ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 1 ΑΑΔ 1047

12 Ιουλίου, 2002

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1964,

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΠΑΦΙΤΗ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΑΥΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΦΙΤΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION,

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 28.6.2002 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 12713/2000 ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ ΟΠΩΣ Η

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΑΝΑΚΤΗΣΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

(WRIT OF POSSESSION) ΚΑΙ ΡΙΤ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΝΑΣΤΑΛΟΥΝ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΕΚΔΙΚΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟΥ ΗΜΕΡ. 27.5.2002 Η ΜΕΧΡΙ ΝΕΩΤΕΡΑΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ.

(Αίτηση Αρ. 49/2002)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης Certiorari προς ακύρωση απόφασης με την οποία διατάχθηκε η αναστολή εκτέλεσης εντάλματος ανάκτησης κατοχής και εντάλματος κινητών μέχρι την εκδίκαση αίτησης παραμερισμού των εν λόγω ενταλμάτων ― Ισχυρισμός για ύπαρξη δεδικασμένου, κατάχρηση διαδικασίας, εσφαλμένη αξιολόγηση μαρτυρίας και κατάληξη σε λανθασμένα ευρήματα και επίσης πλάνη περί το νόμο ― Κρίθηκε ότι δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση για χορήγηση της αιτούμενης άδειας.

Ο αιτητής στην παρούσα αίτηση, είχε εξασφαλίσει με ex parte αίτηση που καταχωρήθηκε στις 21.3.2002, ένταλμα για είσπραξη ποσού £8.250, ως υπόλοιπο από οφειλόμενα ενοίκια, και ένταλμα ανάκτησης κατοχής ακινήτου προς άμεση εκτέλεση της δικαστικής απόφασης η οποία είχε εκδοθεί στις 13.12.2001 εναντίον των εναγομένων οι οποίοι παρέλειψαν να τηρήσουν τους όρους που θα ενεργοποιούσαν την αναστολή εκτέλεσης της πιο πάνω απόφασης.  Το Δικαστήριο, μετά από ex parte αίτηση του εναγόμενου 1 ημερ. 27.6.2002, με την οποία ζητούσε αναστολή των ενταλμάτων μέχρι την εκδίκαση αίτησης διά κλήσεως ημερ. 27.5.2002 για παραμερισμό τους, εξέδωσε απόφαση για αναστολή εκτέλεσης των ενταλμάτων μέχρι την εκδίκαση της αίτησης παραμερισμού η οποία είναι ορισμένη για ακρόαση στις 11.9.2002.  Η εν λόγω απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας αίτησης.

Ο αιτητής ισχυρίσθηκε ότι η δικαστής η οποία έδωσε το διάταγμα εμποδίζετο να ασχοληθεί με την αίτηση ex parte ημερομηνίας 27.6.2002 για αναστολή λόγω του ότι είχε δημιουργηθεί δεδικασμένο με την εκδίκαση πανομοιότυπης αίτησης του αιτητή ημερ. 27.5.2002 η οποία, κατά τον ισχυρισμό του αιτητή, απεφασίσθη την 26.6.2002 και κατέστη τελεσίδικη ως μη εφεσιβληθείσα.

Ο αιτητής προέβαλε επίσης ισχυρισμούς για κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας, υπέρβαση εξουσίας, εσφαλμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας και εξαγωγή εσφαλμένων συμπερασμάτων και πλάνη αναφορικά με τις νόμιμες προϋποθέσεις που πρέπει να συνυπάρχουν για έκδοση διατάγματος αναστολής εκτέλεσης δικαστικής απόφασης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν διαπίστωσε έρεισμα στην αίτηση την οποία απέρριψε με έξοδα.

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αίτηση.

Αίτηση από τον αιτητή - ενάγοντα στην αγωγή αρ. 12713/00 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας υπέρ του οποίου εκδόθηκε, στις 13/12/01, απόφαση με την οποία επεδικάστηκε ποσό £8.800 ως οφειλόμενα προς αυτόν ενοίκια καθώς και υπέρ του οποίου εξεδόθη και διάταγμα παράδοσης του ακίνητου με πρόνοιες όμως για αναστολή εκτέλεσης εφόσον εγίνοντο οι οφειλόμενες πληρωμές, για άδεια καταχώρισης αίτησης για έκδοση διαταγμάτων Certiorari και Prohibition προς ακύρωση του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερ. 28/6/02, με το οποίο διέταξε την αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος ανάκτησης κατοχής και εκποίησης κινητών προς ικανοποίηση του οφειλόμενου ποσού μέχρι την εκδίκαση της αίτησης διά κλήσεως την οποία καταχώρισε ο εναγόμενος 1 στις 27/5/02 για ακύρωση των διαταγμάτων.

Γ. Παπαθεοδώρου, για τον Αιτητή.

Ex tempore

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Eνώπιον μου υπάρχει αίτηση για παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari με σκοπό την ακύρωση απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου ημερ. 28.6.2002 με την οποία διετάχθη όπως η εκτέλεση εντάλματος ανάκτησης κατοχής και εντάλματος κινητών ανασταλεί μέχρι την εκδίκαση αίτησης παραμερισμού των εν λόγω ενταλμάτων ημερ. 27.5.2002.

Αφετηρία της αίτησης φαίνεται να ήταν απόφαση εκδοθείσα στις 13.12.2001, με την οποία επιδικάζετο ποσό £8.800 στον Ενάγοντα, ο οποίος είναι ο Αιτητής στην παρούσα αίτηση, ως οφειλόμενα ενοίκια, εξεδόθη δε και διάταγμα παράδοσης του ακίνητου με πρόνοιες όμως για αναστολή εκτέλεσης εφόσον εγίνοντο οι οφειλόμενες πληρωμές.

Όπως φαίνεται από ex parte αίτηση η οποία κατεχωρήθη στις 21.3.2002, ο Αιτητής στην παρούσα αίτηση ζήτησε να εκδοθεί ένταλμα ανάκτησης κατοχής και είσπραξης του ποσού των £8.250 που ανάφερε ότι οφείλετο ως υπόλοιπο, για το λόγο ότι, όπως ανάφερε, οι Εναγόμενοι παράλειψαν να τηρήσουν τους όρους που θα ενεργοποιούσαν την αναστολή εκτέλεσης με αποτέλεσμα να καθίσταται άμεσα εκτελεστή η απόφαση του Δικαστηρίου.  Η αίτηση αυτή ενεκρίθη.  Το επόμενο βήμα ήταν εκ μέρους του Εναγόμενου 1 ο οποίος με ex parte αίτηση ημερ. 27.5.2002 ζήτησε αναστολή των εκδοθέντων ενταλμάτων μέχρις ότου εκδικαστεί αίτηση του δια κλήσεως ημερ. 27.5.2002.  Το δικαστήριο ενέκρινε την αίτηση αυτή την ίδια ημέρα και ανέστειλε την εκτέλεση των ενταλμάτων μέχρι 26.6.2002 όπως αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό.  Η αίτηση δια κλήσεως όμως ημερομηνίας επίσης 27.5.2002, ορίστηκε για ακρόαση στις 26.6.2002 και δεν ακούστηκε την ημέρα εκείνη εφόσον, όπως αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Ενάγοντα, Αιτητή στην παρούσα αίτηση, ζήτησε ημερομηνία ακροάσεως εκείνη την ημέρα στη βάση, αντιλαμβάνομαι, ότι δεν θα διεξήγετο η ακρόαση την ημέρα που ήταν ορισμένη η αίτηση αλλά την ημέρα που θα προγραμματίζετο περαιτέρω.  Δόθηκε η 11.9.2002 ως ημερομηνία ακροάσεως.

Κατά την ίδια μέρα συζητήθηκε και το θέμα της αίτησης ex parte για αναστολή της 27.5.2002 και ορίστηκε και αυτή η αίτηση για ακρόαση στις 5.7.2002.  Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Ενάγοντα είχε όμως εγείρει θέμα ότι το διάταγμα είχε ήδη εκπνεύσει και δεν μπορούσε να παραταθεί περαιτέρω αφού η ισχύς του είχε καθορισθεί μέχρι 26.6.2002.  Φαίνεται ότι στις 5.7.2002 η αίτηση στην οποία βασίζετο το διάταγμα αυτό απεσύρθη χωρίς να υπάρξει απόφαση του δικαστηρίου επί του θέματος.  Εν τω μεταξύ δε ο Εναγόμενος 1 είχε καταχωρήσει άλλη ex parte αίτηση ημερ. 27.6.2002 με την οποία ζητούσε αναστολή των ενταλμάτων μέχρι εκδίκασης της αίτησης του δια κλήσεως ημερ. 27.5.2002 για ακύρωση των ενταλμάτων.  Το δικαστήριο επελήφθη της αίτησης της 27.6.2002 παρόντος και του ευπαίδευτου συνηγόρου για τον ενάγοντα ο οποίος είχε πληροφορηθεί, φαίνεται, και εξέφρασε την επιθυμία του να εμφανισθεί.  Ως εκ του επείγοντος δε του θέματος, άκουσε την αίτηση την αμέσως επόμενη μέρα, 28.6.2002, οπότε και εδέχθη την αίτηση εκδίδοντας την απόφαση η οποία αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας αίτησης. Διάταξε δε όπως η εκτέλεση των ενταλμάτων ανασταλεί μέχρι την εκδίκαση της αίτησης παραμερισμού ημερ. 27.5.2002, η οποία, όπως παρατήρησα προηγουμένως, είναι ορισμένη για ακρόαση στις 11.9.2002.

Με την παρούσα αίτηση δίδεται το ιστορικό το οποίο συμπληρώνεται και με την καταχώρηση άλλων εγγράφων αργότερα και αιτιολογείται η αίτηση πρώτα με αναφορά στο ότι η ευπαίδευτη δικαστής η οποία έδωσε το διάταγμα εμποδίζετο να ασχοληθεί με την αίτηση ex parte ημερ. 27.6.2002 για αναστολή λόγω του ότι είχε δημιουργηθεί δεδικασμένο με την εκδίκαση της πανομοιότυπης αίτησης του Αιτητή ημερ. 27.5.2002 η οποία, όπως λέγεται, απεφασίσθη την 26.6.2002 και κατέστη τελεσίδικη ως μη εφεσιβληθείσα.

Παρατήρησα ήδη, κατά τη διάρκεια της συζήτησης της υπόθεσης σήμερα, ότι είναι δύσκολο να διαπιστωθεί δεδικασμένο όπως αυτό τίθεται.  Κατ΄αρχή η ex parte αίτηση ημερ. 27.5.2002 δεν φαίνεται να απεφασίσθη τελεσίδικα από το δικαστήριο στις 26.6.2002 όπως αναφέρεται, αλλά στις 26.6.2002 το δικαστήριο όρισε ημερομηνία ακροάσεως της στις 5.7.2002, οπότε και φαίνεται να μην εδόθη την ημερομηνία εκείνη περαιτέρω συνέχεια στο πράγμα αφού ο ευπαίδευτος συνήγορος ο οποίος εμφανίζετο για τον Εναγόμενο 1 απέσυρε το αίτημά του.  Εν πάση περιπτώσει όμως, η απόφαση με την οποία αναστέλλοντο τα εντάλματα βάσει της αίτησης ex parte ημερ. 27.5.2002 καθόριζε ότι η ισχύς του διατάγματος θα ήταν μέχρι 26.6.2002, και όπως ο ίδιος ο κ. Παπαθεοδώρου είχε εισηγηθεί, δεν θα μπορούσε να ισχύει περαιτέρω το εν λόγω διάταγμα.  Εφόσον η αίτηση δια κλήσεως σε συνάρτηση προς την οποία είχε οριστεί το εν λόγω διάταγμα ορίστηκε στις 26.6.2002, δηλαδή την ίδια ημέρα που έληγε η ισχύς του διατάγματος δοθέντος ex parte, και στις 26.6.2002 ορίσθηκε για ακρόαση στις 11.9.2002, δεν είχε νόημα η περαιτέρω συνέχιση της αίτησης εκείνης και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει απόφαση επί της ουσίας η οποία να δημιουργεί δεδικασμένο εν πάση περιπτώσει.

Τούτο με οδηγεί βέβαια στο δεύτερο λόγο τον οποίο ανάφερε ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή στην αίτηση του, ότι δηλαδή η αίτηση της 27.6.2002, βάσει της οποίας εδόθη η απόφαση που αφορά η παρούσα αίτηση, συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας εφόσον είχε τον ίδιο στόχο όπως η προηγούμενη αίτηση της 27.5.2002.  Δεν μπορώ να διαπιστώσω κατάχρηση της διαδικασίας για το λόγο ότι η αίτηση της 27.5.2002 δεν είχε εκδικασθεί τελεσίδικα από το δικαστήριο μετά από την ένσταση την οποία είχε φέρει ο κ. Παπαθεοδώρου και εφόσον το δικαστήριο έδωσε αναστολή μέχρι 26.6.2002 και η αναστολή επιδιώκετο ώστε να αποφασισθεί η αίτηση δια κλήσεως ημερ. 27.5.2002 η ακρόαση της οποίας δεν έγινε στις 26.6.2002.  Το δικαστήριο μπορούσε, για εξυπηρέτηση του σκοπού ο οποίος δεν είχε επιτευχθεί, να δώσει νέα αναστολή μέχρι την ακρόαση της αίτησης δια κλήσεως, άλλως η ακρόαση της αίτησης δια κλήσεως θα καθίστατο άσκοπη.

Ο τρίτος λόγος τον οποίο αναφέρει ο κ. Παπαθεοδώρου είναι ότι το δικαστήριο ενήργησε χωρίς να υπάρχει νομικός λόγος που να υποστηρίζεται από την αίτηση του Αιτητή ημερ. 27.6.2002 και υπερέβη τις εξουσίες του ενεργώντας αντισυνταγματικά.  Ο λόγος αυτός δεν εξειδικεύεται.  Στο βαθμό στον οποίο μπορεί να υπάρξει συσχετισμός του με την αναφορά που έκαμε ο κ. Παπαθεοδώρου κατά την ακρόαση σήμερα στο τυπικά παραδεκτό της αίτησης, δεν πιστεύω το θέμα θα ήταν θέμα προνομιακού διατάγματος.

Ο τέταρτος λόγος που αναφέρεται στην αίτηση αποκαλύπτει, πιστεύω, ακριβώς την ακαταλληλότητα του επιδιωκόμενου προνομιακού διατάγματος προς την παρούσα περίπτωση.  Η εισήγηση που γίνεται είναι ότι το δικαστήριο ενέργησε αυθαίρετα χωρίς να αξιολογήσει το ενώπιον του μαρτυρικό υλικό, και εξήγαγε λανθασμένα συμπεράσματα από αυτό με αποτέλεσμα να εκδώσει λανθασμένη απόφαση.  Τούτος δεν είναι λόγος για τον οποίο εκδίδεται προνομιακό διάταγμα.  Μπορεί να αποτελεί λόγο έφεσης ή λόγο για οποιαδήποτε άλλη διαδικασία που προσφέρεται στους διαδίκους, αλλά σίγουρα δεν αποτελεί βάση για έκδοση προνομιακού διατάγματος.

Σε σχέση με τον πέμπτο λόγο που αναφέρεται στην αίτηση, ότι δηλαδή το δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό λάθος με το να μην μεριμνήσει ή να μην διατάξει την καταβολή των εξόδων που έχουν προκύψει ή που αναμένετο να προκύψουν σε σχέση με την αναστολή της εκτέλεσης του διατάγματος ημερ. 26.3.2002, δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον μου σε στήριξη αυτού του λόγου.

Ο έκτος λόγος που αναφέρεται στην αίτηση, που είναι και ο τελευταίος, είναι ότι το διάταγμα εξεδόθη συνεπεία πλάνης αναφορικά με τις νόμιμες προϋποθέσεις που πρέπει να συνυπάρχουν για έκδοση.  Και συγκεκριμένα, ότι το δικαστήριο δεν εξέτασε αν τηρούντο οι τρεις προϋποθέσεις που τίθενται ως προς την έκδοση τέτοιων διαταγμάτων.  Και αυτός ο λόγος έχει να κάμει με το ενδεχόμενα λανθασμένο της απόφασης του δικαστηρίου επί της ουσίας και δεν είναι λόγος για τον οποίο μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλη η διαδικασία του προνομιακού διατάγματος Certiorari.

Για τους λόγους αυτούς δεν διαπιστώνω έρεισμα στην αίτηση, η οποία και απορρίπτεται με έξοδα.

Η�αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο