ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 1064
17 Ιουλίου, 2002
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΔΗΜΟΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΝΤΩΝΗ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10861)
Αμέλεια ― Αρχή res ipsa loquitur ― Καθιερώθηκε με το Άρθρο 55 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 ― Κατά πόσο η αρχή res ipsa loquitur είχε εφαρμογή σε υπόθεση πρόκλησης ζημιάς από πτώση κλώνου δέντρου σε όχημα που ήταν σταθμευμένο σε δημόσιο χώρο, καθιστώντας τον Δήμο ένοχο αμέλειας.
Αμέλεια ― Δέντρα ― Ευθύνη κατόχου γης (occupier's liability) για ζημιά από πτώση δέντρων ― Κατά πόσο Δημοτική Αρχή έχει ευθύνη για οποιαδήποτε ζημιά ήθελε προκληθεί λόγω της αποκοπής κλάδων δέντρων φυτευμένων εντός δημόσιου δρόμου επί πεζού ή οχήματος.
Με την αγωγή ο εφεσίβλητος αξίωσε από τον εφεσείοντα Δήμο Λευκωσίας αποζημιώσεις για ζημιές τις οποίες υπέστη το αυτοκίνητό του λόγω της πτώσεως κλώνου δένδρου ενώ το αυτοκίνητο ήταν σταθμευμένο σε χώρο στάθμευσης εντός των δημοτικών ορίων.
Εκ μέρους του εφεσίβλητου έδωσε μαρτυρία, μεταξύ άλλων, ο ίδιος και ο Μ. Παχίτα. Ο τελευταίος ο οποίος διατηρεί κρεοπωλείο απέναντι από το χώρο όπου ήταν σταθμευμένο το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου, κατέθεσε ότι, στο σημείο όπου στάθμευσε το αυτοκίνητο του ο εφεσίβλητος, υπάρχει ταμπέλα επί της οποίας αναγράφεται ότι επιτρέπεται η στάθμευση οχημάτων για 60 λεπτά, εκάστοτε δε επισκέπτονταν το χώρο υπάλληλοι του Δήμου Λευκωσίας και η Αστυνομία οι οποίοι "έγραφαν" όσους είχαν σταθμεύσει παράνομα τα οχήματά τους στον εν λόγω χώρο. Ο μάρτυρας αυτός δεν αντεξετάστηκε.
Ο εφεσείων δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου και του μάρτυρα Μ. Παχίτα τις αποδέχθηκε και κατέληξε σε εύρημα ότι το αυτοκίνητο του ενάγοντα καθ' ον χρόνο ήταν νομίμως σταθμευμένο σε χώρο στάθμευσης του Δήμου Λευκωσίας υπέστη ζημιές συνεπεία πτώσεως κλώνου δένδρου που βρισκόταν φυτευμένο σε δημόσιο δρόμο πλησίον του χώρου στάθμευσης. Ακολούθως το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ετύγχανε εφαρμογής η αρχή res ipsa loquitur (Άρθρο 55 του Κεφ. 148) και επομένως εφόσον το βάρος της απόδειξης μη ύπαρξης αμέλειας μετετέθη στους ώμους του εφεσείοντος, ο δε τελευταίος δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία για να αποδείξει ότι το συμβάν ήταν αναπόφευκτο ή, έστω, ότι συνέτρεχε αμέλεια και από πλευράς του εφεσίβλητου, εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντος για £623 πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση προβάλλοντας ως λόγο έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι, ως είχαν τα ενώπιόν του γεγονότα, ετύγχανε εφαρμογής η αρχή res ipsa loquitur. Σύμφωνα με το δικηγόρο του εφεσείοντος, ο ευκάλυπτος, από τον οποίο απεκόπη ο κλώνος, ήταν φυτευμένος εντός του δημόσιου δρόμου, ο οποίος, σύμφωνα με τον περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας Νόμο, Κεφ. 224, ανήκει στην ιδιοκτησία του Κράτους. Ο εφεσείων δεν είχε οποιαδήποτε εξουσία να ελέγχει ή επιτηρεί τον εν λόγω ευκάλυπτο, είτε δυνάμει του Κεφ. 224 είτε δυνάμει του περί Δήμων Νόμου 111/85, είτε δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου και, επομένως, δεν είχε εξουσία, αλλά ούτε και καθήκον, να λαμβάνει οποιαδήποτε μέτρα για τη συντήρησή του σε καλή κατάσταση.
Αποφασίστηκε ότι:
Η επέκταση της ευθύνης των Δήμων (βάσει του Ν. 111/85) για τον έλεγχο και την επιτήρηση των οδών και των πεζοδρομίων, τα οποία βρίσκονται στα δημοτικά όρια, σε δένδρα τα οποία είναι φυτευμένα σε δημόσιο δρόμο, και ανήκουν στο Κράτος, στην οποία προέβη το πρωτόδικο Δικαστήριο για να καταλήξει ότι τυγχάνει εφαρμογής η αρχή res ipsa loquitur, δεν είναι ορθή. Ο εφεσείων δεν είχε βάσει του Ν. 111/85 ευθύνη για πρόκληση ζημιάς λόγω αποκοπής και πτώσεως κλάδου των δέντρων επί πεζού ή οχήματος, ώστε να τυγχάνει εφαρμογής η αρχή res ipsa loquitur. Επομένως, εφόσον η εν λόγω αρχή δεν είχε εφαρμογή, ο εφεσίβλητος, για να αποδείξει την υπόθεσή του, όφειλε να προσκομίσει μαρτυρία αμέλειας εκ μέρους του εφεσείοντα, υπό την έννοια ότι ο τελευταίος εγνώριζε ή όφειλε εύλογα να γνωρίζει ότι ο ευκάλυπτος, ως εκ της κατάστασης του, ήταν ανασφαλής, με αποτέλεσμα ο κίνδυνος πτώσεως κλάδων του στο χώρο στάθμευσης, και προκλήσεως ζημιάς, να ήταν εύλογα προβλεπτός.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα σε βάρος του εφεσίβλητου, πρωτόδικα και κατ' έφεση.
Έφεση.
Έφεση από τον εναγόμενο Δήμο Λευκωσίας κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 23/6/00 (Αρ. Αγωγής 4071/95) με την οποία επεδίκασε υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του εναγόμενου ποσό £623,- ως αποζημιώσεις για ζημιές τις οποίες υπέστη το όχημα του ενάγοντα ενώ βρισκόταν νόμιμα σταθμευμένο σε χώρο στάθμευσης του Δήμου από την πτώση κλώνου δέντρου το οποίο βρισκόταν σε δημόσιο δρόμο πλησίον του χώρου στάθμευσης.
Α. Παντελίδης, για τον Εφεσείοντα.
Α. Ευσταθίου-Καλογεροπούλου, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την αγωγή ο εφεσίβλητος αξίωσε από τον εφεσείοντα Δήμο Λευκωσίας αποζημιώσεις για ζημιές τις οποίες υπέστη το αυτοκίνητό του λόγω της πτώσεως κλώνου δένδρου ενώ το αυτοκίνητο ήταν σταθμευμένο σε χώρο στάθμευσης εντός των δημοτικών ορίων.
Εκ μέρους του εφεσίβλητου έδωσε μαρτυρία, μεταξύ άλλων, ο ίδιος και ο Μάριος Παχίτα.
Ο εφεσίβλητος κατέθεσε ότι στις 19.8.94, γύρω στις 4.20 μ.μ., στάθμευσε το αυτοκίνητό του με αριθμό εγγραφής WT520 σε χώρο κοντά στην Πύλη Πάφου. Ο χώρος ήταν σηματοδοτημένος με ταμπέλα και με άσπρη γραμμή στο έδαφος ως χώρος στάθμευσης οχημάτων. Όταν επέστρεψε, μετά μια περίπου ώρα, διαπίστωσε ότι το αυτοκίνητό του ήταν καταπλακωμένο από κλώνο, ο οποίος έπεσε από ευκάλυπτο ο οποίος βρισκόταν ακριβώς δίπλα από το χώρο στάθμευσης. Αφού μετακίνησε τον κλώνο, διαπίστωσε ότι το αυτοκίνητό του είχε υποστεί διάφορες ζημιές.
Ο μάρτυρας Μάριος Παχίτα, ο οποίος διατηρεί κρεοπωλείο απέναντι από το χώρο όπου ήταν σταθμευμένο το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου, κατέθεσε ότι, στο σημείο όπου στάθμευσε το αυτοκίνητο του ο εφεσίβλητος, υπάρχει ταμπέλα επί της οποίας αναγράφεται ότι επιτρέπεται η στάθμευση οχημάτων για 60 λεπτά, εκάστοτε δε επισκέπτονταν το χώρο υπάλληλοι του Δήμου Λευκωσίας και η Αστυνομία οι οποίοι "έγραφαν" όσους είχαν σταθμεύσει παράνομα τα οχήματά τους στον εν λόγω χώρο. Ο μάρτυρας αυτός δεν αντεξετάστηκε.
Ο εφεσείων δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία.
Αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου και του μάρτυρα Μάριου Παχίτα, το πρωτόδικο δικαστήριο τις αποδέχθηκε και κατέληξε στο εύρημα "ότι το αυτοκίνητο του ενάγοντα καθ΄ον χρόνο ήταν νομίμως σταθμευμένο σε χώρο, που καθορίστηκε ως χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων από το Δήμο Λευκωσίας, και εντός των δημοτικών ορίων αυτού, υπέστη ζημιές συνεπεία πτώσεως κλώνου δένδρου που βρισκόταν φυτεμένο σε δημόσιο δρόμο πλησίον του καθορισθέντος χώρου στάθμευσης". Ακολούθως, και αφού έκρινε ότι το δένδρο, από το οποίο έπεσε ο κλώνος, βρισκόταν σε χώρο επί του οποίου ο εφεσείων ασκούσε έλεγχο και επιτήρηση, εφόσον, βάσει του περί Δήμων Νόμου 111/85 οι Δήμοι έχουν εξουσία, αλλά και καθήκον, να ελέγχουν και επιτηρούν τις οδούς και τα πεζοδρόμια τα οποία βρίσκονται εντός των δημοτικών τους ορίων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ετύγχανε εφαρμογής η αρχή res ipsa loquitur (άρθρο 55 του Κεφ. 148) και, επομένως, εφόσον το βάρος της απόδειξης μη ύπαρξης αμέλειας μετετέθη στους ώμους του εφεσείοντος, ο δε τελευταίος δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία για να αποδείξει ότι το συμβάν ήταν αναπόφευκτο ή, έστω, ότι συνέτρεχε αμέλεια και από πλευράς του εφεσίβλητου, εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντος για £623 πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα.
Προβάλλεται ως λόγος έφεσης ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε καταλήγοντας στο εύρημα ότι ο εφεσίβλητος στάθμευσε το αυτοκίνητο του σε χώρο ο οποίος είχε καθορισθεί ως χώρος στάθμευσης από τον εφεσείοντα. Σύμφωνα με το δικηγόρο του εφεσείοντος, δεν υπήρχε ενώπιον του δικαστηρίου σαφής και θετική μαρτυρία ότι ο χώρος είχε καθορισθεί, από τον εφεσείοντα, ως χώρος στάθμευσης οχημάτων.
Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Όπως αναφέραμε, η μαρτυρία του εφεσίβλητου ήταν ότι στάθμευσε το αυτοκίνητό του σε χώρο ο οποίος ήταν σηματοδοτημένος με ταμπέλα και με άσπρη γραμμή στο έδαφος η οποία οριοθετούσε το χώρο στάθμευσης οχημάτων. Η δε μαρτυρία του Μάριου Παχίτα ήταν ταυτόσημη, με την προσθήκη ότι το χώρο επισκέπτονταν εκάστοτε υπάλληλοι του εφεσείοντος και αστυνομικοί οι οποίοι "έγραφαν" όσους στάθμευαν παράνομα, ήτοι για περισσότερα από 60 λεπτά. Με αυτή την μαρτυρία ήταν καθ΄όλα εύλογο για το πρωτόδικο δικαστήριο να καταλήξει στο εύρημα ότι το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου στάθμευσε σε χώρο ο οποίος είχε καθορισθεί ως χώρος στάθμευσης από τον εφεσείοντα.
Ο άλλος λόγος έφεσης που προβάλλεται είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι, ως είχαν τα ενώπιόν του γεγονότα, ετύγχανε εφαρμογής η αρχή res ipsa loquitur. Σύμφωνα με το δικηγόρο του εφεσείοντος, ο ευκάλυπτος, από τον οποίο απεκόπη ο κλώνος, ήταν φυτευμένος εντός του δημόσιου δρόμου, ο οποίος, σύμφωνα με τον περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας Νόμο, Κεφ. 224, ανήκει στην ιδιοκτησία του Κράτους. Ο εφεσείων δεν είχε οποιαδήποτε εξουσία να ελέγχει ή επιτηρεί τον εν λόγω ευκάλυπτο, είτε δυνάμει του Κεφ. 224 είτε δυνάμει του περί Δήμων Νόμου 111/85, είτε δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου και, επομένως, δεν είχε εξουσία, αλλά ούτε και καθήκον, να λαμβάνει οποιαδήποτε μέτρα για τη συντήρησή του σε καλή κατάσταση.
Ο λόγος αυτός ευσταθεί. Η επέκταση της ευθύνης των Δήμων (βάσει του Ν. 111/85) για τον έλεγχο και την επιτήρηση των οδών και των πεζοδρομίων, τα οποία βρίσκονται στα δημοτικά όρια, σε δένδρα τα οποία είναι φυτευμένα σε δημόσιο δρόμο, και ανήκουν στο Κράτος, στην οποία προέβη το πρωτόδικο δικαστήριο για να καταλήξει ότι τυγχάνει εφαρμογής η αρχή res ipsa loquitur, δεν είναι ορθή. Η ευθύνη των Δήμων για τη διατήρηση των οδών και των πεζοδρομίων σε τέτοια κατάσταση ώστε να είναι ασφαλής η χρήση τους από τους διερχομένους είναι ένα πράγμα και η ευθύνη για τη διατήρηση των δένδρων, τα οποία δεν ανήκουν στους Δήμους, σε καλή κατάσταση, και η συνεπακόλουθη ευθύνη για οποιαδήποτε ζημιά ήθελε προκληθεί λόγω της αποκοπής και πτώσεως κλάδων τους επί πεζού ή οχήματος, είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα. Ο εφεσείων δεν είχε, βάσει του Ν. 111/85, τέτοια ευθύνη ώστε να τυγχάνει εφαρμογής η αρχή res ipsa loquitur. Και, επομένως, εφόσον η αρχή res ipsa loquitur δεν είχε εφαρμογή, ο εφεσίβλητος, για να αποδείξει την υπόθεσή του, όφειλε να προσκομίσει μαρτυρία αμέλειας εκ μέρους του εφεσείοντα, υπό την έννοια ότι ο τελευταίος εγνώριζε ή όφειλε εύλογα να γνωρίζει ότι ο ευκάλυπτος, ως εκ της κατάστασης του, ήταν ανασφαλής, με αποτέλεσμα ο κίνδυνος πτώσεως κλάδων του στο χώρο στάθμευσης, και προκλήσεως ζημιάς, να ήταν εύλογα προβλεπτός. Το ακόλουθο απόσπασμα από τον Charlsworth & Percy on Negligence, 8th Ed. στις σελ. 667-668, είναι άμεσα σχετικό:
"Trees. The occupier of land is not liable if a tree, which he did not know and had no reasonable grounds for knowing was unsafe, falls on to the highway and injures a person, who is passing along the highway. His duty is to act as a prudent landowner to prevent his trees, which adjoin the highway, from being a danger to persons, who are on the highway, but he is not bound to call in an expert to examine his trees, unless he has reason to believe that they may be unsafe. When a tree fell, owing to a root disease, which was not visible on an external examination, and caused damage, the owner was held not liable. When a motor car, on the highway, was damaged by the fall of an elm tree, 130 years old, which had never been lopped, topped or pollarded, and the fall was caused by a long-standing disease of the roots, undetectable on external examination, and it was not proved that expert examination would have discovered it, the owner was held not liable. However, when a tree, which had been dying for some years and should have been known to be dangerous by an ordinary landowner, fell and caused damage, the owner was held liable."
Ως αποτέλεσμα, η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα εις βάρος του εφεσίβλητου, πρωτόδικα και κατ΄έφεση.
Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.
H�έφεση επιτρέπεται με έξοδα εις βάρος του εφεσίβλητου, πρωτόδικα και κατ' έφεση.