριβώς εξυπάκουε το νόμιμο της απόλυσης, ούτε εξ άλλου το Ταμείο είχε ζητήσει απόρριψη της Αίτησης εναντίον του αφού η ένσταση για έλλειψη δικαιοδοσίας προήλθε από το Δήμο και μόνο. Η ίδια η λογική και το σκεπτικό του Δικαστηρίου λοιπόν, που το οδήγησαν στην απόρριψη της αίτησης εναντίον του Δήμου, εμπεριείχαν και τους αντίστοιχους περιορισμούς της εμβέλειας τους, ώστε η έφεση να μην είναι προδήλως αβάσιμη ως προς το Ταμείο, το οποίο μάλιστα δεν επιχειρηματολόγησε ενώπιον μας ότι η έφεση είναι προδήλως αβάσιμη και ως προς τούτο. Απεναντίας, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία εδέχθη ότι ο Εφεσείων μπορούσε να αποταθεί στο Ταμείο για αποζημίωση στη βάση πλεονασμού και στη συνέχεια στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών αν η απάντηση του Ταμείου ήταν αρνητική, προφανώς με ακόλουθο δικαίωμα έφεσης.
Τα πιο πάνω προδιαγράφουν και τα υπολειπόμενα να λεχθούν. Είναι προφανές ως προς το Ταμείο ότι, εφόσον η αίτηση είχε απορριφθεί όχι επί της ουσίας αλλά επί του νομικού λόγου που δεν μπορεί να περιλαμβάνει το Ταμείο, η αίτηση πρέπει να παραπεμφθεί στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών για να εκδικασθεί επί της ουσίας της όσον αφορά μόνο την απαίτηση εναντίον του Ταμείου για πλεονασμό, χωρίς βεβαίως να εκφράζουμε οποιαδήποτε άποψη ως προς το δίκαιο της απαίτησης. Τα έξοδα της έφεσης όσον αφορά το Ταμείο θα είναι έξοδα δίκης στη διαδικασία εκείνη.
Η έφεση εναντίον του εφεσίβλητου 1 απορρίπτεται με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση. Η έφεση εναντίον του εφεσίβλητου 2 επιτρέπεται με τα έξοδα της έφεσης να είναι έξοδα δίκης κατά την εκδίκαση επί του θέματος του πλεονασμού.