ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 1 ΑΑΔ 401

11 Απριλίου, 2003

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΑΡΓΥΡΟΥΛΑ ΄H ΑΡΓΥΡΗ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ,

Εφεσείουσα,

v.

ΚΩΣΤΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΡΕΒΕΚΚΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11127)

 

Ευρήματα Δικαστηρίου ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Έφεση στρεφόμενη αποκλειστικά εναντίον των διαπιστώσεων και συμπερασμάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου στα οποία κατέληξε κατόπιν ανάλυσης και αξιολόγησης της μαρτυρίας ― Απορρίφθηκε, δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος επέμβασης στην κρίση του Δικαστηρίου.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε διάταγμα ακυρώσεως δύο ειδικών πληρεξουσίων εγγράφων, των μεταβιβάσεων δύο ακινήτων στο χωριό Κάτω Μύλος της Επαρχίας Λεμεσού που είχαν γίνει επ' ονόματι της εφεσείουσας-εναγομένης απο την θεία της Ρεβέκκα Ευαγγέλου, η οποία είχε αποβιώσει στις 22.2.97. Το Δικαστήριο διέταξε επίσης την επανεγγραφή των ακινήτων επ' ονόματι του εφεσίβλητου-ενάγοντος, διαχειριστή της περιουσίας της πιο πάνω αποβιώσασας Ρεβέκκας.

Με την έφεση της η εφεσείουσα επεδίωξε την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης, για να παραμείνει η ίδια ως νόμιμη ιδιοκτήτρια των πιο πάνω ακινήτων.  Η εφεσείουσα ισχυρίστηκε ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας και οι συνακόλουθες διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν εσφαλμένες.  Η δικηγόρος της υποστήριξε ότι από την προσαχθείσα μαρτυρία θα έπρεπε να εξαχθούν τα αντίθετα συμπεράσματα, και επομένως να απορριφθεί η αγωγή του διαχειριστή.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Από τα γεγονότα της υπόθεσης προκύπτει αναμφίβολα πως η εφεσείουσα εκμεταλλευόμενη την τραγική, και επιθανάτια κατάσταση στην οποία βρισκόταν η θεία της Ρεβέκκα, σκόπιμα της απέσπασε τα δύο επίδικα πληρεξούσια για να καρπωθεί η ίδια, εις βάρος των υπολοίπων κληρονόμων, την περιουσία της θείας της.  Ο τρόπος που μεθόδευσε το σχέδιο της και η σπουδή που επέδειξε στην εκτέλεσή του, αποδεικνύει χωρίς καμιά αμφιβολία την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.

2.  Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως η εφεσείουσα εψεύσθη στη μαρτυρία της.

3.  Δεν υπήρξε καμιά μαρτυρία που να τείνει να αποδείξει πως η Ρεβέκκα κατά τη διάρκεια της ζωής της, επέδειξε οποιαδήποτε πρόθεση να ευνοήσει, για κάποιο λόγο, την εφεσείουσα έναντι των υπόλοιπων συγγενών της.

4.  Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου με βάση τη μαρτυρία που προσκομίστηκε ήταν αναπόφευκτη.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την εναγόμενη κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 29/6/01 (Αρ. Αγωγής 1887/98) με την οποία ακύρωσε τα δύο ειδικά πληρεξούσια έγγραφα των μεταβιβάσεων ακινήτων της αποβιώσασας Ρεβέκκας Ευαγγέλου επ' ονόματι της εναγομένης και διέταξε την επανεγγραφή τους στο όνομα του ενάγοντα, διαχειριστή της περιουσίας της αποβιώσασας.

Φ. Νικολάου, για την Εφεσείουσα.

Α. Πολυδώρου, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv.vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η Ρεβέκκα Ευαγγέλου από τον Κάτω Μύλο Λεμεσού απεβίωσε στις 22.2.97. Ήταν ανύπαντρη και κληρονόμοι της περιουσίας της είναι τα 6 αδέλφια της. Η πορεία της Ρεβέκκας προς το θάνατο ήταν τραγικά επώδυνη. Είχε παρουσιαστεί κακοήθης όγκος στη γλώσσα της, που προχώρησε με μετάσταση στη σιαγόνα και λαιμό. Στις 25.11.96 υποβλήθηκε από τον ειδικό χειρούργο Σ.Καλλή, στο Γενικό Νοσοκομείο, σε δύσκολη και περίπλοκη χειρουργική επέμβαση για να της αφαιρεθεί ο κακοήθης όγκος από τη γλώσσα και να αντιμετωπιστούν οι μεταστάσεις στο λαιμό και τη σιαγόνα.  Κατά την εγχείριση απεκόπη το μισό κάτω μέρος της γλώσσας και η σιαγόνα. Έγινε προσπάθεια αποκατάστασης της σιαγόνας με πλαστική χειρουργική. Μετά από κάποια παραμονή της στο Γενικό Νοσοκομείο μεταφέρθηκε σε ιδιωτικό θεραπευτήριο στη Λεμεσό, και απ΄εκεί, στις 17.2.97, λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης της, διεκομίσθη σε ιδιωτική πολυκλινική, όπου απεβίωσε.  Η άμεση αιτία του θανάτου της διεγνώσθη ως καρδιοαναπνευστική ανεπάρκεια, η οποία βεβαίως οφειλόταν στην κατάσταση της υγείας της που περιγράψαμε πιο πάνω.

Η Ρεβέκκα ήταν εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια, με ξεχωριστό τίτλο εγγραφής, δυο ακινήτων: 

(α)  διώροφη κατοικία και αυλή στο χωριό Κάτω Μύλος Λεμεσού, με αριθμό εγγραφής 2253 Φ/ΣΧ.XLVIII/1 τεμάχιο 122, και

(β)  ακίνητο, εγγεγραμένο ως φρακτή με αριθμό εγγραφής 2545, τεμάχιο 120. 

Είναι κοινώς παραδεκτό πως η Ρεβέκκα ήταν ολωσδιόλου αγράμματη και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να θέτει την υπογραφή της.

Στις 15.1.97 και ενώ η Ρεβέκκα νοσηλευόταν στο ιδιωτικό θεραπευτήριο η ανιψιά της, εφεσείουσα - εναγόμενη, την επισκέφθηκε, συνοδευόμενη από κάποιο πιστοποιούντα λειτουργό, και της παρουσίασε ένα ειδικό πληρεξούσιο έγγραφο με το οποίο την εξουσιοδοτούσε να εγγράψει επ΄ονόματι της δια δωρεάς το διώροφο σπίτι της, που περιγράφεται στο (α) πιο πάνω.  Η Ρεβέκκα δεν υπέγραψε το πληρεξούσιο γιατί, λόγω της κατάστασης της υγείας της αδυνατούσε να το κάνει, αλλά έθεσε το δακτυλικό της αποτύπωμα. Το έγγραφο βεβαιώθηκε με τη συνηθισμένη δήλωση του πιστοποιούντος λειτουργού.  Την ίδια μέρα η εφεσείουσα μετέβη στο κτηματολόγιο και με το πληρεξούσιο στο χέρι προέβη στην εγγραφή επ΄ονόματι της του πιο πάνω ακινήτου.  Είναι δεκτό ως γεγονός ότι εκεί στο κτηματολόγιο διαπίστωσε, από παρατήρηση υπαλλήλου, πως εκτός από το διώροφο σπίτι υπήρχε ακόμη ένα ακίνητο, η φρακτή, εγγεγραμμένο στο όνομα της Ρεβέκκας.  Την ίδια μέρα ξαναπήγε στη Ρεβέκκα η οποία, κατά τον ίδιο τρόπο και ενώπιον άλλου πιστοποιούντος λειτουργού, της έδωσε ακόμη ένα ειδικό πληρεξούσιο για να μεταβιβάσει επ΄ονόματι της και αυτό το ακίνητο, τη φρακτή δηλαδή, (β) πιο πάνω. Στις 19.2.97, τρεις ημέρες πριν από το θάνατο της Ρεβέκκας, η εφεσείουσα την επισκέφθηκε για τρίτη φορά, από την οποία και πήρε τρίτο έγγραφο, αυτή τη φορά γενικό πληρεξούσιο, με σκοπό να πάρει ως δωρεά και τα μετρητά της που βρίσκονταν κατατεθειμένα επ΄ονόματι της στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λεμεσού, γύρω στις £9.000, και στη Συνεργατική του χωριού £2.800, χρήματα τα οποία μέχρι εκείνη την ώρα χειριζόταν, από χρόνια προηγουμένως, ο αδελφός της Ρεβέκκας ο ιερέας Παναγιώτης Κωνσταντίνου.

Ο διαχειριστής της περιουσίας της Ρεβέκκας με αγωγή του στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού αξίωσε την ακύρωση των πιο πάνω δύο ειδικών πληρεξουσίων εγγράφων, των μεταβιβάσεων που έγιναν επ΄ονόματι της εφεσείουσας και την επανεγγραφή τους στο όνομα του, ως περιουσιακών στοιχείων της περιουσίας της αποβιώσασας Ρεβέκκας.  Η αγωγή του διαχειριστή πέτυχε.  Η Ανώτερη Επαρχιακός Δικαστής που δίκασε την υπόθεση εξέδωσε τα διατάγματα που αξιούνταν στην αγωγή.  Με την έφεση που μας απασχολεί η εφεσείουσα επεδίωξε την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης, για να παραμείνει η ίδια ως νόμιμη ιδιοκτήτρια των πιο πάνω ακινήτων.  Δεν κάνουμε οποιαδήποτε αναφορά στο τρίτο γενικό πληρεξούσιο που σχετιζόταν με τις καταθέσεις της Ρεβέκκας, γιατί τελικά τα χρήματα έμειναν επ΄ονόματι της, δεν μεταφέρθηκαν δηλαδή στο όνομα της εφεσείουσας.

Η επιχειρηματολογία της δικηγόρου της εφεσείουσας, όπως αναπτύσσεται στο περίγραμμα αγόρευσης της, στηρίζεται αποκλειστικά στην εισήγηση της πως η αξιολόγηση της μαρτυρίας και οι συνακόλουθες διαπιστώσεις της πρωτόδικου δικαστού είναι εσφαλμένες.  Η δικηγόρος διατείνεται πως από την προσαχθείσα μαρτυρία θα έπρεπε να εξαχθούν τα αντίθετα συμπεράσματα, και επομένως να απορριφθεί η αγωγή του διαχειριστή.

Το βασικό ερώτημα που είχε ενώπιον του το πρωτόδικο δικαστήριο ήταν κατά πόσο η αποβιώσασα Ρεβέκκα υπέγραψε τα δυο πληρεξούσια έγγραφα εκουσίως, με την έννοια ότι η θέληση της εκφράστηκε ανεπηρέαστα και ενώ διατηρούσε τις ικανότητες της που δεν ήταν επηρεασμένες από οποιαδήποτε πνευματική ή σωματική κατάπτωση.  Η δικαστής ασχολήθηκε εκτεταμένα με τη νομική πτυχή της υπόθεσης, με ειδική αναφορά στα άρθρα 14, 16, 19 και 20 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ.149, ιδιαίτερα στην παράγραφο (β) του εδαφίου 2 του άρθρου 16.

Το δικό μας έργο δεν ήταν δύσκολο.  Με αυτή την αναφορά δεν εννοούμε αυτό που συνήθως λέγεται από το Εφετείο, ότι δηλαδή, κατά κανόνα, δεν επεμβαίνει στις διαπιστώσεις και ευρήματα  επί της μαρτυρίας που προσκομίστηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.  αρχή που μπορεί να αφήνει υπαινιγμό πως ένα άλλο Δικαστήριο ενδεχομένως θα αξιολογούσε διαφορετικά τη μαρτυρία.  Εδώ τα πράγματα ήσαν ολοφάνερα και με κανένα τρόπο δεν οδηγούσαν σε διαφορετική προσέγγιση.  Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η εφεσείουσα εκμεταλλευόμενη την τραγική, και επιθανάτια κατάσταση, στην οποία βρισκόταν η θεία της  Ρεβέκκα σκόπιμα της απέσπασε τα δυο επίδικα πληρεξούσια για να καρπωθεί  η ίδια, εις βάρος των υπολοίπων κληρονόμων, την περιουσία της θείας της.  Ο τρόπος που μεθόδευσε το σχέδιο της και η σπουδή που επέδειξε στην εκτέλεση του, αποδείχνει χωρίς καμιά αμφιβολία την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.  Η ιατρική μαρτυρία, κυρίως του γιατρού Ωρολογά - ειδικού παθολόγου ογκολόγου, ιδιοκτήτη του Ιπποκράτειου θεραπευτηρίου στο οποίο βρισκόταν η Ρεβέκκα, κατέδειξε πως η τελευταία, ενόψει της κατάστασης της, επικοινωνούσε μόνο με λίγες λέξεις και νοήματα.  Μέχρι δε το θάνατο της υπέφερε από αβάστακτους πόνους.  Ο γιατρός Προκόπης Σπύρου, ειδικός καρδιολόγος, που παρακολουθούσε επίσης τη Ρεβέκκα, ανέφερε στη μαρτυρία του πως η κατάσταση της χειροτέρευε συνεχώς και τις τελευταίρες ημέρες δεν επικοινωνούσε καθόλου με το περιβάλλον της εφόσον βρισκόταν σε κωματώδη κατάσταση. Να παρατηρήσουμε εδώ πως το τρίτο, γενικό πληρεξούσιο, υπεγράφη στις 19.2.97, τρεις ημέρες δηλαδή πριν από το θάνατο της Ρεβέκκας.

Η δικηγόρος της εφεσείουσας εισηγήθηκε πως το Δικαστήριο θα έπρεπε να δεχθεί τη μαρτυρία του χειρούργου Σ. Καλλή, ο οποίος διενήργησε τη χειρουργική επέμβαση και του οποίου η μαρτυρία, κατά τη συνήγορο, ήταν διαφορετική απ΄αυτή των γιατρών Ωρολογά και Σπύρου.  Η εισήγηση, με αναφορά στην ουσία αυτής της μαρτυρίας, είναι εσφαλμένη.  Και ο γιατρός Καλλής είπε στη μαρτυρία του πως η Ρεβέκκα δεν μπορούσε να μιλήσει κανονικά, επικοινωνούσε μόνο με λίγες λέξεις και νοήματα.  Και τούτο γιατί μεγάλο μέρος της γλώσσας της είχε αφαιρεθεί,  Και ας έχουμε υπόψη μας και την υπόλοιπη εξέλιξη του κακοήθους όγκου στο στόμα και το λαιμό της Ρεβέκκας. 

Η ίδια η εφεσείουσα είπε στη μαρτυρία της πως προτού υπογράψει η θεία της τα πληρεξούσια είχε μαζί της ολόκληρη συνομιλία, κατά την οποία η θεία της της εξήγησε τους λόγους που υποτίθεται ότι ήθελε να της δωρίσει την περιουσία της.  Η πρωτόδικος δικαστής καταγράφει αυτούσια τη δήθεν στιχομυθία.  Αν την διαβάσει κανείς μένει με την εντύπωση πως η Ρεβέκκα όχι μόνο μιλούσε κανονικά, αλλά είχε και πλήρη εκφραστική επάρκεια, μα και προπαντός, των αισθήσεων και συναισθημάτων, αφού αναφέρθηκε και σε πιθανή ζήλια των άλλων κληρονόμων της από την πράξη. Ήθελε όμως, και επέμεινε μάλιστα, να δώσει την περιουσία της στην εφεσείουσα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της τελευταίας.

Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως η εφεσείουσα εψεύσθη στη μαρτυρία της.

Πέραν όμως από τα πιο πάνω, υπάρχουν και άλλα αντικειμενικά στοιχεία στην υπόθεση, τα οποία επιβεβαιώνουν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης. Για πολλά χρόνια ο αδελφός της Ρεβέκκας, πάτερας Παναγιώτης  Κωνσταντίνου, κρατούσε τα έγγραφα των καταθέσεων της αδελφής του, που ήσαν στο όνομα της.  Ποτέ η ίδια κατά τη διάρκεια της ζωής της και της ασθένειας της δεν ζήτησε να διαχειριστεί η ίδια, ή άλλος, τα χρήματα της.  Μήτε και υπήρξε οποιαδήποτε μαρτυρία πως η Ρεβέκκα εξέφρασε οποιοδήποτε παράπονο για την κατάσταση αυτή, εκτός βέβαια από τους ισχυρισμούς, που κρίθηκαν ανυπόστατοι, της εφεσείουσας πως οι σχέσεις της Ρεβέκκας με τον αδελφό της δεν ήταν καλές.  Δεν υπήρξε επίσης καμιά μαρτυρία που να τείνει να αποδείξει πως η Ρεβέκκα, κατά τη διάρκεια της ζωής της, επέδειξε οποιαδήποτε πρόθεση να ευνοήσει,  για κάποιο λόγο, την εφεσείουσα έναντι των υπολοίπων συγγενών της.  Ακόμη και η μαρτυρία των πιστοποιούντων λειτουργών, που κάλεσε ως μάρτυρες η εφεσείουσα, για να αποδείξει πως η θεία της είχε πλήρη επίγνωση των εγγράφων που υπέγραψε, ουσιαστικά επιβεβαιώνει την ιατρική θέση.  Και οι δυο είπαν πως η Ρεβέκκα ανταποκρίθηκε με μια δυο λέξεις, όπως:  «ναι για να πιάσουν λεφτά να με σάζουν», και:  «θα τα δώκω της Αργυρούλας». Φράσεις που, εν πάση περιπτώσει, δεν αποδεικνύουν γνώση του ουσιαστικού περιεχομένου των εγγράφων αλλά, κυρίως, αντιμάχονται τη μεγάλη στιχομυθία που δήθεν είχε η εφεσείουσα με τη θεία της, στην οποία είχε εκφράσει την επιθυμία να δώσει όλη την περιουσία της.

Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου με βάση τη μαρτυρία που προσκομίστηκε, ήταν κατά την άποψη μας αναπόφευκτη.  Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.

Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο