ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 1 ΑΑΔ 104
30 Ιανουαρίου, 2003
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
1. ESPERIA ESTATES (NICOSIA) LTD,
2. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσείοντες,
v.
1. ΗΒΟΝ ΚΛΑΟΥΤΙΑ ΜΑΤΑΟΥΕΛ (ΑΓΓΛΙΣΤΙ
PAUL IVONNE CLAUDIA Mc DOWELL)
2. ΠΩΛ ΚΛΑΡΚ ΓΟΥΟΛΚΕΡ (ΑΓΓΛΙΣΤΙ PAUL CLARK WALKER) ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ
ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΤΖΟΝ ΜΑΚΤΑΟΥΕΛ
(ΑΓΓΛΙΣΤΙ JΟΗΝ Mc DOWELL).
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10790)
Ευρήματα Δικαστηρίου ― Επέμβαση Εφετείου ― Έφεση κατά των διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου στις οποίες κατέληξε μετά από ανάλυση και αξιολόγηση της μαρτυρίας ― Απορρίφθηκε, δεν διαπιστώθηκε λόγος επέμβασης στην κρίση του Δικαστηρίου.
Το επίδικο θέμα της παρούσας έφεσης ήταν κατά πόσο ολοκληρώθηκε συμφωνία για την πώληση συγκεκριμένου ακινήτου στο χωριό Πέρα Ορεινής μεταξύ των εφεσειόντων ως αγοραστών και των εφεσιβλήτων ως πωλητών. Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπήρξε διαφωνία ως προς τα ποια αντικείμενα θα περιλαμβάνονταν στο τίμημα πώλησης με αποτέλεσμα τη μη ολοκλήρωση της συμφωνίας πώλησης. Οι εφεσείοντες υποστήριξαν κατ' έφεση ότι η κατάληξη του Δικαστηρίου εσυγκρούετο με προηγούμενη διαπίστωσή του ότι τα μέρη συμφώνησαν στο τίμημα πώλησης.
Αποφασίστηκε ότι:
Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι υπήρχε μεν συμφωνία ως προς το τίμημα που θα καταβαλλόταν στους εφεσείοντες, αλλά δεν υπήρξε σύγκλιση στο ακριβές περιεχόμενο της αντιπαροχής, είναι ορθή.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.
Έφεση.
Έφεση από τους ενάγοντες κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 16/3/00 (Αρ. Αγωγής 10107/97) με την οποία απέρριψε την αξίωσή του για καταβολή από την εναγόμενη 1 ποσού £2.000,- ως συμφωνηθείσα προμήθεια τους για την πώληση κτημάτων της εναγομένης σε κατάλληλο αγοραστή ή ως αποζημίωση για αθέτηση της μεταξύ τους σύμβασης.
Κ. Χατζηϊωάννου, για τους Εφεσείοντες.
Δ. Αραούζος, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
AΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγελθεί από το Δικαστή Νικολαΐδη.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη 1, μετά το θάνατο του συζύγου της το Μάρτη του 1997, αποφάσισε την πώληση κτήματος στο χωριό Πέρα Ορεινής, που ανήκε σ' αυτήν και το σύζυγό της. Η εξεύρεση κατάλληλου αγοραστή ανατέθηκε στους εφεσείοντες. Οι εφεσείοντες 1 είναι εταιρεία που δραστηριοποιείται στις κτηματικές επιχειρήσεις, ενώ ο εφεσείων 2 είναι κτηματομεσίτης και διευθυντής των εφεσειόντων 1.
Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την αξίωση των εφεσειόντων για καταβολή £2.000 ως συμφωνηθείσα, κατά τους ισχυρισμούς τους, προμήθεια για την πώληση των πιο πάνω κτημάτων, ή ως αποζημίωση για αθέτηση της μεταξύ τους σύμβασης. Δέκτηκε ότι οι εφεσείοντες είχαν εξεύρει αγοραστή έτοιμο και πρόθυμο να αποκτήσει τα συγκεκριμένα ακίνητα, αλλά αποφάσισε ότι τα μέρη δεν κατέληξαν σε τελική συμφωνία λόγω διαφωνίας ως προς ποια αντικείμενα θα περιλαμβάνονταν, εκτός του ακινήτου, στο τίμημα πώλησης. Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται ακριβώς το συμπέρασμα του δικαστηρίου ότι η συμφωνία δεν ολοκληρώθηκε.
Τα γεγονότα όπως έγιναν αποδεκτά από το πρωτόδικο δικαστήριο είναι με δυο λόγια τα ακόλουθα. Οι εφεσείοντες βρήκαν αγοραστές έτοιμους και πρόθυμους να αποκτήσουν τα πωλούμενα ακίνητα για το ποσό των £73.000. Ένας από τους προτιθέμενους αγοραστές ήταν ο γιος του εφεσείοντα 2, ο οποίος κατοικεί στο Ηνωμένο Βασίλειο. Συμφωνήθηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των £75.000, από τις οποίες οι £2.000 θα κάλυπταν την προμήθεια των εφεσειόντων. Αμφισβητήθηκε όμως ότι τα μέρη κατέληξαν σε συμφωνία ως προς το τι κάλυπτε το συγκεκριμένο τίμημα των £73.000. Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι από τα τεκμήρια που κατατέθηκαν είναι αναντίλεκτο ότι υπήρξε διάσταση απόψεων επί του θέματος. Στο τεκμήριο 10, επιστολή του εφεσίβλητου 2, διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος συζύγου της εφεσίβλητης 1, ημερ. 5.7.1997, ξεκαθαρίζεται ότι στο τίμημα πώλησης δεν περιλαμβάνονται ούτε τα πιθάρια, αλλά ούτε και τα άλλα αντικείμενα που βρίσκονταν στον κήπο της πωλούμενης περιουσίας.
Οι εφεσείοντες απαντώντας στις 15.7.1997 (τεκμήριο 12), πληροφόρησαν ότι οι προτιθέμενοι αγοραστές δεν ενδιαφέρονταν να αγοράσουν τα πιθάρια, όμως κατέστησαν καθαρό στον εφεσείοντα 2 ότι όλα τα υπόλοιπα αντικείμενα, όπως παλιές πόρτες, παλιά ξυλεία, εργαλεία κλπ, που υπήρχε πρόθεση να χρησιμοποιηθούν για τη συμπλήρωση της αυλής της οικίας, θα έπρεπε να περιλαμβάνονται στην τιμή. Στην ίδια επιστολή, ο εφεσείων 2 εισηγείται ότι θα ήταν καλή ιδέα, προς όφελος και των δύο μερών, αν μπορούσε να διευθετηθεί συνάντηση επιτόπια για να ελεγχθούν όλα, ούτως ώστε να μην υπάρχουν οποιεσδήποτε παρεξηγήσεις.
Η συνάντηση διευθετήθηκε για τις 18.7.1997, αλλά ο κατάλογος των αντικειμένων, όπως είχε προταθεί, δεν ετοιμάστηκε. Αυτό δεν έγινε κατορθωτό, σύμφωνα πάντα με τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου, γιατί υπήρξε διαφωνία ως προς τα ποια αντικείμενα θα περιλαμβάνονταν στο τίμημα πώλησης. Τελικά οι εφεσίβλητοι, εν τω μεταξύ, πώλησαν το ακίνητο σε άλλο αγοραστή και πληροφόρησαν σχετικά τους εφεσείοντες.
Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι η κατάληξη του Δικαστηρίου συγκρούεται με προηγούμενη διαπίστωσή του ότι τα μέρη συμφώνησαν στο τίμημα πώλησης των £75.000, εκ των οποίων οι £2.000 θα αποτελούσε την προμήθειά τους. Υποστηρίζουν ακόμα ότι οι διάφορες επιστολές που ανταλλάγηκαν (τεκμήρια 6-9) και οι οποίες περιέχουν τη συμφωνία, δεν αναφέρουν οτιδήποτε περί κινητών.
Θα συμφωνήσουμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι από την προσαχθείσα μαρτυρία δεν προκύπτει ότι υπήρξε ολοκληρωμένη συμφωνία για την πώληση του συγκεκριμένου ακινήτου. Αντίθετα, από τα τεκμήρια 10, 12 και 13, προκύπτει ακριβώς το αντίθετο. Ότι δηλαδή, παρ' όλον ότι τα μέρη είχαν καταλήξει σε κάποια συμφωνία για το τίμημα, δεν είχαν συμφωνήσει σε τι το τίμημα αυτό αντιστοιχούσε. Σκοπός της ετοιμασίας του καταλόγου των αντικειμένων που θα περιλαμβάνονταν στη συμφωνία δεν ήταν, όπως υποστηρίζουν οι εφεσείοντες προς διευκόλυνση των μερών, αλλά για συμπλήρωση των συμφωνηθέντων. Χωρίς τον κατάλογο, χωρίς δηλαδή καθορισμό των αντικειμένων των οποίων η κυριότητα θα μεταβιβαζόταν στους αγοραστές, δεν μπορούμε να μιλούμε για τελική συμφωνία. Αυτό καθίσταται φανερό και από τη διατύπωση του τεκμηρίου 15 που αποτελεί τις οδηγίες του εφεσίβλητου 2 προς τη δικηγόρο του, όπου αναφέρεται ότι θα της αποστείλει αντίγραφο της απογραφής, όταν αυτή συμφωνηθεί. Είναι φανερό ότι για τους εφεσίβλητους ο τελικός κατάλογος των αντικειμένων που θα περιλαμβάνονταν στο πωλούμενο ακίνητο δεν είχε συμφωνηθεί και κατά συνέπεια η διαπραγμάτευση δεν είχε ακόμα καταλήξει σε τελική συμφωνία. Ορθά το Δικαστήριο κατέληξε ότι υπήρχε μεν συμφωνία ως προς το τίμημα και την προμήθεια που θα καταβαλλόταν στους εφεσείοντες, αλλά δεν υπήρξε σύγκλιση στο ακριβές περιεχόμενο της αντιπαροχής.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.